Γαλλία: Προώθηση της ευελιξίας στην εκμετάλλευση των εργατών

Την παρουσίαση κοινών προτάσεων για την ενίσχυση της «ανταγωνιστικότητας» (των επιχειρήσεων και του κεφαλαίου εννοείται), με δήθεν ταυτόχρονη στήριξη της «κοινωνικής προστασίας», προανήγγειλαν την περασμένη Τρίτη ο Γάλλος Πρόεδρος και η Γερμανίδα καγκελάριος, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησαν με αφορμή την 50ή επέτειο της συμφωνίας «συμφιλίωσης» των δύο χωρών, που υπογράφτηκε το 1963 από τον τότε Γάλλο Πρόεδρο ντε Γκολ και τον τότε καγκελάριο Αντενάουερ. Ολάντ και Μέρκελ δήλωσαν ότι οι προτάσεις αυτές θα παρουσιαστούν στο πλαίσιο της ΕΕ μέχρι το Μάη και διευκρίνισαν ότι ο πυρήνας τους θα είναι η συμφωνία «μεταρρύθμισης της αγοράς εργασίας», που επιτεύχθηκε στις αρχές του μήνα στη Γαλλία.

Η συμφωνία επιτεύχθηκε μετά από τρίμηνες διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην Ενωση Εργοδοτών της Γαλλίας (Medef) και σε τρία εκ των πέντε μεγάλων συνδικάτων της χώρας, της CFTC - Γαλλικής Συνομοσπονδίας Χριστιανών Εργατών, που πρόσκειται στον πολιτικό χώρο της δεξιάς -, της CFTD - Γαλλικής Δημοκρατικής Συνομοσπονδίας Εργατών, που πρόσκειται στον πολιτικό χώρο του Σοσιαλιστικού Κόμματος - και της CFE-CGC - Γαλλικής Συνομοσπονδίας Στελεχών, που συσπειρώνει τα μεσαία και ανώτερα στελέχη του ιδιωτικού τομέα. Τη συμφωνία δεν υπέγραψαν τα άλλα δύο μεγάλα συνδικάτα της Γαλλίας, η CGT - Γενική Συνομοσπονδία Εργατών, που πρόσκειται κυρίως στο οπορτουνιστικό Γαλλικό ΚΚ - και η FO - Φορς Ουβριέρ, «Εργατική Δύναμη», που πρόσκειται στον πολιτικό χώρο των τροτσκιστών, χαρακτηρίζοντάς την «ολική και οριστική διάλυση των σχέσεων εργασίας». Βέβαια, αυτά τα συνδικάτα (CGT και FO) ναι μεν δεν έβαλαν την υπογραφή τους στη συμφωνία, αλλά με τη συμμετοχή τους στον «κοινωνικό διάλογο» και τη στάση τους κατά τη διάρκειά του, καλλιέργησαν αυταπάτες ότι θα μπορούσε να βγει κάτι καλό για τους εργαζόμενους.

Η αποχώρησή τους, τυπικά, δεν εμποδίζει την προώθηση της συμφωνίας με βάση τη γαλλική νομοθεσία. Η συμφωνία, εκτός απροόπτου, θα συζητηθεί στο γαλλικό Υπουργικό Συμβούλιο στις αρχές Μάρτη, και στη συνέχεια θα προωθηθεί προς έγκριση στο Κοινοβούλιο με τη διαδικασία του κατεπείγοντος προκειμένου να τεθεί σε εφαρμογή από το Μάη.

«Λύνονται τα χέρια» των εργοδοτών

Για τα «μάτια» του κόσμου, στόχος της «μεταρρύθμισης της αγοράς εργασίας» είναι η λήψη μέτρων «εκσυγχρονισμού» που θα επιτρέψουν την αντιμετώπιση της ανεργίας και της εργασιακής ανασφάλειας με την ταυτόχρονη ενίσχυση της επιχειρηματικότητας. Πίσω από αυτήν την πολύ προσεκτική διατύπωση, η νέα «σοσιαλιστική» κυβέρνηση της Γαλλίας και ο, πάλαι ποτέ, «φορέας της αλλαγής», Πρόεδρός της, Φρανσουά Ολάντ, κρύβουν τη λογική της flexicurity, της «εργασιακής ευελιξίας με (ψήγματα) κοινωνικής ασφάλισης» («ευελφάλεια»), που εισηγήθηκε η Στρατηγική της Λισαβόνας.

Επί της ουσίας, η επιτευχθείσα «μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας» δεν είναι τίποτε άλλο παρά η περαιτέρω λήψη μέτρων για την ελαστικοποίηση και επιδείνωση των όρων εργασίας προς όφελος της εργοδοσίας. Η συζήτηση επικεντρώθηκε, προκειμένου να αποπροσανατολιστεί και ο γαλλικός λαός, στη «γεφύρωση» του χάσματος ανάμεσα στις παροχές των συμβάσεων αορίστου χρόνου με αυτές ορισμένου χρόνου.

Πρακτικά, όμως, αυτό που συζητήθηκε, και τελικά συμφωνήθηκε, ήταν το πώς δίνοντας ορισμένα «καθρεφτάκια» στους ιθαγενείς, θα αρχίσει το ξήλωμα των παροχών των συμβάσεων αορίστου χρόνου, οι οποίες είναι πολύ ισχυρές στη Γαλλία. Ετσι, πλέον, οι εργοδότες απέκτησαν τη δυνατότητα να μπορούν να αλλάξουν τους όρους των συμβάσεων αορίστου χρόνου και συγκεκριμένα να μειώσουν το χρόνο εργασίας και το μισθό χωρίς να έχουν νομικές συνέπειες και χωρίς να πρέπει να προηγηθεί μακροχρόνια διαβούλευση με τα συνδικάτα, επικαλούμενοι απλώς «σοβαρές δυσκολίες» στη διατήρηση της επιχείρησής τους σε «ανταγωνιστικό επίπεδο».

Επίσης, οι εργοδότες απέκτησαν, με τη νέα αυτή συμφωνία, τη δυνατότητα να μετακινούν εργαζόμενους από τομέα σε τομέα, ακόμη και από πόλη σε πόλη, χωρίς την προηγούμενη ενημέρωση και συναίνεση των συνδικάτων, εφόσον, επίσης, αυτό κρίνεται απαραίτητο για τη διατήρηση του «στάτους» (δηλαδή της κερδοφορίας) της επιχείρησης. Τα μέτρα αυτά μπορούν να ισχύουν για δύο χρόνια μέχρις ότου η επιχείρηση «ανακάμψει», οπότε θα πρέπει να επαναφέρει τους αρχικούς όρους εργασίας. Δε διευκρινίζεται φυσικά τι μέλλει γενέσθαι σε περίπτωση που ο εργοδότης επιμείνει ότι οι «ειδικές συνθήκες» που υπαγόρευσαν τα «έκτακτα μέτρα», συνεχίζουν να υφίστανται.

Επίσης, η «μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας» διευκολύνει σημαντικά τις απολύσεις, ακόμη και εκείνων των εργαζομένων που απασχολούνται με σύμβαση αορίστου χρόνου. Οι απολύσεις σε αυτήν την κατηγορία των εργαζομένων, μέχρι σήμερα, ιδιαίτερα αν δεν εντάσσονται στο πλαίσιο «αναδιάρθρωσης της εταιρείας» (π.χ., κλείσιμο μιας εγκατάστασης) ή σε πλαίσιο «υπαγωγής της στον πτωχευτικό κώδικα», είναι ιδιαίτερα δύσκολες. Τώρα, πλέον, ορίζονται με συγκεκριμένο μέτρο οι αποζημιώσεις (14 μισθοί για 25 χρόνια εργασίας και συγκεκριμένες προβλέψεις για τα λιγότερα χρόνια εργασίας), ενώ διευκολύνεται και η μετατροπή μιας σύμβασης αορίστου χρόνου σε ορισμένου.

«Ψίχουλα» τα ανταλλάγματα

Ως «αντάλλαγμα», οι εργοδότες, μεταξύ άλλων, δέχτηκαν να αυξηθούν ελαφρά οι εισφορές τους για την υγειονομική και ασφαλιστική κάλυψη των εργαζομένων που υπάγονται σε συμβάσεις ορισμένου χρόνου, και από τις εισφορές αυτές να «καλύπτονται» για περίπου ένα χρόνο και οι άνεργοι. Επίσης, δέχτηκαν να τεθεί ως ελάχιστο όριο ωρών απασχόλησης ανά βδομάδα, στο πλαίσιο των συμβάσεων αυτών, οι 24 ώρες. Ανέλαβαν συμπληρωματικά να καλύπτουν μεγαλύτερο ποσοστό της φορολογίας των εργαζομένωνμε σύμβαση ορισμένου χρόνου.

Συναίνεσαν ακόμη στο να μπορεί ένας εργαζόμενος, που δουλεύει το λιγότερο 2 χρόνια σε μια εταιρεία η οποία θα απασχολεί τουλάχιστον 300 εργαζομένους, να μπορεί ν' αναζητήσει εργασία αλλού με καλύτερους όρους διατηρώντας το δικαίωμα επιστροφής στη θέση του στην περίπτωση που δεν τα καταφέρει. Τέλος, δεσμεύτηκαν με ευχολόγια, φυσικά, στο να μειωθεί σημαντικά και ο αριθμός των συμβάσεων αυτών που δεν ξεπερνούν τον ένα μήνα (!), οι οποίες μεταξύ 2000 - 2010 εκτινάχθηκαν μέχρι και 88%.

Ο πλήρης και αναλυτικός κατάλογος των «αλλαγών» που φέρνει η «μεταρρύθμιση στην αγορά εργασίας» αναμένεται να δημοσιοποιηθεί επισήμως εντός των ημερών, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δε θα υπάρξουν πιθανότατα μικροαλλαγές κατά τη συζήτησή του στο Κοινοβούλιο. Το νεογκολικό κόμμα UMP χαιρέτισε τη συμφωνία, υπενθυμίζοντας φυσικά ότι ο «εκσυγχρονισμός της αγοράς εργασίας» ήταν ένας από τους βασικούς στόχους του πρώην Προέδρου Νικολά Σαρκοζί, όπως μάλιστα τους είχε παρουσιάσει αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του.

Αυτό φυσικά δεν εμπόδισε τον Πρόεδρο Ολάντ να «χαιρετίσει» ως «μεγάλο βήμα» την επίτευξη της συμφωνίας, αποδεικνύοντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ότι δεν αντιπροσωπεύει παρά έναν διαφορετικό τρόπο διαχείρισης του καπιταλισμού. Και μάλιστα, όχι και τόσο διαφορετικό όσο οι προεκλογικές του διακηρύξεις πρέσβευαν και όσο πολλοί είχαν τότε σπεύσει, εντός και εκτός Γαλλίας, να «εκτιμήσουν» παρουσιάζοντάς τον ως «φορέα αλλαγής» απέναντι στην αντιλαϊκή λιτότητα που προωθούσε, στους κόλπους της ΕΕ, η γερμανική κυβέρνηση.

Η δε πρόσφατη κοινή συνέντευξη Μέρκελ - Ολάντ, κατά την οποία προανήγγειλαν τις κοινές τους προτάσεις για θεσμική, πλέον, προώθηση της «flexicurity» σε ολόκληρη την ΕΕ, δεν μπορεί παρά να αποτελέσει την ταφόπλακα των ψευδαισθήσεων εκείνων περί «βελτίωσης» του καπιταλισμού, ενώ δεν θίγουν καθόλου την πραγματική αιτία των προβλημάτων, που δεν είναι άλλη από τον ίδιο τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής.

Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις