Συσκοτίζεται η ουσία ... και αυξάνουν οι πληρωμές

Ψηλά κρατιέται η συζήτηση για την υπόθεση της πολυεθνικής φαρμακοβιομηχανίας που ελέγχεται για το χρηματισμό γιατρών, προκειμένου να συνταγογραφούν τα φάρμακά της και να επεκτείνει το μερίδιό της στην αγορά. Από την κυβέρνηση γίνεται προσπάθεια το υπαρκτό - όπως όλα δείχνουν - σκάνδαλο να αποδοθεί στις προηγούμενες κυβερνήσεις, βάζοντας στο κάδρο ακόμα και πρώην υπουργούς, θέλοντας προφανώς να αξιοποιήσει και πολιτικά τις αποκαλύψεις. Από την πλευρά της ΝΔ, αποποιούνται οποιαδήποτε ευθύνη και «αντεπιτίθενται» με υπονοούμενα για την κυβέρνηση ότι, με την πολιτική τιμών που εφαρμόζει στα φάρμακα, υπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα και εταιρείες. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, όπως και στο παρελθόν, τέτοιες υποθέσεις, όταν αποκαλύπτονται, αξιοποιούνται για επιχειρηματικά και πολιτικά «ξεκαθαρίσματα». Κάτι τέτοιο φαίνεται πως θα συμβεί και τώρα, καθώς ήδη διαρρέονται πληροφορίες ότι το μέγεθος του σκανδάλου είναι ισάξιο της «Siemens». Αυτό που κρύβεται είναι το εξής: Το υπόβαθρο τέτοιων σκανδάλων είναι η λειτουργία της Υγείας με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και η διαχείριση του Φαρμάκου ως εμπορεύματος. Εκεί βρίσκεται η βάση της διαπλοκής του κράτους με τις φαρμακοβιομηχανίες, όπως γίνεται άλλωστε γενικά με τους μονοπωλιακούς ομίλους, ανεξάρτητα από κλάδο. Εκεί βρίσκεται όμως και η αιτία για το γεγονός ότι ένα μέρος των γιατρών λειτουργούν κυριολεκτικά ως πλασιέ επιχειρηματικών συμφερόντων, που είναι κοινό μυστικό, ανεξάρτητα από το αν και σε ποιο βαθμό θα αποδειχτούν βάσιμες οι αποκαλύψεις για τη συγκεκριμένη φαρμακοβιομηχανία.
Ας δούμε, όμως, μια ακόμα πλευρά: Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η αποκάλυψη τέτοιων σκανδάλων βοηθάει στη λήψη μέτρων περιορισμού της φαρμακευτικής δαπάνης από το κράτος, καθώς αποδεικνύεται ότι ένα μέρος της οφείλεται στην υπερσυνταγογράφηση και σε αχρείαστα φάρμακα. Με τον τρόπο αυτό, λέει η κυβέρνηση, βάζει «χαλινό» στις εταιρείες του Φαρμάκου, προστατεύει τα δημοσιονομικά του κράτους, αλλά και τους ασθενείς. Η αλήθεια είναι τελείως διαφορετική. Μπορεί η φαρμακευτική δαπάνη από κράτος και Ταμεία να μειώνεται από χρόνο σε χρόνο, στο όνομα της δημοσιονομικής εξυγίανσης, αυτό που συμβαίνει όμως είναι να μετακυλίεται το κόστος στους ασθενείς. Για παράδειγμα, το 2017 η φαρμακευτική δαπάνη προϋπολογίζεται στα 2.270 εκατομμύρια ευρώ, μειωμένη κατά 230 εκατομμύρια ευρώ από το ποσό το οποίο εκτιμάται ότι θα κλείσει το 2016. Η εμπειρία, όμως, από την τελευταία μόνο εξαετία δείχνει ότι οι μειώσεις στη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη (από 5,2 δισ. ευρώ το 2009 στα 1,9 δισ. ευρώ το 2015) οδήγησαν στην εκτόξευση της μεσοσταθμικής συμμετοχής των ασφαλισμένων από το 9% (2009) στο 30% (2015). Δηλαδή, κράτος και ασφαλιστικά ταμεία πλήρωσαν κατά 57,7% λιγότερο, ενώ οι ασφαλισμένοι πλήρωσαν ως συμμετοχή κατά 43,1% περισσότερο, όχι για όλα τα φάρμακα, αλλά μόνο γι' αυτά που αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ! Δηλαδή, το ποσοστό αυτό είναι πολύ παραπάνω αν ληφθεί υπόψη ο αυξανόμενος αριθμός των Μη Συνταγογραφούμενων Φαρμάκων και των φαρμάκων της «αρνητικής λίστας», τα οποία δεν αποζημιώνονται από τον ΕΟΠΥΥ και πληρώνονται εξολοκλήρου από τους ασθενείς. Αυτό κι αν είναι ...σκάνδαλο!

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις