Antonio Gramsci: Προβλεψεις
Δεν υπάρχει στη χώρα μας καμία πλατιά οργανωμένη δύναμη* με εφόδιο την σαφή και ακριβή βούληση που να είναι ικανή να εκκινήσει και να επιδιώξει την υλοποίηση ενός σχεδίου πολιτικής δράσης που να είναι σύμφωνο με την ιστορική διαδικασία, και την ίδια στιγμή, να είναι αποτέλεσμα ερμηνείας της πραγματικής και άμεσης ιστορίας — δηλαδή, όχι ενός σχεδίου που να προκαθορίζεται ψυχρά, με αφηρημένο τρόπο.
Αφού δεν υπάρχει τέτοια δύναμη ακόμα (αυτή μπορεί μονάχα να είναι, και κατά την άποψή μας, θα είναι, το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα), το μόνο πράγμα που απομένει σ’ όποιον θέλει να κάνει τη χρήσιμη δουλειά της διαφώτισης και της πολιτικής εκπαίδευσης στις παρούσες συνθήκες είναι να προσπαθήσει να κάνει προβλέψεις — εκλαμβάνοντας τις δυνάμεις που εμπλέκονται ως πρωταρχικές δυνάμεις, που τις οδηγούν αδιευκρίνιστα και θολά ένστικτα. Που οι κινήσεις τους δεν γίνονται ενόψει ενός συνειδητού στόχου, αλλά μέσα από ένα φαινόμενο τροπισμού το οποίο καθορίζεται από πρωταρχικά πάθη και ανάγκες: την πείνα, το κρύο, τον τυφλό, αποτρελαμένο φόβο του Ακατανόητου.
Πάνω από όλα, το τελευταίο αυτό θέμα (ο αποτρελαμένος φόβος, ο τρόμος που νιώθει το πλάσμα που είναι γυμνό σαν το σκουλήκι και που νιώθει πως θα το πάρει μια καταιγίδα της οποίας τους νόμους και την ακριβή κατεύθυνση δεν γνωρίζει) κυριαρχεί σήμερα στην ιταλική κοινωνία και μπορεί να μας δώσει μια αρκετά ικανοποιητική εξήγηση των σύγχρονων γεγονότων.
Αν δεν αναδυθεί μια ισχυρή ταξική πολιτική δύναμη από τούτο το χάος στο κοντινό μέλλον (και για μας αυτή η δύναμη μπορεί να είναι μόνο το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα), αν αυτή η δύναμη δεν πετύχει να πείσει την πλειοψηφία του πληθυσμού ότι υπάρχει μια δομή που είναι εμμενής στην υφιστάμενη σύγχυση και ότι αυτή η ίδια η σύγχυση έχει κάποιο σκοπό, αφού είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς την κατάρρευση ενός αρχαίου πολιτισμού και την έλευση ενός νέου χωρίς Αποκαλυπτική αναταραχή και τρομερή ρήξη· κι αν αυτή η δύναμη δεν πετύχει να κάνει την εργατική τάξη να εμφανιστεί στην συνείδηση των μαζών και στην πολιτική πραγματικότητα των κυβερνητικών θεσμών ως ηγεμονική και κυρίαρχη τάξη, τότε η χώρα μας δεν θα μπορέσει να ξεπεράσει την τωρινή κρίση, και για διακόσια τουλάχιστο ακόμα χρόνια δεν θα είναι πια ούτε έθνος ούτε κράτος, αλλά το κέντρο ενός κυκλώνα που θα σύρει ολάκερο τον ευρωπαϊκό πολιτισμό στις δίνες του.
Το συναίσθημα του αποτρελαμένου φόβου είναι αντιπροσωπευτικό των μικροαστών και των διανοουμένων, όπως το συναίσθημα της εθνικιστικής ματαιοδοξίας και φιλοδοξίας είναι αντιπροσωπευτικό των ίδιων αυτών στρωμάτων του πληθυσμού. Οι μικροαστοί και οι διανοούμενοι, μέσα απ’ τη θέση που έχουν στην κοινωνία και μέσα απ’ τον τρόπο ζωής τους, οδηγούνται φυσικά να απαρνηθούν την ταξική πάλη κι έτσι καταδικάζονται να μην καταλαβαίνουν τίποτα, ούτε από την εξέλιξη της παγκόσμιας ιστορίας, ούτε από την εθνική ιστορία, η οποία αποτελεί μέρος του παγκόσμιου συστήματος και ανταποκρίνεται στις πιέσεις των διεθνών γεγονότων.
Οι μικροαστοί και οι διανοούμενοι, με την τυφλή ματαιοδοξία τους και την ανεξέλεγκτη εθνικιστική τους φιλοδοξία, κυριάρχησαν στον ιταλικό πόλεμο. Εξάπλωσαν την αφηρημένη, πομπώδη ιδεολογία του, και μετά παρασύρθηκαν ή συντρίφτηκαν. Γιατί ο ιταλικός πόλεμος ήταν στην πραγματικότητα μονάχα μια δευτερεύουσα όψη του παγκόσμιου πολέμου, ένα περιθωριακό επεισόδιο σε μια γιγάντια πάλη για το μοίρασμα του κόσμου ανάμεσα σε ηγεμονικές δυνάμεις που χρησιμοποίησαν την Ιταλία ως απλό πιόνι στο τρομερό τους παιχνίδι. Ηττημένη και συντετριμμένη στον διεθνή στίβο, η μικροαστική τάξη θεωρήθηκε πως είχε επίσης ηττηθεί στο εθνικό επίπεδο απ’ την ξαφνική έκρηξη του προλεταριάτου, αμέσως μετά την Ανακωχή [4 Νοέμβρη 1918] και ως τις 16 Νοέμβρη [του 1919].
Η ταξική πάλη, που είχε κατασταλεί κατά τη διάρκεια του πολέμου, κυριάρχησε και πάλι στην εθνική ζωή και έμοιαζε έτοιμη να παρασύρει στο διάβα της όλους όσους προσπάθησαν να την αρνηθούν. Αλλά η ταξική πάλη, το προλεταριάτο, δεν είχε καταφέρει στη διάρκεια του πολέμου –καταπιεσμένο και κατεσταλμένο καθώς ήταν– να αναπτύξει μια συνείδηση του εαυτού του και της ιστορικής του αποστολής. Δεν είχε καταφέρει να αποβάλλει απ’ τις τάξεις του τα μικροαστικά και διανοουμενίστικα βαρίδια. Γιατί όπως και ο καπιταλισμός, έτσι και το προλεταριάτο έχει τους μικροαστούς του. Και η ιδεολογία των μικροαστών που προσκολλώνται στην εργατική τάξη δε διαφέρει στη μορφή της από την ιδεολογία των μικροαστών που προσκολλώνται στον καπιταλισμό. Βρίσκει κανείς το ίδιο στοιχείο της απέραντης ματαιοδοξίας (Το προλεταριάτο είναι η πιο ισχυρή δύναμη! Το προλεταριάτο είναι ανίκητο! Τίποτε δεν μπορεί να σταματήσει την πορεία του μπροστά!) και το ίδιο στοιχείο διεθνούς φιλοδοξίας, χωρίς καμία ακριβή κατανόηση των ιστορικών δυνάμεων που δεσπόζουν στη ζωή του κόσμου· χωρίς την ικανότητα να βρει κανείς το δικό του χώρο και τη δική του λειτουργία στο παγκόσμιο σύστημα.
Βλέπουμε σήμερα πως το μοναδικό αποτέλεσμα της προλεταριακής ταξικής πάλης μετά την Ανακωχή ήταν η ανάδειξη στην κορυφή της εθνικής πολιτικής μιας ματαιόδοξης και μικροπρεπούς μικροαστικής τάξης. Βλέπουμε σήμερα ότι ο «μαξιμαλισμός»** δεν διαφέρει σε μορφή απ’ τη μικροαστική ιδεολογία του πολέμου. Επικαλούνται το όνομα του Λένιν αντί για αυτό του Γουίλσον, την Τρίτη Διεθνή αντί για την Κοινωνία των Εθνών. Αλλά μονάχο του το όνομα είναι μόνο ένα όνομα, και όχι το σύμβολο μιας ενεργητικής κατάστασης της συνείδησης. Η Τρίτη Διεθνής, όπως και η Κοινωνία των Εθνών, είναι μονάχα ένας χοντροκομμένος μύθος, κι όχι η οργάνωση πραγματικών βουλήσεων και δράσεων που μπορούν να μετασχηματίσουν τις παγκόσμιες ισορροπίες.
Το προλεταριάτο κατάφερε μονάχα να γεννήσει μια νέα μικροαστική τάξη, ανίκανη και χωρίς καμία αίσθηση ιστορικού σκοπού. Η ταξική πάλη, που θα έπρεπε να τείνει προς την διαλεκτική της ολοκλήρωση με τη δημιουργία ενός εργατικού κράτους, διαλύθηκε σε ένα πλήθος καταστροφικές δράσεις και [λείπει η λέξη] πράξεις. Οι μικροαστοί, που έμοιαζαν να έχουν καταστραφεί, ξαναβρήκαν δυνάμεις και αναδιοργανώθηκαν. Βλέποντας πως η ταξική πάλη δεν μπόρεσε να αναπτυχθεί και να φτάσει την ολοκλήρωση, οι μικροαστοί ξανααρνούνται πως υπάρχει καν. Ξαναπείθονται ότι το μόνο που υπάρχει είναι απλώς παραβατικότητα, βαρβαρότητα, αιματοβαμμένη απληστία.
Η αντίδραση, ως εξαπλωμένη ψυχολογία, είναι παράγωγο αυτής της ανικανότητας κατανόησης: τα στοιχεία αυτής της ψυχολογίας είναι ο αποτρελαμένος φόβος και η πιο βαθιά νοητική μιζέρια — αναπόφευκτες συνέπειες της φιλοδοξίας και της ματαιοδοξίας που χαρακτήρισε τα ίδια στρώματα του πληθυσμού πριν την οικονομική κρίση, και της αποτυχίας του εθνικιστικού προγράμματος. Αλλά οι δυνάμεις που εξαπολύονται από την αποτυχία του μικροαστικού εθνικισμού και από την απελπισία που εισβάλλει σε μυαλά τα οποία είναι ανίκανα να κατανοήσουν τους νόμους που διέπουν κι αυτή την κρίση, πεπεισμένα ότι η χώρα είναι θύμα δαιμονικών πνευμάτων που είναι ανέφικτο να κατανοηθούν ή να ελεγχθούν — αυτές οι δυνάμεις δεν μπορεί παρά να δημιουργήσουν ένα πολιτικό κίνημα.
Δεν μπορεί παρά να οδηγήσουν σε ένα πολιτικό συμπέρασμα. Από τη στιγμή που εξαπλωθεί η πεποίθηση ότι είναι απαραίτητη η Αντίδραση στα στρώματα των εργοδοτών και των μικροαστών, στηρίζονται οι ομάδες και τα γενικά προγάμματα που στήριζαν πάντα την Αντίδραση: η στρατιωτική ιεραρχία, ο φασισμός, ο εθνικισμός. Το ζήτημα της Αδριατικής ξαναπαίρνει την όψη του εθνικού ζητήματος. Ο πόλεμος ενάντια στη Γιουγκοσλαβία ξαναγίνεται εθνική αποστολή. Η Αντίδραση ξανασημαίνει πόλεμο, και όχι περιορισμένο πόλεμο, αλλά πόλεμο μεγάλης κλίμακας, εφόσον τα μεγάλα καπιταλιστικά κράτη αντιτίθενται στις φιλοδοξίες των ιταλών εθνικιστών. Δεν ακούτε την ηχώ στην οποία παραπέμπει το σύνθημα: «Το προλεταριακό έθνος πρέπει να παλέψει με τα καπιταλιστικά! Αυτός που έχει ατσάλι έχει και ψωμί!»;*** Δεν έχετε την εντύπωση ότι μπορείτε να ακούσετε εκ νέου αυτούς τους πολιτικούς αφορισμούς στη γαλλική παρακμή και την επεκτατική νεολαία της Ιταλίας;
Η Ιταλία είναι πράγματι θύμα δαιμονικών πνευμάτων, που δεν μπορούν να ελεγχθούν ή να κατανοηθούν. Η μοναδική αρχή που μπορεί να επαναφέρει την τάξη βρίσκεται στην εργατική τάξη, στην προλεταριακή βούληση να εγγραφεί η Ιταλία απτά και ενεργά στην παγκόσμια ιστορική διαδικασία. Αυτή η αρχή επαναφοράς της τάξης μπορεί να εκφραστεί πολιτικά μόνο σε ένα αυστηρά οργανωμένο Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο θέτει στον εαυτό του έναν ξεκάθαρο, σταράτο στόχο. Το πρόβλημα σήμερα, το βασικό ιστορικό πρόβλημα της ιταλικής ζωής, είναι η οργάνωση του Κομμουνιστικού Κόμματος, ώστε να δοθεί στις ζωντανές δυνάμεις που υπάρχουν στη χώρα μας –και που μπορεί ακόμη να τη σώσουν απ’ την καταστροφή– συνείδηση, καθώς και ένα ξεκάθαρο και αυτόνομο κίνημα.
Εφημερίδα Avanti!, 19 Οκτώβρη 1920
Μετάφραση: Lenin Reloaded
Σημειώσεις
* Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας ιδρύθηκε στις 21 Γενάρη του 1921 στο Λιβόρνο, μετά την απόσχιση πολλών στελεχών από το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Ο Γκράμσι έγινε ηγετικό στέλεχος του ΚΚΙ. Φυλακίστηκε από τη φασιστική κυβέρνηση στις 9 Νοέμβρη 1926. Πέθανε το 1937 από εγκεφαλική αιμορραγία.
** Κεντριστική τάση στο Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Ο Μουσολίνι χρημάτισε ηγέτης της τάσης μέχρι την αποπομπή του απ’ το κόμμα. Ηγέτες της στην εποχή που γράφει ο Γκράμσι ήταν οι Λατζάρι και Σεράτι.
*** Η φράση «προλεταριακό έθνος» χρησιμοποιήθηκε από τους εθνικιστές για τη νομιμοποίηση του πολέμου στη Λιβύη. Η φράση «Αυτός που έχει ατσάλι έχει και ψωμί» είναι του Μπλανκί, και χρησιμοποιήθηκε ως σύνθημα από το κίνημα Popolo d’ Italia του Μουσολίνι
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου