Αντίσταση και εμφύλιος (1941-1949)
Πενήντα πέντε χρόνια μετά το τέλος της δεκαετίας 1940-1949, η ιδεολογική διαμάχη γι' αυτή συνεχίζει να κατέχει σημαντική θέση στη γενικότερη ιδεολογική διαπάλη που διεξάγεται στην ταξική κοινωνία μας.
Κανένα άλλο ιστορικό γεγονός του 20ού αιώνα δε συγκέντρωσε τόσο έντονο ενδιαφέρον, όπως η Κατοχή (1941-1944) και ο εμφύλιος πόλεμος (1946-1949). Επιβεβαίωση αποτελεί το γεγονός ότι για την περίοδο 1941-1949 έχουν γραφτεί εκατομμύρια σελίδες από τους υποστηρικτές των αντιμαχομένων πλευρών και από τους λεγόμενους «ουδέτερους». Και συνεχίζεται να γράφονται, ενώ είναι σίγουρο πως το ενδιαφέρον όχι μόνο δε θα κατασιγάσει στην πορεία, αλλά και θα μεγαλώσει. Γιατί ακριβώς τότε σημειώθηκαν οι μεγαλύτερες ανατάσεις στην ιστορία του λαϊκού κινήματος κατά τον 20ό αιώνα.
Εδώ και πολλούς μήνες, στο «ΒΙΒΛΙΟΔΡΟΜΙΟ» της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ», διεξάγεται μια οξύτατη συζήτηση για την ιστορία του εμφύλιου πολέμου στην Ελλάδα και για την Κατοχή.
Το έναυσμα της συζήτησης έδωσαν οι παρεμβάσεις στην εφημερίδα (20.3.2004) του Μαρκ Μαζάουερ (καθηγητή Ιστορίας στο Birkbeck College του Λονδίνου), του Στάθη Καλύβα (καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Γέιλ των ΗΠΑ, διευθυντή «διεθνούς διεπιστημονικού προγράμματος για τη μελέτη των εμφυλίων») και του Νίκου Μαραντζίδη (επίκουρου καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας). Επίσης, το βιβλίο «Μετά τον πόλεμο» που επιμελήθηκε ο Μαρκ Μαζάουερ, το οποίο περιέχει ανάμεσα σε άλλα και το κείμενο του Στάθη Καλύβα «Κόκκινη τρομοκρατία: Η βία της Αριστεράς στην Κατοχή»[1].
Ακολούθησε πλήθος απαντητικών και ορισμένων υπερασπιστικών παρεμβάσεων πανεπιστημιακών, ενώ υπήρξε και συνέχεια με το Συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στη Σαμοθράκη (2-4 Ιουλίου 2004). Το Συνέδριο διοργανώθηκε από το «Δίκτυο Μελέτης Εμφυλίων Πολέμων» και είχε θέμα «Οψεις του δοσιλογισμού στην Ελλάδα της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου».
Από τη συζήτηση έγινε πλατιά γνωστό ότι στη σύγχρονη ιστοριογραφία έχει διαμορφωθεί μια «νέα» τάση, που «αναθεωρεί» τη μέχρι τώρα κυρίαρχη ιστορική προσέγγιση της δεκαετίας του 1940. Ακόμη, ότι υπάρχουν μύθοι που γκρεμίζονται στο φως της έρευνας του «νέου κύματος», μύθοι που έπλασαν οι υποστηρικτές της ΕΑΜικής Αντίστασης και του ΚΚΕ...
Τι ακριβώς συμβαίνει; Τι περιέχουν τα κείμενα αυτών, που ανέλαβαν να φέρουν τα πράγματα στο ...ίσο;
Ακόμη και εκείνοι που γνωρίζουν στοιχειώδη πράγματα σχετικά με τα χρόνια 1941-1944, έχουν υπόψη τους το γενικό πλαίσιο αυτής της περιόδου. Οτι, δηλαδή, ο ελληνικός λαός βρισκόταν τότε υπό το βάρος της τριπλής κατοχής, που σήμαινε πογκρόμ, εκτελέσεις, εμπρησμούς, θηριωδίες, βασανιστήρια, πείνα (300.000 οι νεκροί από την πείνα). Οτι οι Γερμανοϊταλοί και οι Βούλγαροι κατακτητές διέπρατταν τα παραπάνω, έχοντας ένα επιπλέον οπλισμένο χέρι, τους συνεργάτες τους κυβερνητικούς και τα Τάγματα Ασφαλείας μαζί με άλλες συμμορίες. Και ότι εναντίον τους υψώθηκε ένα γιγάντιο λαϊκό κίνημα, το ΕΑΜ, κόντρα στις φωνές της «σύνεσης και της λογικής», που καλούσαν το λαό να κάτσει φρόνιμα για το ...καλό του! Το ΕΑΜ, που σήκωσε και το κύριο βάρος της Αντίστασης.
Ποια είναι η άποψη των εκπροσώπων του «νέου κύματος» γι' αυτά τα γεγονότα;
α) Συκοφάντηση του ΕΑΜ, αθώωση κατακτητών - ταγματασφαλιτών
Ο αναγνώστης μπορεί να κρίνει. Γράφει ο Καλύβας: «Η εκστρατεία δολοφονίας αμάχων που διεξήγαγε το ΕΑΜ το χειμώνα του 1943-’44 δεν περιορίστηκε στην Αργολίδα. Ενα παρόμοιο κύμα δολοφονιών σάρωσε ολόκληρη την Πελοπόννησο την ίδια εποχή, ενδεχομένως και ολόκληρη τη χώρα»[2] (υπογράμμιση Μ.Μ.). Και σε άλλο σημείο: «Οπως οι Γερμανοί, έτσι και οι αντάρτες έκαψαν ολοσχερώς ορισμένα χωριά. Στο Αραχναίο (Χέλι) συνέλαβαν εξήντα με ογδόντα ομήρους, κυρίως ηλικιωμένους και κάποιες γυναίκες, τους έσφαξαν και τους εγκατέλειψαν σε ένα πηγάδι της Νέας Επιδαύρου, σε μια από τις χειρότερες θηριωδίες που πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή»[3]!
Ενώ, από την άλλη, οι Γερμανοί ήσαν πιο ...ήπιοι! Γράφει: «Στα μάτια ενός απληροφόρητου παρατηρητή οι επιδρομές αυτές φαντάζουν σαν άσκηση αδιάκριτης βίας από τους κατακτητές σε βάρος αθώων πολιτών. Είναι όμως σαφές πως επρόκειτο επίσης για επιλεκτικές πράξεις αντιποίνων, στο πλαίσιο μιας κλιμακούμενης τοπικής διένεξης»[4]!!!
Κι όμως, κύμα δολοφονιών ασφαλώς και υπήρξε τότε, αλλά εξαπολύθηκε από τους Γερμανούς και όχι από το ΕΑΜ. Για παράδειγμα, στο χρονικό διάστημα που αναφέρονται, το κύμα δολοφονιών εκφράστηκε με τη θανάτωση όλου του ανδρικού πληθυσμού των Καλαβρύτων (8 και 9 Δεκεμβρίου 1943) ηλικίας 14 έως 70 χρόνων, δηλαδή περισσότερων των 1.000 ατόμων! Και αυτή η θηριωδία αποτελούσε μόνον ένα μέρος των όσων έγιναν εκείνο τον καιρό στην Ελλάδα από τους κατακτητές και τους εγχώριους συνεργάτες τους. Οχι ενδεχομένως, αλλά σίγουρα...
Και η συνέχεια: Οπως γράφει ο Μαζάουερ, «η Αριστερά, με τις συστηματικές δολοφονίες πολιτικών αντιπάλων της, πυροδότησε τα αντίποινα των Γερμανών και των Ταγμάτων Ασφαλείας»[5]!
Το ΕΑΜ, λοιπόν, είναι ...υπόλογο και επειδή ...«δολοφονούσε» αθώους, και επειδή εξαιτίας του (!) έσφαζαν οι Γερμανοί! Τελικά, μήπως είναι υπόλογος ο λαός, που έκανε αντίσταση και πρέπει να καθίσει στο σκαμνί;
Το «νέο κύμα» δεν είναι καθόλου νέο. Εχει πολύ παλιές απόψεις. Στην πραγματικότητα, τα κείμενά του εκφράζουν την εδώ και 60 χρόνια γνωστή «ιστορία» και προπαγάνδα της πτωματολογίας. Περιέχουν την παλιά «ιδεολογία του κονσερβοκουτιού», που την έχουμε δει στα βιβλία και στους λόγους διαπρεπών αντικομμουνιστών και εχθρών του λαού.
β) Πηγές και γεγονότα
Ως βασική παράμετρο της επιστημονικής έρευνας, οι εκπρόσωποι του «νέου κύματος» θεωρούν την προσφυγή στις τοπικές ιστορίες και εμπειρίες. Είναι, όπως λένε, η «τάση προς το μερικό και το τοπικό». Γράφουν: «Εχει γίνει κατανοητό ότι οι γενικεύσεις χωρίς λεπτομερή έλεγχο, χωρίς σαφή εικόνα των δεδομένων σε κοινωνικό και τοπικό επίπεδο, όχι μόνο δεν προσφέρουν, αλλά συσκοτίζουν την εικόνα»[6]. Και ο Μαζάουερ: «Πολλά από τα πιο ενδιαφέροντα πρόσφατα έργα για την Ιταλία και τη Γαλλία στη 10ετία του 1940 υπογραμμίζουν τα όρια της κεντρικής εξουσίας, παραθέτοντας μικρο-ιστορίες χωριών και περιφερειών. Βεβαίως, η σοβαρή επιστημονική έρευνα στην τοπική ιστορία έχει αποκτήσει από καιρό σημαντική θέση στην πνευματική ζωή της Γαλλίας και της Ιταλίας, κάτι που δεν ισχύει ακόμα για την Ελλάδα. Το παρόν βιβλίο αποτελεί προσπάθεια να εφαρμοστούν οι προσεγγίσεις αυτές και στην Ελλάδα»[7]!
Ερώτημα πρώτον: Αν η «τάση προς το μερικό και το τοπικό» έχει ως στόχο την αντικειμενική έρευνα, γιατί δεν αξιοποιούν τις 100άδες «τοπικών» βιβλίων, που έχουν γραφτεί από κομμουνιστές και ΕΑΜίτες, που αναγνωρίζουν τον αληθινό ρόλο του ΚΚΕ και του ΕΑΜ και που αναφέρονται σε τοπικά γεγονότα της περιόδου 1941-1949; Είναι πιο αξιόπιστα βιβλία, όπως του Γ. Παπαλιλή, το οποίο περιγράφει και την παραπάνω... «σφαγή» στο Χέλι, που και ο Καλύβας το χαρακτηρίζει «ιδιαίτερα μεροληπτικό»[8];
Ερώτημα δεύτερο: Αν «οι γενικεύσεις συσκοτίζουν την εικόνα», πώς η «τάση προς το μερικό και το τοπικό» ερευνά το Δεκέμβρη 1944, δίχως να σταθεί στη γενική πολιτική των Εγγλέζων, της ελληνικής αστικής τάξης, του τότε πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, του αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού κλπ.; Πώς ερευνά μέσα από το «τοπικό και το μερικό» το «σχέδιο Μάρσαλ», το «δόγμα Τρούμαν», τη «Συμφωνία της Βάρκιζας», και άλλα τέτοιας βαρύτητας γεγονότα, θεμελιακά, γενικής πολιτικής, που σημάδεψαν βαθιά τις εξελίξεις στην Ελλάδα, γενικά και τοπικά;
Οι ισχυρισμοί των εκπροσώπων του «νέου κύματος» πάσχουν ως προς την αποδεικτική βάση τους. Κατά κανόνα, «στηρίζονται» σε μαρτυρίες κατοίκων (ποιων κατοίκων;) περιοχής της Αργολίδας, που αποτελεί και το μοναδικό χώρο των ερευνών του Καλύβα, ενώ οι... μαρτυρίες δίνονται γύρω στα 60 χρόνια μετά την Κατοχή! Στηρίζουν ακόμη τους ισχυρισμούς τους στα πρακτικά δικαστηρίων που δίκασαν ΕΑΜίτες μετά την ήττα! (Είναι τα δικαστήρια που καταδίκασαν κομμουνιστές και χιλιάδες άλλους ΕΑΜίτες, ΕΛΑΣίτες, για φόνους σε ποινές 10, 15, ορισμένους και πάνω από 200 φορές σε θάνατο!..). Και, τέλος, οι ισχυρισμοί «εδράζονται» στη μαρτυρία Εγγλέζων συνδέσμων στην Κατοχή!
Ο Στάθης Καλύβας επικαλείται ως πηγή και απόφαση του ΚΚΕ, με την οποία διέγραψε τον Θεόδωρο Ζέγγο, γραμματέα Αργολιδοκορινθίας «...για εγκληματική διαστρέβλωση της κομματικής γραμμής. Χρησιμοποίησε εναντίον πολιτών μεθόδους, που δεν έχουν καμιά σχέση με την κομματική ηθική και συμπεριφορά και προξένησε ζημιά στο κόμμα»[9].
Μα, αυτό ακριβώς καταρρίπτει τον ισχυρισμό, ότι το ΚΚΕ είχε ως πολιτική του την εφαρμογή «συστήματος τρομοκρατίας» κατά αμάχων, όπως γράφουν. Πέρα από το ότι δεν έχει βάση πως «μέσα σε ένα χρόνο (Σεπτέμβρης 1943 - Σεπτέμβρης 1944) και σε δύο μόνον επαρχίες του σημερινού νόμου Αργολίδας φονεύτηκαν πάνω από 650 άνθρωποι»! Το μόνο βέβαιο, ιστορικά αποδεδειγμένο, είναι ότι το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ κυνήγησε ανελέητα τους ταγματασφαλίτες. Και καλώς έπραξε.
Υπήρξαν υπερβάσεις; Ασφαλώς. Αλλά οι όποιες υπερβάσεις υπήρξαν (και εκεί και σε άλλες περιοχές) εξηγούνται: Πόλεμος γινόταν και σε έναν πόλεμο καίγονται και χλωρά μαζί με τα πολλά ξερά.
Το «μερικό και τοπικό» δεν είναι δυνατό να ανατρέψει το γενικό, γιατί είναι συστατικό μέρος του. Το γενικό εκφράζεται στο σύνολο των τοπικών, τη δημιουργία των οποίων έχει προηγουμένως καθορίσει. Με βάση τη γενική συμφωνία ίδρυσης του ΕΑΜ, δημιουργήθηκαν οι περιφερειακές και οι τοπικές οργανώσεις του. Με κεντρική κατεύθυνση δημιουργήθηκε ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας. Τα κόμματα, τα κινήματα, οι παρατάξεις, οι στρατοί, χτίζονται από «πάνω», από τη μια ή την άλλη ταξική πολιτική δύναμη, ή από πολλές συνεργαζόμενες μαζί, και διαρθρώνονται παραπέρα, λιγότερο ή καθολικά. Δεν υπάρχουν πολιτικές αποφάσεις, που παίρνονται «από το λαό» γενικά. Το τοπικό μπορεί μόνο να επιβεβαιώσει το γενικό, εμπλουτίζοντας με τις ιδιομορφίες του πλευρές του. Και από αυτήν την άποψη, η έρευνα στο τοπικό πεδίο είναι όντως χρήσιμη. Αλλά οι του «νέου κύματος» προσπαθούν μέσα από το «φημολογούμενο» ή το υπερδιογκωμένο «τοπικό», να ανατρέψουν το επιβεβαιωμένο γενικό. Αυτό είναι «το παζλ», για το οποίο κάνει λόγο ο Ν. Μαραντζίδης.
γ) Η ταξική πάλη στον Καιάδα
Ισχυρίζονται ότι ο «ιδεολογικός λόγος αποτελεί παρελθόν». Θέλουν με αυτό να πουν ότι το περιεχόμενο άλλων γραπτών σχετικών με τα χρόνια εκείνα είναι μεροληπτικό, άρα όχι αντικειμενικό, γιατί γράφτηκε με ιδεολογικές ή και κομματικές παρωπίδες! Αρα, η αντικειμενική προσέγγιση πετυχαίνεται μέσω της «αποϊδεολογικοποίησης» της Ιστορίας! Αλλά, την ίδια στιγμή, η μεθοδολογία τους επιβεβαιώνει ότι οι «έρευνές» τους υπηρετούν ένα σαφέστατο ιδεολογικοπολιτικό χώρο.
Γράφουν οι Καλύβας - Μαραντζίδης: «Η απομάκρυνση από επιστημονικά στείρες ανησυχίες συνδέεται αναμφίβολα με την ομαλοποίηση της πολιτικής ζωής, την εξασθένιση της πολιτικής και ιδεολογικής πόλωσης, τη βιωματική απομάκρυνση της νεότερης γενιάς από τις τραυματικές εμπειρίες των προηγούμενων δεκαετιών, την κατάρρευση του κομμουνισμού κ.ά.»[10] (υπογράμμιση Μ. Μ.).
Τι θα πει «εξασθένιση της πολιτικής και ιδεολογικής πόλωσης», το αντιλαμβάνεται ο καθένας. Πρόκειται για την υποχώρηση των ταξικών εργατικών και των κομμουνιστικών δυνάμεων παγκοσμίως, σε όφελος των δυνάμεων του κεφαλαίου. Αυτήν την υποχώρηση τη θεωρούν θετικό γεγονός. Και άρα, επειδή πιστεύουν ότι ο κόσμος μπήκε σε μια νέα εποχή, αντιμετωπίζουν ως ξεπερασμένη και επικίνδυνη για την επιστημονική έρευνα την ερμηνεία του κόσμου με βάση τη μεθοδολογία της ταξικής πάλης. Θεωρούν, ακόμη, ως μη αντικειμενική και την προσέγγιση με βάση απλώς την ιστορική αλήθεια, που αποδέχονται και τεκμηριώνουν και μη κομμουνιστές επιστήμονες, όπως δείχνει και ο σχετικός διάλογος. Και υποκαθιστούν τις κοινωνικές αντιθέσεις, που είναι η κινητήρια δύναμη προόδου των κοινωνιών, με αντιθέσεις δευτερεύουσας σημασίας ή και με αντιθέσεις, που ούτε καν επηρεάζουν την κοινωνική εξέλιξη, που τις ονοματίζουν ανθρωπολογικού - κοινωνικού χαρακτήρα.
Αυτό είναι το νόημα των φράσεων πως «οι πολιτικές συμπεριφορές των υποκειμένων δεν προσδιορίζονται μόνο από ιδεολογικά κίνητρα»[11].
Πολιτικές συμπεριφορές που δεν προσδιορίζονται από ιδεολογικά κίνητρα, είναι κάτι το ανεξήγητο και παράδοξο. Αλλά ποια είναι τα «άλλα κίνητρα», που οι ίδιοι παραθέτουν για να ερμηνεύουν πολιτικές συμπεριφορές; Να μερικά παραδείγματα:
1. «Οι τοπικοί ηγέτες του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, που ήταν αδιάλλακτοι και παρανοϊκοί λόγω των διώξεων που είχαν υποστεί στη διάρκεια της προπολεμικής περιόδου, κατέφευγαν εύκολα στην ανελέητη βία. Μια τέτοια ερμηνεία φαίνεται να ταιριάζει στην περίπτωση της Αργολίδας»[12]!
2. «…η οικογένεια Δωρή είχε εμπλακεί σε μια πολύχρονη διαμάχη με την οικογένεια Παπαδημητρίου. Και είναι ευρέως γνωστό ότι οι μεν στράφηκαν στους Ιταλούς και οι δε στους αντάρτες προκειμένου να πάρουν εκδίκηση»[13].
3. «…η επιθυμία να δουν κάποιον γείτονά τους να ξυλοκοπείται ή να εξευτελίζεται πυροδοτούσε ένα αρχικά απρόβλεπτο μακελειό»[14].
4. «…και συγγενείς των θυμάτων του ΕΑΜ, οι οποίοι μαζί με νεαρούς χωρικούς που παρενοχλούνταν από τις τοπικές επιτροπές του ΕΑΜ, συχνά λόγω προσωπικών διαφορών»[15] (υπογράμμιση Μ. Μ.).
Μα είναι δυνατό μέσα από την ύβρη («παρανοϊκοί») και τη γενίκευση ελάχιστων φαινομένων, που απλώς δείχνουν χαμηλό επίπεδο συνείδησης κάποιων, να παρουσιάζεται η σαφέστατα πολιτική - ιδεολογική στάση εκατομμυρίων ανθρώπων με όραμα, ως προϊόν μη ιδεολογικών κινήτρων; Και όμως, φαίνεται πως είναι! Ιδιαίτερα τώρα, που το βασικό πρόβλημα επιλύθηκε: Η εξασθένιση της πολιτικής και ιδεολογικής πόλωσης, δηλαδή «η κατάρρευση του κομμουνισμού»!
δ) Στο πλαίσιο της «αντιτρομοκρατικής» εκστρατείας
Γράφει ο Μαζάουερ: «...οι σύγχρονες παγκόσμιες προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα κάθε χώρα του κόσμου - είτε αυτές προέρχονται από το περιβάλλον, τη μετανάστευση, τα καπρίτσια των χρηματιστηριακών αγορών ή την απειλή της διεθνούς τρομοκρατίας (υπογράμμιση Μ. Μ.) - θέτουν και πάλι το κράτος υπό αμφισβήτηση».
Να σημειώσουμε εδώ ότι ο υπ' αριθμόν ένα τρομοκράτης είναι τα καπιταλιστικά κράτη; Οτι οι διάφορες τρομοκρατικές οργανώσεις υπήρξαν δημιούργημα ιμπεριαλιστικών κρατών (ή διαβρώθηκαν από αυτά) και η δράση τους χρησιμοποιείται ως πρόσχημα γενικής επίθεσης κατά των λαών; Τέτοιες διαπιστώσεις ίσως να προκαλούν ανία στο «νέο κύμα»...
Και να πώς οι συνθήκες, που διαμορφώθηκαν τα τελευταία χρόνια, βοηθούν την έρευνα, ώστε «η δεκαετία του 1940 να γίνεται αντικείμενο έγκυρης και σχολαστικής μελέτης»: Γράφει ο Μαζάουερ για τη Γιουγκοσλαβία: «Ενας άλλος παράγοντας για τη μετατόπιση του ενδιαφέροντος των μελετητών υπήρξε η εμπειρία της Γιουγκοσλαβίας κατά τη δεκαετία του 1990, η οποία φώτισε με διαφορετικό τρόπο τους εμφυλίους πολέμους γενικότερα. Από τη μια πλευρά, τα γεγονότα στη Γιουγκοσλαβία οπωσδήποτε επέσπευσαν το μετα-ψυχροπολεμικό ενδιαφέρον για τον εθνικισμό και την εθνότητα, υπογραμμίζοντας εκ νέου την εθνοτική διάσταση των πραγμάτων στη δεκαετία του 1940»[16].
Να υπενθυμίσουμε ότι υπήρξε ιμπεριαλιστική επέμβαση στη Γιουγκοσλαβία, ότι σφάχτηκε από Γερμανούς, ΑμερικανοΝΑΤΟικούς και Ευρωπαίους (και ...«αριστερούς») ένας λαός, ότι κόπηκε μια χώρα στα 5, με την εφαρμογή της πολιτικής του «διαίρει και βασίλευε» σε συνεργασία με τις γιουγκοσλαβικές αστικές τάξεις, με αποτέλεσμα να διαχωριστούν εκατομμύρια άνθρωποι που ζούσαν μαζί, ανεξάρτητα από θρησκεία, καταγωγή, γλώσσα κλπ.; Ανθρωποι, που και όποτε το δηλητήριο του εθνικισμού εισχωρούσε στη ζωή τους ήταν γιατί αυτό δουλευόταν από «πάνω». Αλλά αυτά παραπέμπουν σε ...παλιές εποχές και κατά συνέπεια δε συνάδουν με το «νέο πνεύμα»...
Ομαλοποίηση της πολιτικής ζωής χαρακτηρίζει τις εξελίξεις, όπως υποστηρίζει το «νέο κύμα»; Οι βομβαρδισμοί κατά της Γιουγκοσλαβίας, του Αφγανιστάν, του Ιράκ, η παγκόσμια τρομοϋστερία και οι περιορισμοί στοιχειωδών δικαιωμάτων, η ολομέτωπη επίθεση που αφαιρεί ακόμη και στοιχειώδεις κατακτήσεις, όλα αυτά δεν αποτελούν βεβαίως ομαλοποίηση της πολιτικής ζωής, αλλά μέγιστη ανωμαλία. Οχι όμως και κατά την άποψη του «νέου κύματος».
Είναι σαφές ότι οι έρευνες του «νέου κύματος» εντάσσονται από τα πράγματα στην ευρύτερη στόχευση της ιμπεριαλιστικής επίθεσης, που ξετυλίγεται εδώ και χρόνια, για να τσακίσει την ταξική εργατική συνείδηση, να συκοφαντήσει τον συλλογικό λαϊκό αγώνα, ιδιαίτερα την ανώτατη μορφή του, τη μαζική ένοπλη πάλη, και να διαμορφώσει νέες δικλείδες ασφαλείας της καπιταλιστικής κυριαρχίας.
Σε ζητήματα που υποστηρίζει το «νέο κύμα» θα επανέλθουμε παρακάτω. Να σημειώσουμε εδώ μόνο αυτό: Οι νέες γενιές, που «βιωματικά έχουν απομακρυνθεί από τις τραυματικές εμπειρίες των προηγούμενων δεκαετιών», δεν πρόκειται να καταπιούν τη συκοφάντηση των λαϊκών αγώνων. Συμπεράσματα ασφαλώς και πρέπει να βγάλουν και θα βγάλουν. Αλλά εκείνα τα συμπεράσματα που θα κρατάνε από το παρελθόν τη συλλογικότητα, τον μαζικό ηρωισμό και την αλληλεγγύη των μαζών, δηλαδή μια ατομική επιλογή που μέσα από τη μαζική ταξική δράση φέρνει κατακτήσεις, ανοίγει νέους ορίζοντες, ακόμη κι αν έχει προσωρινές ήττες. Και από την άλλη, θα αντιμετωπίζουν με κριτική ματιά λάθη του κινήματος ιδεολογικού χαρακτήρα. Ετσι που η νέα ανάταση να μη γνωρίσει επιστροφή.
Διαμαρτυρόμενος και παίρνοντας υπό την προστασία του τους εκπροσώπους του «νέου κύματος» βγήκε και ο πεζογράφος Θανάσης Βαλτινός, που μας εγκαλεί επειδή δε γίναμε ευφυείς (!) και δε διδασκόμαστε από τα λάθη (ποια είναι αυτά; Το ότι το ΕΑΜ κτύπησε τα Τάγματα Ασφαλείας και άλλες οργανώσεις ως εχθρούς του λαού;), ενώ ανάγει σε ιστορικό δίδαγμα την αντιμετώπιση των τότε συνθηκών με μια «ανθρωπιά» που αγνοεί τις συνθήκες του πολέμου, που λίγο απέχει από την ιδεολογική κακομοιριά και που ταυτόχρονα αποδέχεται όσα ισχυρίζονται Ταγματασφαλίτες. Διαβάζουμε: «Τα Τάγματα έγιναν αργότερα. Ως αντίδρασις των όσων συνέβησαν. Των συλλήψεων και εκτελέσεων»[17]. «Οι αντάρτες χρησιμοποιούσαν πάντα μοναστήρια ως στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Ηταν μεγαλύτερο στρατόπεδο και είχε πληθυσμό ανακατεμένο ...γέρους και νήπια»[18].
Μέχρι και τα νήπια έπαιρναν οι αντάρτες ως ομήρους!... Ενώ είχαν και στρατόπεδα συγκέντρωσης!!! Αμάχων... Και σε άλλο σημείο: «Τότε δημιουργήθηκαν τα Τάγματα της Πελοποννήσου. Την άνοιξη του '44. Οταν ήταν σαφές ότι οι Γερμανοί χάνουν τον πόλεμο. Οταν έγινε επίσης σαφές πόσο θα κινδύνευαν όλοι όσοι θα ήσαν στο έλεος του ΕΛΑΣ, μετά την κατάρρευση των Γερμανών»[19]! Ολοι...
Ωστε γι' αυτούς τους λόγους δημιουργήθηκαν τα Τάγματα Ασφαλείας;
Ο χαρακτήρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου
Οι μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις (Βρετανία κ.ά.) είδαν στο πρόσωπο του χιτλερικού φασισμού το πιο κατάλληλο και ισχυρό όπλο του καπιταλισμού για το κτύπημα της Σοβιετικής Ενωσης και την ανατροπή της εργατικής εξουσίας. Ομως, ήσαν τόσο οξυμένες οι αντιθέσεις ανάμεσα στα καπιταλιστικά κράτη, της Γερμανίας - Ιταλίας κ.ά. από τη μια, και της Βρετανίας - ΗΠΑ κ.ά. από την άλλη, που έστρεψαν τελικά τη μια πλευρά εναντίον της άλλης, παρά το γεγονός ότι ο στόχος όλων ήταν η Σοβιετική Ενωση.
Αν και η Σοβιετική Ενωση επέμενε στην πραγματοποίηση αντιχιτλερικής συμφωνίας χρόνια πριν, οι Αγγλοαμερικανοί συνήψαν με τη Σοβιετική Ενωση αντιχιτλερική συμμαχία μόνο όταν σημειώθηκε στροφή στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (μετά τη μάχη του Στάλινγκραντ) και άρχισε η επέλαση του Κόκκινου Στρατού, που είχε πάρει στο κατόπι τις γερμανικές στρατιές. Ομως και πάλι δε σταμάτησαν οι μυστικές συζητήσεις ανάμεσα στη Γερμανία και στις μη φασιστικές καπιταλιστικές κυβερνήσεις, πάντα με στόχο τη Σοβιετική Ενωση.
Επιτεύχθηκε, λοιπόν, μια συμμαχία, που ήταν ηλίου φαεινότερο ότι είχε βραχύβιο χαρακτήρα. Την ημερομηνία λήξης της καθόριζε ο χρόνος της φασιστικής ήττας. Ωστόσο, η ταξική αντίθεση ανάμεσα στον καπιταλισμό και στο σοσιαλισμό δεν ήταν δυνατό να εξαφανισθεί. Συνέχιζε να υπάρχει και να λειτουργεί, που σήμαινε ότι το «αντιφασιστικό» περιεχόμενο που έδινε στην πάλη της η κάθε συμμαχική πλευρά, δεν ήταν το ίδιο.
Η προσφορά της Σοβιετικής Ενωσης στη συντριβή του φασισμού υπήρξε καθοριστική. Μόνο οι νεκροί της φτάνουν στο ανατριχιαστικό ύψος των είκοσι δύο εκατομμυρίων! Υπολογίζεται ότι, μαζί με τους τραυματίες και τους αρρώστους, ο συνολικός αριθμός των θυμάτων αγγίζει τα τριάντα εκατομμύρια! Πέρα από τις τρομακτικές καταστροφές που υπέστησαν χιλιάδες πόλεις, χωριά και υποδομές.
Η στρατιωτική μηχανή της ΕΣΣΔ, που μπόρεσε να γίνει ισχυρότατη ως αποτέλεσμα της πολιτικής της εκβιομηχάνισης και της κολλεκτιβοποίησης, στηριζόταν πρωταρχικά στον πρωτοποριακό ρόλο του Κομμουνιστικού Κόμματος, στην οργάνωση του εργατικού κράτους, καθώς και σε ένα τεράστιο πολύμορφο δίκτυο οργάνωσης των λαϊκών μαζών. Οπως έγραψε ο καθηγητής ιστορίας Γιώργος Μαργαρίτης, «οι οργανωτικές και μαχητικές επιδόσεις του σοβιετικού στρατού θα ήσαν ίσως ανεξήγητες, αν δε συνοδεύονταν από αντίστοιχες στην πολιτική και κοινωνική οργάνωση. Αν, επίσης, δε συνοδεύονταν από μια εκτεταμένη συναίνεση και υποστήριξη των μηχανισμών του καθεστώτος από τη μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού»[20].
Κατοχικές κυβερνήσεις - τάγματα ασφαλείας
Οταν ο Ιωάννης Δ. Ράλλης, σε συνεργασία με τις Γερμανικές Αρχές, ανέλαβε την 7η Απριλίου 1943 να σχηματίσει κυβέρνηση (η τρίτη Κατοχική), είχε έναν ξεκάθαρο στόχο, τον οποίο ο ίδιος υπογράμμισε και αργότερα στην απολογία του στο δικαστήριο των δοσίλογων: «...είχον επιτακτικόν καθήκον να αποτρέψω από την Ελλάδα τον παντελή όλεθρον εξ ου ηπειλείτο, τον εκ της ανατροπής του κοινωνικού της καθεστώτος...»[21].
Αυτή η έγνοια δε βάραινε στη σκέψη μόνο του Ράλλη και στο τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου που στήριξε ανοιχτά την κυβέρνησή του. Είχε την άμεση ή έμμεση επιδοκιμασία και αστών πολιτικών που δεν πήραν μέρος στις κατοχικές κυβερνήσεις, ή κρατούσαν φαινομενικά αποστάσεις από αυτές. Ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός (μετέπειτα αντιβασιλεύς) όρκισε την κυβέρνηση Ράλλη, ενώ στη δίκη των δοσίλογων ο αρχηγός του κόμματος των «Φιλελευθέρων» Θεμ. Σοφούλης βεβαίωσε το δικαστήριο ότι ο Ράλλης «εθνικώς πολιτεύθη».
Πολιτική κάλυψη στην κυβέρνηση Ράλλη έδωσαν με τις καταθέσεις τους στη δίκη ο Γ. Καφαντάρης και άλλοι αστοί πολιτικοί, όπως οι Κ. Ρέντης, Δημ. Μάξιμος, Ιωάννης Θεοτόκης, Γεωργ. Στράτος, Δημ. Γιαννόπουλος, ενώ ο Θεόδωρος Πάγκαλος πιστοποίησε ότι «όλοι οι αρχηγοί κομμάτων συνεφώνουν επί της ανάγκης υπάρξεως κυβερνήσεως»[22] (να σημειωθεί ότι ο Θ. Πάγκαλος και ο πρώην πρωθυπουργός Στυλ. Γονατάς ήσαν πρωτεργάτες της δημιουργίας των Ταγμάτων Ασφαλείας).
Είναι δευτερεύουσας σημασίας, σε σχέση με τον κύριο, οι λόγοι που κατά μία άποψη οδήγησαν τους τρεις πρωθυπουργούς της Κατοχής και πολλούς άλλους να συνεργαστούν με τους Γερμανούς. «...συναίνεσαν στην κατοχή είτε για προσωπικό όφελος, είτε επειδή πίστευαν ότι οι Γερμανοί είχαν κερδίσει τον πόλεμο, είτε επειδή δεν έβλεπαν άλλη ελπίδα επιβιώσεως»[23].
Οι Γερμανοί κατακτητές είχαν ανάγκη κυβερνήσεων, που θα τις αποτελούσαν Ελληνες, οι οποίοι θα έβαζαν «πλάτη» στην καθυπόταξη του λαού, στην καταστολή του, αλλά είχαν ανάγκη και από κάποια διοίκηση που θα ασκούσε τις λειτουργίες του αστικού κράτους. Από την άλλη, η αστική τάξη της Ελλάδας, επίσης, είχε συμφέρον από τα παραπάνω, προσβλέποντας στη διατήρηση της κυριαρχίας της μετά τον πόλεμο. Βασική προϋπόθεση γι' αυτό ήταν η συνέχιση και ενίσχυση του κράτους κατά την περίοδο της Κατοχής.
Είναι αξιοθαύμαστη η ταξική συνέπεια της αστικής τάξης, όπως εκδηλώθηκε εκείνα τα χρόνια. Σε συνθήκες που ένα κομμάτι του κρατικού μηχανισμού μετακόμιζε στο εξωτερικό και αυτό που απέμεινε είχε κουτσουρευτεί εξαιτίας της Κατοχής, η αστική τάξη επέμενε στη διατήρηση και ενίσχυση του κράτους της μετερχόμενη όλων των μέσων.
Ελεγε ως προς αυτό ο Ι. Ράλλης: «Αλλά το κράτος, κύριοι δικασταί, δεν παύει υπάρχον και μετά την κατοχήν, αποτελούσαν άλλως τε, καθ' ομόφωνον διεθνή γνώμην, προσωρινήν όλως κατάστασιν»[24]. «Εχον όθεν το κατά την κατοχήν υπάρχον κράτος το δικαίωμα και την υποχρέωσιν να ζη, έχει ανάγκην νόμων, διαταγμάτων, πιστώσεων, πράξεων. Λοιπόν, αυτά όλα ποιος θα τα έκαμνε;»[25]. «Μάλιστα δε, όταν αι αρχαί της κατοχής λέγουν "ενεργήσατε όπως θέλετε ως προς τα κυριαρχικά σας δικαιώματα, τα οποία δε θέλω να θίξω, εφ' όσον οι πολεμικοί μου σκοποί δεν παρακωλύονται εκ των σχετικών ενεργειών σας", δεν βλέπω ότι έχει συμφέρον το υπό κατοχήν κράτος να είπη: "Οχι, δι' όνομα του Θεού"...»[26]. Το μέλημα, λοιπόν, ήταν το κράτος. Το κράτος, ανεξάρτητα από την έκβαση του πολέμου.
Και πράγματι, το αστικό κράτος λειτούργησε σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής, ενισχύοντας πιο ωμά τον κατασταλτικό χαρακτήρα του εναντίον του λαού. Η Ειδική Ασφάλεια και όλοι οι ανάλογοι μηχανισμοί διέπρεψαν σε δολοφονικές επιδόσεις. Στην Ειδική Ασφάλεια δολοφονήθηκε μετά από φρικτά βασανιστήρια η Ηλέκτρα Αποστόλου, από Ελληνες (Λάμπου κ.ά.), καθώς και χιλιάδες που μαρτύρησαν στο κολαστήριο της οδού Μέρλιν.
Αλλά το κράτος ήταν κύριο μέλημα και των άλλων αστών πολιτικών, αυτών που είχαν συγκροτήσει την κυβέρνηση του Καΐρου. Ο Θεμ. Τσάτσος, υπουργός της Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση «Εθνικής Ενώσεως» έκανε τις ακόλουθες δηλώσεις την 9η Ιουνίου 1944: «...ούτω και εις την υπηρεσίαν του υπουργείου της Δικαιοσύνης πρέπει να επικρατήση το αίσθημα ότι απαρεγκλίτως άκαμπτος θα είναι η θέλησις προς εργασίαν και προς επιβολήν της τάξεως. Εκ της θελήσεως ταύτης θα προκύψη η έννοια του κράτους. Οσοι θέλουν να συμμορφωθούν προς την τοιαύτην έννοιαν του κράτους, θα έχουν στάδιον δράσεως. Οσοι θελήσουν να επιμείνουν εις τας κτηθείσας κακάς έξεις, θα παραμεριστούν και εάν επιμείνουν θα συντριβούν»[27]. Και όπως είναι επόμενο, συνέδεε αυτά τα λόγια με τα παρακάτω: «Ητο πνεύμα διαποτισμένον από την θέλησιν να φθάσωμεν εις την απελεύθερωσιν του ελληνικού λαού από τον εχθρόν, την εαμικήν τρομοκρατίαν και την συσσωρευθείσαν δυστυχίαν διά της εθνικής ενώσεως»[28], (υπογράμμιση Μ.Μ.).
Ομως, η ύπαρξη και ενίσχυση του κράτους απαιτούσε και τη δημιουργία του ενόπλου τμήματός του. Σε καμιά περίπτωση δεν επαρκούσε ο στρατός που βρισκόταν στη Μέση Ανατολή, που άλλωστε θα μπορούσε να παίξει τον κύριο ρόλο υπέρ της αστικής τάξης μετά την Κατοχή. Επρεπε να δημιουργηθεί στρατός εδώ, στο εσωτερικό. Γιατί εδώ βρισκόταν η απειλή. Ετσι, οι αστοί πολιτικοί με άκρα κυνικότητα ομολόγησαν τους σκοπούς τους, συκοφαντώντας ταυτόχρονα τους αντιπάλους τους, δηλαδή το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, κάνοντας λόγο για «ερυθρούς δολοφόνους»!
Για «ερυθρούς δολοφόνους» μιλούσε και ο Ι. Ράλλης, εξηγώντας γιατί επέμενε και τελικά δημιούργησε μαζί με τις γερμανικές αρχές τα περιβόητα Τάγματα Ασφαλείας. Είπε στην απολογία του: «...ο αρχικός μου σκοπός της συγκροτήσεως των ευζωνικών σχηματισμών υπήρξεν η ανάγκη σχηματισμού μικράς τινός στρατιωτικής δυνάμεως μελλούσης να χρησιμεύση ως πυρήν του κατά την ειρήνην μέλλοντος να σχηματισθή εθνικού μας στρατού, πυρήνος απολύτως αναγκαίου... κατ' Απρίλιον 1943 επέμενον έτι περισσότερον επί της ανάγκης σχηματισμού των μικρών αυτών Ελληνικών τμημάτων, διότι εμφανώς πλέον έβλεπαν τας προθέσεις του ΕΑΜ και εθεώρουν ότι ήτο απαραίτητος ανάγκη να υπάρχουν τμήματα απολύτως εθνικιστικά, δυνάμενα να αντιπαλαίσουν κατά των καταχθόνιων σκοπών του κομμουνισμού»[29]. Και όπως παρατήρησε ο Κρις Γουντχάουζ, υπαρχηγός της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής στην Ελλάδα κατά την περίοδο της Κατοχής, «...τα Τάγματα Ασφαλείας με μεγάλη τους ευχαρίστηση θα έδειχναν την αφοσίωσή τους στις νέες ελληνικές αρχές, όπως την είχαν δείξει και στις παλιές»[30].
Οτι τα Τάγματα Ασφαλείας αποτέλεσαν ένα ακόμη οπλισμένο γερμανικό χέρι, είναι πέρα από κάθε αμφιβολία. Βρισκόντουσαν υπό γερμανική διοίκηση. Τα όπλα τους ήσαν γερμανικά. Με τον γερμανικό στρατό διενεργούσαν από κοινού επιθέσεις, εφόδους, συλλαμβάνανε αιχμαλώτους, έκαιγαν, βασάνιζαν, δολοφονούσαν. Ωστόσο, δε νομίζουμε ότι «ο δοσιλογισμός, δε συνειδητοποίησε ποτέ τον ρόλο των Ταγμάτων Ασφαλείας στη διχαστική στρατηγική των Γερμανών», όπως γράφτηκε από έγκριτο ιστορικό. Οχι απλώς τον συνειδητοποίησε, αλλά και τον αξιοποίησε όσο μπορούσε, για λόγους ταξικούς, που τότε τους υπηρετούσε με την ένταξή του στη στρατηγική των Γερμανών.
Οπως είναι και πέρα από κάθε αμφιβολία ότι για τον ίδιο λόγο και οι Εγγλέζοι είχαν επαφές με τα Τάγματα Ασφαλείας, ενίσχυαν την ένταξη ατόμων σε αυτά, ενώ εφοδίαζαν τα Τάγματα Ασφαλείας και με όπλα που στέλνονταν από τη Μ. Ανατολή. Ο στρατηγός Τσακαλώτος είναι αποκαλυπτικός: «Τα όπλα παρελήφθησαν νύχτα κοντά στις ακτές της Μονής Κερατέας και μετεφέρθησαν εις Αθήνας, τα δε τμήματα της οργανώσεως Χ και αι δεκάδες των αξιωματικών, οι οποίοι διετέθησαν, εξετέλεσαν το καθήκον των μετά αυτοθυσίας και τόλμης παραδειγματικής»[31].
Το γεγονός ότι οι Βρετανοί αποδοκίμασαν στη Συμφωνία της Καζέρτας τα Τάγματα Ασφαλείας, αποτελούσε καθαρά έναν ελιγμό, προκειμένου να τσουβαλιάσουν το ΚΚΕ - ΕΑΜ, που έθεταν αυτόν τον όρο. Σε έκθεσή του στο Φόρεϊν Οφφις ο Κρις Γουντχάουζ υποστήριζε: «Η πόρτα θα πρέπει να αφεθεί ανοικτή στους αξιωματικούς και άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας, που αντιπροσωπεύουν το αντίθετο άκρο από το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και αποτελούνται από κακοποιά στοιχεία και πατριώτες στην ίδια περίπου αναλογία, όπως στο ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Πολλοί εμπνέονται από πατριωτικούς σκοπούς και πολλοί κατατάχτηκαν από πείνα, αλλά λίγοι θα δηλώνονταν φιλογερμανοί ή φιλοράλληδες»[32].
Επίσης, ο αντισυνταγματάρχης Μπαρνς (Βρετανός σύνδεσμος στο αρχηγείο του Ζέρβα) σε έκθεσή του για την περίοδο Ιούλη 1943 - Απρίλη 1944 αναφέρει: «Γνωρίζω μερικούς αξιωματικούς πολύ καλής φήμης που έχουν ενωθεί με τον Ράλλη, λένε ότι ο λόγος που ενήργησαν έτσι, είναι ότι είδαν τον ΕΛΑΣ να κυριαρχεί στην Ελλάδα. Η αναμενόμενη απόβαση από τη Βρετανία, προς απογοήτευσή τους, δεν έγινε. Πιστεύουν ότι πρέπει να σώσουν την Ελλάδα από τον κομμουνισμό και έτσι ενώθηκαν με τον Ράλλη, σαν το μικρότερο κακό»[33].
Προς απογοήτευση, λοιπόν, των Ταγματασφαλιτών, η Βρετανική απόβαση δεν έγινε στην Ελλάδα, ώστε πολλοί από αυτούς να αλλάξουν αμέσως στρατόπεδο πηγαίνοντας με τους Βρετανούς. Μα αυτό ακριβώς φοβόντουσαν και οι Γερμανικές Αρχές Κατοχής, με αποτέλεσμα να μην εγκρίνουν αρχικά τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας. Γιατί, είναι γνωστό, πως από τον Οκτώβριο του 1942 είχαν ζητήσει από τον Ι. Ράλλη να σχηματίσει κυβέρνηση αντικαθιστώντας την κυβέρνηση Τσολάκογλου. Ο Ράλλης είχε θέσει τότε ως έναν από τους όρους, για να δεχτεί, τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας. Οι Γερμανοί δεν την αποδέχτηκαν, επειδή δεν ήσαν σίγουροι για το τι θα έκαναν τα Τάγματα Ασφαλείας (ή μεγάλο τμήμα τους προφανώς), αν οι Εγγλέζοι αποβιβάζονταν σε Ελλάδα - Βαλκάνια, οπότε και ο Ι. Ράλλης δε δέχτηκε τότε να σχηματίσει κυβέρνηση. Οι Γερμανοί συμφώνησαν αργότερα με τον όρο του Ράλλη και πέταξαν στην άκρη την κυβέρνηση Λογοθετόπουλου (αντιπρόεδρος στην κυβέρνηση Τσολάκογλου) που είχε διαδεχτεί την κυβέρνηση Τσολάκογλου. Γιατί στο μεταξύ διαφαινόταν η κατάρρευση της Ιταλίας και οι δυνάμεις του ΕΑΜ είχαν αναπτυχθεί κατά πολύ, ενώ και στο Ρωσικό μέτωπο η κατάσταση είχε γίνει δραματική για τους Γερμανούς. Προτίμησαν, λοιπόν, να «μη χύνεται το πολύτιμο γερμανικό αίμα».
Δεν είναι καθόλου τυχαίο, φυσικά, ότι το δικαστήριο των δοσίλογων απάλλαξε από την κατηγορία της ίδρυσης των Ταγμάτων Ασφαλείας τους κατηγορούμενους γι' αυτήν. Επειδή επρόκειτο για δίκη παρωδία; Βεβαίως. Αλλά ήταν δίκη παρωδία ακριβώς επειδή πρυτάνευσαν τα κοινά ταξικά συμφέροντα των συνεργατών των Γερμανών και των άλλων αστών. Εχει θέση εδώ το σκωπτικό που παραθέτει ο Κρις Γουντχάουζ στο βιβλίο του: «Οταν ακούω να λένε ότι ο Ελληνας πολιτικός κ. Πόπουλος βρίσκεται λίγο προς τ' αριστερά του κ. Σκοπόπουλου, δεν καταλαβαίνω τι εννοούν. Δεν καταλαβαίνω τουλάχιστον περισσότερο απ' όσο θα καταλάβαινε κάποιος που ζει στο φεγγάρι»[34].
Τα Τάγματα Ασφαλείας, στα οποία εντάχθηκαν και βενιζελικοί αξιωματικοί, ορισμένοι από τους οποίους ήσαν απότακτοι του στρατιωτικού κινήματος (Βενιζέλος εναντίον Βασιλιά) της 1ης Μαρτίου 1935, χρησιμοποιήθηκαν και από τους Βρετανούς - Παπανδρέου κατά τη Δεκεμβριανή σύγκρουση του 1944, παρά τα όσα αντίθετα υποστηρίζονται και παρά την κυβερνητική απόφαση παράδοσης του οπλισμού τους αμέσως μετά την απελευθέρωση της Αθήνας (12 Οκτωβρίου 1944). Στην πραγματικότητα ποτέ δεν αφοπλίστηκαν ουσιαστικά (Ο Γ. Ράλλης υποστηρίζει ότι η επαναφορά στην ενέργεια, διά των Ταγμάτων Ασφαλείας, των απότακτων του 1935 Βενιζελικών και Πλαστηρικών αξιωματικών έγινε μετά από αίτημα του Θ. Σοφούλη).
Αρχικά τα Τάγματα Ασφαλείας ιδρύθηκαν στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη (3 τάγματα σε κάθε μία πόλη) και επεκτάθηκαν κυρίως στην Πελοπόννησο και στην Εύβοια, αλλά και σε περιοχές της Στερεάς Ελλάδας. Οντως, η πλειοψηφία τους προερχόταν από τα εξαθλιωμένα λαϊκά στρώματα, αφού οι εύποροι δεν έδειχναν διάθεση να καταταγούν σε αυτά, προς αποφυγή των κινδύνων. Και εννοείται ότι τα Τάγματα Ασφαλείας ουδέποτε στράφηκαν κατά των Εγγλέζων ή του ΕΔΕΣ. Στράφηκαν αποκλειστικά κατά του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και κατά των αμάχων. Ενώ ο Γεώργιος Ράλλης υποστηρίζει, ότι «...τα Τάγματα είχαν οπλιστεί με όπλα γερμανικά προς αντιμετώπισιν του εκ των αναρχικών κινδύνου και από απόψεως στρατιωτικής ηθικής θα ήτο άτιμον να χρησιμοποιηθούν τα όπλα ταύτα εναντίον των Γερμανών»[35]!!!.
Χρησιμοποιήθηκαν, λοιπόν, εναντίον του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και κατά των αμάχων, στην προσπάθεια να τρομοκρατηθεί ο λαός, να πάψει να υποστηρίζει τον ΕΑΜικό αγώνα, και βεβαίως για να μείνουν στην άκρη ταλαντευόμενα μικρομεσαία στρώματα, που τότε αποτελούσαν και τη μεγάλη πληθυσμιακή πλειοψηφία, σε σχέση με το αριθμητικό ποσοστό της εργατικής τάξης.
Δεν έχουμε χρείαν άλλων μαρτύρων, προκειμένου να διαπιστώσουμε για ποιους λόγους δημιουργήθηκαν στην Κατοχή τα Τάγματα Ασφαλείας, η οργάνωση Χ, η ΠΑΟ και οι διάφορες άλλες. Ούτε για το ρόλο τους ως γερμανικής δύναμης.
Το ΕΑΜ
Οι πρώτοι κομμουνιστές που δραπέτευσαν από τους τόπους εξορίας το 1941, καθώς και οι λίγοι παράνομοι, έσπευσαν αμέσως να συνεχίσουν τον αγώνα, να ανασυγκροτήσουν το ΚΚΕ, που είχε υποστεί φοβερά οργανωτικά χτυπήματα από τη δικτατορία του Μεταξά και να πρωτοστατήσουν στην Αντίσταση κατά των κατακτητών, με τη δημιουργία του Εργατικού ΕΑΜ στην αρχή, στη συνέχεια του ΕΑΜ (την 27η Σεπτέμβρη 1941).
Ξεκίνησαν μια χούφτα άνθρωποι και κατέληξαν να γίνουν εκατομμύρια, έστω κι αν στην Αντίσταση δεν πήρε μέρος «σύσσωμο το έθνος», όπως ειρωνεύεται ο Ν. Μαραντζίδης.
Το εύρος των λαϊκών δυνάμεων που συσπείρωσε το ΕΑΜ, το δείχνουν οι αριθμοί: Τις μέρες της απελευθέρωσης η οργανωμένη δύναμη του ΚΚΕ ξεπερνούσε τις 430.000 μέλη, του ΕΑΜ το 1.500.000, ενώ στις εκλογές για την ανάδειξη της ΠΕΕΑ (κυβέρνησης του Βουνού), παρότι δεν έγινε δυνατό να πραγματοποιηθούν σε ολόκληρη την Ελλάδα, ψήφισαν περισσότερα από 1.800.000 άτομα άνω των 18 χρόνων (για πρώτη φορά και οι γυναίκες) μέσα σε συνθήκες Κατοχής. Και βεβαίως όλοι αυτοί είχαν και την πολιτική τους επιρροή σε μη οργανωμένα τμήματα του λαού, γεγονός όχι αμελητέο...
Ποια είναι η ουσία, όσον αφορά στο ΚΚΕ; Οτι όλος αυτός ο κόσμος του αναγνώριζε την «πρωτοκαθεδρία» στο λαϊκό μέτωπο. Αυτή την «πρωτοκαθεδρία» το ΚΚΕ την κατέκτησε με το αίμα και τη δράση χιλιάδων κομμουνιστών. Για παράδειγμα, κάτι θα έχουν ακούσει οι του «νέου κύματος» για τους 200 εκτελεσμένους κομμουνιστές στην Καισαριανή...
Δεν αντέχει στην κριτική ο ισχυρισμός του Μαζάουερ, ότι «πολλά από τα μέλη του ΕΑΜ, που αυξάνονταν με γρήγορους ρυθμούς, δεν αντιλαμβάνονταν ότι πίσω από αυτό βρισκόταν το Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο εκμεταλλευόταν για δικούς του σκοπούς τη γενική δυσφορία απέναντι στην κυριαρχία του Αξονα, πολύ πιο επιτυχημένα από τους προπολεμικούς αντιπάλους του»[36]. Οπως δεν αντέχει και του Θ. Βαλτινού, ο οποίος γράφει το ακριβώς αντίθετο: ότι κυνηγήθηκε από τον ΕΛΑΣ κάποιος, επειδή του ζητήθηκε να οργανωθεί στο ΚΚΕ και εκείνος αρνήθηκε! Γιατί ήθελε να πολεμήσει για την πατρίδα, ενώ το ΚΚΕ πάσκιζε να τον στρατολογήσει με το ζόρι!..
Επίσης δεν αντέχει στην κριτική και ο άλλος ισχυρισμός του Μαζάουερ, ότι «σε αντίθεση με τη Γαλλία, για παράδειγμα, η κομμουνιστική τακτική στην Ελλάδα έμελλε να μονοπωλήσει την ένοπλη αντίσταση και να επιμείνει στη στράτευση σε ένα και μοναδικό κίνημα Λαϊκού Μετώπου, όπου κυριαρχούσαν το κόμμα και τα στελέχη του»[37].
Στο ΕΑΜ είχε συγκροτηθεί η συμμαχία ανάμεσα στην εργατική τάξη, την αγροτιά και άλλα λαϊκά στρώματα των πόλεων. Το ΕΑΜ ήταν κοινωνικοπολιτική συμμαχία και όχι μια οργάνωση που την αποτελούσαν το ΚΚΕ και μερικά πολιτικά πρόσωπα. Αυτό δεν μπορεί να παραγνωρίζεται και μάλιστα επιπόλαια (ή... όχι;), όπως κάνει ο Μαζάουερ.
Το ΚΚΕ δεν έκρυψε ποτέ τους σκοπούς του. Το κομμουνιστικό κίνημα σε όλο τον κόσμο διακηρύσσει φανερά τους σκοπούς του από τότε που γράφτηκε το Κομμουνιστικό Μανιφέστο (1848). Εχουν διαβάσει τα κείμενα του ΚΚΕ των χρόνων της Κατοχής (αποφάσεις της Κεντρικής Επιτροπής και άλλες);
Οσο για τη «μονοπώληση της Αντίστασης», τι να πει κανείς; Εδώ, μέχρι και στον Γ. Παπανδρέου είχε προταθεί να αναλάβει την ηγεσία του ΕΑΜ! Μέχρι και στο Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής είχε εντάξει ο ΕΛΑΣ τις δυνάμεις του! Οχι μόνο δεν υπήρξε μονοπώληση, αλλά ακολουθήθηκε πολιτική «εθνικής ενότητας»!..
Το κυρίαρχο πολιτικό ρεύμα της εποχής, το ΕΑΜ, συσπείρωσε χιλιάδες και χιλιάδες απλούς ανθρώπους, που πάλευαν κατά της Κατοχής, αλλά και προσβλέποντας σε καλύτερες μέρες για το λαό μετά την Κατοχή. Δεν έδιναν τη ζωή τους για να επανέλθει ο τόπος σε χρόνια σαν της 4ης Αυγούστου (1936 - 1941, δικτατορία Μεταξά), ούτε και στα χρόνια πριν απ' αυτή, που ο λαός γνώρισε απίστευτες στερήσεις, περιπέτειες, εξαθλίωση.
Βεβαίως, δεν υπήρχε ο ίδιος βαθμός συνειδητοποίησης σε όλα τα τμήματα αυτού του πελώριου κινήματος, πράγμα φυσικό. Ομως, έτσι ή αλλιώς, το ΕΑΜικό κίνημα κινιόταν στην παραπάνω ιδεολογικοπολιτική κατεύθυνση.
Αντικειμενικά, ο αντιφασιστικός και εθνικοαπελευθερωτικός χαρακτήρας της πάλης του ΕΑΜ συνδεόταν με το ζήτημα του χαρακτήρα της εξουσίας, ανεξάρτητα από το πόσο πετυχημένα το έθετε το ΚΚΕ και πώς το προωθούσε μέσα στο ΕΑΜ. Δηλαδή, όπως έδειξε και η εξέλιξη των γεγονότων, ανεξάρτητα από τις αδυναμίες του ΚΚΕ στην επεξεργασία και προώθηση της στρατηγικής, στο θέμα της εξουσίας.
Ομως, ακριβώς επειδή το ΕΑΜ καλούσε σε δράση για καλύτερες μέρες, ακριβώς γι' αυτό μπορούσε και η πάλη του κατά των Γερμανοϊταλών και Βουλγάρων κατακτητών να είναι πιο αποφασιστική, πιο μαζική, πιο ουσιαστική, να συνεπαίρνει χιλιάδες εργάτες και αγρότες, τη νεολαία. Αυτό δεν το μπορούσαν οι άλλες αντιστασιακές οργανώσεις. Γιατί δεν το ήθελαν...
Το ΕΑΜ απόκτησε τεράστια μαζικότητα γιατί υπήρξε λαϊκό δημιούργημα. Στάθηκε δίπλα στο λαό στις πιο δύσκολες συνθήκες. Οργάνωσε τη μαζική ένοπλη πάλη του, τον έσωσε από την πείνα, έβγαλε πλατιές μάζες από την πολιτική καθυστέρηση, καλλιέργησε αξίες, δημιούργησε φύτρα λαϊκής εξουσίας στα εδάφη της ελεύθερης Ελλάδας.
Το έργο του ΕΑΜ και πώς το δέχτηκε ο λαός, υποχρεώνεται να το αναγνωρίζει ακόμη και ο Κρις Γουντχάουζ, που έκανε αναφορά στα πλεονεκτήματα που πρόσφερε στην ορεινή Ελλάδα η κυριαρχία του ΕΑΜ: «Τα οφέλη του πολιτισμού και της κουλτούρας εισέρευσαν στα βουνά για πρώτη φορά. Σχολεία, τοπική κυβέρνηση, δικαστήρια και υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, των οποίων η λειτουργία είχε διακοπεί με τον πόλεμο, επαναλειτούργησαν. Θέατρα, εργοστάσια, κοινοβουλευτικές συνεδριάσεις άρχισαν για πρώτη φορά»[38].
Πώς, λοιπόν, γίνεται να «μαζικοποιήθηκε το ΕΑΜ τρομοκρατώντας τον πληθυσμό», αλλιώς ότι «χρειάστηκε να επιστρατεύσει πρωτοφανείς μεθόδους πειθαναγκασμού και βίας για να εξαναγκάσει ή να παρακινήσει το λαό σε υποστήριξη και υπακοή»[39]; Οι του «νέου κύματος» έχουν έτοιμη την απάντηση: «Αρχισε να αλλάζει τότε ο συσχετισμός των δυνάμεων σε βάρος του ΕΑΜ»!
Πότε συνέβη αυτό; Το χειμώνα του 1943 - 1944, λένε...
Ομως τα γεγονότα και οι αριθμοί (αναφέρονται παραπάνω) υπογραμμίζουν το αντίθετο: Οτι η πολύ γρήγορη μαζικοποίηση του ΕΑΜ άρχισε μετά τη μάχη του Στάλινγκραντ, όταν έπνευσε ισχυρότατος ο άνεμος που σάρωνε την ηττοπάθεια.
Η μαζικοποίηση συνεχίστηκε ιδιαίτερα στο διάστημα που εκείνοι αναφέρουν ως περίοδο αλλαγής του συσχετισμού δυνάμεων σε βάρος του ΕΑΜ. Και έφτασε στο αποκορύφωμα τον Απρίλη 1944 και στις μέρες που ζύγωνε η απελευθέρωση. Οχι φυσικά τρομοκρατώντας τους αμάχους...
Για τη βία
Οπως έχει ήδη σημειωθεί, γίνεται προσπάθεια σε πανευρωπαϊκό και σε παγκόσμιο επίπεδο να «ξαναγραφτεί» η ιστορία του Β' παγκόσμιου πολέμου. Στα πλαίσια της κυριαρχίας της αντεπανάστασης (1989 - 1991) επιδιώκεται να σβηστεί ο καθοριστικός ρόλος της Σοβιετικής Ενωσης στη συντριβή του χιτλερικού φασισμού και των συμμάχων του, να ξεχαστούν οι τεράστιες θυσίες της σε ανθρώπους και σε άψυχο υλικό, αλλά και να διασυρθεί το κομμουνιστικό κίνημα ως εγκληματικό! Από τη μια «ο κόκκινος και από την άλλη ο μαύρος φασισμός»!
Η 9η Μάη, Μέρα της Νίκης κατά του χιτλερικού φασισμού (1945), έγινε «Μέρα της Ευρώπης» με απόφαση της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Τα ναζιστικά σύμβολα αναβιώνουν σε χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης και της άλλης Ευρώπης. Στη Λιθουανία και στην Εσθονία κτίστηκαν μνημεία για τους πεσόντες (!) φασίστες και τους συνεργάτες τους, γκρεμίστηκαν μνημεία αντιφασιστών, ενώ στήθηκαν άλλα προς τιμή των Ες-Ες!! Συνεργάτες των Γερμανών ή αμερικανοθρεμμένοι απόγονοί τους έχουν αναδειχτεί σε υψηλά κρατικά αξιώματα πρώην σοσιαλιστικών χωρών. Η προσπάθεια να ξαναγραφτεί η ιστορία του Β΄ παγκόσμιου πολέμου εντείνεται και στην Ελλάδα.
Κατά την άποψη ορισμένων «μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου άρχισαν στη Γηραιά Ηπειρο μεγάλες ανακατατάξεις της δημόσιας ιστορίας και μνήμης»[40]! Ο Αντ. Λιάκος γράφει: «Στις Ανατολικές χώρες τα κριτήρια του τι αποτελούσε φασιστικό και τι αντιφασιστικό, τι αντίσταση και τι συνεργασία με τον κατακτητή, ήταν πάρα πολύ ελαστικά και χειραγωγήσιμα, ώστε να χωρούν σχεδόν κάθε αντίπαλο του μεταπολεμικού καθεστώτος. Οπως λοιπόν τότε, μαζί με τους εγκληματίες πολέμου εκκαθαρίστηκαν γενικώς οι αντίπαλοι των κομμουνιστών, έστω κι αν ήταν αθώοι του αίματος, έτσι και τώρα, η αναψηλάφηση εκείνων των υποθέσεων από τους ιστορικούς περιλαμβάνει και μεγάλο μέρος αναδρομικής δικαίωσης των συνεργατών του Αξονα ως αντιστασιακών έναντι του νέου κατακτητή, δηλαδή των κομμουνιστών»[41]!
Και παρακάτω: «Οι καινούριες χώρες της Κεντροανατολικής Ευρώπης φέρνουν στη συζήτηση μια περιγραφή της πολιτικής των κομμουνιστικών καθεστώτων, εξίσου ζοφερή με εκείνη του ναζισμού. Μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια, να σφυρίζουμε αδιάφορα, ή να απαντήσουμε νευρικά με το επιχείρημα των αντισταθμιστικών εγκλημάτων του καπιταλισμού;»[42]!
Ωστε «οι καινούριες χώρες (!) φέρνουν στη συζήτηση μια περιγραφή της πολιτικής των κομμουνιστικών καθεστώτων»;
Δεν πρόκειται για τις χώρες, αλλά για τις αντικομμουνιστικές κυβερνήσεις τους και τις διάφορες «μελετητικές» υπηρεσίες του ΝΑΤΟ και της ΕΕ που κατοικοεδρεύουν στις «καινούριες χώρες», «συμβουλεύοντας» τους θιασώτες του Βάτσλαβ Χάβελ, της δήθεν «Ανοιξης της Πράγας» του Ντούμπτσεκ (ιδού η... Ανοιξη) και άλλους αλλού, για το πώς πρέπει να κατασκευαστούν τα ιστορικά γεγονότα και να πλασαριστούν ως επιστημονική έρευνα.
Είναι οι ίδιοι μηχανισμοί που «επεξεργάζονται» κατασχεμένα ιστορικά Αρχεία, με στόχο να κάνουν το μαύρο άσπρο. Αλλά φαίνεται, ότι από τις τέτοιου τύπου «έρευνες» θέλγονται και ντόπιοι ιστοριογράφοι...
Οχι, δεν απαντάμε «με το επιχείρημα των αντισταθμιστικών εγκλημάτων του καπιταλισμού». Τα εγκλήματα του καπιταλισμού εκφράζονται σε δύο παγκόσμιους πολέμους που αυτός έφερε και σε 10άδες τοπικούς. Εκφράζονται στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι, στις σφαγές εκατομμυρίων ανά τον κόσμο, σε πολιτικές δολοφονίες, σε προβοκάτσιες ων ουκ έστιν αριθμός, στον κίνδυνο να ζήσει η ανθρωπότητα κι έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο! Εκφράζονται στην εκμετάλλευση της εργατικής τάξης από το κεφάλαιο καθημερινά. Τι σχέση έχουν όλα αυτά και άλλα με την αγωνιώδη προσπάθεια να γίνει άλμα του ανθρώπου στο μέλλον, με την κατάργηση της εκμετάλλευσης; Τι σχέση έχουν με τα εγκλήματα του καπιταλισμού, λάθη που ασφαλώς έγιναν (και σοβαρά) κατά τη διάρκεια της οικοδόμησης του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε; Και ας σημειωθεί, ότι αυτή η γιγάντια προσπάθεια γινόταν σε συνθήκες περικύκλωσης, υπονόμευσης, ψυχρού πολέμου, τον οποίο οι Αγγλοαμερικανοί ξεκίνησαν και στη συνέχεια συμμετείχαν όλα τα καπιταλιστικά κράτη.
Η ταξική πάλη είναι σκληρή. Το θέμα δε βρίσκεται σε αυτή τη διαπίστωση (αν και φαίνεται ότι πρέπει συχνά να τη θυμόμαστε), αλλά, έχοντας ως δεδομένη αυτή τη σκληρότητα, να βλέπουμε πού βρίσκεται κάθε φορά το δίκιο, από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων. Αλλος τρόπος και δρόμος δεν υπάρχει. Αν απορριφθεί αυτός, δε μένει παρά εκείνος της «κοινωνικής συναίνεσης», δηλαδή της υποταγής των λαϊκών στρωμάτων στο κεφάλαιο, κάτι που συστήνουν οι του «νέου κύματος».
Γράφει ο Στ. Καλύβας: «Δεν είναι εύκολο να μη διαπιστωθεί το παράδοξο του γεγονότος, πως όλη αυτή η βία του ΕΑΜ αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι του αγώνα για την "εθνική και κοινωνική απελευθέρωση" της Ελλάδας»[43].
«Παράδοξο γεγονός» η χρησιμοποίηση βίας από το ΕΑΜ! Ισως έπρεπε το ΕΑΜ να ρίχνει ροδοπέταλα...
Τι άποψη έχουν οι του «νέου κύματος» για τις αστικές επαναστάσεις στη Γαλλία, στις ΗΠΑ, στην Αγγλία και αλλού; Τι λένε για τη σφαγή δεκάδων χιλιάδων κομμουνάρων (1871); Τι για το «λουτρό αίματος» που ακολούθησε μετά την απελευθέρωση στη Γαλλία και στην Ιταλία κατά των δοσιλόγων Γάλλων και Ιταλών; Σε σύγκριση με το τι έγινε σε αυτές τις χώρες, η πάλη του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ κατά των Ταγμάτων Ασφαλείας, των Χιτών, των ΠΑΟτζήδων και των άλλων, είναι μάλλον συγκρατημένη...
Η ταξική πάλη δε γινόταν να μπει στο ράφι στα χρόνια της Κατοχής. Ταξική πάλη έκανε, για τα δικά της συμφέροντα φυσικά, η εγχώρια αστική τάξη, το ίδιο και οι Εγγλέζοι. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η τόση προσπάθεια Εγγλέζων και Ελλήνων αστών πολιτικών να συμφωνήσουν ΚΚΕ και ΕΑΜ στο Λίβανο και στην Καζέρτα και να υπογράψουν τις σχετικές συμφωνίες. Το ίδιο και του Γ. Παπανδρέου, όταν καλούσε τον Τσόρτσιλ να στείλει στρατό στην Αθήνα «προ της διαμορφωθείσης κρισίμου καταστάσεως...».
Το θέμα, λοιπόν, είναι να κρίνεται κάθε φορά ποιος και για ποιο λόγο ασκεί τη βία. Γιατί υπάρχει βία δίκαιη και άδικη. Που δεν ασκείται μόνο με τα όπλα. Είναι πολύμορφη. Σήμερα, για παράδειγμα στην Ελλάδα, σε αυτό το πρότυπο δημοκρατίας, όπως λένε οι του «νέου κύματος», δεν ασκείται βία; Ας κάνουν μια βόλτα στους τόπους δουλιάς, να το διαπιστώσουν...
Δίκαιη είναι η βία των πολλών, των λαϊκών πλειοψηφιών εναντίον της βίας των εκμεταλλευτών, των καταπιεστών κλπ. Βία ασκεί και η ιρακινή αντίσταση κατά των κατακτητών. Βία μετέρχεται και ο παλαιστινιακός λαός, αλλά ασκεί τη βία του αδικημένου στη βία του αδικητή. Το ίδιο έκανε και ο λαός του Βιετνάμ και δεκάδες άλλοι σε αγώνες επαναστατικούς, εθνικοαπελευθερωτικούς κ.ά.
Από αυτή την άποψη δεν υπάρχουν πολλές αλήθειες για το ίδιο πράγμα. Υπάρχουν διαφορετικές αλήθειες που αντιστοιχούν σε διαφορετικά συμφέροντα. Ο ΕΑΜικός αγώνας ήταν δίκαιος για τη λαϊκή πλειοψηφία της Ελλάδας. Δίκαιος ήταν ο αγώνας του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και τις ημέρες του Δεκέμβρη 1944, όπως και ο αγώνας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Οσο κι αν αναθεματίζονται, αποτελούν ορόσημα της ταξικής πάλης, ανεξάρτητα από τα όποια λάθη έγιναν πριν και κατά τη διεξαγωγή τους.
Ομως οι εμφύλιες συγκρούσεις, που ασφαλώς υπήρξαν στα χρόνια 1941 - 1944, δε βάζουν τη σφραγίδα τους σε εκείνη την περίοδο. Το κυρίαρχο των χρόνων 1941 μέχρι την απελευθέρωση της Αθήνας (12 Οκτώβρη 1944) είναι η Κατοχή και η πάλη του ΕΑΜ κατά των κατακτητών. Αντίθετα, οι 33 ημέρες των μαχών του Δεκέμβρη 1944 και τα χρόνια 1946 - 1949 ήταν ημέρες και χρόνια εμφύλιου πολέμου, παρά την ενεργό στρατιωτική παρουσία των Εγγλέζων αρχικά και των Αμερικανών αργότερα.
Οι εκπρόσωποι του «νέου κύματος» χαρακτηρίζουν την αντίθετη σκέψη ως «ανοίκεια επίθεση». Και παίρνουν υπό την προστασία τους τον Στεφάν Κουρτουά, που πήγε προσκαλεσμένος στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, να μιλήσει για τα «εγκλήματα του κομμουνισμού»!
[1] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ.161-204, εκδόσεις «ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ».
[2] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 166.
[3] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 174.
[4] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 171.
[5] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 26.
[6] «ΤΑ ΝΕΑ», 20.3.2004.
[7] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 17.
[8] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 201.
[9] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 182.
[10] «ΤΑ ΝΕΑ», 20.3.2004.
[11] «ΤΑ ΝΕΑ», 29.5.2004.
[12] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 182.
[13] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 196.
[14] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 198.
[15] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 170.
[16] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 17-18.
[17] Θανάσης Βαλτινός: «Ορθοκωστά», εκδόσεις ΩΚΕΑΝΙΔΑ, σελ. 127.
[18] Θανάσης Βαλτινός: «Ορθοκωστά», εκδόσεις ΩΚΕΑΝΙΔΑ, σελ. 137.
[19] Θανάσης Βαλτινός: «Ορθοκωστά», εκδόσεις ΩΚΕΑΝΙΔΑ, σελ. 22-23.
[20] «ΤΑ ΝΕΑ», 21-22.8.2004.
[21] «Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», σελ. 28, ΑΘΗΝΑΙ 1947.
[22] «Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», σελ. 24, ΑΘΗΝΑΙ 1947.
[23] Κρις Γουντχάουζ, «Το μήλο της έριδος», σελ. 51, εκδόσεις ΕΞΑΝΤΑΣ.
[24] «Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», σελ. 14, ΑΘΗΝΑΙ 1947.
[25] «Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», σελ. 14, ΑΘΗΝΑΙ 1947.
[26] «Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», σελ. 30, ΑΘΗΝΑΙ 1947.
[27] Θεμ. Δ. Τσάτσου: «Αι παραμοναί της απελευθερώσεως», σελ. 55, εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ.
[28] Θεμ. Δ. Τσάτσου: «Αι παραμοναί της απελευθερώσεως», σελ. 57, εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ.
[29] «Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», σελ. 59, ΑΘΗΝΑΙ 1947.
[30] Κρις Γουντχάουζ, «Το μήλο της έριδος», σελ. 321, εκδόσεις ΕΞΑΝΤΑΣ.
[31] Σπ. Γασπαρινάτου «Η κατοχή», τ. Α΄, σελ. 224, εκδόσεις Ι. Σιδέρης.
[32] Σπ. Γασπαρινάτου «Η κατοχή», τ. Α΄, σελ. 226, εκδόσεις Ι. Σιδέρης.
[33] Σπ. Γασπαρινάτου «Η κατοχή», τ. Α΄, σελ. 226, εκδόσεις Ι. Σιδέρης.
[34] Κρις Γουντχάουζ, «Το μήλο της έριδος», σελ. 321, εκδόσεις ΕΞΑΝΤΑΣ.
[35] «Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», σελ. 122, ΑΘΗΝΑΙ 1947.
[36] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 12.
[37] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 13.
[38] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 165.
[39] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 25.
[40] Αντ. Λιάκος, «ΤΑ ΝΕΑ», 4-5 Σεπτέμβρη 2004.
[41] Αντ. Λιάκος, «ΤΑ ΝΕΑ», 4-5 Σεπτέμβρη 2004.
[42] Αντ. Λιάκος, «ΤΑ ΝΕΑ», 4-5 Σεπτέμβρη 2004.
[43] Μαρκ Μαζάουερ, «Μετά τον πόλεμο», σελ. 182.
Μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου