Προχωρουν στο ξηλωμα του δικαιωματος στην απεργια
...και στη νέα καρατόμηση των προνοιακών επιδομάτων
Στο ξήλωμα του απεργιακού δικαιώματος προχωρά ακάθεκτη η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ,υλοποιώντας, στο πλαίσιο της 3ης «αξιολόγησης», μία από τις βασικές αξιώσεις του κεφαλαίου, όπως είχε δεσμευτεί ήδη από τη 2η «αξιολόγηση» και τον σχετικό νόμο που ψήφισε τον περασμένο Μάη.
Παράλληλα, ο νέος γύρος της αντιλαϊκής επίθεσης περιλαμβάνει την παραπέρα καρατόμηση των προνοιακών και οικογενειακών επιδομάτων, όπως και την «αναμόρφωση» των αναπηρικών παροχών.
Νέα εμπόδια στην κήρυξη απεργιών εκεί όπου οργιάζει η εργοδοτική τρομοκρατία
Στην κατεύθυνση αυτή, όπως «διαρρέεται» από πηγές του υπουργείου Εργασίας, η κυβέρνηση στις συζητήσεις που έγιναν την περασμένη βδομάδα με το κουαρτέτο, συμφώνησε ήδη να νομοθετήσει την αύξηση της απαιτούμενης απαρτίας για τη λήψη απόφασης για απεργία από πρωτοβάθμια επιχειρησιακά σωματεία. Σύμφωνα με τις «διαρροές», η απαιτούμενη απαρτία πηγαίνει από το 1/3 των τακτοποιημένων οικονομικά μελών του σωματείου που ισχύει μέχρι σήμερα, στο 1/2. Στην πραγματικότητα, βέβαια, η αύξηση αυτή είναι πολύ μεγαλύτερη, αφού σύμφωνα με τον συνδικαλιστικό νόμο 1264/1982, το 1/3 σήμερα αφορά μόνο στην πρώτη Γενική Συνέλευση του σωματείου, καθώς η απαρτία στην τρίτη Γενική Συνέλευση μπορεί να επιτευχθεί και με το 1/5 των οικονομικά τακτοποιημένων μελών.
Η νομοθέτηση μιας τέτοιας διάταξης δεν είναι καθόλου «αθώα», όπως προσπαθεί να την παρουσιάσει η κυβέρνηση: Μιλάμε για τα πρωτοβάθμια σωματεία στις επιχειρήσεις, εκεί δηλαδή όπου απογειώνονται η εργοδοτική τρομοκρατία, οι εκβιασμοί και οι απαγορεύσεις της συνδικαλιστικής οργάνωσης και δράσης. Σε αυτό το πλαίσιο, η κατακόρυφη αύξηση του αριθμού των μελών για την επίτευξη απαρτίας ορθώνει νέα εμπόδια στο απεργιακό δικαίωμα.
Μάλιστα, η κυβέρνηση προχωρά σε μια τέτοια σημαντική ανατροπή υπέρ του κεφαλαίου, όταν ήδη 9 στις 10 απεργίες που αποφασίζονται από τα συνδικάτα, κηρύσσονται από τα αστικά δικαστήρια παράνομες ή/και καταχρηστικές. Πολλές φορές, μάλιστα, οι απεργίες σε επιχειρήσεις γίνονται με την «ευγενική παρουσία» αστυνομικών δυνάμεων και το κυνήγι αγωνιστών συνδικαλιστών από εργοδοσία και αστικό κράτος καλά κρατεί...
Το υπουργείο Εργασίας, σε μια προσπάθεια να υποβαθμίσει το μέγεθος της νέας ανατροπής που προωθεί, ισχυρίζεται ότι δεν αλλάζουν οι άλλες προϋποθέσεις και όροι για την προκήρυξη απεργίας, όπως ο χρόνος προειδοποίησης, το καθεστώς για τις δευτεροβάθμιες οργανώσεις, ούτε οι λόγοι απόλυσης συνδικαλιστών.
Βέβαια, δεν είναι η πρώτη φορά που η κυβέρνηση, στην πρώτη φάση «ζύμωσης» ενός αντεργατικού μέτρου, επιχειρεί να παρουσιάσει μια πιο «μαλακή εκδοχή», ενώ στη Βουλή οι διατάξεις αποκτούν ακόμα πιο αντιδραστικό χαρακτήρα.
Επιπλέον, δεν πρέπει κανείς να ξεχνά ότι τα περισσότερα αντεργατικά μέτρα που προωθήθηκαν, για τα Εργασιακά, το Ασφαλιστικό κ.ο.κ., πέρασαν με την τακτική του «σαλαμιού», δηλαδή τμηματικά και σε αλλεπάλληλα νομοθετήματα. Η ουσία είναι ότι η ανοιχτή επίθεση στο απεργιακό δικαίωμα μόλις αρχίζει και δεν θα τελειώσει με το συγκεκριμένο μέτρο.
Το κεφάλαιο παραγγέλνει, η κυβέρνηση υλοποιεί...
Οι αξιώσεις του κεφαλαίου που σπεύδει να ικανοποιήσει η κυβέρνηση είναι σαφής: Σε συνέδριο που διοργάνωσε ο ΣΕΒ μόλις την περασμένη βδομάδα βάλλει κατά του συνδικαλιστικού νόμου 1264/82 και απαιτεί νέα μέτρα. Ειδικότερα, χαρακτηρίζει «χαμηλά τα ποσοστά συμμετοχής εργαζομένων στις αποφάσεις για την κήρυξη απεργιακών κινητοποιήσεων» και κάνει λόγο για «περιπτώσεις κατάχρησης της πρακτικής να εξουσιοδοτείται το ΔΣ από την ΓΣ για κήρυξη απεργίας», όπως και για «συχνές περιπτώσεις παράνομης παρεμπόδισης εισόδου». Οι βιομήχανοι, δηλαδή, επεκτείνουν τις αντεργατικές αξιώσεις τους και στη λήψη αποφάσεων από διοικήσεις σωματείων μετά από εξουσιοδοτήσεις Γενικών Συνελεύσεων, ενώ ευθέως αμφισβητούν το δικαίωμα των εργαζομένων να περιφρουρούν την απεργία τους.
Επιπλέον, ο ΣΕΒ κάνει λόγο για «υπερβολικό εύρος προστασίας συνδικαλιστών (αριθμός προστατευόμενων, διάρκεια)». Το κεφάλαιο αξιώνει να έχει εντελώς λυμένα τα χέρια του να απολύει όποιους συνδικαλιστές παλεύουν για τα εργατικά συμφέροντα και δεν συμμορφώνονται με τις υποδείξεις τους...
Σε αυτήν την κατεύθυνση, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, ήδη από τον προηγούμενο Μάη, νομοθέτησε δύο σχετικές διατάξεις ενάντια στη συνδικαλιστική δράση και το απεργιακό δικαίωμα.
Συγκεκριμένα, ψήφισε διάταξη με την οποία ενισχύονται παραπέρα τα όπλα της εργοδοσίας απέναντι στις απεργίες, με έμμεση νομιμοποίησή της να εφαρμόζει την ανταπεργία («λοκ άουτ»). Η κυβέρνηση νομοθέτησε να μπορεί ο εργοδότης με τις ίδιες «fast track» διαδικασίες που κρίνουν παράνομες και καταχρηστικές τις περισσότερες απεργίες, να επικαλείται το άρθρο 656 του Αστικού Κώδικα και να προχωρά εφόσον το επιθυμεί στην επιβολή «λοκ άουτ» σε περίπτωση κήρυξης απεργίας.
Με άλλη διάταξη διευρύνθηκαν οι λόγοι που μια επιχείρηση μπορεί να απολύσει συνδικαλιστές, προσθέτοντας μεταξύ άλλων την «αδικαιολόγητη απουσία» του συνδικαλιστή πάνω από... 3 μέρες (!), καθιστώντας σχετικά εύκολο να στηθεί μια τέτοια κατηγορία από την εργοδοσία, ειδικά σε περιόδους αγωνιστικών κινητοποιήσεων.
Νέο "τσεκούρι" σε προνοιακά επιδόματα και αναπηρικές παροχές
Παράλληλα, στο αντιλαϊκό τραπέζι της 3ης «αξιολόγησης» βρίσκεται και το ζήτημα των νέων περικοπών σε προνοιακά και αναπηρικά επιδόματα.
Η κυβέρνηση, δείχνοντας την απόφασή της να προχωρήσει και εδώ στις ανατροπές που έχει δεσμευτεί, διαρρέει πως οι συζητήσεις έγιναν σε «θετικό κλίμα», προδιαγράφοντας τις νέες επώδυνες εξελίξεις.
Σε κάθε περίπτωση, με εργαλείο τα ψίχουλα του «Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης» (ΚΕΑ), «σβήνει» από το χάρτη της Πρόνοιας μια σειρά από επιδόματα, όπως έκανε π.χ. με την κατάργηση του επιδόματος ανεργίας στους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας, με τη μείωση του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης από τα 210 στα 58 εκατ. ευρώ, με το πετσόκομμα μέχρι την πλήρη κατάργηση του ΕΚΑΣ για τους χαμηλοσυνταξιούχους.
Τώρα, στο στόχαστρο μπαίνουν τα εκπαιδευτικά και τα οικογενειακά επιδόματα.
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να προχωρήσει σε «αναμόρφωση» των παροχών αναπηρίας.Υπενθυμίζεται ότι πρότυπο στις νέες ανατροπές αποτελεί σχετική έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας,βασική κατεύθυνση της οποίας είναι η εκτίμηση ότι στην Ελλάδα «η προσέγγιση που εφαρμόζεται για την αξιολόγηση της αναπηρίας και τον προσδιορισμό των παροχών βασίζεται στα ιατρικά δεδομένα. Αντί για μια πιστοποίηση αναπηρίας που στοχεύει στον καθορισμό των ικανοτήτων του ατόμου, των εμποδίων που αντιμετωπίζει και του τύπου της υποστήριξης που χρειάζεται, στην Ελλάδα η χορήγηση επιδομάτων, υπηρεσιών και προστασίας βασίζεται ολοκληρωτικά σε ιατρικά κριτήρια και καθορίζεται από ιατρικές επιτροπές»!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου