Αντιπαράθεση πάνω σε πλαστές διαχωριστικές γραμμές

Οσο περισσότερο στην πορεία υλοποίησης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων αποκαλύπτεται η στρατηγική σύμπλευση των κομμάτων της αστικής διαχείρισης, κύρια η σύμπλευση της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τόσο ενισχύεται η προπαγανδιστική προσπάθεια που καταβάλλουν να τη συγκαλύψουν.
Οι κορόνες στη ρητορική τους, οι καβγάδες για «ψύλλου πήδημα», αλλά και οι αντιπαραθέσεις για ζητήματα που άπτονται του μείγματος διαχείρισης, όχι απ' τη σκοπιά υπεράσπισης των λαϊκών συμφερόντων, αλλά απ' τη σκοπιά της επιτάχυνσης της πορείας εξόδου απ' την κρίση για το κεφάλαιο, κυριαρχούν και αποπροσανατολίζουν το λαό για τη χειραγώγηση του οποίου αμφότεροι πασχίζουν.
Στο πλαίσιο αυτό, ανασύρονται πλαστές διαχωριστικές γραμμές, με τη ΝΔ να διατείνεται ότι η σύγχρονη τέτοια γραμμή είναι αυτή που χωρίζει την αλήθεια απ' το λαϊκισμό και την κυβέρνηση να την τοποθετεί ανάμεσα στην αριστερά και τη δεξιά, την πρόοδο και τη συντήρηση κ.λπ.
Κοινός τους στόχος είναι η συγκάλυψη της πραγματικής διαχωριστικής γραμμής, αυτής που τοποθετεί από τη μια μεριά τα συμφέροντα του κεφαλαίου και από την άλλη των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Μόνο που αυτή η γραμμή φέρνει την κυβέρνηση και τη ΝΔ να μοιράζονται την ίδια μεριά, απέναντι από τους εργαζόμενους και το λαό.
Περισσότερα αυτά που τους ενώνουν...
Ας δούμε όμως πώς περιγράφει ο ΣΥΡΙΖΑ τις «πραγματικές διαχωριστικές γραμμές» ανάμεσα στον ίδιο και στη ΝΔ, τονίζοντας μάλιστα με έμφαση ότι «διαχωριστικές γραμμές στην πολιτική υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντοτε. Και αφορούν, κάθε φορά, τα κρίσιμα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο τόπος...». Γράφει το «non paper» που διένειμε στα μέσα της βδομάδας:
  • «Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε αυτούς που προσπαθούν να ενισχύσουν τη διαπραγματευτική θέση της χώρας και σε αυτούς που προσπαθούν να την υπονομεύσουν».
Ας το πάρουμε αντίστροφα: Για ποιον προσπαθεί η κυβέρνηση να ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση της χώρας; Μήπως για τα συμφέροντα του λαού; Σε καμιά περίπτωση. Ο καημός της είναι για το κεφάλαιο και γι' αυτό παζαρεύει, όπου σταθεί κι όπου βρεθεί: Είτε στα «σαλόνια» των Βρυξελλών, είτε στις συνόδους του ΝΑΤΟ, είτε στις συναντήσεις των κυβερνητικών στελεχών με τους θεσμούς του «κουαρτέτου». Και σ' αυτά τα παζάρια μοιράζεται κοινούς στόχους με τη ΝΔ, με κεντρικό αυτόν της ανάκαμψης της οικονομίας. Η ανταγωνιστικότητα και η κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων είναι το «ιερό δισκοπότηρο» για τις πολιτικές δυνάμεις του κεφαλαίου, όσο και αν προσπαθούν να διογκώνουν τις επιμέρους διαφορές τους, για να υπηρετούνται η διπολική αντιπαράθεση και η κυβερνητική εναλλαγή.
  • «Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε αυτούς που επιδιώκουν την έξοδο από την κρίση και σε αυτούς που επενδύουν στην όξυνσή της, για να κερδίσουν πολιτικά οφέλη...».
Εδώ γελάνε και οι πέτρες. Το πραγματικό ζήτημα δεν είναι ποιος θέλει και ποιος όχι την έξοδο από την κρίση, αλλά για λογαριασμό ποιανού. Κι εδώ τα περιθώρια να κοροϊδέψουν το λαό στενεύουν δραματικά. Κυβέρνηση και ΝΔ, συνολικά οι αστικές πολιτικές δυνάμεις, πασχίζουν να ξεπεραστεί η κρίση προς όφελος του κεφαλαίου και σε βάρος του λαού. Γι' αυτό ψήφισαν όλοι μαζί το 3ο μνημόνιο, ενώ η σημερινή συγκυβέρνηση διατηρεί ανέγγιχτους και επεκτείνει όλους τους προηγούμενους αντιλαϊκούς νόμους, πολλοί από τους οποίους ψηφίστηκαν επί κυβέρνησης ΝΔ.
Και για να μην υπάρχουν περιθώρια αμφισβήτησης, θυμίζουμε τι έλεγε ο άμεσα ενδιαφερόμενος, δηλαδή ο ΣΕΒ, σε προηγούμενο δελτίο του: «Παρά τις ιδεολογικές διαφορές, οι παρουσιάσεις των πολιτικών αρχηγών των δύο μεγάλων κομμάτων στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης συγκλίνουν στην αναγκαιότητα ταχείας εξόδου από την κρίση και την ύφεση και τη μετάβαση της οικονομίας σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο εστιασμένο στις επενδύσεις και τις εξαγωγές, με περισσότερο σχεδιασμό, λιγότερη παροχολογία και μεγαλύτερη συμμόρφωση προς τους περιορισμούς του μνημονίου».
  • «Ανάμεσα σε αυτούς που επιδιώκουν να κλείσει οριστικά ένα αμαρτωλό καθεστώς διαπλοκής που επικράτησε για δεκαετίες στην Ελλάδα και σε αυτούς που επιχειρούν με κάθε μέσον να το υπερασπιστούν και να το προστατεύουν».
Πόσες φορές στο παρελθόν δεν «έκλεισε οριστικά το αμαρτωλό καθεστώς της διαπλοκής» στην Ελλάδα, από όλες τις επόμενες κυβερνήσεις που έρχονταν να καθαρίσουν την «κόπρο του Αυγείου», την οποία υποτίθεται ότι παρήγαγαν με τους τόνους οι προηγούμενοι; Πόσες εξεταστικές επιτροπές έγιναν και πόσες ακόμα θα γίνουν για ζητήματα διαφθοράς και διαπλοκής, για σκάνδαλα και ρεμούλες; Πού κατέληξαν όλες οι προηγούμενες και τι άλλαξε στο βάλτο του αστικού πολιτικού συστήματος;
Η αντιπαράθεση στο ζήτημα της διαπλοκής είναι ασφαλές καταφύγιο και προσφιλές θέμα για όλες τις αστικές πολιτικές δυνάμεις, που ομού και αντάμα τσακίζουν το λαό και την ίδια ώρα προσπαθούν να του καλλιεργήσουν την ψευδαίσθηση ότι αυτό το σάπιο σύστημα μπορεί να εξαγνιστεί, ότι η διαφθορά και η διαπλοκή ανάμεσα στους θεσμούς του κράτους, τα κόμματα, τους επιχειρηματικούς ομίλους είναι φαινόμενο επίκτητο στον καπιταλισμό και όχι «σάρκα από τη σάρκα» του, παράγωγο της σύμφυσης του κεφαλαίου με το κράτος του.
Αλλά μιας και το έφερε η κουβέντα: Η κυβέρνηση της ΝΔ χρεώνεται - και σωστά - το σκάνδαλο της «Ζήμενς. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, που τώρα φοράει κι αυτή τη ρομφαία της κάθαρσης, γιατί δεν ξανανοίγει την υπόθεση και δεν ακυρώνει το συμβιβασμό που έγινε με την πολυεθνική, όπου με μια δήλωση και μερικές χιλιάδες ευρώ επανήλθε δριμύτερη να κάνει ξανά δουλειές με το κράτος;
  • «Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε αυτούς που προωθούν μια αποτελεσματική και ταυτόχρονα ανθρωπιστική διαχείριση του Προσφυγικού και σε αυτούς που μιλάνε με διπλή γλώσσα, συμμαχούν ανοιχτά με τις δυνάμεις του ακροδεξιού λαϊκισμού στην Ευρώπη, και ενθαρρύνουν ευθέως ξενοφοβικές και ρατσιστικές εκδηλώσεις σε τοπικές κοινωνίες».
Τέτοιες «διαχωριστικές γραμμές», όσο κι αν παίρνουν σαν αφορμή υπαρκτά φαινόμενα στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, διαστρεβλώνουν τις πραγματικές τους αιτίες και ταυτόχρονα παίζουν ρόλο παραβάν, πίσω από το οποίο κρύβεται η σύμπλευση κυβέρνησης και ΝΔ στα εξής:
Και οι δύο ενθαρρύνουν τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις που προκαλούν προσφυγιά, συμμετέχοντας μάλιστα ενεργά σ' αυτές και αποδεχόμενοι πλήρως τη στρατηγική και τους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ. Και οι δύο αποδέχονται την πολιτική του εγκλωβισμού για τους πρόσφυγες που προωθεί η ΕΕ. Αυτήν είναι που οξύνει τα προβλήματα τόσο των προσφύγων, όσο και των κατοίκων στα νησιά που τους φιλοξενούν, με αποτέλεσμα να βρίσκει χώμα να καρπίσει ο ρατσιστικός, ξενοφοβικός λόγος των κάθε λογής φασιστοειδών.
Και οι δύο, στο πλαίσιο της ΕΕ και ξέχωρα από τις διακηρύξεις περί ανθρωπισμού, δεν αμφισβητούν την αποτίμηση της προσφυγικής κρίσης με τα οικονομικά και δημοσιονομικά κριτήρια που βάζει το κεφάλαιο, ούτε βέβαια την αξιοποίηση των χιλιάδων κατατρεγμένων σαν εργατική δύναμη, που όμως ελεγχόμενα και με βάση τις ανάγκες του κεφαλαίου θα προωθούνται και θα ενσωματώνονται στο δυναμικό της κάθε χώρας.
Και ο ένας και ο άλλος αντιλαμβάνονται τους πρόσφυγες, που κατά χιλιάδες στοιβάζονται στα σύνορα τη χώρας ή τα περνούν, σαν μέσο πίεσης και διαπραγμάτευσης για ζητήματα άμεσης σημασίας για το κεφάλαιο, όπως η διαχείριση του χρέους, η χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων, η γεωπολιτική αναβάθμιση έναντι των περιφερειακών ανταγωνιστών και άλλα.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις