Καπιταλιστική ανάκαμψη και ασφαλιστικά δικαιώματα δεν κολλάνε...

gallery thumbnail
Από την πρώτη στιγμή που η κυβέρνηση έκανε γνωστό το αντιδραστικό της σχέδιο για το Ασφαλιστικό, βρήκε ενεργούς συμπαραστάτες, όπως ήταν αναμενόμενο, τον ΣΕΒ και τις ηγεσίες των υπόλοιπων εργοδοτικών Ενώσεων.
Ομως, η κυβέρνηση δεν διαθέτει μόνο φανερούς υποστηρικτές. Τη νέα επίθεση στην Κοινωνική Ασφάλιση σιγοντάρει αντικειμενικά και η στάση της συνδικαλιστικής πλειοψηφίας. Η κάλυψη που της δίνει δεν είναι βέβαια καινούρια. Με «αστερίσκους» και υποσημειώσεις, που διατυπώνονταν στα λόγια, δόθηκε και σε όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις.
Και αυτό, βέβαια, δεν ήταν κάποια «αστοχία» της πλειοψηφίας, κάποιο λάθος τακτικής. Τα αίτια είναι πολύ βαθύτερα, αφορούν στη γραμμή που υπηρετεί στο κίνημα. Η συνδικαλιστική πλειοψηφία συμπλέει με το κεφάλαιο και τα κόμματά του στο στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης. Αποδέχεται ως «εθνικό στόχο» την «ανταγωνιστικότητα» της οικονομίας, καλώντας τους εργαζόμενους να βάλουν πλάτη, μέσα και από τον «κοινωνικό διάλογο».
Ανταγωνιστικότητα, όμως, και ανάκαμψη σημαίνει φτηνότερη εργατική δύναμη, χρήμα και προνόμια στο κεφάλαιο, ανεξάρτητα από το μείγμα διαχείρισης. Σημαίνει παραπέρα αποχώρηση του κράτους και της εργοδοσίας από τη χρηματοδότηση του συστήματος της Κοινωνικής Ασφάλισης, για να μειώνεται το λεγόμενο «μη μισθολογικό κόστος» και, ταυτόχρονα, να ανοίγονται νέα πεδία κερδοφόρας δράσης για το κεφάλαιο.
Σημαίνει, όμως, και όξυνση όλων των παραγόντων που συντελούν στην κατάρρευση των Ταμείων. Τέτοιοι είναι η μείωση των μισθών, η γενικευμένη ευελιξία στην αγορά εργασίας, η επέκταση και κυριαρχία της μερικής απασχόλησης, τα τρίωρα και τα τετράωρα, ακόμα και οι απολύσεις που γίνονται στο όνομα της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων ή προκύπτουν ως αποτέλεσμα των λουκέτων σε επιχειρήσεις που τις κατάπιε ο ανταγωνισμός στον καπιταλισμό. Ολα αυτά συρρικνώνουν τα έσοδα του συστήματος, δημιουργούν υπόβαθρο για ένταση της επίθεσης σε βάρος ασφαλισμένων και συνταξιούχων.
Στήνουν φάκα με τη "βιωσιμότητα"
Η συνδικαλιστική πλειοψηφία κραυγάζει για τη μείωση των συντάξεων και τη συρρίκνωση των άλλων παροχών, που γίνονται στο όνομα της «βιωσιμότητας», χωρίς όμως να αμφισβητεί τα κίνητρα της κυβέρνησης. Απ' αυτήν τη σκοπιά, δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι στην τελευταία συνεδρίαση του Γενικού Συμβουλίου της ΓΣΕΕ για το Ασφαλιστικό, ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ επικέντρωσαν την κριτική τους στο αν είναι ή δεν είναι βιώσιμο το σύστημα που προτείνει η κυβέρνηση, με τον πρόεδρο της ΓΣΕΕ να αναφωνεί ότι «είναι μη ηθικά βιώσιμο»!
Την ίδια ώρα, ο γγ της ΓΣΕΕ οριοθέτησε ως στόχο των κινητοποιήσεων «να ξαναγίνει η Ελλάδα κανονική χώρα. Να επιστρέψουμε στην κανονικότητα...», ενώ ο εκπρόσωπος του ΜΕΤΑ (παράταξη των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ) γι' αυτό που βρήκε να επικρίνει την πλειοψηφία της ΓΣΕΕ είναι η απουσία βούλησης για αγώνες και η «θολή εικόνα» που εκπέμπει. Τέλος, το ΕΜΕΙΣ κατηγόρησε την ηγεσία της ΓΣΕΕ για «ανικανότητα».
Σε κάθε περίπτωση, η λεγόμενη «βιωσιμότητα» του συστήματος, την οποία αποδέχεται η συνδικαλιστική πλειοψηφία, αποτέλεσε τον πολιορκητικό κριό όλων των αντιασφαλιστικών νομοθετημάτων. Από τη δεκαετία του 1990 ακόμα, η «βιωσιμότητα», συνδεδεμένη με το ύψος των συντάξεων και συνολικά με τις παροχές των Ταμείων, που ήταν τάχα υψηλές και κοστοβόρες, αποτέλεσε τη σημαία που καθοδήγησε όλες τις αντιασφαλιστικές επιθέσεις από τις κυβερνήσεις του κεφαλαίου.
Αυτή την περίφημη «βιωσιμότητα» επικαλείται και σήμερα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ για να «σαρώσει» ό,τι απέμεινε. Αυτήν επικαλούνται και όλοι οι θιασώτες των ιδιωτικών συστημάτων Ασφάλισης. Είναι το «λίπασμα» πάνω στο οποίο φυτρώνουν τα ιδεολογήματα ότι το κράτος δεν μπορεί να εγγυάται τις συντάξεις, αλλά μόνο ένα ελάχιστο όριο - όπως η «εθνική» που δίνει η κυβέρνηση - και ότι τελικά η σύνταξη πρέπει να γίνει ατομική υπόθεση.
Γι' αυτό, άλλωστε, όταν πριν από 15 χρόνια προέκυψε το ζήτημα των Επαγγελματικών Ταμείων, που αποτελούν μορφή της ιδιωτικής Ασφάλισης, η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ όχι μόνο δεν αντιτάχθηκε, αλλά μπήκε μπροστά για να προχωρήσουν στην πράξη.
Στασίδι στον "κοινωνικό διάλογο"
Εκεί όμως που η συνδικαλιστική πλειοψηφία έχει δώσει κυριολεκτικά τα ρέστα της, είναι στη νομιμοποίηση, με τη συμμετοχή της, του «κοινωνικού διαλόγου». Στα επαναλαμβανόμενα παζάρια με τις κυβερνήσεις και τους εργοδότες, αυτό που έμπαινε πάντα στο τραπέζι, ήταν πόσα θα χάσουν οι εργαζόμενοι και όχι τι θα κερδίσουν.
Το συνεχές αυτό αλισβερίσι αφόπλιζε τους εργάτες μπροστά στις επιθέσεις, θόλωνε την εικόνα του πραγματικού αντιπάλου, οδηγούσε σε συμβιβασμούς και υποχωρήσεις για την επίτευξη δήθεν «κοινών» στόχων. Γι' αυτό ακόμα και τώρα, αυτό που βρήκε να προσάψει η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ στην κυβέρνηση είναι ότι έκανε διάλογο μόνο με τους εργοδότες. Ο καημός της είναι ότι χάνει το ρόλο του «κοινωνικού συνομιλητή» και όχι ότι οι εργάτες χάνουν τα πάντα.
Στα χνάρια αυτά κινείται και σήμερα η πλειοψηφία, υιοθετώντας το γενικό σλόγκαν της «ανάπτυξης». Η «ανάπτυξη», λέει, θα φέρει τη λύση του Ασφαλιστικού, αφού έτσι θα υπάρξουν θέσεις εργασίας και πόροι για τα Ταμεία. Αποσιωπά ότι η «ανάπτυξη» που ευαγγελίζονται ο ΣΕΒ και η κυβέρνηση, προϋποθέτει όχι μόνο τη διατήρηση της εργασιακής ζούγκλας που έχει επιβληθεί, αλλά προδιαγράφει και τη χειροτέρευσή της.
Στο διά ταύτα και ενώ απομένουν λίγες ακόμα μέρες μέχρι την απεργία, οι συνδικαλιστικές πλειοψηφίες δεν παίρνουν κανένα ουσιαστικό μέτρο για την οργάνωση και την επιτυχία της. Δε θέλουν Γενικές Συνελεύσεις, δε συμβάλλουν στη συζήτηση, στην οργάνωση και στον ξεσηκωμό των εργαζομένων.
Η απεργία είναι σκληρή σύγκρουση με την εργοδοσία, την κυβέρνηση και το κράτος των μονοπωλίων. Δεν πραγματοποιείται με αποφάσεις διά περιφοράς, ούτε βέβαια με «απεργούς» που δηλώνουν ρεπό και άδειες ασθενείας τη μέρα της κινητοποίησης. Η απεργία θέλει εργάτες στους δρόμους και όχι αντιπροσωπείες σε συγκεντρώσεις. Προϋποθέτει πλατιά συζήτηση στους τόπους δουλειάς, Γενικές Συνελεύσεις, σχέδιο και οργάνωση, αποφάσεις από τους ίδιους τους εργαζόμενους.
Απαιτούνται μέτρα προστασίας της απεργίας, περιφρούρηση από τους ίδιους τους εργαζόμενους, άμυνα απέναντι στις απειλές και την τρομοκρατία της εργοδοσίας. Απαιτείται συντονισμός στους κλάδους, στις βιομηχανικές ζώνες, στις περιοχές. Ολα αυτά είναι στοιχεία που συμβάλλουν στην αναζωογόνηση του κινήματος, στην ανασύνταξη, στον ταξικό προσανατολισμό του. Και είναι ευθύνη των εργαζομένων να συμβάλουν ώστε αυτός ο τρόπος δουλειάς να κατακτηθεί και να δυναμώσει στο κίνημα της εργατικής τάξης.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις