ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ - ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΟΙ ΦΟΡΕΙΣ: Κοινωνικες ... "ευαισθησιες" με στοχο την επεκταση της ευελιξιας

Διαπιστώνουν ότι η δυσκολότερη πρόσβαση σε στοιχειώδη δικαιώματα και παροχές όσων δουλεύουν με ελαστικές μορφές, εμποδίζει την κινητικότητα στην αγορά εργασίας
Χιλιάδες εργαζόμενοι στη Γερμανία
απασχολούνται με το καθεστώς
των "mini jobs"
ο γεφύρωμα του χάσματος στην κοινωνική προστασία δεν αφορά μόνο τη δικαιοσύνη και την καλύτερη προστασία. Εχει επίσης να κάνει με τη δυνατότητα των εργαζομένων να επωφεληθούν από όλες τις ευκαιρίες απασχόλησης, μέσα στο πλαίσιο των ολοένα και πιο ποικιλόμορφων και γρήγορα μεταβαλλόμενων αγορών εργασίας".
Εξετάζοντας μέσα από το παραπάνω πρίσμα στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα και κοινωνικές παροχές, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει θέσει στην ατζέντα της τους τελευταίους μήνες την πρόσβαση που έχει σε αυτά το αυξανόμενο ποσοστό του εργατικού δυναμικού που δουλεύει με τις λεγόμενες «μη τυπικές» μορφές εργασίας. Πρόκειται για τους χιλιάδες εργαζόμενους σε καθένα από τα κράτη - μέλη της ΕΕ που απασχολούνται με τις πολλές και διάφορες «ευέλικτες» εργασιακές σχέσεις.
Η αυλαία άνοιξε με μια έκδοση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον περασμένο Απρίλη, στην οποία αποτυπώνονται μια σειρά από πλευρές του όλο και πιο «ευέλικτου» εργασιακού τοπίου στην ΕΕ. Στη συνέχεια, τη σκυτάλη πήρε η «διαβούλευση» της Επιτροπής με τους «κοινωνικούς εταίρους». Το πρώτο στάδιο της διαβούλευσης ολοκληρώθηκε στις αρχές του καλοκαιριού, με τον εργοδοτικό φορέα BusinessEurope να κάνει γνωστές τις θέσεις του πάνω στο ζήτημα που άνοιξε η Κομισιόν.
Δεκάδες τρόποι για φθηνότερους εργαζόμενους
Ως «μη τυπικές» ορίζονται οι εργασιακές σχέσεις που δεν αφορούν συμβάσεις αορίστου χρόνου και πλήρους ωραρίου. Δίπλα στη μερική απασχόληση και την προσωρινή εργασία, που είναι γνωστές και διαδεδομένες, η επίθεση εργοδοτών, ΕΕ και κυβερνήσεων στους εργαζόμενους έχει δημιουργήσει πολλά και διάφορα εργασιακά καθεστώτα: Εργασία σε εποχική βάση, «ενοικίαση» εργαζομένων, συμβάσεις «μηδενικών ωρών», «mini - jobs» «flexi - jobs», εργασία «on call», δουλειά με «voucher».
Στην ποικιλομορφία των εργασιακών σχέσεων έχουν συμβάλει καθοριστικά μια σειρά από πολιτικές για την «τόνωση της απασχόλησης», που προωθούν η ΕΕ και οι κυβερνήσεις του κεφαλαίου στα κράτη - μέλη της. Για παράδειγμα, τα προγράμματα που στοχεύουν στη διαχείριση της ανεργίας, έβαλαν στο «χάρτη» της ευελιξίας τη δουλειά με «voucher», τα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης πρόσθεσαν στους ελαστικά εργαζόμενους χιλιάδες «μαθητευόμενους» και «πρακτικά ασκούμενους».
«Ολο και περισσότεροι εργαζόμενοι δουλεύουν κάτω από εναλλακτικές συνθήκες με χαμηλότερο κόστος εργασίας», αναφέρει η Επιτροπή, ομολογώντας τον κοινό στόχο που υπηρετούν οι πολλές και ποικίλες «ευέλικτες» εργασιακές σχέσεις. Με δεδομένη τη ραγδαία αύξηση αυτών των μορφών απασχόλησης, επισημαίνει πως στο πλαίσιο της «μεγαλύτερης ποικιλίας και υβριδισμού των καθεστώτων στην αγορά εργασίας και των τύπων των συμβάσεων, τα ευρωπαϊκά συστήματα κοινωνικής προστασίας αντιμετωπίζουν αυξανόμενες προκλήσεις (...) όσον αφορά την κάλυψη των κοινωνικών κινδύνων».
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Επιτροπή, στο διάστημα από το 2007 έως το 2015, το μερίδιο της μερικής απασχόλησης αυξήθηκε από 17,5% σε 19,6%. Το μεγαλύτερο ποσοστό των μερικά απασχολούμενων καταγράφηκε το 2015 στην Ολλανδία (50%). Ακολουθούσαν η Αυστρία, η Γερμανία, το Βέλγιο, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Σουηδία, η Ιρλανδία και η Δανία, όπου η μερική απασχόληση αντιστοιχούσε σε κάθε περίπτωση σε ποσοστό μεγαλύτερο από το ένα πέμπτο της συνολικής απασχόλησης. Περίπου το ένα τρίτο (32,1%) των γυναικών στην ΕΕ-28 εργάστηκε με μειωμένο ωράριο το 2015. Το ίδιο έτος το ποσοστό των εργαζομένων ηλικίας 15 - 64 ετών με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου έφτασε το 11,9%.
Δυσκολότερη ή καθόλου πρόσβαση
Με βάση τους νόμους που ισχύουν σε κάθε χώρα, οι εργαζόμενοι με «ελαστικές» μορφές απασχόλησης αντιμετωπίζουν κατά βάση πολύ χειρότερους όρους πρόσβασης σε ασφαλιστική κάλυψη, άδειες, επιδόματα ανεργίας, παροχές για τη μητρότητα, αν δεν αποκλείονται εντελώς.
Για παράδειγμα, το μειωμένο ωράριο, τα διακεκομμένα διαστήματα εργασίας, οι πολύ χαμηλές απολαβές, η εναλλαγή προσωρινής δουλειάς και ανεργίας έχουν αρνητικό αντίκτυπο στον υπολογισμό του επιπέδου και της διάρκειας μιας σειράς παροχών. Δεν είναι τυχαία η διαπίστωση της Επιτροπής πως σχεδόν το ένα τρίτο των εργαζομένων με συμβάσεις προσωρινής διάρκειας, πλήρους απασχόλησης, δεν δικαιούνται επιδόματα ανεργίας.
Αυτό που απασχολεί όμως το πολιτικό προσωπικό του κεφαλαίου δεν είναι η επιβίωση όλων αυτών που προσφέρουν κοψοχρονιά την εργατική τους δύναμη στους μεγαλοεργοδότες, χωρίς να έχουν πρόσβαση σε στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα και κοινωνικές παροχές, αλλά το γεγονός ότι αυτό δρα ανασταλτικά για την παραπέρα επέκταση των «ευέλικτων» μορφών απασχόλησης, καθώς «δεν επιτρέπει» στους εργαζόμενους «να επωφεληθούν από όλες τις ευκαιρίες απασχόλησης».
Οπως εξηγεί, «η έλλειψη ή η περιορισμένη πρόσβαση στην κοινωνική προστασία στρεβλώνει τις οικονομικές και κοινωνικές βάσεις για την αποδοχή της μη τυπικής απασχόλησης» και «παρεμποδίζει την κινητικότητα μεταξύ διαφορετικών μορφών εργασίας». Ετσι, προαναγγέλλει πρωτοβουλίες προκειμένου να βελτιωθούν «η προσβασιμότητα, η φορητότητα και η διαφάνεια» όσον αφορά την κοινωνική προστασία και καλεί τους «κοινωνικούς εταίρους» να εμπλακούν στη σχετική συζήτηση.
"Συνήθης πρακτική" η ευελιξία
Απαντώντας στην πρόσκληση της Επιτροπής, οι εργοδότες ξεκαθαρίζουν πως η ορολογία που κάνει λόγο για «τυπικές» και «μη τυπικές» μορφές απασχόλησης είναι πλέον παρωχημένη, καθώς ο διαχωρισμός δεν είναι τόσο σαφής. «Υπάρχει βεβαίως ποικιλομορφία όσον αφορά τις μορφές απασχόλησης στην Ευρώπη», σημειώνει το BusinessEurope, προσθέτει όμως πως ακόμη κι αν οι συμβάσεις αορίστου χρόνου και πλήρους απασχόλησης «παραμένουν ο κανόνας» σε μια σειρά κλάδων, η μερική απασχόληση και οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου αποτελούν «τη συνήθη πρακτική».
Επίσης, θεωρεί «λογικές» τις διαφορές που υπάρχουν. «Οι διαφορετικές μορφές απασχόλησης έχουν διαφορετικά πλεονεκτήματα», σπεύδουν να σημειώσουν οι εργοδότες. Για παράδειγμα, για ορισμένους εργαζόμενους «η εργασία βάσει μιας ευέλικτης σύμβασης μπορεί να ταιριάζει με τον τρόπο ζωής και τις ιδιαίτερες προτιμήσεις τους», αναφέρουν, «ενοχοποιώντας» στην πραγματικότητα τους εργαζόμενους για τη ζούγκλα που βασιλεύει στην αγορά εργασίας. Αντίστοιχα, εμφανίζονται να κάνουν και χάρη στους ανέργους, σημειώνοντας με θράσος ότι αυτές οι μορφές απασχόλησης αυξάνουν «τις δυνατότητες των ανέργων να βρουν δουλειά».
Οι εργοδότες εκμεταλλεύονται την ...πάσα που τους δίνει η Επιτροπή για να θέσουν στο προσκήνιο τις αξιώσεις τους για πιο ευέλικτους και φθηνούς εργαζόμενους. «Η έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην ενθάρρυνση των κρατών - μελών να εργαστούν για να καταστήσουν τις μόνιμες μορφές απασχόλησης πιο ελκυστικές για τους εργοδότες. Αυτό περιλαμβάνει τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους εργασίας, όπως των εισφορών», σημειώνει το BusinessEurope και προσθέτει πως «η έλλειψη ευελιξίας και το υπερβολικά υψηλό κόστος εργασίας επηρεάζουν αρνητικά τη χρήση συμβάσεων αορίστου χρόνου»...

Το παράδειγμα των επιδομάτων ανεργίας στην Ελλάδα
Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα των αρνητικών επιπτώσεων που έχουν οι «ευέλικτες» εργασιακές σχέσεις στη ζωή των εργαζομένων και στη χώρα μας αποτυπώνεται στην περίπτωση των επιδομάτων ανεργίας. Μερική απασχόληση και προσωρινή εργασία συνεπάγονται μεγαλύτερη δυσκολία να εξασφαλίσει ο άνεργος το επίδομα από τον ΟΑΕΔ, ενώ ακόμα κι όταν καταφέρνει να ανταποκριθεί στους όρους και τις προϋποθέσεις που τίθενται, το επίδομα τελικά χορηγείται για μικρότερο χρονικό διάστημα ή «ψαλιδισμένο».
Αντιμέτωποι με το «ψαλίδισμα» της διάρκειας της επιδότησης ανεργίας βρίσκονται οι εποχικοί εργαζόμενοι. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελούν οι χιλιάδες ξενοδοχοϋπάλληλοι, που δουλεύουν ως εποχικοί και επιστρέφουν στην ανεργία με το τέλος κάθε σεζόν. Ως άνεργοι, όμως, δεν μπορούν να πάρουν επίδομα παρά μόνο για τρεις μήνες και πέντε μέρες ετησίως.
Αρνητικές επιπτώσεις υπάρχουν όμως και όσον αφορά την τακτική επιδότηση ανεργίας. Ανάλογα με τον αριθμό των ημερών εργασίας οι μήνες της επιδότησης μπορεί να κυμαίνονται από 5 έως 12. Για το μέγιστο χρονικό διάστημα των 12 μηνών οι άνεργοι χρειάζεται να συμπληρώσουν πάνω από 250 μέρες εργασίας, το τελευταίο 14μηνο. Το μικρότερο διάστημα των 5 μηνών αφορά όσους συμπλήρωσαν 125 - 149 μέρες εργασίας κατά τη διάρκεια του αντίστοιχου διαστήματος.
Ενδιάμεσα υπάρχουν τα διαστήματα επιδότησης για 6, 8 και 10 μήνες, σε συνάρτηση πάντα με τις μέρες εργασίας που έχουν συμπληρωθεί. Λιγότερες μέρες εργασίας αντιστοιχούν δηλαδή σε μικρότερη διάρκεια επιδότησης. Οι εργαζόμενοι που δουλεύουν με δίμηνες και τρίμηνες συμβάσεις, που ανάμεσά τους μεσολαβούν διαστήματα ανεργίας, δύσκολα μπορούν να συγκεντρώσουν 250 μέρες εργασίας, δηλαδή 10 μήνες δουλειάς, μέσα σε χρονικό διάστημα 14 μηνών έτσι ώστε να εξασφαλίσουν επίδομα ανεργίας για ένα χρόνο.
Διαφοροποιήσεις όμως υπάρχουν, εκτός από τη διάρκεια, και στο ύψος του επιδόματος ανεργίας. Το βασικό μηνιαίο επίδομα ανεργίας ανέρχεται στα 360 ευρώ. Οι εργαζόμενοι όμως με μειωμένη απασχόληση είναι πιθανόν να μη δικαιούνται στο σύνολό του το ποσό αυτό. Ολόκληρο το επίδομα ανεργίας λαμβάνουν μόνο όσοι άνεργοι είχαν ως μερικώς απασχολούμενοι μηνιαίες αποδοχές μεγαλύτερες από το 12πλάσιο του ημερομίσθιου του ανειδίκευτου εργάτη, δηλαδή πάνω από 314 ευρώ (μεικτά).
Σε όσους πάλι είχαν μηνιαίες αποδοχές μεγαλύτερες από το 6πλάσιο του ημερομίσθιου του ανειδίκευτου εργάτη αλλά ίσες ή μικρότεες από το 12πλάσιο του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη, καταβάλλεται το 75% του βασικού επιδόματος ανεργίας (270 ευρώ). Σε όσους είχαν μηνιαίες αποδοχές ίσες ή μικρότερες από το 6πλάσιο του ημερομίσθιου του ανειδίκευτου εργάτη, καταβάλλεται το 50% του βασικού επιδόματος ανεργίας (180 ευρώ).
Στο βαθμό που η «ευέλικτη» εργασία επεκτείνεται και πληθαίνουν οι εργαζόμενοι των οποίων οι μηνιαίες αποδοχές καθηλώνονται σε ποσά της τάξης των 300 ευρώ, θα αυξάνονται και οι άνεργοι που θα δικαιούνται μόνο ένα μέρος από το ήδη πενιχρό επίδομα...

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις