Η πάλη για τις σύγχρονες εργατικές - λαϊκές ανάγκες δείχνει το δρόμο της οριστικής διεξόδου για την εργατική τάξη
«...στις θέσεις του Κόμματος και στους στόχους πάλης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος πρέπει να ενταθεί τόσο η προβολή των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών που καθορίζονται από τις σημερινές δυνατότητες της επιστήμης και της παραγωγής όσο και η ανάδειξη των όρων και προϋποθέσεων ικανοποίησής τους».
Το παραπάνω απόσπασμα από τις Θέσεις της ΚΕ (Θέση 45) για το 20ό Συνέδριο του ΚΚΕ αναδεικνύει τη σημασία που έχει η πάλη του εργατικού κινήματος να θέτει στο επίκεντρο την κάλυψη των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών και σε αυτήν τη βάση να κατανοείται στην πράξη ότι εμπόδιο για την ικανοποίησή τους είναι ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Δηλαδή, το γεγονός ότι ενώ υπάρχουν όλες οι υλικές προϋποθέσεις για να ζήσει ο λαός με αξιοπρέπεια, να απολαμβάνει όλα τα αγαθά από την εξέλιξη της επιστήμης, της παραγωγής και της τεχνολογίας, αυτό δεν συμβαίνει γιατί εξακολουθεί να υπάρχει η καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Οτι όρος για να ικανοποιηθούν ολοκληρωμένα όλες οι ανάγκες των εργαζομένων είναι η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και ο κεντρικός επιστημονικός σχεδιασμός από την εργατική εξουσία.
Η πάλη για ικανοποίηση των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών δεν περιορίζεται στη μάχη για την απόκρουση του ενός ή του άλλου αντιλαϊκού μέτρου ή στη διεκδίκηση επιστροφής κατακτήσεων που πάρθηκαν πίσω, ειδικά την τελευταία δεκαετία. Είναι πάλη για αντιστοίχηση συνολικά της ζωής της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων με το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, με αυτό που αντικειμενικά μπορούν να απολαύσουν. Ως παραδείγματα, στις Θέσεις της ΚΕ του Κόμματος αναφέρονται τα ζητήματα της Υγείας, της Παιδείας και της ανεργίας: «... διεκδικούμε όχι μόνο καλύτερες και δωρεάν υπηρεσίες Υγείας, αλλά την προτεραιότητα της πρόληψης κι έγκαιρης αποκατάστασης ή στην Παιδεία όχι μόνο δημόσιο και δωρεάν βιβλίο σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, αλλά πρωταρχικά ριζικά διαφορετικό περιεχόμενο αυτών των βιβλίων, ριζικά διαφορετικές μεθόδους και μορφές διδασκαλίας με στόχο την ολόπλευρη διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Παρομοίως, στο μέτωπο της ανεργίας, πέρα από την προβολή αιτημάτων για την προστασία των ανέργων, δίνουμε έμφαση στα ζητήματα της σταθερής δουλειάς με δικαιώματα, της δυνατότητας μείωσης του εργάσιμου χρόνου και τελικά στις προϋποθέσεις για την εξάλειψη της ανεργίας...».
Μια τέτοια συζήτηση, στο βαθμό που γενικεύεται στην εργατική τάξη και μπαίνει στην ημερήσια διάταξη της ζύμωσης και της διεκδίκησης στους τόπους δουλειάς, μπορεί να λειτουργήσει αναζωογονητικά για το εργατικό κίνημα, να συμβάλει στην αντιμετώπιση τόσο των αυταπατών όσο και της μοιρολατρίας. Να μην περιορίζεται η συζήτηση στο «τρεις το λάδι - τρεις το ξύδι», στα μέτρα και τα «αντίμετρα» της κυβέρνησης, αλλά να βοηθάει στον απεγκλωβισμό των εργαζομένων, στη ριζοσπαστικοποίηση, στη σύγκρουση με το κεφάλαιο και την εξουσία του. Να ανεβαίνει η απαιτητικότητα των εργαζομένων, η αυτοπεποίθηση ότι μπορούν να ανατρέψουν αυτό το σύστημα της φτώχειας, της ανεργίας και της εκμετάλλευσης.
Αυτή η προσπάθεια που κάνουν οι κομμουνιστές, οι πρωτοπόροι ριζοσπάστες αγωνιστές αποτελεί και αναμέτρηση με τις μειωμένες απαιτήσεις της εργατικής τάξης, που είναι αποτέλεσμα καταρχήν της αντεργατικής πολιτικής, της προπαγάνδας αστικών κυβερνήσεων, κομμάτων και εργοδοσίας ότι «δεν αντέχει η οικονομία», ότι «όλοι πρέπει να κάνουν θυσίες» κ.λπ. Βεβαίως, σε αυτά προστίθενται η μεγάλη ανεργία, οι μειωμένοι μισθοί, η συνολική πτώση της τιμής της εργατικής δύναμης. Και η κυβέρνηση, η σημερινή όπως και οι προηγούμενες, που πρωτοστάτησαν σε αυτήν την επίθεση, μοιράζουν ένα ξεροκόμματο (π.χ. το «Επίδομα Αλληλεγγύης») για να πείσουν ότι τελικά «καταφέρνουν να σώσουν ό,τι μπορεί να σωθεί...».
Αυτό που εμποδίζει την κάλυψη των πραγματικών, σύγχρονων αναγκών της εργατικής τάξης, δεν είναι ούτε οι «αντοχές» της οικονομίας, ούτε οι «νεοφιλελεύθερες αγκυλώσεις» του ΔΝΤ, ούτε οι «εμμονές του ηγετικού πυρήνα της ΕΕ». Φταίει η φύση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, το γεγονός ότι ο πλούτος παράγεται από εκατομμύρια εργαζόμενους, αλλά τον ιδιοποιείται μια χούφτα κεφαλαιοκρατών, οι ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής. Γι' αυτό, μέσα από τις διεκδικήσεις των σύγχρονων αναγκών αναδεικνύεται κρυστάλλινα η ταξική διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα συμφέροντα της εργατικής τάξης και της εργοδοσίας, ότι αυτά δεν τέμνονται πουθενά. Εμπόδιο στην ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών είναι και η γραμμή του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού, που παγιώνει τις μειωμένες απαιτήσεις των εργαζομένων. Η ΓΣΕΕ προβάλλει ως διέξοδο την καπιταλιστική ανάκαμψη με «αναπτυξιακά πακέτα», συμβάλλοντας στο συμβιβασμό της εργατικής τάξης με τις επιδιώξεις των καπιταλιστών, με την ταύτισή της με τα συμφέροντα της εργοδοσίας.
Πού "σκοντάφτει" η ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών;
Το διαρκές κυνήγι για μεγαλύτερο ποσοστό κέρδους από τους καπιταλιστές οδηγεί στο να μεγαλώνει η ψαλίδα ανάμεσα στον παραγόμενο πλούτο και στο εργατικό εισόδημα. Αυτό αποτελεί αντικειμενική τάση στον καπιταλισμό και εκφράζεται είτε με την απόλυτη μείωση του μισθού συγκριτικά με την προηγούμενη περίοδο, είτε με μείωση σε σχέση με τον παραγόμενο πλούτο. Δηλαδή, ακόμα κι όταν υπάρξει σε μια επιχείρηση ή σε έναν κλάδο μια αύξηση στους καταβαλλόμενους μισθούς με δεδομένη την αύξηση της παραγωγικότητας και της κερδοφορίας, και πάλι οι απολαβές για τους εργάτες θα είναι μειωμένες σε σχέση με τον πλούτο που παρήγαγαν, γιατί έτσι εξασφαλίζεται η διευρυμένη αναπαραγωγή των κερδών, γεγονός που κρίνει την «επιβίωση» του κάθε καπιταλιστή σε σχέση με τους ανταγωνιστές του.
Συνεπώς, η πάλη της εργατικής τάξης για την εξασφάλιση μιας ζωής χωρίς στερήσεις, μιας ζωής με βάση τις σύγχρονες δυνατότητες, τη φέρνουν σε σύγκρουση με την καπιταλιστική ιδιοκτησία και εξουσία. Ομως, η ζωή της εργατικής τάξης δεν κρίνεται μόνο από τις απολαβές της, αλλά από πολλά περισσότερα, π.χ. από τον ημερήσιο χρόνο εργασίας της. Σήμερα είναι τέτοιες οι δυνατότητες της παραγωγής που προκύπτουν από την εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας, που θα επέτρεπαν μια γενικευμένη μείωση του εργάσιμου χρόνου και προφανώς την εξασφάλιση της σταθερότητάς του για όλους τους εργαζόμενους. Αντί όμως για κάτι τέτοιο, οι νέες δυνατότητες της παραγωγικής διαδικασίας αξιοποιούνται σε αντιδραστική κατεύθυνση από τους καπιταλιστές ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής, γιατί αυτό επιβάλλει το κυνήγι του κέρδους τους. Αντί για σταθερό και μάλιστα μειωμένο ημερήσιο χρόνο κυριαρχούν οι ευέλικτες εργασιακές σχέσεις, τα ωράρια - λάστιχο, η εντατικοποίηση κ.λπ. Πρόκειται για «ρυθμίσεις» που επιτρέπουν συνολικά στην αστική τάξη να αποσπά μεγαλύτερο κέρδος από κάθε εργαζόμενο με τη χαμηλότερη δυνατή αμοιβή. Η πραγματικότητα αυτή, όπως αποτυπώνεται στα στατιστικά στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗΣ, με τη συντριπτική πλειοψηφία των νέων προσλήψεων να είναι ελαστικής μορφής δεν είναι μια προσωρινή παραφωνία στην κατά τα άλλα ομαλή «αγορά εργασίας». Είναι πλέον καθεστώς και γενικεύεται σε όλες τις χώρες, ανεξάρτητα από τις κυβερνήσεις τους και τους ρυθμούς ανάπτυξης.
Οι σύγχρονες ανάγκες σε Υγεία, Πρόνοια, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για όλους τους εργαζόμενους δεν υπονομεύονται επειδή ο σημερινός ή ο προηγούμενος υπουργός Υγείας είναι ανίκανος ή διεφθαρμένος. Υπονομεύονται, καταρχήν, από το γεγονός ότι η Υγεία και το φάρμακο στον καπιταλισμό είναι πεδίο χρυσοφόρων επενδύσεων, αποτελούν εμπορεύματα και αυτόν το δρόμο ανάπτυξης υπηρετούν διαχρονικά όλες οι αστικές κυβερνήσεις. Η επιχειρηματική δράση, η καπιταλιστική ιδιοκτησία και σε αυτόν τον τομέα εμποδίζουν την οργάνωση συστήματος πρόληψης με απρόσκοπτη την πρόσβαση σε τέτοιες υπηρεσίες από όλες τις εργατικές - λαϊκές οικογένειες. Το αστικό κράτος, που λειτουργεί για λογαριασμό του κεφαλαίου, δεν διαθέτει κρατικό χρήμα για τις δημόσιες και δωρεάν υπηρεσίες Υγείας, και έτσι σπρώχνεται «πελατεία» στις ιδιωτικές μονάδες.
Πάλη που να συνδέεται με την αντιπαράθεση στη στρατηγική του κεφαλαίου
Τα παραπάνω ενδεικτικά παραδείγματα αναδεικνύουν το δρόμο που πρέπει να βαδίσει η εργατική τάξη, για να κατακτήσει την πλέρια ικανοποίηση των αναγκών της. Αυτή η συζήτηση πρέπει να φτάσει ιδιαίτερα στους νέους εργαζόμενους, που δεν έζησαν δικαιώματα και κατακτήσεις προηγούμενων γενεών και βλέπουν αυτές οι κατακτήσεις να λοιδορούνται από τις κυβερνήσεις και το κεφάλαιο.
Στις Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι χρειάζεται προσοχή, ώστε «η προβολή των αιτημάτων για ανάκτηση των απωλειών να μην εξιδανικεύει την περίοδο πριν το 2009, αλλά να αναδεικνύει την επιδείνωση των όρων εκμετάλλευσης σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές, σε αντίφαση με τις πραγματικές σύγχρονες ανάγκες και δυνατότητες. Να απαντιέται η επιχειρηματολογία που "χρεώνει" τη σημερινή υποχώρηση στην ύπαρξη προηγούμενα "παράλογων προνομίων". Εχει σημασία να κατανοείται ότι η συγκυρία στην καπιταλιστική ανάπτυξη που επέτρεψε ορισμένες "παροχές", δικαιώματα και κατακτήσεις, κάτω από διαφορετικούς όρους καπιταλιστικής ανάπτυξης, διαφορετικό συσχετισμό δυνάμεων και την ίδια την πάλη του εργατικού κινήματος, ως προς όλες τις παραμέτρους της, έχει περάσει. Οτι σήμερα χρειάζεται πάλη, ακόμα και για το ελάχιστο, που να συνδέεται με τη συνολικότερη πάλη, την αντιπαράθεση με τη στρατηγική του κεφαλαίου».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου