Σταθμοί μιας πορείας ολοένα και πιο αντιλαϊκής
25 Μάρτη 1957: Η υπογραφή της Συνθήκης της Ρώμης - από Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία και Λουξεμβούργο - βάζει το θεμέλιο λίθο της ΕΟΚ / ΕΕ. Η δημιουργία μιας ένωσης καπιταλιστικών κρατών της Δυτικής Ευρώπης μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου έρχεται να απαντήσει στην ανάγκη για τη θωράκιση της κερδοφορίας και της εξουσίας του ευρωενωσιακού κεφαλαίου, την ενίσχυση της θέσης των μονοπωλίων των κρατών αυτών στον διεθνή ανταγωνισμό, αλλά κυρίως για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του εργατικού κινήματος και της Σοβιετικής Ενωσης, των άλλων σοσιαλιστικών κρατών στην Ευρώπη, που ορθώνονταν ως το αντίπαλο δέος, με την αίγλη τους ενισχυμένη στα μάτια των λαών λόγω και της συμβολής στο τσάκισμα του φασισμού.
Εξήντα χρόνια μετά, όλα όσα έχουν μεσολαβήσει και όσα σήμερα διαδραματίζονται, έχουν αποκαλύψει τον πραγματικό χαρακτήρα της ιμπεριαλιστικής ένωσης ως ένωσης του κεφαλαίου, έχουν καταρρίψει το μύθο ότι η ένωση του κεφαλαίου τάχα μπορεί να αλλάξει προς το συμφέρον των λαών. Το μικρό - ενδεικτικό - χρονολόγιο που ακολουθεί καταγράφει ορισμένες χαρακτηριστικές στιγμές στην πορεία αυτή.
Ιούνης 1961: Υπογράφεται η Συμφωνία Σύνδεσης Ελλάδας - ΕΟΚ. Το Γενάρη του 1962 υπερψηφίζεται ομόφωνα στη Βουλή από όλα τα αστικά κόμματα η κύρωση της Συμφωνίας, που αποτέλεσε καθοριστικής σημασίας γεγονός για τα συμφέροντα της αστικής τάξης και την παραπέρα ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ελλάδα. Μόνο η ΕΔΑ καταψήφισε, χαρακτηρίζοντας τη νεοσύστατη ένωση του κεφαλαίου «λάκκο των λεόντων» για το λαό. Η Ελλάδα εντάσσεται τελικά στην ΕΟΚ το 1981.
2 Δεκέμβρη 1985: Η Σύνοδος Κορυφής στο Λουξεμβούργο κατέληξε στο σχέδιο της «Ενιαίας Πράξης», δηλαδή στη δημιουργία μιας «ενιαίας αγοράς» με την καθιέρωση των περιβόητων «τεσσάρων ελευθεριών» (στην κίνηση κεφαλαίων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών και εργατικού δυναμικού) που εξασφαλίζουν στο κεφάλαιο το πλαίσιο για την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Αρχισε να εφαρμόζεται το 1992.
Δεκέμβρης 1991: Οι υπουργοί Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ) συνυπογράφουν τη Συνθήκη του Μάαστριχτ για τη μετεξέλιξη της ΕΟΚ σε Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ). Με το άρθρο 73β της Συνθήκης «απαγορεύεται οποιοσδήποτε περιορισμός των κινήσεων κεφαλαίων» και με το άρθρο 102α υιοθετείται η «αρχή της οικονομίας της ανοιχτής αγοράς με ελεύθερο ανταγωνισμό».
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ, σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από μεγάλες αλλαγές στην καπιταλιστική οικονομία παγκόσμια και τις αντεπαναστατικές ανατροπές στο σοσιαλιστικό σύστημα, σηματοδοτεί την άγρια αντεργατική επίθεση στην εργατική τάξη όλης της Ευρώπης έως τις μέρες μας, ως όρο ώστε τα μονοπώλια της ΕΕ να απογειώσουν την κερδοφορία τους και να επιβληθούν ως ένας ισχυρός πόλος στον διεθνή ανταγωνισμό, με ιδιαίτερη επιδίωξη τις «νέες αγορές» στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες.
Βασικά της στοιχεία αποτέλεσαν επίσης η διαμόρφωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης, όπως επίσης και το «Πρόγραμμα Σύγκλισης» για τις καπιταλιστικές οικονομίες. Αξίζει, υπό το φως και των σημερινών εξελίξεων, να θυμίσουμε την τότε εκτίμηση του ΚΚΕ ότι «Οι διαφορές που υπάρχουν είναι τέτοιες που είναι αδύνατο να υπάρξει σύγκλιση, υπό την κυριαρχία των μονοπωλίων, υπολογίζοντας και τη δράση του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού».
Το ΚΚΕ είχε ζητήσει δημοψήφισμα, αποκαλύπτοντας στο λαό το περιεχόμενο της αντιδραστικής Συνθήκης - ο «Ριζοσπάστης» τη μετέφρασε και τη δημοσίευσε ολόκληρη - και οι βουλευτές του ήταν οι μόνοι που καταψήφισαν τον Ιούλη του 1992 τη Συνθήκη που υιοθετήθηκε με τις ψήφους των βουλευτών της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ, της Πολιτικής Ανοιξης και του Συνασπισμού.
2/10/1997: Με τη Συνθήκη του Αμστερνταμ εισάγεται το «Σύμφωνο Σταθερότητας» της ευρωπαϊκής οικονομίας, ενσωματώνεται η Συμφωνία Σένγκεν στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καθιερώνεται η έννοια της «ενισχυμένης συνεργασίας» και εισάγεται ειδική πλειοψηφία για τη λήψη αποφάσεων, ενώ καταργείται το βέτο για σειρά θεμάτων.
Στο Σύμφωνο Σταθερότητας - το «οικονομικό Σύνταγμα» της ΕΕ - ορίζονται οι δείκτες τους οποίους πρέπει να τηρούν τα κράτη - μέλη της «Ζώνης του Ευρώ», με βάση τους οποίους αξιολογούνται οι επιδόσεις και θεσμοθετούνται ποινές για τυχόν παρεκκλίσεις. Διακηρυγμένος στόχος η εξασφάλιση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και μετά την εισαγωγή του ενιαίου νομίσματος. Από τότε μέχρι σήμερα, σε διαφορετικές οικονομικές συνθήκες, το «Σύμφωνο Σταθερότητας» εμπλουτίζεται με αντιλαϊκές πολιτικές μέχρι το πρόσφατο «Δημοσιονομικό Σύμφωνο Σταθερότητας».
Με την ενσωμάτωση της Συμφωνίας Σένγκεν η ΕΕ κάνει ένα ακόμη βήμα για την ολοκλήρωση του μηχανισμού παρακολούθησης και καταστολής, τη διασύνδεση και συνεργασία των κατασταλτικών μηχανισμών για τη θωράκιση της καπιταλιστικής εξουσίας. Κάνει επίσης επίσημη πολιτική τον αντικομμουνισμό, εξισώνοντας το φασισμό με τον κομμουνισμό.
1η Γενάρη 1999: Ξεκινά και τυπικά η Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ), από την οποία απορρέουν όλες οι πολιτικές για τη «μείωση του εργατικού κόστους», την άγρια δηλαδή επίθεση των μονοπωλίων και των κυβερνήσεων κατά των εργατικών δικαιωμάτων. Λιτότητα χωρίς ημερομηνία λήξης, κατεδάφιση των συστημάτων Κοινωνικής Ασφάλισης, κατάργηση του σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου, προκειμένου να αυξάνεται ο βαθμός εκμετάλλευσης των εργατών και τα κέρδη του κεφαλαίου.
Το κοινό νόμισμα, το ευρώ, καθιερώθηκε για να ενισχυθεί η ελεύθερη κίνηση των κεφαλαίων και εμπορευμάτων στο εσωτερικό της Ευρώπης, να εξαφανιστούν οι συναλλαγματικοί κίνδυνοι από τη διακύμανση των ισοτιμιών, αλλά και ως ισχυρό εργαλείο στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία, ιδιαίτερα απέναντι στο δολάριο. Η Ελλάδα μπήκε στην ΟΝΕ το 2001.
Ανοιξη 1999: Η ΕΕ πρωτοστατεί στο αιματοκύλισμα του γιουγκοσλαβικού λαού, με τα ΝΑΤΟικά βομβαρδιστικά να απογειώνονται από αεροδρόμια της Ιταλίας και ΝΑΤΟικές δυνάμεις να διέρχονται από εδάφη της Ελλάδας, παρά και ενάντια στην ομόθυμη εναντίωση του λαού στην ιμπεριαλιστική επέμβαση. Ηταν ομόφωνη η απόφαση των «15» τότε της ΕΕ για εμπάργκο στη Γιουγκοσλαβία.
Μάρτης 2000: Υπογράφεται η Συνθήκη της Λισαβόνας. Με επίκεντρο την εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας του ευρωενωσιακού κεφαλαίου, εισάγεται σειρά αναδιαρθρώσεων, όπως η κατάργηση του σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου και οι ελαστικές μορφές εργασίας, η παράδοση των συστημάτων Κοινωνικής Ασφάλισης στο κεφάλαιο, η εμπορευματοποίηση των τομέων Υγείας, Παιδείας, Πρόνοιας, η ιδιωτικοποίηση επιχειρήσεων κρατικής ιδιοκτησίας, ιδιαίτερα αυτών που έχουν στρατηγική σημασία, όπως π.χ. στις τηλεπικοινωνίες, στην Ενέργεια κ.λπ.
Συνέχεια αυτής της στρατηγικής είναι η στρατηγική «Ευρώπη 2020» για την απασχόληση και την ανάπτυξη, που χαράζει τις επόμενες αντεργατικές ανατροπές με στόχο τη επαναφορά της καπιταλιστικής οικονομίας της ευρωένωσης σε τροχιά κερδοφορίας.
2005: Η καθιέρωση του κοινού νομίσματος, του ευρώ, σε συνδυασμό με τη «διεύρυνση» του 2004 (ένταξη των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, της Κύπρου και της Μάλτας) οδήγησαν στην απόπειρα για το επόμενο βήμα, την «πολιτική ενοποίηση». Στοιχείο αυτής της προσπάθειας η δημιουργία του λεγόμενου Ευρωσυντάγματος, που επιχειρούσε να θέσει τις βάσεις για τη δημιουργία κοινών πολιτικών θεσμών, με τελικό σκοπό τη δημιουργία μιας ομοσπονδιακής Ευρωπαϊκής Ενωσης, σύμφωνα με τα τότε γαλλογερμανικά σχέδια.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου