Εξι χρόνια μετά ...
Ορισμένα συμπεράσματα από την ψήφιση του πρώτου μνημονίου
Πριν 6 χρόνια, το Μάη του 2010, η Ελλάδα έμπαινε στο πρώτο μνημόνιο. Από τότε ακολούθησαν άλλα 2 και «ψήνεται», απ' ό,τι όλα δείχνουν, και ένα τέταρτο. Τον μέχρι σήμερα απολογισμό αυτής της πολιτικής τον ζουν οι εργαζόμενοι, τα φτωχά λαϊκά στρώματα, οι λαϊκές οικογένειες καθημερινά στο πετσί τους. Ξέρουμε όλοι καλά τον αντιλαϊκό χαρακτήρα των μέτρων που συνόδευαν και συνοδεύουν τα μνημόνια. Εχει σημασία, σήμερα, να δούμε ορισμένα συμπεράσματα, που άλλωστε αποτέλεσαν και πεδίο σφοδρής ιδεολογικοπολιτικής αντιπαράθεσης μέσα σε αυτά τα έξι χρόνια.
Πρώτα απ' όλα, τα μνημόνια ήρθαν ως απάντηση στην καπιταλιστική οικονομική κρίση, ως μέτρα με σκοπό αυτή να ξεπεραστεί υπέρ βεβαίως του κεφαλαίου, των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Θυμίζουμε ότι πριν από την κρίση είχε προηγηθεί μια περίοδος υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης του ελληνικού ΑΕΠ το 2005 είχαν φτάσει στο 5%, όταν την ίδια περίοδο στο σύνολο της Ευρωζώνης ήταν περίπου στο 2,5%. Η κρίση που ξέσπασε στην Ελλάδα ήταν μεγάλη σε βάθος, η υποχώρηση της καπιταλιστικής οικονομίας έφτασε στο -25%. Οι πολιτικές που ακολουθούνται σε συνθήκες καπιταλιστικών κρίσεων, προκειμένου να διαμορφωθεί το έδαφος για να ξαναπάρει μπρος με γρήγορους ρυθμούς η μηχανή της καπιταλιστικής κερδοφορίας, για να στηριχθεί η καπιταλιστική ανάκαμψη, συνοψίζονται σε μια λέξη: υποτίμηση, υποτίμηση κεφαλαίου, εμπορευμάτων, εργατικής δύναμης, νομίσματος κ.λπ. Αποδείχτηκε ότι δύο επιλογές μειγμάτων υποτίμησης υπάρχουν μπροστά στον ελληνικό καπιταλισμό. Η πρώτη, στην οποία κυριαρχούν στοιχεία «εσωτερικής υποτίμησης», είναι η πολιτική που εφαρμόστηκε και εφαρμόζεται μέσω των μνημονίων. Σε αυτήν την περίπτωση, ο λαός, οι εργαζόμενοι «πληρώνουν» την υποτίμηση μέσα από το χτύπημα στο εισόδημά τους, τον περιορισμό κρατικών δαπανών που προορίζονται για κοινωνικές ανάγκες, την αύξηση της φορολογίας κ.ά. Η δεύτερη λύση είναι ένα μείγμα στο οποίο θα κυριαρχούσε η «εξωτερική υποτίμηση», με βασικό στοιχείο την υποτίμηση του νομίσματος, κάτι βεβαίως που θα προϋπέθετε την έξοδο της Ελλάδας από την ΟΝΕ και την αλλαγή νομίσματος. Σε αυτήν την περίπτωση, οι εργαζόμενοι, ο λαός θα «πλήρωναν» την υποτίμηση μέσω της χρεοκοπίας, της στάσης πληρωμών, την εκτίναξη του πληθωρισμού. Μια μικρή πικρή γεύση για κάτι τέτοιο πήραν πέρυσι το καλοκαίρι, με την επιβολή των κάπιταλ κοντρόλς. Παρ' όλες τις ταλαντεύσεις και τη διαπάλη ανάμεσα σε τμήματα της αστικής τάξης, κυριάρχησε η πρώτη γραμμή ως πιο συμφέρουσα και με κριτήριο την παραμονή της Ελλάδας στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, επιλογή που εξυπηρετεί ευρύτερα οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα του ελληνικού κεφαλαίου. Μέσα στα μνημόνια ενσωματώθηκαν αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις που η αναγκαιότητά τους ήταν διαπιστωμένη πολλά χρόνια πριν την κρίση, αλλά για διάφορους λόγους καθυστερούσε η εφαρμογή τους. Αποδείχτηκε περίτρανα από τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν μπορεί να υπάρξει μια άλλου τύπου διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης, υπέρ των εργαζομένων. Επιβεβαιώνοντας έτσι την πρόβλεψη του προέδρου του ΣΕΒ, που στο ερώτημα πριν από τις εκλογές του Γενάρη του 2015, εάν ανησυχεί για το ποιος θα είναι η επόμενη κυβέρνηση, απάντησε ότι η οικονομία έχει τους δικούς της νόμους και οι κυβερνήσεις, ανεξάρτητα από τις διακηρύξεις τους, είναι υποχρεωμένες να προσαρμόζονται σε αυτούς τους νόμους, καταλήγοντας πως δεν ανησυχεί. Το ενδεχόμενο νέων αντιλαϊκών μνημονίων αλλά και το ενδεχόμενο μιας μελλοντικής χρεοκοπίας μέσω Grexit θα είναι πάντα ανοιχτά, όσο η ελληνική καπιταλιστική οικονομία θα συνεχίζει να βρίσκεται στη δίνη της οικονομικής κρίσης, όσο θα δυσκολεύεται να περάσει στη φάση της ανάκαμψης.
Δεύτερον, τα μνημόνια συνιστούν πολιτικές με σαφή ταξικό χαρακτήρα. Παρά τις γκρίνιες, τις διαφωνίες, ακόμα και τις αντιθέσεις τμημάτων της αστικής τάξης για το μείγμα των μέτρων που συνοδεύουν τα μνημόνια, ο στρατηγικός στόχος της πολιτικής που ασκείται είναι η στήριξη της προσπάθειας του κεφαλαίου να ανακάμψει, να αυξηθούν οι ρυθμοί κερδοφορίας του, να αναθερμανθεί το ενδιαφέρον για επενδύσεις και διεύρυνση των δραστηριοτήτων των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Μια απόδειξη γι' αυτό αποτελεί το γεγονός ότι το κεφάλαιο, η εργοδοσία έχει ενισχύσει όλα αυτά τα χρόνια τη θέση της απέναντι στην εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Παράδειγμα αποτελούν τα όσα έγραφε ο «Ριζοσπάστης» πριν από μερικές μέρες, σχετικά με την κινητικότητα που επικρατεί στις εργασιακές σχέσεις, το γεγονός ότι ένα μεγάλο τμήμα των εργαζομένων απολύεται μέσα στο χρόνο, αναγκάζεται να αλλάξει δουλειά, μια κατάσταση που σημαίνει τέλος σε όσα εργασιακά δικαιώματα είχαν απομείνει, χωρίς καν να χρειάζεται να έρθει κάποιος ειδικός νόμος για τη ρύθμισή τους. Θυμίζουμε, επίσης, ότι αξιοποιώντας τα κάπιταλ κοντρόλς του καλοκαιριού, η εργοδοσία ξεσάλωσε σε μια σειρά χώρους δουλειάς, επιτείνοντας την απληρωσιά, αυξάνοντας τις απολύσεις, συμπιέζοντας ακόμα περισσότερο εργατικά δικαιώματα. Δεν πρέπει, επίσης, να διαφύγει της προσοχής μας ότι τα αντιλαϊκά μέτρα, πέρα από τα έμμεσα οφέλη στο κεφάλαιο, συνοδεύονται και από μέτρα άμεσης στήριξής του με φοροελαφρύνσεις, ευνοϊκές ρυθμίσεις κ.ά. Αλλωστε, με αυτό το ταξικό κριτήριο, εκπρόσωποι των βιομηχάνων, των τραπεζών, επισημαίνουν τη μεγάλη σημασία που έχει η υλοποίηση του προγράμματος, παρά τις επιμέρους και γενικότερες διαφωνίες τους, ενώ προσδοκούν και νέα οφέλη από τα αντιλαϊκά μέτρα που θα παρθούν στο μέλλον. Βεβαίως, όσο δεν έρχεται η ανάκαμψη, θα εντείνονται και η γκρίνια και οι προβληματισμοί σε σχέση με την πορεία της Ελλάδας εντός ΕΕ και ευρώ. Η πραγματικότητα αυτή καταρρίπτει το μύθο ότι τα μνημόνια και το περιεχόμενό τους ήρθαν ως αποτέλεσμα «επιβολής των δανειστών απέναντι» γενικά «στους Ελληνες», βγάζοντας λάδι ουσιαστικά την ελληνική αστική τάξη και το αστικό πολιτικό σύστημα.
Τρίτον, με βάση όλα τα προηγούμενα, αυτό που χρεοκόπησε ουσιαστικά είναι η θολή αντιμνημονιακή γραμμή που κυριάρχησε στο εργατικό - λαϊκό κίνημα τα προηγούμενα έξι χρόνια. Η γραμμή, δηλαδή, που αντιπάλευε τα μνημόνια ξεκομμένα από τον ταξικό τους χαρακτήρα, από τον ίδιο τον καπιταλισμό και τη λειτουργία του, ως ένα «λάθος μείγμα διαχείρισης που μας επιβάλλει η Γερμανία». Η ψευδαίσθηση, δηλαδή, ότι μπορεί να υπάρξει μια φιλολαϊκή διαχείριση της κρίσης με το κεφάλαιο στην εξουσία και με στόχο την καπιταλιστική ανάκαμψη. Αυτή η γραμμή έδωσε τον τόνο στις μαζικές κινητοποιήσεις της περιόδου 2010-2012, στις διαδηλώσεις, στο περίφημο «κίνημα των πλατειών». Στην πραγματικότητα, επρόκειτο για μια διεκδίκηση ενός άλλου μείγματος υποτίμησης, που σε ορισμένες πλευρές του έφτανε και μέχρι την έξοδο από το ευρώ, εντός βεβαίως του καπιταλιστικού δρόμου. Από ορισμένες δυνάμεις που αυτοαποκαλούνται «αντικαπιταλιστικές», ριζοσπαστικές, το μείγμα της «εξωτερικής υποτίμησης» και παραγωγικής ανασυγκρότησης βαφτίστηκε «μεταβατικός στόχος για το σοσιαλισμό». Ετσι, έπαιξαν αρνητικό ρόλο, βάζοντας εμπόδια στη ριζοσπαστικοποίηση, εγκλωβίζοντας δυνάμεις σε μια αστική στρατηγική. Η αποκάλυψη ότι το αντιμνημονιακό κίνημα ήταν μια αυταπάτη, ήρθε με την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ σε κυβέρνηση. Εκεί, ουσιαστικά, όλες οι ψευδαισθήσεις που συστηματικά καλλιεργήθηκαν διαλύθηκαν μέσα σε 7 μήνες. Αποδείχτηκε ότι ακόμα και τα ελάχιστα, ακόμα και τα ψίχουλα που είχαν υποσχεθεί στο περίφημο «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης», προσέκρουαν στην ανάγκη στήριξης της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Επιβεβαιώθηκε ότι η πραγματική αντίθεση στα μνημόνια από τη σκοπιά των εργατικών - λαϊκών συμφερόντων είναι η απόρριψη του στόχου της ανάκαμψης των κερδών του κεφαλαίου, η πάλη για να πληρώσει την κρίση το κεφάλαιο, που εκφράζεται σε συγκεκριμένες διεκδικήσεις και στόχους πάλης, η γραμμή σύγκρουσης με το κεφάλαιο και την εξουσία του, είναι δηλαδή η αντικαπιταλιστική γραμμή.
Τα συμπεράσματα αυτά είναι πολύ χρήσιμα για το επόμενο διάστημα. Οι μάχες είναι μπροστά στο εργατικό - λαϊκό κίνημα. Μαζί με την αντιμετώπιση της απογοήτευσης, του φόβου, της παραίτησης που έχει καλλιεργηθεί συστηματικά όλη αυτήν την περίοδο, ειδικά το διάστημα από το 2012 μέχρι σήμερα, πρέπει να αντιμετωπιστεί και κάθε προσπάθεια το εργατικό - λαϊκό κίνημα να υιοθετήσει νέες ψευδαισθήσεις και αυταπάτες σχετικά με τη δυνατότητα ανάκαμψης του λαού μέσω της ανάκαμψης των κερδών του κεφαλαίου. Οι διεργασίες που συντελούνται, άλλωστε, στο αστικό πολιτικό σύστημα προϊδεάζουν για νέα αντιδραστικά σχήματα ενσωμάτωσης της αγανάκτησης και του θυμού που αντικειμενικά συσσωρεύονται. Είναι ζητούμενο σήμερα, βγάζοντας τα κατάλληλα συμπεράσματα, να ενισχυθεί η αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή γραμμή πάλης, να σημαδέψει αυτήν τη φορά το εργατικό κίνημα σωστά, τον πραγματικό αντίπαλο, το κεφάλαιο, τα κόμματα και τις κυβερνήσεις του, την εξουσία του, τις ιμπεριαλιστικές του συμμαχίες και οργανισμούς (ΕΕ, ΔΝΤ κ.λπ.). Σε αυτήν την κατεύθυνση, οι κομμουνιστές, τα μέλη και τα στελέχη του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, ώστε το επόμενο διάστημα το εργατικό - λαϊκό κίνημα να κάνει βήματα στην οργάνωση και τον προσανατολισμό του, ώστε οι αγώνες που θα εκδηλωθούν, να αποτελέσουν σταθμούς στη συνολική προσπάθεια για ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, για την ενίσχυση της κοινωνικής συμμαχίας σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου