ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΕΝΓΚΕΛΣ: «ΑΝΤΙ-ΝΤΙΡΙΝΓΚ» (2)

VII. Απλή και σύνθετη εργασία

Ο κύριος Ντίρινγκ ανακάλυψε στο έργο του Μαρξ μια πολύ χοντροκομμένη οικονομική γκάφα, η οποία εμπεριέχει ταυτόχρονα μια επικίνδυνη σοσιαλιστική αίρεση.

Η θεωρία της αξίας του Μαρξ «δεν είναι τίποτα παραπάνω από τη συνηθισμένη... διδασκαλία, ότι η εργασία είναι η αιτία όλων των αξιών και ότι ο χρόνος εργασίας είναι το μέτρο των αξιών. Μένει εντελώς αδιευκρίνιστο το πώς πρέπει να φανταστούμε την ξεχωριστή αξία της λεγόμενης εξειδικευμένης εργασίας... Βέβαια, και σύμφωνα με τη δική μας θεωρία, μόνο ο χρησιμοποιημένος χρόνος εργασίας μπορεί να μετρήσει το κόστος και, συνεπώς, την απόλυτη αξία των οικονομικών πραγμάτων. Εδώ, όμως, ο χρόνος εργασίας του καθενός πρέπει να θεωρείται εκ των προτέρων πλήρως ίσος και δε χρειάζεται κανείς παρά να δει, πού, σε περίπτωση εξειδικευμένων αποδόσεων, συμβάλλει στον ατομικό χρόνο εργασίας του καθενός ακόμα ο χρόνος εργασίας άλλων προσώπων... ας πούμε, όπως υπάρχει μέσα στα χρησιμοποιημένα εργαλεία. Συνεπώς, δεν είναι έτσι τα πράγματα, όπως τα φαντάζεται νεφελωδώς ο κύριος Μαρξ, ότι, δηλαδή, ο χρόνος εργασίας ενός αξίζει περισσότερο απ' ό,τι ο χρόνος εργασίας ενός άλλου, επειδή τάχα συμπυκνώνεται μέσα σ' αυτόν κατά κάποιον τρόπο περισσότερος μέσος χρόνος εργασίας, αλλά όλος ο χρόνος εργασίας είναι χωρίς εξαίρεση και σαν αρχή - χωρίς, δηλαδή, να χρειαζόταν να πάρει κανείς πρώτα ένα μέσον όρο - απόλυτα ισάξιος. Δε χρειάζεται παρά να κοιτάξει κανείς τις αποδόσεις ενός προσώπου, καθώς και το κάθε έτοιμο προϊόν για να δει πόσος χρόνος εργασίας άλλων προσώπων μπορεί να βρίσκεται κρυμμένος στην κατανάλωση του χρόνου εργασίας, που μονάχα φαινομενικά είναι ο χρόνος εργασίας ενός. Είτε ένα εργαλείο παραγωγής του χεριού ή το χέρι, ή ακόμη και το κεφάλι, είναι εκείνο που δεν μπορεί να αποκτήσει αυτή την ειδική ιδιότητα ή αποδοτική ικανότητα χωρίς χρόνο εργασίας άλλων προσώπων, αυτό δεν επηρεάζει ούτε κατά το παραμικρό την αυστηρή ισχύ της θεωρίας. Ο κύριος Μαρξ, όμως, στα αποφθέγματά του σχετικά με την αξία, δεν ξεφορτώνεται το φάντασμα ενός εξειδικευμένου χρόνου εργασίας, το οποίο τριγυρνά στο βάθος. Ο παραδοσιακός τρόπος σκέψης των μορφωμένων τάξεων, σύμφωνα με τον οποίο πρέπει να είναι τερατώδες να αναγνωριστούν σαν οικονομικά πλήρως ισάξιοι ο χρόνος εργασίας του χειραμαξά και ο χρόνος εργασίας του αρχιτέκτονα, τον εμπόδισε να εμβαθύνει σ' αυτή την κατεύθυνση».

Το χωρίο του Μαρξ, το οποίο έδωσε αφορμή σ' αυτή την «τρομερή οργή» του κυρίου Ντίρινγκ, είναι πολύ σύντομο. Ο Μαρξ διερευνά από τι καθορίζεται η αξία των εμπορευμάτων και απαντάει: «Από την ανθρώπινη εργασία, η οποία εμπεριέχεται σ' αυτήν». Μ' αυτή, συνεχίζει, «ξοδεύεται η απλή εργατική δύναμη, την οποία διαθέτει στον οργανισμό του ο κάθε συνηθισμένος άνθρωπος κατά μέσον όρο, χωρίς ιδιαίτερη μόρφωση.

Η περιπλοκότερη εργασία είναι απλώς απλή εργασία με περισσότερη δύναμη ή μάλλον πολλαπλασιασμένη απλή εργασία, έτσι ώστε μια μικρότερη ποσότητα περίπλοκης εργασίας να είναι ισάξια με μια μεγαλύτερη ποσότητα πιο απλής εργασίας. Η πείρα δείχνει ότι η αναγωγή αυτή γίνεται συνεχώς. Ενα εμπόρευμα μπορεί να είναι το προϊόν της πιο περίπλοκης εργασίας, αλλά η αξία του το εξισώνει με το προϊόν απλής εργασίας και, γι' αυτό το λόγο, αντιπροσωπεύει το ίδιο μονάχα μια ορισμένη ποσότητα απλής εργασίας. Οι διάφορες αναλογίες στις οποίες τα διάφορα είδη εργασίας ανάγονται στην απλή εργασία σαν μονάδα μέτρησής τους καθορίζονται από μια κοινωνική διαδικασία, πίσω από την πλάτη των παραγωγών και, γι' αυτό το λόγο, τους φαίνεται ότι έχει καθιερωθεί πατροπαράδοτα».

Εδώ, στον Μαρξ, πρόκειται πρώτα μονάχα για τον καθορισμό της αξίας εμπορευμάτων, δηλαδή αντικειμένων, τα οποία μέσα σε μια κοινωνία που αποτελείται από ιδιώτες παραγωγούς, παράγονται και ανταλλάσσονται απ' αυτούς τους ιδιώτες παραγωγούς για το δικό τους ιδιωτικό λογαριασμό. Συνεπώς, δεν πρόκειται εδώ καθόλου για την «απόλυτη αξία», όπου και αν βρίσκεται και όπου υπάρχει κάτι τέτοιο, αλλά για την αξία, η οποία ισχύει σε μια συγκεκριμένη μορφή κοινωνίας. Η αξία αυτή, σε αυτή τη συγκεκριμένη ιστορική έκδοση, αποδείχνεται σαν δημιουργημένη και μετρημένη από ανθρώπινη εργασία, που ενσωματώνεται στα επιμέρους εμπορεύματα και η ανθρώπινη αυτή εργασία αποδείχνεται από κει πέρα σαν απλή εργατική δύναμη, που ξοδεύεται. Δεν είναι, όμως, η κάθε εργασία απλώς μια έκφραση απλής ανθρώπινης εργατικής δύναμης που ξοδεύεται. Πάρα πολλά είδη εργασίας εμπεριέχουν τη χρήση δεξιοτήτων ή γνώσεων, που κατακτήθηκαν με λιγότερο ή περισσότερο κόπο, χρόνο και χρήμα. Τα είδη αυτά της σύνθετης εργασίας παράγουν, στα ίδια χρονικά διαστήματα, την ίδια αξία εμπορευμάτων όπως η απλή εργασία, όπως η απλή εργατική δύναμη που ξοδεύεται; Προφανώς, όχι. Το προϊόν μιας ώρας σύνθετης εργασίας είναι ένα εμπόρευμα ανώτερης, διπλής ή τριπλής αξίας σε σύγκριση με το προϊόν μιας ώρας απλής εργασίας. Η αξία των προϊόντων της σύνθετης εργασίας εκφράζεται μέσω αυτής της σύγκρισης, σε καθορισμένες ποσότητες απλής εργασίας. Ομως, η αναγωγή αυτή της σύνθετης εργασίας συντελείται μέσα από μια κοινωνική διαδικασία, πίσω από την πλάτη των παραγωγών, μέσα από μια πορεία, η οποία μπορεί εδώ, με την ανάπτυξη της θεωρίας της αξίας, μόνο να διαπιστωθεί, αλλά όχι ακόμη να εξηγηθεί.

Ο Μαρξ διαπιστώνει εδώ αυτό το απλό γεγονός, το οποίο συντελείται στη σημερινή καπιταλιστική κοινωνία κάθε μέρα μπροστά στα μάτια μας.

Το γεγονός αυτό είναι τόσο αδιαμφισβήτητο, που ακόμα και ο κύριος Ντίρινγκ δεν τολμά να το αμφισβητήσει ούτε στα Μαθήματά του ούτε στην Ιστορία της Οικονομίας του και η παρουσίαση του Μαρξ είναι τόσο απλή και διαφανής, ώστε «κανένας δε μένει στην πλήρη ασάφεια» εκτός από τον κύριο Ντίρινγκ. Μέσα απ' αυτή, μεταξύ των πολλών ασαφειών του, μπερδεύει την αξία των εμπορευμάτων, της οποίας η αναζήτηση αποτελεί μοναδική απασχόληση του Μαρξ, με «τα φυσικά έξοδα», που απλώς κάνουν πληρέστερη την ασάφεια και, μάλιστα, με την «απόλυτη αξία», η οποία, απ' όσο ξέρουμε, πουθενά στην οικονομία δεν είχε εφαρμοστεί. Ο,τι και να κατανοεί, όμως, ο κύριος Ντίρινγκ με τα φυσικά έξοδα και όποιο από τα πέντε είδη αξίας του και αν έχει την τιμή να αποτελεί την απόλυτη αξία, ένα είναι σίγουρο: Οτι ο Μαρξ δε μιλάει για όλα αυτά τα πράγματα, αλλά μόνο για την αξία των εμπορευμάτων και ότι, σ' όλο το μέρος του Κεφαλαίου σχετικά με την αξία, δεν υπάρχει ούτε η παραμικρή υπόδειξη αν ή σε ποια έκταση ο Μαρξ θεωρεί τη θεωρία αυτή της αξίας των εμπορευμάτων εφαρμόσιμη και σε άλλες μορφές κοινωνίας.

«Επομένως», συνεχίζει ο κύριος Ντίρινγκ, «ο χρόνος εργασίας ενός προσώπου, δεν έχει, όπως φαντάζεται ο κύριος Μαρξ, περισσότερη αξία απ' ό,τι ο χρόνος εργασίας ενός άλλου προσώπου, επειδή μέσα σ' αυτό τάχα συμπυκνώνεται κατά κάποιον τρόπο περισσότερη μέση εργασία, αλλά κάθε χρόνος εργασίας είναι ανεξαίρετα και κατ' αρχήν ισάξιος, δηλαδή χωρίς να χρειαστεί κανείς πρώτα να πάρει το μέσον όρο. Αυτή είναι μια αρχή, στην οποία δεν υπάρχει εξαίρεση».

Ευτυχώς για τον κύριο Ντίρινγκ, που η μοίρα δεν τον έκαμε εργοστασιάρχη και έτσι τον προφύλαξε να ρυθμίσει την αξία των εμπορευμάτων του σύμφωνα με τον καινούργιο αυτό κανόνα, τρέχοντας μ' αυτό τον τρόπο σίγουρα στην αγκαλιά της χρεοκοπίας. Αλλά πώς; Βρισκόμαστε ακόμα στην παρέα των εργοστασιαρχών; Καθόλου. Ο κύριος Ντίρινγκ, με τα φυσικά έξοδα και την απόλυτη αξία, μας έκανε να κάνουμε ένα άλμα, ένα πραγματικό άλμα θανάτου (salto mortale), από τον παρόντα κακό κόσμο των εκμεταλλευτών, στη δική του κομμούνα της οικονομίας του μέλλοντος, στον αέρα του καθαρού ουρανού της ισότητας και της δικαιοσύνης και πρέπει, συνεπώς, εδώ να ρίξουμε και μια ματιά, έστω και πρόωρα, σ' αυτό τον καινούργιο κόσμο.

Βέβαια, σύμφωνα με τη θεωρία του κυρίου Ντίρινγκ, και στην οικονομική κομμούνα μόνο ο χρησιμοποιημένος χρόνος εργασίας μπορεί να μετρήσει την αξία των οικονομικών πραγμάτων, αλλά, σ' αυτή την περίπτωση, ο χρόνος εργασίας του καθενός θα πρέπει εκ των προτέρων να θεωρείται τελείως ίσος. Ολος ο χρόνος εργασίας είναι εντελώς ισάξιος, χωρίς εξαίρεση και σαν αρχή και, μάλιστα, χωρίς να χρειαστεί πρώτα να πάρει κανείς ένα μέσο όρο. Και, τώρα, ας αντιπαραθέσουμε σ' αυτό το ριζοσπαστικό σοσιαλισμό της ισότητας την κεφαλαιώδη αντίληψη του Μαρξ, ότι, δηλαδή, ο χρόνος εργασίας ενός αξίζει περισσότερο από το χρόνο εργασίας ενός άλλου προσώπου, επειδή μέσα σ' αυτόν έχει συμπυκνωθεί περισσότερος μέσος χρόνος εργασίας, μια αντίληψη μέσα στην οποία τον κρατάει εγκλωβισμένο ο πατροπαράδοτος τρόπος σκέψης των μορφωμένων τάξεων, και γι' αυτές πρέπει να φαίνεται τερατώδες να αναγνωριστούν σαν οικονομικά πλήρως ισάξιος ο χρόνος εργασίας του χειραμαξά και ο χρόνος εργασίας του αρχιτέκτονα!

Δυστυχώς, ο Μαρξ κάνει την εξής μικρή παρατήρηση σχετικά με το προαναφερόμενο χωρίο στο Κεφάλαιο: «Ο αναγνώστης θα πρέπει να προσέχει ότι δε γίνεται εδώ λόγος για το μισθό ή την αξία, που ο εργάτης αποκτάει για μια μέρα εργασίας, αλλά για την αξία εμπορεύματος, μέσα στην οποία η ημέρα εργασίας του αντικειμενοποιείται».

Ο Μαρξ, που φαίνεται να έχει υποψιαστεί εκ των προτέρων τις αντιδράσεις του Ντίρινγκ, προφυλάσσεται ενάντια στις ενδεχόμενες προσπάθειες να εφαρμοστούν οι παραπάνω προτάσεις του και στο μισθό, που πρέπει να πληρωθεί στη σημερινή κοινωνία για σύνθετη εργασία. Αν ο κύριος Ντίρινγκ δεν είναι ικανοποιημένος μ' αυτό και, παρ' όλα αυτά, το κάνει, δηλαδή ερμηνεύει τις θέσεις αυτές σαν βασικές αρχές, σύμφωνα με τις οποίες ο Μαρξ θέλει να ξέρει ότι η κατανομή των μέσων συντήρησης ρυθμίζεται στη σοσιαλιστικά οργανωμένη κοινωνία, τότε πρόκειται για μια αναίσχυντη λαθραία παρεμβολή, η οποία μόνο στα αστυνομικά μυθιστορήματα βρίσκει την όμοιά της.

Αλλά ας δούμε από πιο κοντά τη διδασκαλία των ίσων αξιών. Ολος ο χρόνος εργασίας είναι εντελώς ισάξιος, αυτός του χειραμαξά και αυτός του αρχιτέκτονα. Συνεπώς, ο χρόνος εργασίας και μαζί μ' αυτόν η ίδια η εργασία έχει μια αξία. Ομως, η εργασία παράγει όλες τις αξίες. Μόνο αυτή δίνει στα έτοιμα προϊόντα της φύσης μια αξία με την οικονομική έννοια. Η ίδια η αξία δεν είναι τίποτε άλλο από την έκφραση της κοινωνικά αναγκαίας ανθρώπινης εργασίας, η οποία αντικειμενοποιείται σ' ένα πράγμα. Επομένως, η εργασία δεν μπορεί να έχει αξία. Οπως θα μπορούσαμε να μιλάμε για μια αξία της εργασίας και να θέλουμε να την καθορίσουμε, έτσι θα μπορούσαμε να μιλάμε για την αξία της αξίας ή να θέλουμε να καθορίσουμε το βάρος όχι ενός βαρέος σώματος, αλλά το ίδιο το βάρος. Ο κύριος Ντίρινγκ ξεμπερδεύει με ανθρώπους σαν τους Οουεν (Owen), Σεν-Σιμόν (Saint-Simon) και Φουριέ (Fourier) δίνοντάς τους τον τίτλο: Κοινωνικοί αλχημιστές. Ο ίδιος, με τις σπαζοκεφαλιές του σχετικά με την αξία του χρόνου εργασίας, δηλαδή της εργασίας, αποδείχνει ότι υστερεί πάρα πολύ από τους πραγματικούς αλχημιστές. Αναλογιστείτε τώρα το θάρρος, με το οποίο ο κύριος Ντίρινγκ χρεώνει τον Μαρξ με τον ισχυρισμό ότι τάχα ο χρόνος εργασίας ενός αξίζει περισσότερο απ' αυτόν ενός άλλου προσώπου, σαν να έχει ο χρόνος εργασίας, δηλαδή η εργασία, μια αξία. Τον Μαρξ, ο οποίος για πρώτη φορά ανάπτυξε τη θέση και τις αιτίες του ότι η εργασία δεν μπορεί να έχει αξία!

Για το σοσιαλισμό, που θέλει να χειραφετήσει την ανθρώπινη εργατική δύναμη από τη θέση της σαν εμπόρευμα, έχει μεγάλη σημασία το να κατανοήσουμε ότι η εργασία δεν έχει αξία, δεν μπορεί να έχει αξία. Εφόσον αυτό γίνει κατανοητό, δεν έχουν κανένα νόημα πια όλες οι προσπάθειες, τις οποίες κληρονόμησε ο κύριος Ντίρινγκ από το φυσικό εργατικό σοσιαλισμό, ρύθμισης της μελλοντικής κατανομής των μέσων ύπαρξης σαν είδους ανώτερου μισθού εργασίας. Απ' αυτή την αντίληψη, γίνεται και κατανοητό ότι η κατανομή, στο βαθμό που κυριαρχείται από καθαρά οικονομικά κίνητρα, θα ρυθμίζεται με βάση τα συμφέροντα της παραγωγής και ότι η παραγαγωγή προωθείται περισσότερο από έναν τρόπο κατανομής, που επιτρέπει σ' όλα τα μέλη μιας κοινωνίας να αναπτύξουν, να διατηρήσουν και να ασκήσουν, όσο πιο ολόπλευρα γίνεται, τις ικανότητές τους. Στον τρόπο σκέψης των μορφωμένων τάξεων, ο οποίος παραδόθηκε, πρέπει οπωσδήποτε να φαίνεται τερατώδες ότι κάποτε δε θα υπάρχει πια χειραμαξάς ούτε αρχιτέκτονας του επαγγέλματος και ότι ο άνθρωπος, που σαν αρχιτέκτονας έχει δώσει υποδείξεις, για μισή ώρα σπρώχνει και το αμάξι για ένα χρονικό διάστημα έως ότου πάλι να αξιοποιηθεί η δραστηριότητά του ως αρχιτέκτονα. Τι ωραίος σοσιαλισμός που διαιωνίζει το επάγγελμα του χειραμαξά!

Αν η ισοτιμία του χρόνου εργασίας προορίζεται να έχει την έννοια ότι ο κάθε εργάτης παράγει ίσες αξίες σε ίσα χρονικά διαστήματα χωρίς να χρειαστεί κανείς πρώτα να πάρει ένα μέσον όρο, τότε πρόκειται για ολοφάνερο λάθος. Ανάμεσα σε δύο εργάτες, ακόμα από τον ίδιο κλάδο επιχείρησης, η αξία του προϊόντος μιας ώρας εργασίας θα είναι διαφορετική, πάντα ανάλογα με την ένταση της εργασίας και τη δεξιότητα. Καμιά οικονομική κομμούνα, τουλάχιστο στο δικό μας ουράνιο σώμα, δεν μπορεί να αλλάξει αυτά τα κακώς κείμενα, που, ωστόσο, μόνο για ανθρώπους σαν τον Ντίρινγκ δεν είναι κακά. Συνεπώς, τι έμεινε από όλη αυτή την ιστορία όλης της εργασίας και κάθε εργασίας; Τίποτα, εκτός από την καθαρή φράση - μπλόφα, η οποία δεν έχει καμιά άλλη οικονομική βάση από την ανικανότητα του κυρίου Ντίρινγκ να διακρίνει ανάμεσα στον καθορισμό της αξίας από την εργασία και τον καθορισμό της αξίας από το μισθό εργασίας. Τίποτα, εκτός από τη διαταγή (τσαρικού τύπου), το βασικό νόμο της νέας οικονομικής κομμούνας: Ο μισθός εργασίας για τον ίδιο χρόνο εργασίας πρέπει να είναι ίσος! Μα την αλήθεια, οι παλαιοί Γάλλοι εργάτες - κομμουνιστές και ο Βάιτλινγκ (Weitling) είχαν πολύ καλύτερους λόγους για την ισότητα των μισθών! Πώς να λυθεί τώρα όλο το σημαντικό ζήτημα των ανώτερων αμοιβών για τη σύνθετη εργασία; Στην κοινωνία των ιδιωτών παραγωγών, οι ιδιώτες ή οι οικογένειές τους αναλαμβάνουν τα έξοδα της εκπαίδευσης του ειδικευμένου εργάτη. Γι' αυτό το λόγο, ο ιδιώτης παίρνει και αμέσως και την ανώτερη τιμή του ειδικευμένου εργατικού δυναμικού: Ο επιδέξιος σκλάβος πουλιέται ακριβότερος και ο επιδέξιος μισθωτός εργάτης αμείβεται καλύτερα. Στη σοσιαλιστικά οργανωμένη κοινωνία, η κοινωνία αναλαμβάνει αυτά τα έξοδα. Γι' αυτό της ανήκουν και οι καρποί, οι παραχθείσες μεγαλύτερες αξίες της σύνθετης εργασίας. Ο ίδιος ο εργάτης δεν έχει περισσότερη αξίωση. Απ' αυτό βγαίνει - σε παρένθεση - ότι η αγαπημένη αξίωση του εργάτη στο «συνολικό προϊόν εργασίας» κρύβει εντούτοις κάποιο λάκκο.3

Σημειώσεις:

1. Πιερ Ζοζέφ Προυντόν (Pierre - Joseph Proudhon), «Τι είναι η ιδιοκτησία; Οι έρευνες στην αρχή του δικαίου και της κυβέρνησης». Παρίσι, 1840, σελ. 2, γαλλική έκδοση.

2. Βλ. Ντέιβιντ Ρικάρντο (David Ricardo), «Για τις αρχές της πολιτικής οικονομίας και της φορολόγησης», 3η έκδ., Λονδίνο, 1821, σελ. 1, αγγλική έκδοση.

3. Ο Μαρξ δίνει μια εκτενή κριτική για την «πλήρη» «αμείωτη εργατική απόδοση» του Φ. Λασάλ (Lassalle) στο Πρώτο Μέρος των «Σημειώσεων για το Πρόγραμμα του γερμανικού εργατικού κόμματος» (Κριτική του Προγράμματος της Γκότα) (MEW, τόμ. 19, σελ. 15-24, γερμανική έκδοση).

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις