Διακήρυξη των "27" της ΕΕ - Πολλές ταχύτητες στον ίδιο αντιλαϊκό δρόμο

Το μέλλον της ΕΕ δεν θα καθοριστεί
μόνο από το σχέδιο για την επόμενη
μέρα της Διακήρυξης των «27»,
γιατί τόσο οι ενδοϊμπεριαλιστικές
αντιθέσεις όσο και η πορεία της
ταξικής πάλης σε κάθε χώρα
έχουν τη δική τους δυναμική

Κανονικά το κλίμα στην Κομισιόν θα έπρεπε να είναι εορταστικό, αφού συμπληρώνονται 60 χρόνια από την ιδρυτική Συνθήκη της Ρώμης. Ομως, όλα όσα προηγήθηκαν, καθώς και το ίδιο το πνεύμα του σχεδίου της Διακήρυξης των 27 κρατών - μελών της ΕΕ, αναδεικνύουν και ομολογούν την αγωνία για το αβέβαιο μέλλον της Ευρωζώνης και της ΕΕ.
Πριν από κάποιους μήνες, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ανέφερε ότι «ποτέ δεν διαπίστωσε τόσο λίγα κοινά μεταξύ των κρατών - μελών της ΕΕ», για να παρουσιάσει στη συνέχεια μια Λευκή Βίβλο με 5 εναλλακτικά σενάρια, που αφήνουν πολλά ενδεχόμενα ανοιχτά για το μέλλον της ΕΕ. Ωστόσο, το σενάριο που προκρίνει ο Γιούνκερ όπως και οι ηγέτες της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας, αφορά στην επίσημη καθιέρωση μιας «ΕΕ πολλών ταχυτήτων» που θα επιτρέπει σε ομάδες χωρών να συνάπτουν προνομιακές συμφωνίες και στενότερους δεσμούς.
Καθόλου τυχαία, το σχέδιο Διακήρυξης αναφέρεται σε «διαφορετικούς βηματισμούς κρατών όποτε είναι απαραίτητο», με τη διευκρίνιση ότι «αφήνουμε την πόρτα ανοιχτή σε όποιον θέλει αργότερα να μπει». Για να ενισχύσει αυτή την κατεύθυνση, η καγκελάριος Μέρκελ τόνισε πρόσφατα ότι πρέπει να συνειδητοποιηθεί πως «ορισμένες χώρες προχωρούν ήδη πιο γρήγορα από τις άλλες».
Το νέο σχέδιο Διακήρυξης της Ρώμης προβάλλει πλέον ως βασικό επιχείρημα τις αρνητικές συνέπειες για τις αστικές τάξεις των κρατών - μελών από μια πιθανή διάλυση της ΕΕ, αναφέροντας ότι «ως ξεχωριστές μονάδες θα περιθωριοποιηθούν από τις παγκόσμιες δυναμικές». Στην ουσία υπενθυμίζει και επικαλείται τα κοινά συμφέροντα των αστικών τάξεων που έδωσαν ώθηση για δεκαετίες στη διεύρυνση της ΕΕ ως ιμπεριαλιστικής συμμαχίας, δηλαδή τη δυνατότητα να μεγεθύνουν τους μονοπωλιακούς ομίλους τους, να θωρακίσουν την ανταγωνιστικότητά τους στον οξυμένο διεθνή ανταγωνισμό, να αντιμετωπίσουν και να εξουδετερώσουν το επαναστατικό εργατικό κίνημα.
Τέλος, η έμφαση που δίνεται στα ζητήματα στρατιωτικής συνεργασίας, ασφάλειας και αναβάθμισης του ρόλου της ΕΕ στη διεθνή σκηνή, αποτελεί προσκλητήριο συσπείρωσης για τη συμμετοχή της ΕΕ στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς για τον έλεγχο και το ξαναμοίρασμα των αγορών και των εδαφών με οικονομική σημασία.
Στην πραγματικότητα, τα κοινοτικά επιτελεία επιχειρούν να διαχειριστούν και να προσαρμοστούν σε μία πραγματικότητα που οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις όχι μόνο στην ΕΕ αλλά γενικότερα στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα. Η Διακήρυξη των «27» προσπαθεί να διαμορφώσει ένα πλαίσιο αστικής πολιτικής σε μία συγκυρία που η Βρετανία δρομολογεί ήδη τις διεργασίες που οδηγούν στο Brexit, η Πολωνία αρνείται να επικυρώσει τα αποτελέσματα της προηγούμενης Συνόδου Κορυφής των «28» και το «ευρωσκεπτικιστικό» ρεύμα δυναμώνει στη Γαλλία και την Ιταλία. Ομως, το μέλλον της ΕΕ, της Ευρωζώνης δεν θα καθοριστεί μόνο από το σχέδιο για την επόμενη μέρα της Διακήρυξης των «27», γιατί τόσο οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις όσο και η πορεία της ταξικής πάλης σε κάθε χώρα, η πορεία όξυνσης της βασικής αντίθεσης κεφαλαίου - εργασίας έχουν τη δική τους δυναμική. Εξάλλου, «ΕΕ των πολλών ταχυτήτων» σε θεσμικό επίπεδο υπάρχει και σήμερα, αφού ούτε στην Ευρωζώνη ούτε στη ζώνη της Συνθήκης Σέγκεν ανήκουν όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ.
Ούτε και τα σχέδια στενότερης επιλεκτικής συνεργασίας ορισμένων πιο ισχυρών ευρωπαϊκών κρατών είναι καινούρια (π.χ. το σχέδιο Σόιμπλε - Λάμερς της δεκαετίας του '90, οι θέσεις του καγκελάριου Βίλι Μπραντ παλιότερα). Η ίδια η συγκρότηση της Ευρωζώνης προσέφερε ιδιαίτερα πλεονεκτήματα στις αστικές τάξεις των κρατών που συμφώνησαν να ενταχτούν σε αυτήν, όπως πιο ευνοϊκούς όρους δανεισμού και χρηματοδότησης επενδύσεων των μονοπωλιακών ομίλων, αύξηση των εμπορικών συναλλαγών λόγω συναλλαγματικής σταθερότητας, αξιοποίησης ενός διεθνούς αποθεματικού νομίσματος.
Οι αμείλικτοι νόμοι της καπιταλιστικής οικονομίας
Ομως, αποδείχτηκε ότι οι κοινές στοχεύσεις των αστικών τάξεων μιας ιμπεριαλιστικής διακρατικής συμμαχίας όπως η ΕΕ, δεν μπορούν να αναιρέσουν τον ανταγωνισμό και τις αποκλίσεις των συμφερόντων μεταξύ τους, που οξύνονται λόγω της επίδρασης του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης. Ιστορικά αποδείχθηκε, επίσης, ότι η νομισματική συγκόλληση στην Ευρωζώνη κρατών με διαφορετική οικονομική, πολιτική και στρατιωτική ισχύ δεν άμβλυνε, αλλά όξυνε την ανισομετρία μεταξύ τους.
Ιδιαίτερα μετά τη διεθνή, συγχρονισμένη κρίση του 2008-2009, οι ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις οξύνθηκαν λόγω συγκεκριμένων παραγόντων:
α) Της επίδρασης του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης που όξυνε τις αποκλίσεις ισχύος και συμφερόντων ακόμη και μέσα στο σημερινό πυρήνα της Ευρωζώνης. Η αντίθετη πορεία της Γερμανίας και της Ιταλίας αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Σε σχέση με το προ κρίσης επίπεδο στη Γερμανία, αυξήθηκε το ΑΕΠ κατά 9%, ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής βελτιώθηκε κατά 2% και το κρατικό χρέος συγκρατήθηκε στο 65% του ΑΕΠ. Αντίθετα, στην Ιταλία το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 7%, ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής επιδεινώθηκε κατά 22% και το κρατικό χρέος εκτινάχθηκε στο 133% του ΑΕΠ.
β) Του μεγάλου μεγέθους υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου που δεν μπορεί να επενδυθεί με ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους. Η αστική πολιτική σε κάθε κράτος δεν διευκολύνει την εκτεταμένη απαξίωση αυτού του κεφαλαίου, ώστε να δοθεί ώθηση στην καπιταλιστική ανάπτυξη. Κάθε κράτος και κάθε ιμπεριαλιστικό κέντρο προσδοκά την απαξίωση του κεφαλαίου των αντιπάλων του για να δώσει κερδοφόρα διέξοδο στο δικό του υπερσυσσωρευμένο κεφάλαιο. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η διαχείριση του ζητήματος της υπερχρέωσης ορισμένων κρατών - μελών της ΕΕ και οι συνεχείς ανακεφαλαιοποιήσεις προβληματικών τραπεζών, με μεγάλο ύψος «κόκκινων» δανείων που δεν μπορούν να αποπληρωθούν.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή, οι τράπεζες της ΕΕ θα χρειαστούν νέα ανακεφαλαιοποίηση ύψους 159 δισ. ευρώ για να ανακτήσουν την κεφαλαιακή επάρκεια και την αξιοπιστία τους.
γ) Της όξυνσης του ανταγωνισμού μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κέντρων για την αναδιανομή αγορών, καθώς επιβραδύνεται ο ρυθμός ανάπτυξης της διεθνούς καπιταλιστικής οικονομίας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ενισχύεται το ρεύμα του εθνικισμού και του προστατευτισμού τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε κράτη - μέλη της ΕΕ που χάνουν έδαφος στα μερίδιά τους στο Παγκόσμιο Ακαθάριστο Προϊόν. Πρόκειται για αστικές δυνάμεις που θεωρούν ότι περιορίζοντας τη διεθνή κίνηση κεφαλαίου, εργασίας, εμπορευμάτων θα απαντήσουν στην επιδείνωση της θέσης της χώρας τους στο διεθνή ανταγωνισμό και στην προέλαση της Κίνας.
Χαρακτηριστικές είναι οι προτάσεις του νέου Προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, που καλεί τα κράτη της ΕΕ να αυξήσουν τις στρατιωτικές δαπάνες που συνεισφέρουν στο ΝΑΤΟ, η επανεξέταση της συμφωνίας του ΠΟΕ για το ελεύθερο εμπόριο, η εξαγγελία νέων διασυνοριακών υψηλών δασμών και φόρων στις εμπορικές συναλλαγές. Ο οικονομικός ανταγωνισμός ΗΠΑ - ΕΕ και ιδιαίτερα ΗΠΑ - Γερμανίας είχε ήδη οξυνθεί επί προεδρίας Ομπάμα, αν θυμηθούμε τις υποθέσεις σκανδάλων Siemens, Deutsche Bank, και της VW που ανέδειξε το αμερικανικό κράτος, καθώς και τις αμερικανικές πιέσεις στη Γερμανία για αλλαγή δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής. Την ίδια ώρα, η Κομισιόν, μετά από κοινή επιστολή των κυβερνήσεων Γαλλίας, Ιταλίας, Γερμανίας, Ισπανίας, προετοιμάζει οδηγία νέων μέτρων που θα επιτρέπουν το μπλοκάρισμα εξαγορών επιχειρήσεων από κεφάλαια άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων, με κριτήριο αν απειλείται το «στρατηγικό συμφέρον» της ΕΕ.
Κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης
Πάνω σε αυτό το κοινό έδαφος της οικονομικής στασιμότητας και όξυνσης των αντιθέσεων εκφράζεται η διαπάλη κυβερνήσεων, αστικών πολιτικών ρευμάτων και συμμαχιών κρατών της ΕΕ. Η ομάδα του Βίσεγκραντ (Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχία, Σλοβακία) ζητά διατήρηση του σημερινού διακυβερνητικού χαρακτήρα της ΕΕ και ενίσχυση της αυτοτέλειας εθνικών πολιτικών σε θέματα όπως το Προσφυγικό. Οι κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Ιταλίας ζητούν μία σχετική χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής, προκειμένου να ενισχύουν τους εγχώριους μονοπωλιακούς ομίλους τους. Οι ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις (Λεπέν, Γκρίλο, Μπερλουσκόνι κ.λπ.) ανοίγουν ζήτημα εξόδου των χωρών τους από την Ευρωζώνη.
Κανείς όμως δεν αμφισβητεί ουσιαστικά την ανάγκη συνεχών θυσιών της εργατικής τάξης για να ανακάμψει η καπιταλιστική κερδοφορία. Αρκεί να δούμε πώς αυξάνουν τα ποσοστά των νέων που δουλεύουν με μερική απασχόληση και ελαστικές εργασιακές σχέσεις, πώς αυξάνουν τα ποσοστά νέων που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας και πόσο υψηλά είναι τα ποσοστά των ανέργων την τελευταία δεκαετία. Το πρόβλημα για την αστική τάξη είναι ότι η κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης, η αύξηση της έντασης της ταξικής εκμετάλλευσης, η φτηνή εργατική δύναμη δεν αρκούν για να ανακάμψει ουσιαστικά η καπιταλιστική κερδοφορία. Γι' αυτό αυξάνει και ο κίνδυνος περιφερειακών και τοπικών πολεμικών ιμπεριαλιστικών αναμετρήσεων.
Οι δύο όψεις της υποταγής
Μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις, το σύνολο του ελληνικού αστικού πολιτικού συστήματος και του οπορτουνιστικού ρεύματος στο κίνημα μάς καλεί στην πραγματικότητα να επιλέξουμε τον τρόπο σφαγής των δικαιωμάτων μας.
Από τη μία ο ΣΥΡΙΖΑ εξαπατά και υπόσχεται να μετατρέψει τη σημερινή ΕΕ σε «δημοκρατική και κοινωνική Ευρώπη», μαζί με τις δυνάμεις της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και των Πρασίνων. Υιοθετεί ουσιαστικά τις κατευθύνσεις της Διακήρυξης της ΕΕ των «27» και τις προβάλλει ως «Ευρώπη των πολλαπλών επιλογών». Θέτει ως κυβερνητικό στόχο να βρεθεί η Ελλάδα στην πρώτη ταχύτητα της πιο προωθημένης συνεργασίας στην ΕΕ. Ταυτόχρονα, απειλεί να μη συνυπογράψει τη Διακήρυξη αν δεν κλείσει θετικά για το λαό η περιβόητη «αξιολόγηση».
Η αλήθεια είναι ότι ελευθερία επιλογών μέσα στην ΕΕ έχει μόνο το κεφάλαιο. Η ΕΕ δεν είναι ουδέτερο γήπεδο που αναμετρούνται η αστική και η εργατική τάξη της κάθε χώρας. Η ΕΕ ήταν, είναι και θα είναι, όσο υπάρχει ακόμη, μια αντιδραστική ιμπεριαλιστική συμμαχία, που υπηρετεί το κεφάλαιο σε βάρος των εργατών, των λαϊκών στρωμάτων. Οποια ταχύτητα και όποια λωρίδα αν διαλέξει κανείς, δεν θα ξεφύγει ποτέ από το βάλτο της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.
Η αντιλαϊκή πολιτική που ακολουθείται στην Ελλάδα και θα κλιμακωθεί αν κλείσει η «αξιολόγηση», δεν είναι αποκλειστική απαίτηση των δανειστών. Είναι πολιτική στήριξης του κεφαλαίου για να αυξήσει τα κέρδη του.
Γι' αυτό την χειροκροτούν ΣΕΒ, εφοπλιστές και τραπεζίτες. Γι' αυτό εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη - μέλη της Ευρωζώνης, ιδιαίτερα από τους Γάλλους και τους Ιταλούς σοσιαλδημοκράτες φίλους του Τσίπρα. Στα πρόθυρα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού βρίσκονται σήμερα το 18% του πληθυσμού στη Γαλλία και το 28% του πληθυσμού στην Ιταλία. Στη Γαλλία, οι επίδοξοι αναμορφωτές της ΕΕ προώθησαν πρόσφατα την πλήρη ελαστικοποίηση του χρόνου εργασίας, ενώ στην Ιταλία απελευθερώνουν τις απολύσεις.
Ομως αυτά δεν συμβαίνουν μόνο στις χώρες του ευρώ. Στη Βρετανία, που δεν έχει ούτε ευρώ ούτε κουαρτέτο, το 1/5 του πληθυσμού ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας. Στη Δανία ανεβάζουν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης. Αυτό συμβαίνει γιατί η επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα θα συνεχίζεται όσο βασιλεύει ο νόμος του καπιταλιστικού κέρδους, όποιο κι αν είναι το νόμισμα κάθε αστικού κράτους.
Οσοι υπόσχονται και καλούν το κίνημα να παλέψει για μεταβατικές λύσεις με τη σημαία της εξόδου από το ευρώ (ΛΑΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ κ.λπ.) καλλιεργούν την αυταπάτη της δυνατότητας φιλολαϊκής λύσης, ενώ θα παραμένει ουσιαστικά ακλόνητη η εξουσία του κεφαλαίου. Καμία αλλαγή νομίσματος και καμία αλλαγή στη διαχείριση του κρατικού χρέους δεν θα απαλλάξει την εργατική τάξη από νέες θυσίες για να ανακάμψουν και να αυξηθούν τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων.
Ο λαός θα πληρώσει και πάλι την πρώτη περίοδο της αλλαγής νομίσματος λόγω της αύξησης του πληθωρισμού, της υποτίμησης του νομίσματος, της μαύρης αγοράς. Ο λαός θα κληθεί να σφίξει το ζωνάρι για να επιβιώσει η ελληνική καπιταλιστική οικονομία στο διεθνή ανταγωνισμό. Την ίδια ώρα, θα κερδίσουν οι εφοπλιστικοί όμιλοι που έχουν χρηματικό κεφάλαιο στο εξωτερικό, οι τουριστικοί όμιλοι, οι εγχώριες φαρμακοβιομηχανίες που εξάγουν γενόσημα φάρμακα, οι διεθνείς κερδοσκόποι. Ο λαός θα πληρώσει στη συνέχεια για κάθε νέο κρατικό δάνειο, καθώς και τις συνέπειες της επόμενης καπιταλιστικής κρίσης.
Μπορούμε χωρίς αφεντικά
Η εργατική τάξη δεν έχει κανένα λόγο να επιλέξει τρόπο σφαγής των δικαιωμάτων και των αναγκών της, γιατί μπορεί να ζήσει χωρίς αφεντικά. Πρέπει να σημαδέψει τον πραγματικό αντίπαλό της, την άρχουσα τάξη των καπιταλιστών και τις πολιτικές δυνάμεις που τη στηρίζουν. Πρέπει να γυρίσει την πλάτη σε όσους ανεμίζουν τη σημαία της ΕΕ, αλλά και σε αυτούς που υψώνουν το λάβαρο της καπιταλιστικής Ελλάδας της δραχμής.
Η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα πρέπει και μπορούν να συνδυάσουν την πάλη για αποδέσμευση από την ΕΕ με την πάλη για ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου. Να εγκαταλείψουν το δρόμο που οδηγεί στη χρεοκοπία και την εξαθλίωση του λαού είτε με ευρώ είτε με δραχμή.
Να δυναμώσουν τις πρωτοπόρες εστίες αντίστασης και αντεπίθεσης σε κάθε εργασιακό χώρο, κάθε κλάδο, κάθε γειτονιά. Να δυναμώσουν το ΚΚΕ παντού. Να βαδίσουν μαζί με τους κομμουνιστές, στο μόνο δρόμο που οδηγεί στην ικανοποίηση των αναγκών τους, το δρόμο που οδηγεί στην εργατική εξουσία.

Μάκης ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος της Ιδεολογικής Επιτροπής και του Τμήματος Οικονομίας

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις