Η αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ και οι αλληλεπιδράσεις διεθνώς

gallery thumbnail
Η αύξηση των επιτοκίων από την Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (FED) τροφοδότησε διεθνώς μια αρθρογραφία γύρω από τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει στις ΗΠΑ και διεθνώς. Η αύξηση των επιτοκίων από τη FED ήταν αντικείμενο αρθρογραφίας ολόκληρο το 2015 με πολλές διαφορετικές παρεμβάσεις, κάθε φορά που το ΔΣ της τράπεζας ετοιμαζόταν να συνεδριάσει εξετάζοντας τη νομισματική πολιτική των ΗΠΑ. Είχε ήδη αποφασίσει από το 2014 την εγκατάλειψη της χαλαρής δημοσιονομικής πολιτικής και η αντίστροφη μέτρηση είχε ξεκινήσει με τον τερματισμό της αγοράς ομολόγων και του τυπώματος χρήματος. Αυτή η πολιτική συνδυαζόταν με τους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ (πάνω από 2%), που σηματοδοτούσαν, σύμφωνα με τη FED, έξοδο από την οικονομική κρίση και καπιταλιστική ανάπτυξη.
Βεβαίως, η αύξηση των επιτοκίων άργησε ένα χρόνο. Η τελευταία φορά που συζητήθηκε στη FED αλλά δεν προχώρησε ήταν τον Οκτώβρη του 2015, οπότε τέθηκε ζήτημα στασιμότητας στη μείωση της ανεργίας (σταθερή στο 5,1%), μείωσης της βιομηχανικής παραγωγής κατά 0,2%, μείωσης της ζήτησης αμερικανικών εμπορευμάτων από άλλα κράτη, και λόγω επιβράδυνσης άλλων καπιταλιστικών οικονομιών, ιδιαίτερα των ισχυρών, αλλά και επιβράδυνσης των ρυθμών αύξησης του ΑΕΠ στο 1,5% σε ετήσια βάση το τρίτο τρίμηνο του 2015, από 3,9% που ήταν το δεύτερο τρίμηνο.
Επίδραση στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα
Σε πρόσφατο άρθρο της «Deutsche Welle», με τίτλο «Η άνοδος του επιτοκίου στις ΗΠΑ πιέζει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ)» («capital» 22/12/2015), αναφέρεται:
«Μετά την απόφαση σταθμό της προέδρου της FED, Τζάνετ Γέλεν, (...) το βασικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας βρίσκεται στο ιστορικό χαμηλό του 0,05%. Στις αρχές Δεκεμβρίου το Διοικητικό Συμβούλιο δεν "μηδένισε" το επιτόκιο, χαλάρωσε όμως ακόμα περισσότερο τη νομισματική πολιτική παρατείνοντας για ένα ακόμα εξάμηνο το πρόγραμμα μαζικής αγοράς ομολόγων. Εχουμε συνεπώς τώρα να κάνουμε με αποκλίνουσες νομισματικές πολιτικές της FED στις ΗΠΑ και της ΕΚΤ στην Ευρωζώνη (...) "Οσο διευρύνονται οι αποκλίσεις στην νομισματική πολιτική σε Ευρωζώνη και ΗΠΑ, τόσο θα αυξάνεται η πίεση στο ευρώ".
Και αυτό διότι τα κεφάλαια θα αρχίσουν να εγκαταλείπουν τη ζώνη χαμηλού επιτοκίου, καθιστώντας το ευρώ μη ελκυστικό για επενδύσεις. Η ισοτιμία ευρώ - δολαρίου έχει μειωθεί από 1,40 την άνοιξη του 2014, σε 1,08 δολάρια. Μέσα στο 2016 η ισοτιμία αναμένεται να φθάσει στο 1:1» (σ.σ. μετά τη συνεδρίαση του Δεκέμβρη, το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ παραμένει το ίδιο, το επιτόκιο καταθέσεων μειώθηκε στο 0,30%, ποιος να καταθέσει με τέτοιο επιτόκιο;).
Αυτή η επισήμανση δε γίνεται για πρώτη φορά και όχι μόνο για το ευρώ. Στην πυκνή αρθρογραφία που συνόδευε κάθε φορά τη συνεδρίαση της FED έμπαινε το ερώτημα αν θα αυξήσει τα επιτόκια και προβαλλόταν η παράμετρος των αρνητικών επιπτώσεων στις άλλες καπιταλιστικές οικονομίες, με ιδιαίτερη μνεία στις λεγόμενες αναδυόμενες, κάτω από το φόβο της φυγής κεφαλαίων απ' αυτές προς τις ΗΠΑ. Γεγονός που θα είχε πολύ αρνητικές επιπτώσεις σ' αυτές τις οικονομίες. Η τωρινή αύξηση των επιτοκίων, αν και προσεκτική - το 0,25% δεν είναι απότομη και μεγάλη αύξηση - επανέφερε στην αστική οικονομική αρθρογραφία τέτοιους φόβους. Και όχι άδικα με δεδομένο ότι δεν έχουν ξεμπερδέψει οριστικά με την κρίση.
Η μετακίνηση κεφαλαίων
Γιατί όμως να μετακινηθούν κεφάλαια προς τις ΗΠΑ; Γιατί το χρηματικό κεφάλαιο είναι ευέλικτο στις μετακινήσεις και πάντα ψάχνει τις πιο αποδοτικές, δηλαδή τις πιο κερδοφόρες, επενδύσεις. Με δεδομένο ότι σχεδόν όλες οι Κεντρικές Τράπεζες των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών μειώνουν τα επιτόκια στο ελάχιστο, όπως και η ΕΚΤ, για να τονώσουν τις οικονομίες τους αφού έτσι υποτιμάται το νόμισμα και συμβάλλει στην αύξηση εξαγωγών, που θεωρούν τώρα ως το βασικό μοχλό στην ανάπτυξη (έτσι πάνε άλλοι να αντιστρέψουν την επιβράδυνση των καπιταλιστικών οικονομιών, άλλοι να βγουν από την κρίση), τα χρηματικά κεφάλαια που έχουν επενδύσει σ' αυτές τις οικονομίες ψάχνουν καλύτερες αποδόσεις.
Η αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ ισχυροποιεί το δολάριο έναντι άλλων νομισμάτων. Ετσι, τέτοια κεφάλαια μεταφέρονται στις ΗΠΑ, επενδύουν σε δολάριο, αφού είναι πιο ισχυρό, υπάρχει μεγαλύτερο επιτόκιο, άρα θα βγάλουν μεγαλύτερα κέρδη.
Η φυγή χρηματικών κεφαλαίων δυσκολεύει τις δανειοδοτήσεις για επενδύσεις ή τις ίδιες τις επενδύσεις μέσω αγοράς μετοχών, ενώ λειτουργεί αντίστροφα, δηλαδή θετικά για τις οικονομίες στις οποίες μεταφέρονται.
Ετσι, μια σειρά κρατών με νομίσματα που είναι στενά συνδεδεμένα με το δολάριο, για να αποτρέψουν φυγή κεφαλαίων, πήραν ανάλογα μέτρα με τη FED. Η Κεντρική Τράπεζα του Μεξικού 24 ώρες μετά τη FED αύξησε τα επιτόκια του πέσο κατά 25 μονάδες βάσης, στο 3,5% από 3,25%. Το Χονγκ Κονγκ αύξησε το επιτόκιο του δολαρίου Χονγκ Κονγκ στο 0,75% από 0,5%. Ισόποσες αυξήσεις αποφάσισαν και τα κράτη του Αραβικού Κόλπου (Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Μπαχρέιν). Αυτό όμως δυσκολεύει τις επενδύσεις γιατί τα δάνεια γίνονται ακριβότερα.
Υπάρχει και το αντίστροφο. Ετσι, σε μείωση επιτοκίων προχώρησε η Κεντρική Τράπεζα της Ταϊβάν διαμορφώνοντας το βασικό επιτόκιο του δολαρίου της στο 1,62% από 1,75%. Η εξαγωγική οικονομία της χώρας βρίσκεται μπροστά σε ύφεση, καθώς επηρεάζεται από τις εξελίξεις στην οικονομία της Κίνας, που εφαρμόζει, όπως και η Ιαπωνία, πολιτική δημοσιονομικής χαλάρωσης. Ετσι, πήρε μέτρα για να εμποδίσει μια ανατίμηση του νομίσματός της η οποία θα δυσκόλευε τις εξαγωγές της.
Αρνητικές συνέπειες
Βεβαίως, υπήρξαν και άλλες επισημάνσεις για αρνητικές συνέπειες από την αύξηση των επιτοκίων εκ μέρους της FED σε άλλες οικονομίες, που επιδρούν με τη σειρά τους αρνητικά και στην οικονομία των ΗΠΑ, με πιο σημαντική απ' αυτές την επίδραση στην αποπληρωμή χρεών από δάνεια τα οποία έχουν παρθεί σε δολάριο, είτε κρατικά είτε επιχειρηματικά.
Την επομένη της αύξησης των επιτοκίων το «Ρόιτερς» έγραφε: «Η εξομάλυνση των επιτοκίων από τα σχεδόν μηδενικά επίπεδα που ίσχυαν την τελευταία επταετία έχει ενισχύσει το δολάριο πάνω από 10%. Αρνητικός παράγοντας από έναν έστω και ήπιο κύκλο ανοδικών επιτοκίων είναι η αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης σε δάνεια 9,8 τρισ. δολαρίων που έχουν παραχωρηθεί από τις τράπεζες σε εταιρείες εκτός των ΗΠΑ. Το ένα τρίτο των δανείων αυτών έχει παραχωρηθεί στις αναδυόμενες αγορές, σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών. Μια αύξηση του βασικού αμερικανικού επιτοκίου κατά 25 μονάδες βάσης είναι απίθανο να οδηγήσει τους δανειολήπτες αυτούς σε χρεοκοπία, αλλά καθιστά το δολάριο πιο ακριβό σε σχέση με άλλα νομίσματα. Πιστώσεις άνω των 100 δισ. δολαρίων έχουν χορηγηθεί σε δανειολήπτες στην Τουρκία, άλλα τόσα στην Κίνα καθώς και στη Ρωσία από εγχώριες τράπεζες».
Αρα η αύξηση των επιτοκίων από τη FED δυσκολεύει την αποπληρωμή δανείων που έχουν χορηγήσει τράπεζες των ΗΠΑ. Αυτή είναι μια βασική αρνητική συνέπεια της αύξησης των επιτοκίων. Αλλη μία επίσης βασική αρνητική συνέπεια είναι η επίδραση στη μείωση των εξαγωγών. Το ακριβό δολάριο δυσκολεύει τις εξαγωγές αφού για να εισαγάγουν άλλα κράτη θα πληρώσουν περισσότερα σε δικό τους νόμισμα. Αν αυτό συνδυαστεί και με την επιβράδυνση οικονομιών, όπως της Κίνας, της Ιαπωνίας, της Βραζιλίας, άλλων ασιατικών οικονομιών κ.λπ., φαίνεται ότι η αύξηση των επιτοκίων δεν είναι μονοσήμαντη ως προς τις επιδράσεις στην καπιταλιστική οικονομία όπου η Κεντρική Τράπεζα προβαίνει σ' αυτήν. Εχει και θετικές και αρνητικές επιπτώσεις. Τα «ρίσκα» έχουν σχέση με την κατάσταση στην παγκόσμια οικονομία, η οποία δεν είναι καλή.
Οι ΗΠΑ έχουν πρόβλημα με τις εξαγωγές τους λόγω ισχυρού δολαρίου και μείωσης παραγωγής υδρογονανθράκων, η Ευρωζώνη έχει δείγματα ανάκαμψης χωρίς δυναμική, η Κίνα επιβραδύνει, η Ιαπωνία είναι σε ύφεση, η Ρωσία σε κρίση, κ.λπ. Για παράδειγμα, το ΔΝΤ στην έκθεσή του για την Παγκόσμια Οικονομική Προοπτική, υποβάθμισε τις εκτιμήσεις του για την ανάπτυξη το 2015 στο 3,1%, από 3,3% που προέβλεπε τον Ιούλη και 3,8% τον Απρίλη. Για το 2016 προβλέπει ανάπτυξη στο 3,6%. Ωστόσο, σημειώνει ότι η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε ένα περιβάλλον χαμηλότερων προοπτικών ανάπτυξης, ως συνέπεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Ως τέτοια οι διεθνείς διακρατικοί καπιταλιστικοί οργανισμοί θεωρούν την επιβράδυνση της Κίνας, των άλλων αναδυόμενων οικονομιών, την κρίση στη Ρωσία κ.λπ. Αλλά και στις ΗΠΑ το χρήμα ακριβαίνει, άρα η δανειοδότηση γίνεται δύσκολη, άρα και οι επενδύσεις. Το ίδιο δυσκολεύει και τη λαϊκή δανειοδότηση, γεγονός που δεν επιδρά θετικά στην ανάπτυξη.
Οι συνέπειες, λοιπόν, από την αύξηση ή τη μείωση των επιτοκίων, την άσκηση δηλαδή δημοσιονομικής, γενικότερα την άσκηση οικονομικής πολιτικής δεν είναι μονοσήμαντα θετικές ή αρνητικές, συνυπάρχουν και οι θετικές και οι αρνητικές, αναδεικνύοντας τις αξεπέραστες αντιφάσεις του καπιταλισμού που οξύνονται και λόγω κρίσης και λόγω έντασης της διεθνοποίησης και της αλληλεξάρτησης των οικονομιών. Ετσι είναι ο καπιταλισμός και δεν μπορεί να αλλάξει.
Μόνιμα χαμένοι οι εργαζόμενοι
Υπάρχει επίσης μια εξέλιξη που προκαλεί ανησυχίες για την ανάπτυξη της οικονομίας των ΗΠΑ. Αυτή είναι η επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης, που ήταν 3,2% το τρίτο τρίμηνο του 2015, ενώ το δεύτερο τρίμηνο ήταν 3,6%. Αυτή η μείωση έγινε παρά την πτώση των τιμών του πετρελαίου, που δημιουργεί μεγαλύτερες δυνατότητες αύξησης των καταναλωτικών δαπανών. Οι λιανικές πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 0,1% το Σεπτέμβρη συγκριτικά με τον Αύγουστο, οπότε υπήρξε στασιμότητα. Επίσης, ο δείκτης τιμών παραγωγού μειώθηκε κατά 0,5%, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη πτώση από το 2007.
Οι ασθενικές προοπτικές κερδοφορίας από τις εξαγωγές και τη μεταποίηση στις ΗΠΑ δεν συμβάλλουν στην αύξηση προσλήψεων εργατικού δυναμικού. Οι μισθοί παραμένουν στάσιμοι. Επίσης, συνεχίζονται κατασχέσεις κατοικιών λόγω αδυναμίας αποπληρωμής στεγαστικών δανείων. Οι κατασχέσεις κατοικιών αυξήθηκαν κατά 66% το τρίτο τρίμηνο του 2015 συγκριτικά με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, σύμφωνα με την εταιρεία ερευνών «RealtyTrac». Η αμερικανική αγορά κατοικίας εξακολουθεί να βρίσκεται σε ύφεση, που ξεκίνησε προ οκταετίας.
Ολα τα παραπάνω, που τροφοδότησε η αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ, αποτελούν πλευρές της πορείας της καπιταλιστικής τους οικονομίας. Δεν βρίσκονται σε ευφορία γιατί θα καλυτερεύσει η ζωή των εργαζομένων όσοι βλέπουν θετικά την αύξηση επειδή θα εισρεύσουν κεφάλαια, πιστεύοντας ότι έτσι θα ενισχυθεί η καπιταλιστική οικονομία. Ούτε ανησυχούν για το λαό, όσοι ανησυχούν από τις δυσκολίες αποπληρωμής χρεών ή τη μείωση των εξαγωγών. Και οι μεν και οι δε για την πορεία των επιχειρηματικών ομίλων ενδιαφέρονται, για την ανάπτυξή τους, για τη διευρυμένη αναπαραγωγή κερδών και κεφαλαίου. Οι εργαζόμενοι, είτε έτσι είτε αλλιώς, είναι οι μονίμως χαμένοι, όπως αποκαλύπτουν και τα παραπάνω στοιχεία για τη στασιμότητα στους μισθούς, στη μείωση της ανεργίας, τις κατασχέσεις κατοικιών, την επιβράδυνση των ρυθμών αύξησης της κατανάλωσης κ.λπ. Είναι τα μόνιμα θύματα και στην καπιταλιστική κρίση και στην καπιταλιστική ανάπτυξη. Και αποτελεί πολύτιμη πείρα για τους εργαζόμενους στην Ελλάδα. Μονόδρομος για τους ίδιους η αντικαπιταλιστική, αντιμονοπωλιακή πάλη για την εργατική εξουσία και την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, ώστε να μπει η οικονομία στην υπηρεσία κάλυψης των δικών τους αναγκών.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις