Κατά παραγγελία της εργοδοσίας η απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ

Τον περασμένο Οκτώβρη, το Σωματείο των
εργαζομένων στα "Τσιμέντα Χαλκίδας" με την
 Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ έδωσαν
συνέντευξη Τύπου στις Βρυξέλλες, για την προσφυγή
της πολυεθνικής "Lafarge" και το ρόλο του
Δικαστηρίου της ΕΕ
«Χριστουγεννιάτικο μποναμά» στην καπιταλιστική εργοδοσία επιφύλαξε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΔΕΕ), με την απόφασή του στις 21/12/2016 για τις ομαδικές απολύσεις των εργαζομένων στο μονοπωλιακό όμιλο της «Lafarge» στα «Τσιμέντα Χαλκίδας». Η απόφαση του ΔΕΕ (υπόθεση C-201/15), την οποία προσδοκούσαν τόσο ο ΣΕΒ, όσο και η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, ανοίγει διάπλατα το δρόμο για την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων και την κατάργηση ακόμη και της όποιας υποτυπώδους προστασίας των εργατών, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ.
Η εξέλιξη της υπόθεσης επιβεβαιώνει την τοποθέτηση και τις αποκαλύψεις του ΚΚΕ από την πρώτη στιγμή, ότι η όλη διαδικασία ήταν προσχεδιασμένη, με αποτέλεσμα προδιαγεγραμμένο. Οτι το γνωστό και αναμενόμενο ήδη από την πρόταση του εισαγγελέα αποτέλεσμά της επιδίωκε η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ να το αξιοποιήσει σαν πρόσχημα για να καταργήσει κάθε διάταξη στοιχειώδους προστασίας των εργαζομένων, στο πλαίσιο της συμφωνίας με τους δανειστές για την ολοκλήρωση της δεύτερης «αξιολόγησης», με τη στήριξη όλων των άλλων αστικών κομμάτων.
Γι' αυτό, άλλωστε, είχε φροντίσει να διαμηνύσει σε όλους τους τόνους, από πριν, ότι θα «σεβαστεί» - δηλαδή θα υιοθετήσει - την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ενώ μετά την ανακοίνωσή της έσπευσε να δηλώσει ότι θα «συμμορφωθεί με την απόφαση»...
Το ιστορικό της υπόθεσης
Το ότι επρόκειτο για απόφαση κατά παραγγελία της μεγαλοεργοδοσίας, αποδεικνύεται άλλωστε και από την πρόσφατη αποκάλυψη για την «ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας» για τα ζητήματα αυτά, που διατηρούσε ήδη από το 2011 η διοίκηση της «Lafarge» - «Τσιμέντα Χαλκίδας» με τον επικεφαλής και στελέχη του ΔΝΤ στη χώρα μας. Επιβεβαιώνεται, όμως, και από την ίδια τη δικαστική εξέλιξη.
Οπως είναι γνωστό, η υπόθεση έφτασε στο Δικαστήριο της ΕΕ έπειτα από προσφυγή της «Lafarge» στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ), ενάντια στην απόρριψη του αιτήματος (με βάση την ισχύουσα σήμερα απαιτούμενη έγκριση των ομαδικών απολύσεων από τον υπουργό Εργασίας) να απολύσει αμέσως και τους 236 εργαζόμενους στο εργοστάσιο των «Τσιμέντων Χαλκίδας» και την επακόλουθη απόφαση του ΣτΕ (αριθ.1245/2015) να απευθύνει στο Ευρωδικαστήριο «προδικαστικό ερώτημα» για τη «συμβατότητα» της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία 98/59 της ΕΕ σχετικά με τις ομαδικές απολύσεις και τις Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Μετά την απόρριψη του αιτήματος, το πολυεθνικό μονοπώλιο, κάνοντας χρήση του ορίου 5% που του παρέχει ο ν. 1387/1983 για τις μηνιαίες ομαδικές απολύσεις, ολοκλήρωσε την απόλυση όλων των εργατών ήδη από τον Ιούλη του 2015. Παρότι η ίδια η προσφυγή κι η απόφαση του ΣτΕ δεν είχαν καμία απολύτως πρακτική σημασία, αφού όλοι οι εργαζόμενοι είχαν ήδη απολυθεί, η «Lafarge», λειτουργώντας σαν «λαγός», δρομολόγησε την όλη υπόθεση για τα συνολικά συμφέροντα της τάξης των καπιταλιστών. Η δε αστική δικαιοσύνη ανέλαβε από εκεί και πέρα την «απονομή του δικαίου», που στο καπιταλιστικό σύστημα είναι προορισμένο να υπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Σαφής ταξική τοποθέτηση
Το σκεπτικό της απόφασης του Ευρωδικαστηρίου αποτυπώνει τη σαφή ταξική του τοποθέτηση, αναγνωρίζοντας ότι στον καπιταλισμό η «επιχειρηματική ελευθερία του εργοδότη» αποτελεί απαραβίαστη αρχή.
Η απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ υπερβαίνει το ζήτημα της ελληνικής νομοθεσίας για τις ομαδικές απολύσεις (ν.1387/1983) και προορίζεται να αποτελέσει «νομολογιακό προηγούμενο» και υπόθεση - «πιλότος», για να δοθεί το βολικό πρόσχημα στις αστικές κυβερνήσεις και στα όργανα της ΕΕ για να σαρώσουν, προς όφελος του κεφαλαίου, όποιες προστατευτικές διατάξεις των εργαζομένων έχουν απομείνει στις νομοθεσίες των κρατών - μελών.
Θεμελιώδες στοιχείο της απόφασης είναι ότι κάθε ρύθμιση κράτους - μέλους που θέτει όρους στην ελευθερία των επιχειρηματικών ομίλων να αποφασίζουν για ό,τι αφορά τη δράση και την κερδοφορία τους, θεωρείται αντίθετη με τις Συνθήκες της ΕΕ και άρα άκυρη. Οι Συνθήκες της ΕΕ, που κατοχυρώνουν το δικαίωμα του κεφαλαίου για ανεμπόδιστη δράση και κίνηση (να προβαίνει σε εξαγορές, συγχωνεύσεις, πωλήσεις, αγορές, εγκατάσταση παντού, να προσλαμβάνει, να απολύει κ.λπ.), υπερισχύουν κάθε αστικού (εθνικού ή και συνταγματικού) νόμου.
Το Ευρωδικαστήριο, επίσης, αποφαίνεται ότι η ευρωπαϊκή Οδηγία 98/57 δεν περιορίζει την ελευθερία του εργοδότη να επιλέξει εάν θα προβεί σε ομαδικές απολύσεις1, την οποία ονομάζει «πρακτική αποτελεσματικότητα» της Οδηγίας2Επομένως, απόλυτο δικαίωμα του εργοδότη είναι να προβαίνει σε ομαδικές απολύσεις, το οποίο καμία εθνική νομοθεσία δεν μπορεί να αποκλείει.
Σχετικά με τη «συμβατότητα» της ελληνικής νομοθεσίας με τις Συνθήκες της ΕΕ (άρθρα 49 και 63 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ), που προβλέπουν «την ελεύθερη, χωρίς κανένα περιορισμό εγκατάστασή του σε κάθε κράτος - μέλος της ΕΕ» και την «ανεμπόδιστη ελευθερία κίνησης του κεφαλαίου», το Ευρωδικαστήριο θεωρεί πως όποια νομοθεσία κράτους - μέλους (όπως εξαιρετικά περιορισμένα κάνει η ελληνική) εξαρτά τις ομαδικές απολύσεις από προηγούμενη κρατική έγκριση, παραβιάζει τα «άγια των αγίων» της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δηλαδή την ανεμπόδιστη και απεριόριστη κίνηση του κεφαλαίου και της επιχειρηματικής δραστηριότητας με σκοπό το κέρδος.
Χαρακτηριστικά, η απόφαση αναφέρει: «Μια τέτοια εθνική νομοθετική ρύθμιση αποτελεί σημαντική επέμβαση στην άσκηση ορισμένων ελευθεριών που εν γένει απολαύουν οι επιχειρήσεις (...) καθώς και για την ελευθερία τους να κρίνουν εάν και πότε πρέπει να καταρτίσουν σχέδιο ομαδικών απολύσεων». Παραβιάζει, ακόμη, όπως λέει, και το βασικό δικαίωμα που διατρέχει το λεγόμενο «Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ», «την άσκηση της επιχειρηματικής ελευθερίας που είναι κατοχυρωμένη στο άρθρο 16 του Χάρτη3».
Να θυμίσουμε ότι τον εν λόγω Χάρτη εκθείαζαν τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο κι η ΛΑΕ, η Πλεύση Ελευθερίας, μαζί με άλλους οπορτουνιστές που είχαν βγει στα κεραμίδια και τον διαφήμιζαν ως «μεγάλη δημοκρατική κατάκτηση».
Τα "ιερά και όσια" του κεφαλαίου
Στη συνέχεια, η απόφαση επικαλείται ...ακαταλληλότητα, ασάφεια κι αοριστία για τα κριτήρια του «ποσοστού ανεργίας σε μία χώρα», της «εθνικής οικονομίας», των «συνθηκών της αγοράς εργασίας» και της «κατάστασης της επιχείρησης» που προβλέπει η ελληνική νομοθεσία για την έγκριση ή μη των ομαδικών απολύσεων και έτσι κρίνει ότι παραβιάζει την «ελευθερία εγκατάστασης» και δράσης των επιχειρηματικών ομίλων και επομένως είναι αντίθετη με τις Συνθήκες της ΕΕ.
Η ελληνική νομοθεσία, όπως είναι διαμορφωμένη και σήμερα, δεν παρέχει καμία ουσιαστική προστασία των εργαζομένων. Η προηγούμενη έγκριση του υπουργού Εργασίας δεν συνιστά καμία εγγύηση για τους εργάτες, με εμβληματικό παράδειγμα τις ομαδικές απολύσεις στη «Χαλυβουργία» του Μάνεση, που έγιναν και με την υπουργική σφραγίδα και υπογραφή.
Η απόφαση, όμως, πηγαίνει ακόμη παραπέρα. Απαιτεί οι όποιες προϋποθέσεις για τις ομαδικές απολύσεις τίθενται από την εθνική νομοθεσία, να μη θίγουν την ελευθερία εγκατάστασης των επιχειρήσεων, συστατικό στοιχείο της οποίας είναι το δικαίωμα του εργοδότη για ομαδικές απολύσεις. Δρομολογεί έτσι μία κρατική έγκριση κομμένη και ραμμένη, ακόμη περισσότερο απ' ό,τι σήμερα, στις ανάγκες των εργοδοτών, που θα ορίζει ειδικά όρους και προϋποθέσεις στις οποίες εύκολα οι επιχειρηματικοί όμιλοι θα ανταποκρίνονται, καθιστώντας κενό γράμμα, και για τα μάτια του κόσμου, τη δήθεν εγγύηση της έγκρισης του υπουργού, δρομολογώντας ντε φάκτο την πλήρη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων.
Οι αιτιολογήσεις του Ευρωδικαστηρίου είναι χαρακτηριστικές για τον ταξικό του ρόλο, ως θεματοφύλακας των συμφερόντων των καπιταλιστών: «Η διενέργεια ομαδικής απολύσεως συνιστά θεμελιώδη απόφαση για το βίο μιας επιχειρήσεως (...) η εθνική νομοθετική ρύθμιση είναι, συνεπώς, ικανή να καταστήσει εξαρχής λιγότερο ελκυστική την πρόσβαση στην ελληνική αγορά (...) ενδέχεται να αποτελέσει σοβαρό εμπόδιο για την άσκηση της ελευθερίας εγκαταστάσεως στην Ελλάδα (...) η εναντίωση της εθνικής αρχής σε σχέδια ομαδικών απολύσεων μπορεί να καταλήξει σε παρεμπόδιση της υλοποιήσεως των σχεδίων αυτών από τον εργοδότη»4.
Απάντηση ο επίμονος ταξικός αγώνας
Το συμπέρασμα από την απόφαση του Ευρωδικαστηρίου είναι σαφές και σε βάρος της εργατικής τάξης σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ: Η ελευθερία του κεφαλαίου είναι ο υπέρτατος νόμος της διακρατικής ένωσης των κεφαλαιοκρατών, της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το ανεμπόδιστο δικαίωμα, η απόλυτη ελευθερία των επιχειρηματικών ομίλων να επιβάλουν τους όρους της πιο άγριας εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, αποτελεί το θεμέλιο της ΕΕ και των συνθηκών της.
Αυτό είναι, λοιπόν, το «κοινοτικό κεκτημένο», οι «βέλτιστες πρακτικές» της ΕΕ, οι «αρχές της ΕΕ που ορίζουν οι ιδρυτικές συνθήκες της», με τα οποία πασχίζει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ να κοροϊδέψει το λαό και με αυτά συμφωνεί απόλυτα.
Γι' αυτό και αποτελεί μνημείο πολιτικής εξαπάτησης των εργαζομένων η ανακοίνωση του υπουργείου Εργασίας, στην οποία αναφέρεται ότι «η σημερινή απόφαση του Δικαστηρίου δικαιώνει τις θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης», όπως και το πρωτοσέλιδο - πρόκληση της «Αυγής» για την απόφαση του Ευρωδικαστηρίου: «Στοπ στην ασυδοσία των ομαδικών απολύσεων». Ενώ με την ανακοίνωση της ΓΣΕΕ, ο εργοδοτικός συνδικαλισμός παριστάνει την «απατημένη σύζυγο» της καπιταλιστικής, ευρωενωσιακής βαρβαρότητας που υπηρετεί.
Ως απάντηση, ο επίμονος αγώνας των εργαζομένων των «Τσιμέντων Χαλκίδας», όπως και συνολικά του ΠΑΜΕ, των ταξικών δυνάμεων ενάντια σε αυτά τα σχέδια για τις ομαδικές απολύσεις, είναι πολύτιμος για την εργατική τάξη. Η όλη υπόθεση διδάσκει τους εργάτες για τη βαρβαρότητα του εκμεταλλευτικού συστήματος. Το κεφάλαιο, με στόχο την καπιταλιστική ανάκαμψη, επιταχύνει τις αναδιαρθρώσεις που προϋποθέτουν εργάτες «γυμνούς» από εργατικά δικαιώματα, μαζικές απολύσεις, ανεργία, με κινητικότητα και περιπλάνηση ανάμεσα σε εργασία - ανεργία, σε διάφορους κλάδους ή και χώρες.
Ετσι προωθούνται τα σχέδια της αστικής τάξης και των επιτελείων της, με σχέδιο και ταξικό κριτήριο, προκειμένου να περάσουν οι αντεργατικές αναδιαρθρώσεις που έχει ανάγκη το κεφάλαιο. Για τα δικά τους ταξικά συμφέροντα, από τη δική τους σκοπιά, χρειάζεται να οργανωθούν και να παλέψουν οι εργάτες. Βγαίνουν, λοιπόν, συμπεράσματα για την ανάγκη η εργατική τάξη, με ανασύνταξη του κινήματός της, με τη συγκρότηση της κοινωνικής συμμαχίας, να απαλλαγεί από την εκμετάλλευση του κεφαλαίου, της εξουσίας του και των διακρατικών συμμαχιών του, διεκδικώντας το μέλλον που της ανήκει, με την εξουσία και την οικονομία στα δικά της χέρια.
Παραπομπές:
1. Αιτιολογική σκέψη 30 της απόφασης του ΔΕΕ
2. Αιτιολογική σκέψη 35
3. Αιτιολογική σκέψη 66
4. Αιτιολογικές σκέψεις 52-56

Βαγγέλης ΚΑΤΣΙΑΒΑΣ
Μέλος της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις