Ο Λενιν για την επαναστατικη τακτικη και την επαναστατικη τεχνη(iv)
Η ΔΟΥΛΕΙΑ ΣΤΑ ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ ΩΣ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
H οργανωμένη, συστηματική δράση και πολιτική ζύμωση των κομμουνιστών εκεί που συσπειρώνονται οι μάζες (συνδικάτα, συνεταιρισμοί, νεολαιίστικες, γυναικείες οργανώσεις, πολιτιστικοί σύλλογοι κ.α.) είναι βασικό καθήκον του κομμουνιστικού κόμματος για τη σύνδεση με τις μάζες, για τη διαπαιδαγώγησή τους στον πολιτικό αγώνα, στην πάλη για την εξουσία.
Το 2ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς υπογράμμιζε ότι η δικτατορία του προλεταριάτου είναι η τελειότερη πραγματοποίηση της κυριαρχίας όλων των εργατών και «όλων εκείνων που τους εκμεταλλεύεται, τους καταπιέζει, τους αποκτηνώνει, τους τρομοκρατεί, τους σκορπίζει, τουςκοροϊδεύει η αστική τάξη»17 και γι' αυτό η προετοιμασία της προλεταριακής δικτατορίας «πρέπει ν' αρχίσει παντού και αμέσως, εκτός των άλλων και με τα ακόλουθα μέσα: Σ' όλες ανεξαιρέτως τις οργανώσεις-συνδικάτα, ενώσεις, κλπ. - πρώτα τις προλεταριακές και έπειτα τις μη προλεταριακές, των τάξεων που εργάζονται και υποφέρουν (είτε είναι πολιτικές, είτε επαγγελματικές, στρατιωτικές, συνεργατικές, σχολικές, αθλητικές, κλπ.) πρέπει να σχηματιστούν όμιλοι ή πυρήνες κομμουνιστικοί, κατά προτίμηση φανερά, αλλά, αν είναι ανάγκη, κρυφά (πράγμα που γίνεται αναγκαίο κάθε φορά που υπάρχει φόβος να τεθούν εκτός νόμου και να φυλακιστούν τα μέλη τους), οι όμιλοι αυτοί, συνδεδεμένοι ο ένας με τον άλλο και συνδεδεμένοι με το κέντρο του κόμματος, κάνοντας γνωστά ο ένας στον άλλο τα αποτελέσματα της πείρας τους, ασχολούμενοι με την προπαγάνδα και την οργάνωση, προσαρμόζονται σ' όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής, σ' όλες τις μορφές και σ' όλες τις υποδιαιρέσεις της εργαζόμενης μάζας και με την πολλαπλή τους εργασία μέλλουν να συντελέσουν στη μόρφωσή τους, στη μόρφωση του κόμματος, της εργατικής τάξης και της μάζας. (...) Πρέπει να ξέρουμε να πλησιάζουμε τις μάζες με υπομονή και προφύλαξη, για να καταλάβουμε την ιδιαίτερη ψυχολογία κάθε υποδιαίρεσης, κάθε επαγγέλματος, κάθε ομάδας της μάζας αυτής»18.
Ο Λένιν, εξηγώντας τη σχέση κομμουνιστών και συνδικάτων, υπογραμμίζει το γεγονός ότι τα συνδικάτα ήταν μια γιγάντια πρόοδος της εργατικής τάξης στο αρχικό στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού, συνέβαλαν στο ξεπέρασμα του κατακερματισμού των εργατών και στη δημιουργία πρώτων στοιχείων ταξικής συνένωσης. Οταν όμως άρχισε να αναπτύσσεται η ανώτατη μορφή ταξικής οργάνωσης και εργατών, το κόμμα, τα συνδικάτα άρχισαν να δείχνουν αναπόφευκτα «...μερικά αντιδραστικά σημάδια, κάποια συντεχνιακή στενότητα, κάποια τάση προς την άρνηση της πολιτικής, κάποιο πνεύμα ρουτίνας κτλ. Πουθενά όμως στον κόσμο η ανάπτυξη του προλεταριάτου δεν έγινε και δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς, παρά μόνο μέσω των συνδικάτων, με την αλληλεπίδραση των συνδικάτων και του κόμματος της εργατικής τάξης. Η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από το προλεταριάτο είναι ένα γιγάντιο βήμα προς τα μπρος του προλεταριάτου, σαν τάξης, και το κόμμα είναι υποχρεωμένο να διαπαιδαγωγήσει ακόμα πιο πολύ και με καινούριο τρόπο, κι όχι μόνο με τον παλιό, τα συνδικάτα κι ακόμη να τα καθοδηγεί και να μην ξεχνά παράλληλα ότι τα συνδικάτα μένουν και θα μείνουν πολύ καιρό το απαραίτητο "σχολείο του κομμουνισμού" και το προπαρασκευαστικό σχολείο για τους προλετάριους για να πραγματοποιήσουν τη δικτατορία τους...»19.
Στις σημερινές συνθήκες, που σημαντικό μέρος των συνδικαλιστικών ηγεσιών είναι εξαγορασμένες και ενσωματωμένες στο σύστημα, ανίκανες ακόμη για τη συνεπή διεκδίκηση οικονομικών αιτημάτων της εργατικής τάξης, οι κομμουνιστές έρχονται σε σύγκρουση με αυτές τις ηγεσίες, αποκαλύπτουν το ρόλο και το χαρακτήρα τους. Η δράση αυτή εξασφαλίζεται μέσω του ταξικού πόλου στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα στη χώρα μας, του ΠΑΜΕ. Γίνεται όλο και πιο αναγκαίο η δουλειά στα συνδικάτα να συμβάλλει στο ανέβασμα της συνείδησης των εργατών από το επίπεδο του οικονομικού αγώνα στο επίπεδο της επαναστατικής πολιτικής πάλης. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, πέρα από τη γενική πολιτική ζύμωση, οι κομμουνιστές προβάλλουν στόχους πάλης που συνιστούν ένα συνεκτικό διεκδικητικό πλαίσιο, έρχονται σε σύγκρουση με την κερδοφορία του κεφαλαίου και αναδεικνύουν τα όρια του καπιταλιστικού συστήματος.
Ταυτόχρονα, οι κομμουνιστές πρωτοστατούν στην ανάπτυξη της αλληλεγγύης και της κοινής δράσης ανάμεσα στα διάφορα τμήματα της εργατικής τάξης, ιδιαίτερα προς τους μετανάστες, τους ανέργους και τις γυναίκες.
Οι κομμουνιστές αντιπαρατίθενται με τα αστικά και οπορτουνιστικά ρεύματα στο συνδικαλιστικό κίνημα, το ρεφορμισμό και τον εργοδοτικόκυβερνητικό συνδικαλισμό, που μετατρέπει το συνδικαλιστικό κίνημα σε στήριγμα της κερδοφορίας των μονοπωλίων, αφού παραιτείται ακόμα και από την πάλη για στοιχειώδεις οικονομικές διεκδικήσεις.
Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
Ο Λένιν, γενικεύοντας την πείρα της Οχτωβριανής Επανάστασης του 1917, αλλά και του 1905, διατύπωσε την επαναστατική τακτική του κόμματος απέναντι στο αστικό κοινοβούλιο. Η συμμετοχή του κόμματος στις αστικές εκλογές και η παρουσία στο κοινοβούλιο πρέπει να υπηρετούν την εξωκοινοβουλευτική του δράση, τη στρατηγική του: «...Η συμμετοχή στις βουλευτικές εκλογές και στην πάλη από το βήμα της βουλής είναι υποχρεωτική για το κόμμα του επαναστατικού προλεταριάτου ακριβώς για να διαπαιδαγωγήσει τα καθυστερημένα στρώματα της τάξης του, ακριβώς για να ξυπνήσει και να διαφωτίσει τις καθυστερημένες, κακομοιριασμένες και αμόρφωτες μάζες του χωριού. Οσο καιρό δεν θα έχετε τη δύναμη να διαλύσετε το αστικό κοινοβούλιο και οποιοδήποτε άλλο αντιδραστικό ίδρυμα άλλου τύπου, είστε υποχρεωμένοι να δουλεύετε μέσα σ' αυτά ακριβώς γιατί εκεί μέσα υπάρχουν ακόμη εργάτες που τους έχουν αποβλακώσει οι παπάδες και η αποπνικτική ατμόσφαιρα των απομακρυσμένων χωριών»20.
Σκοπός της συμμετοχής των κομμουνιστών στις αστικές εκλογές και στο αστικό κοινοβούλιο είναι η αξιοποίησή τους για τις ανάγκες προπαγάνδας και ζύμωσης ενάντια στην εξουσία του κεφαλαίου, τις κυβερνήσεις και τα πολιτικά του κόμματα, καθώς και τα οπορτουνιστικά.
Η συμμετοχή των κομμουνιστών στο κοινοβούλιο δεν πρέπει να καλλιεργεί αυταπάτες για το ρόλο του, αλλά αντίθετα να τον αποκαλύπτει ως όργανο της εξουσίας του κεφαλαίου.
Γι' αυτό το λόγο και το 2ο Συνέδριο της ΚΔ προέτρεπε τα ΚΚ να θέτουν στο κοινοβούλιο όχι προτάσεις με κριτήριο την ψήφισή τους (δηλαδή προσαρμοσμένες στη ρεαλιστικότητα της καπιταλιστικής κερδοφορίας), αλλά προτάσεις σε αντίθεση με τα συμφέροντα του κεφαλαίου, γι' αυτό και θα καταψηφίζονταν, επισημαίνοντας ότι οι κομμουνιστές βουλευτές δεν είναι νομοθέτες αλλά προπαγανδιστές.
Ετσι το ΚΚΕ έχει καταθέσει μια σειρά προτάσεις νόμων που αποδεικνύουν ότι το αστικό κοινοβούλιο ούτε μπορεί ούτε θέλει να πάρει μέτρα υπέρ της εργατικής τάξης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πρόσφατη πρόταση νόμου για την κατάργηση του ΦΠΑ για είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης και των διοδίων, η οποία απορρίφθηκε από τα αστικά κόμματα γιατί πλήττει την καπιταλιστική κερδοφορία.
Σε καμία όμως περίπτωση το κόμμα δεν πρέπει να περιορίζει την ταξική πάλη στα πλαίσια του κοινοβουλευτισμού ή πολύ περισσότερο να θεωρεί την πάλη μέσα στη βουλή σαν την ανώτατη, την αποφασιστική μορφή πάλης, στην οποία υποτάσσονται οι άλλες, γιατί όποιος υποστηρίζει κάτι τέτοιο, σημαίνει ότι «περνά στην πραγματικότητα με το μέρος της αστικής τάξης ενάντια στο προλεταριάτο»21.
Για το ζήτημα της συμμετοχής ή της αποχής από τις αστικές εκλογές, σε περιόδους επαναστατικής κατάστασης, ο Λένιν γράφει:
«Ο αντικειμενικός συσχετισμός των τάξεων, ο ρόλος τους (οικονομικός και πολιτικός) έξω από τα αντιπροσωπευτικά σώματα του δοσμένου τύπου και μέσα σ' αυτά, το φούντωμα ή η ύφεση της επανάστασης, ο συσχετισμός των εξωκοινοβουλευτικών και των κοινοβουλευτικών μέσων πάλης - αυτά είναι τα κυριότερα, τα βασικά αντικειμενικά στοιχεία, που πρέπει να παρθούν υπόψη για να καταλήξουμε στην τακτική της αποχής ή της συμμετοχής όχι αυθαίρετα, όχι ανάλογα με τις "συμπάθειές" μας, αλλά κρίνοντας μαρξιστικά»22.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
(Το άρθρο βασίζεται σε κείμενο της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ)
Σημειώσεις
17. Η Κομμουνιστική Διεθνής, 2ο Συνέδριο, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 54.
18. Η Κομμουνιστική Διεθνής, 2ο Συνέδριο, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 54-55.
19. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα». εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41, σελ. 33-34.
20. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41, σελ. 42.
21. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 40, σελ. 21.
22. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 34, σελ. 259-260.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου