Κριτήριο οι ανάγκες των εργαζομένων

Μ
πόλικο μελάνι χύνουν τούτες τις μέρες τα αστικά Μέσα Ενημέρωσης, για να συκοφαντήσουν τον αγώνα των εργαζομένων στις συγκοινωνίες. Με «υλικό» που τους δίνει η κυβέρνηση παρουσιάζουν τους απεργούς ως προνομιακά αμειβόμενους έναντι των άλλων εργαζομένων, με τους τελευταίους να είναι, ταυτόχρονα, και επιβάτες που - όπως λένε τα αστικά ΜΜΕ - ταλαιπωρούνται λόγω των κινητοποιήσεων. Η ίδια η πραγματικότητα διαψεύδει τους ισχυρισμούς τους. Εργαζόμενοι οδηγοί λεωφορείων ύστερα από 25 και 28 χρόνια δουλειάς φθάνουν σήμερα να παίρνουν περίπου 1.000 με 1.100 ευρώ μισθό, υπολογισμένος επί 12 μήνες και όχι επί 14, όπως ίσχυε για όλους πριν μερικά χρόνια. Ο εισαγωγικός βασικός μεικτός μισθός ενός τεχνίτη δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο μετρό ήταν πριν τρία χρόνια περίπου 1.450 ευρώ και σήμερα είναι περίπου 950 ευρώ με προοπτική να μειωθεί μέχρι και 25%. Αυτοί είναι οι υψηλοί μισθοί των εργαζομένων στις συγκοινωνίες.

Ο
μως, το ζήτημα δεν είναι μόνο αυτό. Η συκοφαντία του αγώνα των εργαζομένων είναι μόνο η «φωτεινή» πλευρά του φεγγαριού. Πίσω από αυτήν υπάρχει μια καλοστημένη προπαγάνδα που προωθεί σιωπηρά αλλά συστηματικά ιδεολογήματα με στόχο την καλλιέργεια της ηττοπάθειας και την ισχυρή εδραίωση της διαίρεσης των εργαζομένων. Λένε τα αστικά Μέσα Ενημέρωσης «αυτός ο εργαζόμενος είναι υψηλόμισθος» και εννοούν ότι παίρνει πιο πολλά λεφτά από άλλους. Μπαίνει το ερώτημα με βάση ποιο κριτήριο χαρακτηρίζεται κάποιος υψηλόμισθος ή χαμηλόμισθος. Από τη σκοπιά του κεφαλαίου, το κριτήριο είναι ότι όσο υψηλότερη η τιμή της εργατικής δύναμης τόσο χαμηλότερο το κέρδος που αποσπά. Αρα μόνιμη επιδίωξή του είναι να μειώνει την τιμή αυτή και αυτό αναλαμβάνουν να κάνουν οι αντεργατικές πολιτικές της σημερινής και των προηγούμενων κυβερνήσεων. Οι ίδιοι οι κεφαλαιοκράτες ως ιδιοκτήτες των αστικών Μέσων Ενημέρωσης αναλαμβάνουν να συγκαλύψουν τον πραγματικό στόχο της πολιτικής αυτής και να την παρουσιάσουν μέσα από την αρθρογραφία, τις εκπομπές και τα δελτία ειδήσεων άλλοτε ως «εθνική ανάγκη», άλλοτε ως «χτύπημα των προνομιούχων στρωμάτων της κοινωνίας» και πάει λέγοντας. Επιπλέον, η αποδοχή της λογικής περί προνομιούχων καλλιεργεί κάλπικους ανταγωνισμούς και διαιρέσεις μέσα στην εργατική τάξη και την ηττοπάθεια. Τη λογική ότι «αφού εγώ παίρνω 500 ευρώ να πάρει και ο άλλος τόσα» και όχι το αντίθετο.

Α
πό τη σκοπιά των εργαζομένων, κριτήριο πρέπει να είναι τι ανάγκες καλύπτει ο μισθός. Με βάση αυτό οι μισθοί που παίρνει η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων, με δεδομένη τη φοροεπιδρομή και την κατάσταση στην Παιδεία και την Υγεία, συνολικά το σημερινό κόστος ζωής, απέχουν πολύ από το να καλύψουν επαρκώς στοιχειώδεις σύγχρονες πραγματικές ανάγκες. Στον 21ο αιώνα τα σχολεία ζητούν από τους γονείς λεφτά για να πάρουν χαρτί για το φωτοτυπικό μηχάνημα και ακόμα χειρότερα για την αγορά πετρελαίου. Στον 21ο αιώνα, της αλματώδους επιστημονικής ανάπτυξης και των πρακτικών εφαρμογών της σε μαζική κλίμακα, οι ποιοτικές υπηρεσίες Υγείας είναι ένα ακριβό εμπόρευμα για λίγους. Στον 21ο αιώνα υπάρχουν τουλάχιστον 1.500.000 άνεργοι στην Ελλάδα, για τους οποίους η εξεύρεση των αναγκαίων αποτελεί μια καθημερινή περιπέτεια επιβίωσης.

Σ
ε αυτά απάντηση μπορεί να δώσει μόνο η ενιαία αγωνιστική δράση των εργαζομένων, η οποία προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, τη συστηματική αποκάλυψη και κατάρριψη των ιδεολογημάτων που προωθούν τα όργανα των κεφαλαιοκρατών.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις