Το χρεος του δημοσιου και η περιουσια του

31/10/2011: Οι επί κεφαλής της "Πρωτοβουλίας ΚΑΠΑ"
 (Κρατική Ακίνητη Περιουσία και Αξιοποίηση)
Γιάννης Στουρνάρας και Στέφανος Μάνος παρουσιάζουν
πρόταση "αξιοποίησης" της δημόσιας περιουσίας.
Ας πάρουμε δυο μεγάλες εταιρείες που παράγουν και εμπορεύονται είδη οικιακής και προσωπικής χρήσεως (καλλυντικά, απορρυπαντικά, χαρτικά κλπ). Η μια έχει συνολικά χρέη ένα δισ. ευρώ και η άλλη έχει 70 δισ. ευρώ. Τί θα απαντούσατε αν σας ρωτούσα ποια από τις δυο στέκεται καλύτερα και ποια χρειάζεται επειγόντως επέμβαση σωτηρίας αλλιώς θα καταρρεύσει;
Αν βιαστήκατε να απαντήσετε ότι η πρώτη εταιρεία πάει καλά και η δεύτερη είναι για φούντο, προφανώς οι γνώσεις σας περί τα οικονομικά συναγωνίζονται τις δικές μου περί την αεροναυπηγική. Το ύψος των χρεών από μόνο του δεν δείχνει σε καμμιά περίπτωση την οικονομική κατάσταση του χρεώστη, είτε αυτός είναι εταιρεία είτε είναι πρόσωπο. Για να δείξει κάτι, πρέπει να εξετάζεται σε συνάρτηση με την περιουσία του χρεώστη. Για παράδειγμα, ένα χρέος εκατό χιλιάδων ευρώ είναι ικανό να γονατίσει εμένα αλλά τον Μπιλ Γκέητς θα τον ενοχλούσε λιγώτερο από μια τρίχα στην σούπα του. Και για να κάνω σαφέστερα όλα τούτα, να σας πω ότι οι δυο εταιρείες του παραπάνω παραδείγματος (με τα ποσά στρογγυλοποιημένα, βέβαια) είναι υπαρκτές: λίγο πάνω από ένα δισ. χρωστούσε ο Μαρινόπουλος όταν κατέρρευσε ενώ κάπου 70 δισ. είναι σήμερα οι υποχρεώσεις τού κολοσσού που λέγεται Πρόκτερ & Γκαμπλ.
Ως προς τον ιδιώτη, λοιπόν, δεν έχει σημασία το πόσα δανεικά έχει πάρει αλλά το πόση περιουσία απέκτησε μ' αυτά τα δανεικά. Ακριβώς το ίδιο θα έπρεπε να συμβαίνει όταν μιλάμε για χρέη κρατών. Το θέμα, δηλαδή, δεν θα έπρεπε να είναι απλώς πόσα χρωστάει μια χώρα αλλά πόσα χρωστάει σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία που διαθέτει. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ας πούμε, έχουν χρέος κάπου 18 τρισ. δολλάρια αλλά εξακολουθούν να διαφεντεύουν τον πλανήτη ενώ εμείς χρωστάμε μόλις καμμιά τριακοσαριά δισ. αλλά βρισκόμαστε μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Αλήθεια, όμως, εμείς δεν είχαμε περιουσία ικανή να καλύψει τις οφειλές μας;
Το καλοκαίρι του 2009, το ΔΝΤ έκανε μια πρώτη απόπειρα έμμεσης εκτίμησης της ελληνικής δημόσιας περιουσίας. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό και έδειχνε μια χώρα κάθε άλλο παρά πτωχευμένη. Τα ρευστά περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου (μετοχές, καταθέσεις κλπ) αντιστοιχούσαν στο 30% του ΑΕΠ και το απόθεμα κεφαλαίου (δηλαδή, το συσσωρευμένο προϊόν των επενδύσεων της τελευταίας πεντηκονταετίας) αντιστοιχούσε στο 51% του ΑΕΠ. Με δεδομένο ότι εκείνη την εποχή το ΑΕΠ βρισκόταν στα 250 δισ. περίπου και το δημόσιο χρέος αντιστοιχούσε στο 102,6% αυτού, η πραγματική αρνητική θέση μας ως κράτος ήταν κάπου στα 54 δισ. ευρώ (250 * [102,6-30-51]%). Μόνο 54 δισ. ευρώ και, μάλιστα, χωρίς να λογαριάζουμε την αξία των γαιών του δημοσίου! Εννοείται πως αν το ΔΝΤ συνυπολόγιζε την αξία της γης (μόνο το Ελληνικό αποτιμήθηκε πάνω από 2 δισ.), θα μας εύρισκε και πλεονασματικούς!
Παρένθεση. Αν όλα αυτά σας φαίνονται αδιανόητα και έχετε μείνει με το στόμα ανοιχτό, πιείτε ένα ποτήρι νερό και πάρτε μια ανάσα διότι έρχεται το καλύτερο. Κλείνει η παρένθεση.
Στις αρχές του 2010, τότε που ακόμη "λεφτά υπήρχαν" και ο πρωθυπουργός δεν είχε επισκεφθεί το Καστελλόρριζο, η διεύθυνση μητρώου της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου ολοκλήρωσε την καταγραφή και αποτίμηση των ακινήτων του δημοσίου που διαχειριζόταν. Ήταν μια εκπληκτική δουλειά, για την ολοκλήρωση της οποίας χρησιμοποιήθηκαν περίπλοκα υπολογιστικά μοντέλα και δορυφορικά συστήματα, ώστε να καταγραφούν και να αποτιμηθούν τα πάντα ενώ ως βάση υπολογισμού αξιών ελήφθη η χαμηλότερη αντικειμενική αξία κάθε περιοχής.
Σύμφωνα με το αποτέλεσμα αυτής της απογραφής, η Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου κατείχε και διαχειριζόταν περισσότερα από 71.000 ακίνητα, συνολικής αντικειμενικής αξίας 272 δισ. ευρώ. Δηλαδή, η αξία των ακινήτων αντιστοιχούσε στο 108,8% του ΑΕΠ των 250 δισ., ήτοι 6,2% πάνω από το συνολικό δημόσιο χρέος.
Το ξενοδοχείο "Ξενία" στον Βόλο,
 ένα από τα 11 "Ξενία" της χώρας,
πραγματικά αρχιτεκτονικά διαμαντάκια,
που έχουν παραχωρηθεί σε ιδιώτες.
Τα υπόλοιπα 33 είτε ρημάζουν
είτε έχουν ήδη κατεδαφιστεί.
Θέλετε κι ένα κερασάκι; Η Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου κατείχε μόνο το 92% των ακινήτων του δημοσίου. Το υπόλοιπο 8% ανήκε στην ΕΤΑ (Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα), στην ΔΕΠοΣ (Δημόσια Επιχείρηση Πολεοδομίας και Στέγασης), στην ΑγροΓη (Αγροτική Γη), στην Ολυμπιακά Ακίνητα, στο ΤΕθΑ (Ταμείο Εθνικής Άμυνας), σε διάφορα ασφαλιστικά ταμεία και σε διάφορα υπουργεία. Αν βάζαμε κι αυτά στον λογαριασμό (ειδικά τα "φιλέτα" της ΕΤΑ εκτιμάται ότι άξιζαν πάνω από 30 δισ.), η αξία όλων των ακινήτων του δημοσίου θα ξεπερνούσε κατά πολύ τα 300 δισ. ευρώ, πάντοτε λογαριάζοντας με βάση τις χαμηλότερες αντικειμενικές αξίες, οι οποίες εκείνη την εποχή υπολείπονταν σημαντικά των πραγματικών αξιών της αγοράς. Με μια λογική αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών κατά 30%, θα προέκυπτε ένα ποσό πάνω από τα 100 δισ. ευρώ, ικανό να χρηματοδοτήσει ως και τα αναλογιστικά ελλείμματα των ασφαλιστικών ταμείων.
Το αποτέλεσμα αυτής της απογραφής των δημοσίων ακινήτων οδήγησε τον τότε γενικό διευθυντή τού Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), κατοπινό υπουργό οικονομικών και νυν διοικητή τής Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα να δηλώσει ότι "μπορεί να ενισχύσει την διαπραγματευτική ικανότητα της Ελλάδας και να ανατρέψει το αρνητικό κλίμα, συμβάλλοντας στον περιορισμό του δημοσίου χρέους και του κόστους δανεισμού".
Δυστυχώς, για κάποιους άγνωστους (;) λόγους, παρουσιάστηκε μια τελείως διαστρεβλωμένη εικόνα, η οποία εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της -εγχώριας και ξένης- ολιγαρχίας τού κεφαλαίου. Με βάση αυτή την εικόνα, η χώρα σύρθηκε στην αρένα των δανειακών συμβάσεων και υιοθέτησε πολιτική και πρακτικές που την βούλιαξαν. Μέσα σε λίγα χρόνια η αξία της δημόσιας περιουσίας γκρεμίστηκε κάτω από τα 50 δισ. και μαζί της χάθηκαν εκατοντάδες δισ. ιδιωτικής περιουσίας.
Το παραμύθι του ιδιωτικού μας χρέους
Ας συνεχίσουμε την συζήτηση πάνω στο θέμα, βάζοντας μια άλλη παράμετρο, λίαν ενδιαφέρουσα. Δεν υπάρχει αντίρρηση ως προς το ότι το δημόσιο χρέος μιας χώρας συνιστά βασική πτυχή τής οικονομικής της κατάστασης. Μόνο μια πτυχή όμως. Αν θέλουμε να μιλήσουμε σοβαρά για την οικονομία μιας χώρας δεν αρκεί να εξετάσουμε μόνο το δημόσιο χρέος της. Όπως είπαμε στο προηγούμενο σημείωμά μας, πρέπει να δούμε και την περιουσία της. Κι όπως θα πούμε σήμερα, πρέπει να λάβουμε υπ' όψη μας και το ιδιωτικό χρέος της.
Μια από τις αποστροφές που ακούγονται συχνά σε οικονομικές συζητήσεις καφενειακού επιπέδου είναι κι αυτή που λέει πως, παρά τις περικοπές των κρατικών δαπανών, η οικονομία της χώρας δεν βελτιώνεται. Ως παρατήρηση, αυτό είναι σωστό. Ποιά είναι, όμως, η ερμηνεία του;
Ας πάρουμε το παράδειγμα ενός κράτους, το οποίο διακόπτει το πρόγραμμα εργατικής κατοικίας και διαθέτει τα χρήματα που εξοικονομεί στην εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους του. Μη έχοντας πλέον την δυνατότητα απόκτησης εργατικής κατοικίας, οι εργάτες προσφεύγουν σε δανεισμό για να αποκτήσουν το δικό τους σπίτι. Τι πετύχαμε με αυτή την διαδικασία; Μειώσαμε το δημόσιο χρέος αλλά αυξήσαμε το ιδιωτικό. Το μόνο που δεν πετύχαμε είναι να βελτιώσουμε την οικονονομική κατάσταση της χώρας, αν δεχτούμε ότι χώρα είναι πάνω απ' όλα οι πολίτες της και όχι κάτι άψυχο και αόριστο.
Πάμε τώρα πίσω στην αρχή της κρίσης, τότε που λυτοί και δεμένοι επέμεναν ότι μόνο μια προσφυγή σε βοήθεια θα μας έσωζε. Είχαμε μεγάλο δημόσιο χρέος, καμμιά αντίρρηση. Παράλληλα, όμως, είχαμε και περιουσία που έφτανε και περίσσευε για να καλύψει οποιαδήποτε υποχρέωσή μας. Είχαμε και ένα από τα χαμηλότερα ιδιωτικά χρέη στην Ευρώπη. Είχαμε και μια υγιέστατη αγορά ακινήτων, ναι μεν με αυξημένα στεγαστικά δάνεια αλλά χωρίς να έχουμε δημιουργήσει φούσκα, όπως οι ΗΠΑ, η Ιρλανδία ή η Ισπανία. Είχαμε κι ένα τραπεζικό σύστημα που είχε σχεδόν αμελητέα εμπλοκή στο παιχνίδι με τα ομόλογα των πολιτειακών ενυπόθηκων δανείων, τα οποία σώριασαν την ισλανδική οικονομία σε μια νύχτα.
Ας ρίξουμε τώρα μια ματιά στον παραπάνω πίνακα. Όπως είναι γνωστό, η αναπτυγμένη και "υποδειγματική" Ελβετία έχει ένα απόλυτα ελεγχόμενο δημόσιο χρέος. Όμως πόσο υποδειγματική μπορεί να θωρείται μια χώρα, οι πολίτες της οποίας χρωστούν 128% του ΑΕΠ, κάτι που σε απόλυτα ποσά μεταφράζεται σε κάπου 100.000 φράγκα (86.000 ευρώ) το άτομο; Και γιατί να μην είναι καλύτεροι από όλους οι τούρκοι, που βρίσκονται στο κάτω μέρος της λίστας;
Μια γρήγορη ματιά στον πίνακα αρκεί για να βγάλουμε ένα σημαντικό συμπέρασμα: όσο μικρότερο είναι το δημόσιο χρέος μιας χώρας, τόσο περισσότερα χρωστούν οι πολίτες της. Επιβεβαιώνεται, δηλαδή, αυτό που περιγράψαμε πιο πάνω. Αντί το κράτος να μαζεύει χρήματα (από καθένα σύμφωνα με τις δυνατότητές του) και να υλοποιεί πλήρη κοινωνική πολιτική (στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του), νίπτει τα χείρας του και αφήνει τους πολίτες του έρμαια της τύχης τους, δικαιώνοντας την αποστροφή τής μενουμευρωπαίας διαδηλώτριας "αφού τα δικά μου παιδιά πάνε σε ιδιωτικό σχολείο, γιατί να πληρώνω φόρους για την παιδεία;". Αν θέλετε να το πούμε πιο καθαρά, στην ουσία η διαδικασία μείωσης του δημόσιου χρέους δεν είναι παρά μια διαδικασία ανακατανομής του εισοδήματος από τους φτωχότερους προς τους πλουσιώτερους.
Παρένθεση. Προσέξτε το 61% της Ελλάδας στον πίνακα. Αυτό σημαίνει ότι το ιδιωτικό χρέος των ελλήνων πολιτών διαμορφώνεται λίγο κάτω από τα δέκα χιλιάρικα κατά μέσον όρο. Δηλαδή, οι τεμπέληδες έλληνες, που τόσα χρόνια είχαν μάθει να βολεύονται με δανεικά κι επιδοτήσεις και που κατανάλωναν περισσότερα από όσα παρήγαγαν, χρωστάνε το ένα δέκατο όσων χρωστάνε οι φίλεργοι και μετρημένοι ελβετοί. Άφεριμ! Κλείνει η παρένθεση και προχωρούμε.
Η αύξηση του ιδιωτικού χρέους έχει ορισμένα ευμενή βραχυχρόνια αποτελέσματα στην οικονομία, όπως π.χ. την αύξηση της κατανάλωσης ή την ευφορία στις αγορές ακινήτων, αυτοκινήτων κλπ., τα οποία αυξάνουν το ΑΕΠ. Επειδή, όμως, το ιδιωτικό χρέος δεν μπορεί να αυξάνεται στο διηνεκές και κάποτε φθάνει η ώρα να αποπληρωθούν οι δόσεις του σπιτιού και του αυτοκινήτου, οι ιδιώτες αναγκάζονται να μειώσουν την κατανάλωσή τους ώστε να μπορούν να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους. Έτσι, μοιραία, η βραχυχρόνια αύξηση του ΑΕΠ μετατρέπεται σε μακροχρόνια μείωση, οδηγώντας την εθνική οικονομία σε ύφεση.
Ας ολοκληρώσουμε ρίχνοντας μια ματιά στον παρακάτω πίνακα, ο οποίος καταγράφει το χρέος των νοικοκυριών το 2009 ως ποσοστό τού διαθέσιμου εισοδήματός τους (στοιχεία ΟΟΣΑ). Κάντε κλικ για μεγέθυνση και προσέξτε τους "υπερκαταναλωτικούς" και "καταχρεωμένους" έλληνες (βέλος), των οποίων το διαθέσιμο εισόδημα φτάνει και περισσεύει για να καλύψει τα χρέη τους. Κάτι το οποίο δεν μπορούν να ισχυριστούν άλλοι "συνετοί" και "μετρημένοι" λαοί, που έχουμε βαρεθεί να μας λένε πως πρέπει να τους μοιάσουμε...
Συμπέρασμα; Την εποχή που η χώρα οδηγήθηκε στα δεσμά των μνημονίων (α) διέθετε περιουσιακά στοιχεία που υπερκάλυπταν τις υποχρεώσεις της, (β) δεν είχε μπλέξει σε οποιαδήποτε στεγαστική φούσκα, από εκείνες που σμπαράλιασαν άλλες εθνικές οικονομίες και (γ) οι πολίτες της δεν χρωστούσαν τα μαλλιοκέφαλά τους επειδή κάθε άλλο παρά κατανάλωναν πάνω από τις δυνατότητές τους. Το αναπάντητο ερώτημα, συνεπώς, είναι γιατί οδηγήθηκε στα μνημόνια.
Υποθέτω ότι ο καταλληλότερος να δώσει απάντηση είναι ο άρτι βραβευθείς ακριβώς γι' αυτή την επιλογή του τότε πρωθυπουργός και νυν πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς. Φυσικά, δεν θα αποπάρουμε όποιον άλλο θέλει και μπορεί να μας απαντήσει. Φοβάμαι, όμως, ότι το ερώτημα αυτό θα μείνει αναπάντητο. Όπως έμεινε και το άλλο, με το οποίο ζητούσαμε τεκμηρίωση του ισχυρισμού ότι καταντήσαμε σε τέτοιο χάλι επειδή ξοδεύαμε περισσότερα από όσα βγάζαμε...

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις