Δυο όψεις του ίδιου (αντιλαϊκού) νομίσματος

Από βδομάδα, αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή ο πολυσυζητημένος αναπτυξιακός νόμος της κυβέρνησης. Με βάση το σχέδιο που δόθηκε για διαβούλευση, σ' αυτόν περιέχονται γενναία προνόμια και επιδοτήσεις, προκειμένου η ελληνική οικονομία, σε συνδυασμό με τις ανατροπές σε Εργασιακά και Ασφαλιστικό, να γίνει πιο «φιλική» στην επιχειρηματικότητα και να προσελκύει επενδύσεις. Αυτό σημαίνει να διαμορφωθούν με την παρέμβαση του κράτους καλύτεροι όροι για τη βελτίωση της ανάπτυξης, της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των μεγάλων επιχειρήσεων, της δημιουργίας νέων.
Ανάμεσα στα πολλά με τα οποία η κυβέρνηση φιλοδωρεί το κεφάλαιο με το συγκεκριμένο νόμο, είναι κρατικές επιδοτήσεις ανάλογα με το ύψος της επένδυσης, σταθεροί και μειωμένοι φορολογικοί συντελεστές, διαδικασίες «fast track» για μεγάλες επενδύσεις, φοροαπαλλαγές και άλλα. Δίπλα σ' αυτά, προβλέπεται η «επιδότηση κόστους της δημιουργούμενης απασχόλησης», δηλαδή η κάλυψη του λεγόμενου μισθολογικού κόστους μιας επιχείρησης από κρατικά και άλλα κονδύλια, αλλά και «ειδικές κατηγορίες ενισχύσεων», για «εξωστρεφείς» ή καινοτόμες επιχειρήσεις.
Σύμφωνα, επίσης, με τον αναπτυξιακό νόμο, τα ερευνητικά/εκπαιδευτικά ιδρύματα συνδέονται ακόμα πιο στενά με τις επιχειρήσεις, παράγοντας έρευνα και εργατικό δυναμικό για λογαριασμό τους, ενώ χρήμα στα ταμεία των επιχειρηματικών ομίλων θα εισρεύσει και από την «αναπτυξιακή τράπεζα», που προβλέπεται να δημιουργηθεί. Για κερασάκι στην τούρτα, το κράτος παρέχει απλόχερα εγγυήσεις για την κάλυψη τυχόν ζημιών που θα εμφανίσουν οι επενδυτές, καθώς και χρηματικές ενισχύσεις για τον «επιχειρηματικό κίνδυνο».
Για να γίνει καλύτερα αντιληπτή η ταξικότητα της αντιλαϊκής πολιτικής που υπηρετεί και αυτή η κυβέρνηση, αρκεί να επισημάνουμε τις εξής καραμπινάτες αντιθέσεις: Με τον αντιασφαλιστικό νόμο και το πολυνομοσχέδιο που ψηφίστηκαν τις προηγούμενες μέρες, το κράτος παίρνει από τους ασφαλισμένους, τους συνταξιούχους και τα λαϊκά στρώματα περισσότερα από 10 δισ. ευρώ, με αύξηση των έμμεσων φόρων, μείωση των συντάξεων και αύξηση των εισφορών.
Αντίστροφα, η κυβέρνηση με τον αναπτυξιακό της νόμο σχεδιάζει να επιδοτεί με 500.000 ευρώ τους επιχειρηματικούς ομίλους που θα επενδύσουν περισσότερα από 20 εκατ. ευρώ, για καθεμία θέση εργασίας που θα δημιουργούν! Αλλο παράδειγμα: Η εργατική - λαϊκή οικογένεια θα κληθεί τα επόμενα τρία χρόνια να πληρώσει από την τσέπη της επιπλέον 1,9 δισ. ευρώ από την αύξηση των έμμεσων φόρων. Για τις επιχειρήσεις, όμως, που θα ενταχθούν στον αναπτυξιακό νόμο, προβλέπεται πλήρης φορολογική απαλλαγή μέχρι και για 15 χρόνια και μέχρις ότου εξαντληθεί το ποσό της προβλεπόμενης κρατικής ενίσχυσης!
Ακόμα πιο πέρα: Δενδροκαλλιεργητές και άλλοι παραγωγοί που υπέστησαν ζημιές από την κακοκαιρία τις τελευταίες βδομάδες, παραμένουν κυριολεκτικά ξεκρέμαστοι, καθώς ο ΕΛΓΑ αρνείται να τους αποζημιώσει. Γι' αυτά τα φτωχά λαϊκά νοικοκυριά, το κράτος υπογράφει την καταδίκη τους να βγάλουν την επόμενη χρονιά χωρίς καθόλου εισόδημα. Ομως, για τις επιχειρήσεις που θα ...ρισκάρουν τις επενδύσεις τους, ο αναπτυξιακός νόμος προβλέπει - όπως γράψαμε πιο πάνω - την παροχή εγγυήσεων για την κάλυψη τυχόν ζημιών που θα εμφανίσουν και ενισχύσεις χρηματοδότησης για τον «επιχειρηματικό κίνδυνο»!
Επομένως, τα αντιλαϊκά μέτρα από τη μια και οι ενισχύσεις/επιδοτήσεις στο κεφάλαιο από την άλλη, είναι οι δύο όψεις της ίδιας αντιλαϊκής πολιτικής, που υπηρετεί το στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης, στον οποίο συμφωνούν όλα τα αστικά κόμματα και βέβαια το κεφάλαιο. Ομως, ακόμα κι αυτά τα μέτρα του αναπτυξιακού νόμου δεν είναι αρκετά για τους βιομήχανους και τα άλλα παράσιτα. Γι' αυτό στο Βιομηχανικό Συνέδριο που οργάνωσαν τις προηγούμενες μέρες, έβαλαν ξανά το σύνολο της ατζέντας τους, περιγράφοντας επί της ουσίας τις επόμενες ανατροπές που θα προωθήσει η κυβέρνηση, η σημερινή και οι επόμενες.
Μεταξύ άλλων, ζήτησαν ευθυγράμμιση της φορολογίας επιχειρηματικών κερδών με φορολογικές πρακτικές της ΕΕ και γειτονικών χωρών, μείωση ασφαλιστικών και εργοδοτικών εισφορών, άρση των άμεσων και έμμεσων φόρων στην παραγωγή, επανεξέταση των ειδικών φόρων επί των ενεργειακών προϊόντων βιομηχανικής χρήσης, προσαρμογή στα ελάχιστα επίπεδα που προβλέπει η σχετική ευρωενωσιακή οδηγία και μειωμένο φορολογικό συντελεστή (20%) σε περίπτωση επανεπένδυσης κερδών, τουλάχιστον μέχρι και το 2022.
Και για να μη μείνει καμιά αμφιβολία για το κατά πόσο αυτή η κυβέρνηση είναι η εκλεκτή των βιομηχάνων, όσο τουλάχιστον δεν διαθέτουν άλλη εναλλακτική στη διακυβέρνηση, ας δούμε τι είπε ο πρόεδρος του ΣΕΒ σε χτεσινή του συνέντευξη: «Είναι η δουλειά μας να βοηθάμε την εκάστοτε κυβέρνηση να σχεδιάζει και να κινητοποιεί τον ιδιωτικό τομέα και την οικονομία περισσότερο (...) βλέπουμε ότι η σταθερότητα, την οποία συνεπάγεται η πρώτη αξιολόγηση, θα μας δώσει την ευκαιρία να ξεκινήσουμε να συζητάμε για την ανάπτυξη (...) Αν η κυβέρνηση ακούσει και καταλάβει τι λέμε, τότε δεν έχουμε κανένα λόγο να βγούμε επικριτικοί»...

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις