Και η άλλη διαχείριση φέρνει δεινά στο λαό

«Ο αργεντίνικος πανικός» επανήλθε διεθνώς, σε αγορές, χρηματιστήρια αλλά και κυβερνήσεις, μετά την απόφαση του δικαστή του Μανχάταν Τόμας Γκρίζα να εκδώσει νέα απόφαση που επικυρώνει την προηγούμενή του που είχε εκδώσει το Μάρτη, και με την οποία έκρινε υπέρ των επενδυτικών εταιρειών «NML Capital Ltd», «Elliot Management Corp» και «Aurelius Capital Management», οι οποίες αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στις αναδιαρθρώσεις αργεντίνικου χρέους το 2005 και το 2010. Ενας «πανικός» που έχει ευρύτερες διαστάσεις καθώς αγγίζει ακόμη και τις ίδιες τις ΗΠΑ και καταδεικνύει ότι η Αργεντινή αν και προβάλλει υπέρ το δέον το «διαφορετικό μοντέλο διαχείρισης», ωστόσο και πάλι την οδηγεί σε αδιέξοδο καθώς είναι μία λύση πάντα εντός του καπιταλιστικού συστήματος. Το χρέος που προκάλεσε η πλουτοκρατία καλούνται και πάλι να πληρώσουν τα λαϊκά στρώματα.

Η απόφαση του δικαστή Γκρίζα, και εν αναμονή μάλιστα της εκδίκασης της έφεσης της Αργεντινής στο 2οΟμοσπονδιακό Εφετείο της Νέας Υόρκης, συνάδει και είναι «απολύτως» εναρμονισμένη με τη λογική του καπιταλιστικού συστήματος, στο οποίο είναι ενταγμένη πλήρως και η Αργεντινή. Ωστόσο, λειτούργησε ως πυροδοτικός μηχανισμός. Οχι μόνο όσον αφορά στην Αργεντινή, αλλά και στο ίδιο το αμερικανικό σύστημα πληρωμών και παγκοσμίως καθώς η απόφαση δεν έχει να κάνει μόνο με την Αργεντινή, όπως τονίζει, αλλά ισχύει και για όσους λειτουργούν ως δικοί της μεσάζοντες, ενώ θέτει και σημαντικό προηγούμενο για κάθε μελλοντική και ανάλογη αναδιάρθρωση χρέους. Ειδικά, μάλιστα, υπό το πρίσμα του ότι η αναδιάρθρωση του αργεντίνικου χρέους θεωρήθηκε «η πλέον επιτυχημένη συνταγή» και προβλήθηκε ως «άσκηση του δικαιώματος της ανεξαρτησίας και κυριαρχίας».

Η κυβέρνηση του Προέδρου Νέστορ Κίρσνερ, έχοντας εξασφαλίσει τη στήριξη της Βενεζουέλας (η οποία αγόρασε 1,6 δισεκατομμύρια δολάρια αργεντίνικα ομόλογα), οπότε και μπόρεσε να εξοφλήσει μονομιάς το χρέος της προς το ΔΝΤ (9,8 δισεκατομμύρια δολάρια), ήρθε σε συμφωνία με τους πιστωτές της και αντάλλαξε σε δύο φάσεις (2005 και 2010) παλαιότερα ομόλογα προς 33 σεντς ανά δολάριο, με νέους τίτλους, συνολικού ύψους περίπου 24 δισ. Ωστόσο, το 6% των πιστωτών της δεν αποδέχτηκαν καμία αναδιάρθρωση του χρέους και έκτοτε έχουν αρχίσει ένα νομικό αλλά και οικονομικό πόλεμο ζητώντας την πλήρη αποπληρωμή των ομολόγων που έχουν.

«Ακήρυχτος πόλεμος»

Η απόφαση Γκρίζα αφορά ακριβώς σε αυτά τα ομόλογα του 6%, μία απόφαση που σπεύδει να προλάβει ή ακόμη και να προκαταλάβει την απόφαση του Εφετείου και αποτελεί απάντηση στις πολεμικές ιαχές της κυβέρνησης της Προέδρου Κριστίνα Φερνάντες ντε Κίρσνερ, που στην πρωτόδικη απόφαση είχε δηλώσει ότι δεν πρόκειται ποτέ να υποκύψει και να πληρώσει τα «αντισταθμιστικά αμοιβαία κεφάλαια (υψηλού κινδύνου)» (hedgefunds) υπό το σκεπτικό ότι είναι «πτωματοφάγα όρνεα».

Ο δικαστής όχι μόνο υποχρεώνει την Αργεντινή να πληρώσει, αλλά ακριβώς γιατί η Αργεντινή έχει δηλώσει ότι θα αψηφήσει την απόφαση ορίζει μέχρις ότου εκδοθεί η απόφαση του Εφετείου τη δημιουργία ενός δεσμευμένου λογαριασμού υπέρ των προσφευγόντων και ότι τα χρήματα θα πρέπει να καταβληθούν στους ενάγοντες μέχρι τις 15 Δεκέμβρη ως χρηματική εγγύηση ώστε να επιτραπεί στο δικαστήριο εφέσεων να αποφανθεί οριστικά.

Η απόφαση του Αμερικανού δικαστή ορίστηκε να ισχύει όχι μόνο για την Αργεντινή, αλλά και για όσους λειτουργούν ως δικοί της μεσάζοντες. Συνεπώς έχει σημαντικές επιπτώσεις, και σε αμερικανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όπως η Bank of New York Mellon, που λειτουργεί ως θεματοφύλακας των αναδιαρθρωμένων αργεντίνικων ομολόγων και παίζει ρόλο «αγωγού», ώστε να γίνονται οι πληρωμές της χώρας σε αυτούς τους δανειστές - κατόχους. Με τον τρόπο αυτό, όπως αναφέρει η εφημερίδα «Financial Times», ενδεχομένως θα ενεργοποιηθούν τα ασφάλιστρα κινδύνου (CDS), αφού κινδυνεύει η αποπληρωμή στις 15 Δεκέμβρη 3,4 δισ. δολαρίων στους ομολογιούχους που είχαν δεχθεί την ανταλλαγή και τους οποίους ο δικαστής χαρακτήρισε αντικειμενικά συμπράττοντες με την κυβέρνηση της Αργεντινής. Μία προοπτική που ενδέχεται να αυξήσει της πιθανότητες ενός νέου default (χρεοκοπία).

Ακριβώς γι' αυτό το λόγο η Ομοσπονδιακή Τράπεζα της Νέας Υόρκης (Fedof New York) παρενέβη γραπτώς στο δικαστήριο, τονίζοντας ότι η πιθανότητα να εκδοθεί διαταγή παρακράτησης ποσών τα οποία μεταβιβάζονται μέσω ενδιάμεσων τραπεζών προς τρίτους επενδυτές θα «διαταράξει την ομαλή λειτουργία» του αμερικανικού συστήματος πληρωμών.

H αντίδραση της κυβέρνησης της Αργεντινής ήταν ακαριαία και η συνήθης. Διά στόματος υπουργού Ερνάν Λορενσίνο αφού χαρακτήρισε την απόφαση «δικαστική αποικιοκρατία» διαμήνυσε ότι η χώρα του θα εξαντλήσει όλα τα ένδικα μέσα, φθάνοντας, μετά το 2ο Ομοσπονδιακό Εφετείο της Νέας Υόρκης στο οποίο έχει ήδη προσφύγει μετά την αρχική ετυμηγορία του Γκρίζα το Μάρτη, και στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ και «κάθε αρμόδιο διεθνή θεσμό».

Εντούτοις οι λεκτικοί λεονταρισμοί δεν είναι αρκετοί αφού το μοντέλο αστικής διαχείρισης, που εμφανίστηκε ως «νίκη του λαϊκού κινήματος» το 2001, ήταν η διατήρηση της εξουσίας των μονοπωλίων. Οι λαϊκές δυνάμεις δεν είδαν σημαντικές αλλαγές ενώ εγκλωβίστηκαν στη λογική του μικρότερου κακού και δε διεκδίκησαν τον πλούτο που παράγουν. Ηδη υπάρχουν οι πρώτες ενδείξεις ότι η Αργεντινή, ο λαός πρώτα και κύρια, θα μπει στη δίνη μιας νέας καπιταλιστικής κρίσης.

Λαϊκές και άλλες διαμαρτυρίες

Μαζικές αντικυβερνητικές διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν πριν από δέκα μέρες. Συμμετείχαν και αρκετοί εργαζόμενοι που αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα και σε περίοδο καπιταλιστικής ανάπτυξης και με τη σοσιαλδημοκρατικού τύπου διαχείριση Κίρνσερ αλλά είναι χαρακτηριστικές και «διαδηλώσεις της κατσαρόλας» υπό τα κελεύσματα του εκδοτικού συγκροτήματος «Clarin», του οποίου ο μεγαλύτερος μέτοχος είναι η Goldman Sachs, σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα «Γκάρντιαν».

Στοιχείο των διαμαρτυριών είναι και ότι μικροαστικά στρώματα αντιδρούν στην απαγόρευση της αγοράς ξένου συναλλάγματος για προσωπική αποταμίευση λόγω της αβεβαιότητας για την οικονομική κατάσταση της χώρας, διαμαρτύρονται για τη φορολογία και την εγκληματικότητα. Καταφέρονται επίσης εναντίον της πιθανότητας της επανεκλογής της Προέδρου Κριστίνα Φερνάντες ντε Κίρσνερ για τρίτη συνεχόμενη θητεία μέσω της αναθεώρησης του Συντάγματος.

Πρόκειται για μία μόνο έκφανση του ακήρυχτου πολέμου που μαίνεται εντός της Αργεντινής, ενός ακήρυχτου πολέμου μεταξύ του πολιτικού προσωπικού και τμημάτων της εγχώριας ολιγαρχίας, που επιλέγει για τα συμφέροντά της άλλες συμμαχίες από αυτές που κάνει η σημερινή κυβέρνηση. Ενας πόλεμος που υποδαυλίζεται και υποκινείται τόσο από «εκθέσεις» και προειδοποιήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ότι «εάν δεν υπάρξει πραγματική οικονομική ανάπτυξη και δεν δοθούν αξιόπιστα στοιχεία για τον πληθωρισμό μέχρι τον Δεκέμβριο, η Αργεντινή θα αντιμετωπίσει κυρώσεις», όσο και από κινήσεις του κεφαλαίου ή ακόμη και κυβερνήσεων μετά τις κινήσεις της κυβέρνησης Κίρσνερ για μεγαλύτερο άνοιγμα προς την Ασία αλλά και τη Μέση Ανατολή για «επενδύσεις» στον ενεργειακό τομέα. Τομέας του οποίου οι προοπτικές είναι απεριόριστες μετά την «εθνικοποίηση» της εταιρείας YPF από την ισπανική «Repsol» αλλά και την εξεύρεση των μεγαλύτερων σχιστολιθικών κοιτασμάτων στην περιοχή Vaca Muerta στην επαρχία Νεουκέν, στην αργεντίνικη Παταγονία καθώς και των πετρελαϊκών κοιτασμάτων που φέρεται να έχουν ανακαλυφθεί στα ανοιχτά των ακτών της και στα νησιά Μαλβίνας/Φόκλαντς. Νησιά την κυριαρχία των οποίων διεκδικεί εκ νέου η Αργεντινή από τη Βρετανία, με μία συνεχώς κλιμακούμενη διπλωματική εκστρατεία.

Εξάλλου, εκτός της απόφασης Γκρίζα είχε προηγηθεί στις αρχές Οκτώβρη η κατάσχεση του εκπαιδευτικού πολεμικού πλοίου Libertad του Πολεμικού Ναυτικού της Αργεντινής στην Ακρα της Γκάνας, σε εκτέλεση δικαστικής απόφασης ύστερα από αίτημα της επενδυτικής εταιρείας «NML Capital», θυγατρικής του hedge fund «Elliot Capital» με έδρα τη Νέα Υόρκη.

Ο ενεργειακός, και όχι μόνο, πλούτος της Αργεντινής έχει καταστεί το μήλον της Εριδος για την ντόπια πλουτοκρατία και για το διεθνές κεφάλαιο οξύνοντας ακόμη περισσότερο τις υφιστάμενες αντιθέσεις. Από αυτή τη σύγκρουση που αναμένεται να συνεχιστεί και να κλιμακωθεί τα λαϊκά στρώματα είναι έτσι κι αλλιώς χαμένα, αφού η «διαχείριση» μπορεί να είναι διαφορετική, ωστόσο το καπιταλιστικό σύστημα παραμένει κραταιό. Το παράδειγμα της Αργεντινής δείχνει ότι όσο οι εργαζόμενοι μπαίνουν κάτω από ξένες σημαίες διαχειριστών της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, όσο η οικονομική εξουσία δεν περνάει στα δικά τους χέρια, δεν μπορούν να περιμένουν καλύτερες μέρες.

Χρ. Μ.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις