Η Μεγάλη Πρωτοβουλία

(...) Η «Πράβντα» της 23 του Μάη 1919 ανακοίνωσε ότι:

«Στις 17 του Μάη έγινε στη σιδηροδρομική γραμμή Αλεξάντροβσκαγια το πρώτο κομμουνιστικό "Σάββατο". 98 κομμουνιστές και συμπαθούντες δούλεψαν, σύμφωνα με την απόφαση της γενικής συνέλευσης, χωρίς πληρωμή 5 ώρες υπερωρία και με μόνο το δικαίωμα να φάνε δεύτερη φορά με λεφτά, το φαγητό επίσης με λεφτά τούς δόθηκε, όπως γίνεται σε όσους κάνουν χειρωνακτική δουλιά, και από μισό φούντι ψωμί».

Παρ' ότι η δουλιά δεν είχε ούτε καλά προετοιμαστεί, ούτε καλά οργανωθεί, η παραγωγικότητα της δουλιάς ή­ταν 2-3 φορές ανώτερη από τη συνηθισμένη.

Να μερικά παραδείγματα:

5 τορναδόροι μέσα σε 4 ώρες έκαναν 80 άξονες. Η παραγω­γικότητα σε σύγκριση με τη συνηθισμένη είναι 213%.

20 ανειδίκευτοι εργάτες μάζεψαν μέσα σε 4 ώρες 600 πούτια παλιό υλικό και 70 σούστες βαγονιών, που ζύγιζαν 3 1/2 πούτια η καθεμιά, συνολικά 850 πούτια. Η παραγωγικότητα σε σύγκριση με τη συνηθισμένη είναι 300%.

«Οι σύντροφοι το εξηγούν αυτό με το ότι στο συνηθισμένο καιρό η δουλιά είναι βαρετή, ανιαρή, ενώ εδώ δουλεύουν με ευχαρίστηση, με ενθουσιασμό. Τώρα όμως θα ντρέπονται να κάνουν στο συνηθισμένο καιρό λιγότερα από όσα έκαναν το κομμουνιστικό Σάββατο».

«Τώρα πολλοί εξωκομματικοί εργάτες δηλώνουν ότι επιθυμούν να πάρουν μέρος στα Σάββατα. Τα συνεργεία των ατμομηχανών αναλαβαίνουν να πάρουν το Σάββατο μια ατμομηχανή από το "νεκροταφείο", να την επιδιορθώσουν και να τη βάλουν σε κίνηση.

Μας ήλθαν πληροφορίες ότι τέτια Σάββατα οργανώνονται στη σιδηροδρο­μική γραμμή της Βιάσμα».

Στην «Πράβντα» της 7 του Ιούνη, ο σ. Α. Ντιατσένκο γράφει πως γίνεται η δουλιά σ' αυτά τα κομμουνιστικά Σαββατα. Παραθέτουμε το κυριότερο μέρος του άρθρου του, που έχει τον τίτλο: «Σημειώσεις από το Σάββατο»:

«Με μεγάλη χαρά ετοιμάστηκα να πάω με το σύντροφό μου στη σαββατιά­τικη "υπηρεσία", σύμφωνα με την κομματική απόφαση της υπαχτίδας της σιδηροδρομικής γραμμής, και να ξεκουράσω προσωρινά για μερικές ώρες το κεφάλι μου δίνοντας δουλιά στους μύες μου... Επρόκειτο να δουλέψουμε στο ξυλουργικό εργοστάσιο της σιδηροδρομικής γραμμής. Φτάσαμε, είδαμε τους δικούς μας χαιρετιστήκαμε, αστειευτήκαμε, μετρήσαμε τις δυνάμεις μας - ήμασταν το όλο 30... Και μπροστά μας κείτεται το "θεριό", δηλαδή ένα ατμοκάζανο με το αρκετά σεβαστό βάρος, 600-700 πούτια. Κι αυτό πρέπει να το "μετακινήσουμε", δηλαδή να το κυλήσουμε κάπου 1/4 ή 1/3 του βερστιού ως την πλατφόρμα. Η αμφιβολία εισχωρεί στις σκέψεις μας... Μα να, πιάσαμε κιόλας δουλιά: οι σύντροφοι έβαλαν απλώς κάτω από το καζάνι κυλινδρικά μαδέρια, το έδεσαν με δυο σχοινιά και η δουλιά αρχίζει... Το καζάνι δύσκολα ακούει, μα ωστόσο κουνιέται από τη θέση του. Χαιρόμαστε, γιατί είμαστε τόσο λίγοι... γιατί αυτό το ίδιο το καζάνι σχεδόν δυο εβδoμάδες το σέρνανε τριπλάσιοι εργάτες μη κομμουνιστές, κι αυτό αντιστεκόταν, περίμενε εμάς... Δουλεύουμε μια ώρα, γερά, συντροφικά, κάτω από τους ρυθμικούς ήχους του παραγγέλματος που δίνει ο σ. ομαδάρχης μας, "ένα, δύο, τρία" και το καζάνι προχωρεί, όλο και προχωρεί. Ξαφνικά, μα τι τρέχει; Ξαφνικά μια ολόκληρη σειρά από συντρόφους κάνει μια πολύ αστεία τούμπα - μας "πρόδωσε" το σχοινί που κρατούσαμε... Η καθυστέρηση όμως βαστά ένα λεπτό: στη θέση του σχοινιού δένουμε ένα χοντρό παλαμάρι... Βράδιασε, αρχίζει πια να σκοτεινιάζει αισθητά, πρέπει όμως να περάσουμε ακόμη ένα μικρό υψωματάκι και τότε η δουλιά θα τελειώσει γρήγορα. Τρίζουν τα χέρια, οι παλάμες καίνε, ανάψαμε, εντείνουμε όλες μας τις δυνάμεις και η δουλιά προχωρεί. Η "διοίκηση" είναι εκεί και συγκινημένη από την επιτυχία μας πιάνει κι αυτή άθελά της το σχοινί: βοηθήστε! είναι καιρός! Να κι ένας κόκκινος στρατιώτης παρακολουθεί τη δουλιά μας. Κρατά στα χέρια του μια φυσαρμόνικα. Τι σκέπτεται; Τι άνθρωποι είναι αυτοί; Τι τους ήλθε και δουλεύουν το Σάββατο, όταν όλοι κάθονται στα σπίτια τους; Του λύνω την απορία του και του λέω: "Σύντροφε! Παίξε μας κάτι εύθυμο, εμείς δεν είμαστε τυχαίοι εργάτες, μα πραγματικοί κομμουνιστές - βλέπεις πώς τρέχει η δουλιά στα χέρια μας, δεν τεμπελιάζουμε, μα εντείνουμε τις δυνάμεις μας". Ο κόκκινος στρατιώτης απιθώνει προσεκτικά τη φυσαρμόνικα και ρίχνεται γρήγορα στο παλαμάρι...

Ο σ. Ου, με ωραία φωνή τενόρου αρχίζει το τραγούδι: "Ο έξυπνος ο εγγλέζος!". Τον ακολουθούμε όλοι μαζί και αντηχούν υπόκωφα τα λόγια του εργατικού τραγουδιού: "Εϊ ντουμπίνουσκα, ούχνιεμ, ποντερνιόμ, ποντερνιόμ..."

Σαν ασυνήθιστοι που είμαστε κουράζονται οι μύες μας, πονούν οι ώμοι, η πλάτη, μα... έχουμε μπροστά μας μια μέρα ελεύθερη, μέρα που θα αναπαυθούμε και θα μπορέσουμε να χορτάσουμε ύπνο. Ο σκοπός που επιδιώκουμε είναι κοντά, και ύστερα από μερικές μικρές ταλαντεύσεις το "θεριό" μας βρίσκεται πια σχεδόν στην πλατφόρμα: βάλτε σανίδια από κάτω, στήστε το στην πλατφόρμα! Και το καζάνι αυτό ας δόσει τη δουλιά που τόσο καιρό πια περιμένουν από αυτό. Πάμε όλοι μαζί στο δωμάτιο, στη "λέσχη" του τοπικού πυρήνα, που είναι στολισμένη με πλακάτ και με τα όπλα αραδιασμένα στους τοίχους, πλημμυρισμένη στο φως, κι αφού τραγουδήσαμε ωραία τη Διεθνή, απολαύσαμε το τσάι με "ρούμι" και με ψωμί ακόμη. Αυτό το κέρασμα, που το οργάνωσαν οι ντόπιοι σύντροφοι, ήλθε κάτι παραπάνω από την ώρα του, ύστερα από τη σκληρή δουλιά μας. Αποχαιρετιόμαστε αδελφικά με τους συντρόφους και συνταζόμαστε σε φάλαγγα. Τα τραγούδια της επανάστασης αντηχούν μέσα στην ησυχία της νύχτας στον κοιμισμένο δρόμο, ο ρυθμικός ήχος των βημάτων συνοδεύει το τραγούδι. "Με θάρρος εμπρός στον αγώνα". "Εμπρός της γης οι κολασμένοι" - αντηχεί το τραγούδι της Διεθνούς και της δουλιάς.

Πέρασε μια εβδομάδα. Τα χέρια και οι ώμοι μας ξεκουράστηκαν, και πάμε σ' ένα καινούργιο "Σάββατο". Τούτη τη φορά 9 βέρστια μακριά, στο Πέροβο, για να επισκευάσουμε βαγόνια. Οι σύντροφοι έχουν σκαρφαλώσει στη σκεπή ενός "αμερικάνου" και τραγουδούν βροντερά και όμορφα τη Διεθνή. Οι επιβάτες ακούν με προσοχή και, όπως φαίνεται, παραξενεύονται. Οι τροχοί χτυπούν ρυθμικά κι εμείς, που δεν προλάβαμε να σκαρφαλώσουμε στη σκεπή, κρεμόμαστε γύρω από τον "αμερικάνο" στις σκάλες και παριστάνουμε τους "απεγνωσμένους" επιβάτες. Να και η στάση, φτάσαμε κιόλας. Περνούμε μια μεγάλη αυλή και ανταμώνουμε το χαρούμενο σύντροφο επίτροπο Γκ.

- Δουλιά έχει, μα οι άνθρωποι είναι λίγοι! Ολο-όλο 30, και πρέπει μέσα σε 6 ώρες να περάσουμε από μέση επισκευή καμιά δωδεκαριά βαγόνια! Να οι τροχοί που έχουν σημαδευτεί. Και είναι όχι μονάχα τα άδεια βαγόνια, αλλά και μια γεμάτη δεξαμενή... Μπα, δεν είναι τίποτε, θα τα βγάλουμε πέρα, σύντροφοι!

Η δουλιά βράζει. Εγώ με άλλους πέντε συντρόφους δουλεύω με λοστούς δηλαδή με μοχλούς. Οι τροχοί ζυγίζουν 60 και 70 πούτια το ζευγάρι. Τους σπρώχνουμε με τους ώμους μας και με τους δυο λοστούς που τους διευθύνει ο σύντροφος "ομαδάρχης". Και περνούν γρήγορα και σβέλτα από τη μια γραμμή στην άλλη. Το ένα ζευγάρι των τροχών φεύγει, το άλλο έρχεται τώρα στη θέση του πρώτου. Να, όλα πια βρίσκονται στη θέση τους κι εμείς "ξαποστέλνουμε" γρήγορα - γρήγορα αυτά τα φθαρμένα παλιοσίδερα πάνω από τις γραμμές σε μια αποθήκη... Ενα, δύο, τρία σηκώνονται στον αέρα μ' ένα σιδερένιο περιστροφικό γερανό και οι τροχιές είναι πια ελεύθερες. Εκεί στο σκοτάδι ακούγονται τα χτυπήματα των σφυριών, οι σύντροοοι γρήγορα, σαν μέλισσες, δουλεύουν στα "άρρωστα" βαγόνια τους. Κάνουν και το μαραγκό και τον μπογιατζή, φτιάχνουν και τη σκεπή - η δουλιά προχωρεί γοργά και γεμίζει με χαρά κι εμάς και τον σ. επίτροπο. Κι εκεί τα χέρια μας χρειάστηκαν και στους σιδεράδες. Στο φορητό καμίνι βρίσκεται ένα "τιμόνι", δηλαδή μια "μπιέλα" με γάντζο που στράβωσε από κάποιο αδέξιο χτύπημα. Κάτασπρη, βγάζει σπίθες καθώς ακουμπάει πάνω στη σιδερένια πλάκα, όπου με τα επιδέξια χτυπήματά μας, και κάτω από το έμπειρο μάτι ενός συντρόφου, παίρνει την κανονική της μορφή. Είναι ακόμη ασπροκόκκινη. Την παίρνουμε στην πλάτη μας και την πάμε γρήγορα - γρήγορα στη θέση της. Βγάζει ακόμη σπίθες όταν τη βάζουμε στη σιδερένια τρύπα. Μερικά χτυπήματα και μπήκε στη θέση της. Χωνόμαστε κάτω από το βαγόνι. Εκεί το φτιάξιμο αυτών των κρίκων και των τιμονιών δεν είναι καθόλου τόσο απλό όσο φαίνεται, εκεί υπάρχει ολόκληρο σύστημα από πριτσίνια και σπειρωτές σούστες...

Η δουλιά βρίσκεται στη βράση της, νυχτώνει, οι δαυλοί καίνε πιο φωτεινά. Γρήγορα θα τελειώσουμε. Μερικοί σύντροφοι "στριμώχτηκαν" κοντά σ' ένα σωρό στεφάνια τροχών και "ρουφούν" το ζεστό τσάι. Η μαγιάτικη νύχτα είναι δροσερή και το καινούργιο μισοφέγγαρο είναι όμορφο στον ουρανό. Αστεία, γέλια, χιούμορ, όλο υγεία.

- Σύντροφε Γκ., σταμάτα τη δουλιά, σου φτάνουν 13 βαγόνια!

Ομως, για το σ. Γκ. είναι λίγα.

Τελειώσαμε με το τσάι, τραγουδήσαμε τα τραγούδια μας της νίκης, τραβάμε προς την έξοδο...».

Η κίνηση για να οργανωθούν «κομμουνιστικά Σάββατα» δεν περιορίζεται στη Μόσχα. Η «Πράβντα» της 6 του Ιούνη δημοσίευσε την πληροφορία:

«Στις 31 του Μάη έγινε στο Τβερ το πρώτο κομμουνιστικό Σάββατο. 128 κομμουνιστές δούλεψαν στη σιδηροδρομική γραμμή. Μέσα σε 3 1/2 ώρες φόρτωσαν και ξεφόρτωσαν 14 βαγόνια, επισκεύασαν 3 ατμομηχανές, έκοψαν πάνω από 10 σάζενες* ξύλα έκαναν και άλλες δουλιές. Η εντατικότητα της δουλιάς των "ειδικευμένων κομμουνιστών - εργατών ξεπερνά 13 φορές τη συνηθισμένη παραγωγικότητα".

Διαβάζουμε ακόμη στην «Πράβντα» της 8 του Ιούνη:

ΤΑ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΑ ΣΑΒΒΑΤΑ

«Σ α ρ ά τ ο φ , 5 του Ιούνη. Οι κομμουνιστές - σιδηροδρομικοί, απαντών­τας στην έκκληση των συντρόφων τους της Μόσχας, αποφάσισαν σε γενική κομματική συνέλευση: να δουλεύουν χωρίς πληρωμή κάθε Σάββατο 5 ώρες υπερωρία για την ενίσχυση της λαϊκής οικονομίας».

Ανάφερα με όσο μπορούσα περισσότερες λεπτομέρειες τις πληροφορίες για τα κομμουνιστικά Σάββατα, γιατί έδώ μπορεί κανείς να δει χωρίς αμφιβολία μια από τις σπουδαιότερες πλευρές της κομμουνιστικής οικοδόμησης, που ο Τύπος μας δεν της δίνει αρκετή προσοχή και που όλοι μας δεν την έχουμε ακόμη εκτιμήσει όσο πρέπει.

Λιγότερη πολιτική φλυαρία, περισσότερη προσοχή στα πιο απλά, μα ζωντανά γεγονότα της κομμουνιστικής οικοδόμησης, γεγονότα παρμένα από τη ζωή, δοκιμασμένα στη ζωή - αυτό το σύνθημα πρέπει να το επαναλαβαίνουμε ακούραστα όλοι μας, οι συγγραφείς μας, οι διαφωτιστές, οι προπαγανδιστές, οι οργανωτές κτλ.

Είναι φυσικό και αναπόφευκτο τον πρώτο καιρό ύστερα από την προλεταριακή επανάσταση να μας απασχολεί περισσότερο το κύριο και βασικό καθήκον, η υπερνίκηση της αντίστασης της αστικής τάξης, η νίκη πάνω στους εκμεταλλευτές, η καταστολή των συνωμοσιών τους (σαν τη «συνωμοσία των δουλοκτητών» για την παράδοση της Πετρούπολης, όπου πήραν μέρος όλοι, από τις μαύρες εκατονταρχίες και τους καντέτους ως τους μενσεβίκους και τους εσέρους μαζί1). Δίπλα όμως σ' αυτό το καθήκον προβάλλει εξίσου αναπόφευκτα - και όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότερο - το πιο ουσιαστικό καθήκον της θετικής κομμουνιστικής οικοδόμησης, της δημιουργίας νέων οικονομικών σχέσεων, μιας νέας κοινωνίας.

Η δικτατορία του προλεταριάτου - όπως μου δόθηκε ήδη πολλές φορές ευκαιρία να το τονίσω, ανάμεσα στ' άλλα και στο λόγο μου στις 12 του Μάρτη στη συνεδρίαση του Σοβιέτ Πετρούπολης των εργατών βουλευτών - δεν είναι μόνο η άσκηση βίας πάνω στους εκμεταλλευτές και μάλιστα δεν είναι κυρίως βία. Η οικονομική βάση αυτής της επαναστατικής βίας, η εγγύηση για τη ζωτικότητα και την επιτυχία της είναι ότι το προλεταριάτο, σε σύγκριση με τον καπιταλισμό, εκπροσωπεί και πραγματοποιεί έναν ανώτερο τύπο κοινωνικής οργάνωσης της εργασίας. Εδώ είναι η ουσία. Αυτή είναι η πηγή της δύναμης και η εγγύηση για την αναπόφευκτη ολοκληρωτική νίκη του κομμουνισμού.

Στη δουλοπαροικία η οργάνωση της κοινωνικής εργασίας στηριζόταν στην πειθαρχία του βούρδουλα, ενώ οι εργαζόμενοι ζούσαν μέσα σε βαθιά σκοτάδια και στην αμάθεια, και τους λήστευαν και τους κορόιδευαν μια χούφτα τσιφλικάδες. Η καπι­ταλιστική οργάνωση της κοινωνικής εργασίας στηριζόταν στην πειθαρχία της πείνας και η τεράστια μάζα των εργαζομένων, παρ' όλη την πρόοδο του αστικού πολιτισμού και της αστικής δημοκρατίας, εξακολουθούσε να είναι και στις πιο προχωρημένες, πολιτισμένες ρεπουμπλικανικές δημοκρατίες μια αμόρφωτη και καταπιεσμένη μάζα μισθωτών δούλων ή καταπιεζόμενων αγροτών, που τους λήστευαν και τους κορόιδευαν μια χούφτα καπιταλιστές. Η κομμουνιστική οργάνωση της κοινωνικής εργασίας - ο σοσια­λισμός είναι το πρώτο βήμα προς αυτή - στηρίζεται και όλο και περισσότερο θα στηρίζεται στην ελεύθερη και συνειδητή πειθαρχία των ίδιων των εργαζομένων που ανάτρεψαν τό ζυγό τόσο των τσιφλικάδων, όσο και των καπιταλιστών.

Αυτή η νέα πειθαρχία δεν πέφτει από τον ουρανό και δεν είναι προϊόν ευσεβών πόθων. Γεννιέται και αναπτύσσεται μέσα από τους υλικούς όρους της μεγάλης καπιταλιστικής παραγωγής και μόνο από αυτούς. Χωρίς αυτούς είναι αδύνατο να γεννηθεί. Φορέας όμως αυτών των υλικών όρων ή εκείνος που τους πραγματοποιεί είναι μια καθορισμένη ιστορική τάξη που δη­μιουργήθηκε, οργανώθηκε, συσπειρώθηκε, διαπαιδαγωγήθηκε, μορφώθηκε, ατσαλώθηκε από το μεγάλο καπιταλισμό. Η τάξη αυτή είναι το προλεταριάτο.

Η δικτατορία του προλεταριάτου, αν μεταφράσουμε αυτή τη λατινική, επιστημονική, ιστορικο-φιλοσοφική έκφραση σε πιο απλή γλώσσα, σημαίνει τούτο δω:

Μόνο μια καθορισμένη τάξη, και ακριβώς οι εργάτες της πόλης και γενικά οι εργοστασιακοί, οι βιομηχανικοί εργάτες είναι σε θέση να καθοδηγήσουν όλη τη μάζα των εργαζομένων και των εκμεταλλευομένων στον αγώνα για την ανατροπή του ζυγού του κεφαλαίου, στην πορεία της ίδιας της ανατροπής, στον αγώνα για τη διατήρηση και τη στερέωση της νίκης, στο έργο της δημιουρ­γίας ενός νέου σοσιαλιστικού κοινωνικού καθεστώτος, σε όλο τον αγώνα για την ολοκληρωτική κατάργηση των τάξεων. (Ας σημειώσουμε μέσα σε παρένθεση: Η επιστημονική διαφορά ανά­μεσα στο σοσιαλισμό και στον κομμουνισμό είναι μονάχα ότι η πρώτη λέξη σημαίνει το πρώτο σκαλοπάτι της νέας κοινωνίας που αναπτύσσεται από τον καπιταλισμό και η δεύτερη λέξη σημαίνει το πιο υψηλό, παραπέρα σκαλοπάτι της.)

Το λάθος της κίτρινης Διεθνούς της «Βέρνης» είναι ότι οι ηγέτες της παραδέχονται μόνο στα λόγια την ταξική πάλη και τον καθοδηγητικό ρόλο του προλεταριάτου και φοβούνται να ολοκληρώσουν τη σκέψη τους, φοβούνται ακριβώς το αναπόφευ­κτο εκείνο συμπέρασμα, που είναι ιδιαίτερα τρομερό για την αστική τάξη και απόλυτα απαράδεκτο γι' αυτή. Φοβούνται να αναγνωρίσουν ότι η δικτατορία του προλεταριάτου είναι επίσης μια περίοδος ταξικής πάλης που είναι αναπόφευκτη όσο δεν θα έχουν εξαλειφθεί οι τάξεις και που αλλάζει τις μορφές της και γίνεται τον πρώτο καιρό, ύστερα από την ανατροπή του κεφαλαίου, ιδιαίτερα σκληρή και ιδιαίτερα ιδιόμορφη. Οταν το προλεταριάτο κατακτήσει την πολιτική εξουσία δε σταματά την ταξική πάλη, αλλά τη συνεχίζει ως την κατάργηση των τάξεων, εννοείται όμως σε διαφο­ρετικές συνθήκες, με διαφορετική μορφή, με διαφορετικά μέσα.

Και τι σημαίνει «κατάργηση των τάξεων»; Ολοι όσοι αυτοονομάζονται σοσιαλιστές παραδέχονται αυτό τον τελικό σκοπό του σοσιαλισμού, όλοι όμως δεν σκέπτονται καθόλου βαθιά τη σημασία του. Τάξεις ονομάζονται μεγάλες ομάδες ανθρώπων που ξεχωρίζουν μεταξύ τους από τη θέση που κατέχουν μέσα σε ένα ιστορικά καθορισμένο σύστημα της κοινωνικής παραγωγής, από τη σχέση τους (στο μεγαλύτερο μέρος κατοχυρωμένη και διατυπωμένη σε νόμους) προς τα μέσα παραγωγής, από το ρόλο τους στην κοινωνι­κή οργάνωση της εργασίας και συνεπώς από τους τρόπους που ιδιοποιούνται τη μερίδα του κοινωνικού πλούτου που διαθέτουν και από το μέγεθος αυτής της μερίδας. Τάξεις είναι οι ομάδες εκείνες ανθρώπων, που η μια μπορεί να ιδιοποιείται τη δουλιά της άλλης χάρη στη διαφορά της θέσης που κατέχει μέσα σ' ένα καθορισμένο σύστημα της κοινωνικής οικονομίας.

Είναι φανερό ότι για την ολοκληρωτική κατάργηση των τάξεων πρέπει όχι μόνο να ανατραπούν οι εκμεταλλευτές, οι τσιφλικάδες και οι καπιταλιστές, όχι μόνο να καταργηθεί η ιδιοκτησία τους, πρέπει ακόμη να καταργηθεί και κάθε ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, πρέπει να εξαλειφθεί τόσο η διαφορά ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, όσο και η διαφορά ανάμεσα στους ανθρώπους της σωματικής και τους ανθρώπους της πνευματικής εργασίας. Αυτό είναι έργο πολύ μακρόχρονο. Για να συντελεστεί χρειάζεται ένα τεράστιο βήμα προς τα μπρος στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, χρειάζεται να υπερνικηθεί η αντίσταση (συχνά παθητική που είναι εξαιρετικά πεισματάρικη και υπερνικιέται εξαιρετικά δύσκολα) των πολυάριθμων υπολειμμάτων της μικροπαραγωγής, πρέπει να υπερνικηθεί η τεράστια δύναμη της συνήθειας και της αδράνειας που συνδέεται μ' αυτά τα υπολείμματα.

Θα ήταν η πιο κούφια φράση ή θα ήταν μια αυταπάτη ενός προκατακλυσμιαίου, προμαρξικού σοσιαλιστή, να νομίζουμε ότι όλοι οι «εργαζόμενοι» είναι εξίσου ικανοί για μια τέτια δουλιά. Γιατί αυτή η ικανότητα δεν δίνεται μόνη της, μα γεννιέται ιστορικά και γεννιέται μόνο μέσα από τους υλικούς όρους της μεγάλης καπιτα­λιστικής παραγωγής. Αυτή την ικανότητα, στην αρχή του δρό­μου από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, την κατέχει μόνο το προλεταριάτο. Αυτό είναι σε θέση να εκπληρώσει το γιγάντιο καθήκον που πέφτει πάνω του, πρώτα, γιατί είναι η πιο δυνατή και η πιο πρωτοπόρος τάξη στις πολιτισμένες κοινωνίες. Δεύτερο, γιατί στις πιο αναπτυγμένες χώρες αποτελεί την πλειοψηφία του πληθυσμού. Τρίτο, γιατί στις καθυστερημένες καπιταλιστικές χώρες, όπως στη Ρωσία, η πλειοψηφία του πληθυσμού, ανήκει στο μισοπρολεταριάτο, δηλαδή αποτελείται από ανθρώπους που ένα μέρος του χρόνου ζουν μόνιμα σαν προλετάριοι και βγάζουν το ψωμί τους ως ένα βαθμό με τη μισθωτή δουλιά στις καπιταλι­στικές επιχειρήσεις.

Οποιος προσπαθεί να επιλύσει τα καθήκοντα του περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, ξεκινώντας από γενι­κές φράσεις για ελευθερία, ισότητα, δημοκρατία γενικά, ισότητα εργασιακής δημοκρατίας κ.τ.λ. (όπως το κάνουν ο Κάουτσκι, ο Μάρτοφ και οι άλλοι ήρωες της κίτρινης Διεθνούς της Βέρνης), αυτός δείχνει μονάχα τη φύση του σαν μικροαστός φιλισταίος που από ιδεολογική άποψη σέρνεται δουλικά πίσω από την αστική τάξη. Τη σωστή επίλυση αυτού του καθήκοντος μπορεί να τη δόσει μόνο η συγκεκριμένη μελέτη των ειδικών σχέσεων που υπάρχουν ανάμεσα στην ιδιαίτερη τάξη που κατάκτησε την πολιτική εξουσία, δηλαδή στο προλεταριάτο και σε όλη τη μη προλεταριακή, καθώς και τη μισοπρολεταριακή μάζα του εργαζόμενου πληθυσμού. Και αυτές οι σχέσεις δεν διαμορφώνονται μέσα σε φανταστικά - αρμονικές, «ιδανικές», συνθήκες, αλλά μέσα στην πραγματικότητα της λυσσαλέας και πολύμορφης αντίστασης που προβάλλει η αστική τάξη.

Η τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού - και πολύ περισότερο του εργαζόμενου πληθυσμού - σε οποιαδήποτε καπιτα­λιστική χώρα, μαζί και στη Ρωσία, δοκίμασε χιλιάδες φορές πάνω της και πάνω στους δικούς της το ζυγό του κεφαλαίου, τις ληστείες του και κάθε λογής εξευτελισμούς. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος - δηλαδή η σφαγή δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων για να λυθεί το πρόβλημα, αν το αγγλικό ή το γερμανικό κεφάλαιο θα αποκτήσει τα πρωτεία στην καταλήστευση όλου του κόσμου - όξυνε ασυνήθιστα, πλάτυνε και βάθυνε αυτές τις δοκιμασίες και έσπρωξε τον κόσμο να τις κατανοήσει. Από δω βγαίνει και η αναπόφευκτη συμπάθεια που δείχνει στο προλεταριάτο η τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού και ιδιαίτερα η μάζα των εργαζομένων, γιατί το προλεταριάτο με ηρωικό θάρρος και επαναστατική αδιαλλαξία ανατρέπει το ζυγό του κεφαλαίου, ανατρέπει τους εκμεταλλευτές, πνίγει την αντίστασή τους και με το αίμα του ανοίγει το δρόμο για τη δημιουργία μιας νέας κοινωνίας, όπου δεν θα υπάρχει θέση για τους εκμεταλλευτές.

Οσο μεγάλοι και όσο αναπόφευκτοι και αν είναι οι μικροα­στικοί δισταγμοί και ταλαντεύσεις προς τα πίσω, στο αστικό «καθεστώς», κάτω από τις «φτερούγες» της αστικής τάξης, ταλαν­τεύσεις και δισταγμοί που δείχνουν οι μη προλεταριακές και μισοπρολεταριακές μάζες του εργαζόμενου πληθυσμού, οι μάζες αυτές δεν μπορούν να μην αναγνωρίσουν το ηθικό - πολιτικό κύρος του προλεταριάτου, που όχι μόνο ανατρέπει τους εκμεταλ­λευτές και πνίγει την αντίστασή τους, μα και οικοδομεί επίσης νέες, ανώτερες κοινωνικές σχέσεις, κοινωνική πειθαρχία: την πειθαρχία των συνειδητών και ενωμένων εργατών, που δεν ξέρουν κανένα ζυγό και καμιά εξουσία πάνω τους, εκτός από την εξουσία της δικής τους συνένωσης και της δικής τους πιο συνειδητής, τολμηρής, συσπειρωμένης, επαναστατικής, σταθερής πρωτοπορίας.

Για να νικήσει, για να δημιουργήσει και να στερεώσει το σοσιαλισμό, το προλεταριάτο πρέπει να λύσει δύο καθήκοντα ή ένα διπλό καθήκον: πρώτα να τραβήξει με τον απεριόριστο ηρωισμό του στον επαναστατικό αγώνα ενάντια στο κεφάλαιο όλη τη μάζα των εργαζομένων και των εκμεταλλευομένων, να την τραβήξει, να την οργανώσει, να την καθοδηγήσει για την ανατροπή της αστικής τάξης και την πλήρη κατάπνιξη κάθε αντίστασης από μέρους της. Δεύτερο, να οδηγήσει όλη τη μάζα των εργαζομένων και των εκμεταλλευομένων, καθώς και όλα τα μικροαστικά στρώματα, στο δρόμο της νέας οικονομικής οικοδό­μησης, στο δρόμο της δημιουργίας μιας νέας κοινωνικής σχέσης, μιας νέας πειθαρχίας στη δουλιά, μιας νέας οργάνωσης της δουλιάς που να συνενώνει την τελευταία λέξη της επιστήμης και της καπιταλιστικής τεχνικής με τη μαζική συνένωση των συνει­δητών δουλευτών, που δημιουργούν τη μεγάλη σοσιαλιστική παραγωγή.

Αυτό το δεύτερο καθήκον είναι πιο δύσκολο από το πρώτο, γιατί σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να λυθεί με τον ηρωισμό μιας μεμονωμένης έκρηξης ενθουσιασμού, αλλά απαιτεί τον πιο μακρόχρονο, τον πιο επίμονο, τον πιο δύσκολο ηρωισμό μιας μαζικής καικαθημερινής δουλιάς. Αυτό όμως το καθήκον είναι και πιο ουσιαστικό από το πρώτο, γιατί σε τελευταία ανάλυση η πιο βαθιά πηγή δύναμης για τις νίκες ενάντια στην αστική τάξη και η μοναδική εγγύηση ότι οι νίκες αυτές θα είναι σταθερές και αναφαίρετες μπορεί να είναι μόνο ο νέος, ο πιο ανώτερος τρόπος κοινωνικής παραγωγής, η αντικατάσταση της καπιταλιστικής και της μικροαστικής παραγωγής με τη μεγάλη σοσιαλιστική παρα­γωγή.

Τα «κομμουνιστικά Σάββατα» έχουν τεράστια ιστορική ση­μασία, γιατί ακριβώς μας δείχνουν τη συνειδητή και εθελοντική πρωτοβουλία των εργατών στην ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας, στο πέρασμα σε νέα πειθαρχία της δουλιάς, στη δημιουργία σοσιαλιστικών όρων στην οικονομία και στη ζωή.

Ενας από τους λίγους, θα είναι μάλιστα πιο σωστό να πούμε ένας από τους εξαιρετικά σπάνιους αστούς δημοκράτες της Γερμανίας, που ύστερα από τα διδάγματα του 1870-1871 πέρασε όχι στο σωβινισμό, όχι στον εθνικό φιλελευθερισμό, αλλά στο σοσιαλισμό, ο I. Γιάκομπι, είπε ότι η ίδρυση μιας εργατικής ένωσης έχει μεγαλύτερη ιστορική σημασία από τη μάχη της Σάντοβα2. Αυτό είναι σωστό. Η μάχη της Σάντοβα έλυσε το ζήτημα ποια από τις δυο αστικές μοναρχίες, η αυστριακή ή η πρωσική, θα έχει τα πρωτεία στη δημιουργία του εθνικού γερμανικού καπιταλιστικού κράτους. Η ίδρυση μιας εργατικής ένωσης ήταν ένα μικρό βήμα προς την παγκόσμια νίκη του προλεταριά­του ενάντια στην αστική τάξη. Ετσι κι εμείς μπορούμε να πούμε ότι το πρώτο κομμουνιστικό Σάββατο, που οργανώθηκε στις 10 του Μάη 1919 στη Μόσχα από τους σιδηροδρομικούς της γραμμής Μόσχας - Καζάν, έχει μεγαλύτερη ιστορική σημασία από οποιαδήποτε νίκη του Χίντενμπουργκ ή του Φος και των Αγγλων στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο του 1914-1918. Οι νίκες των ιμπεριαλιστών σημαίνουν τη σφαγή εκατομμυρίων εργατών για τα κέρδη των Αγγλοαμερικανών και Γάλλων δισεκατομμυ­ριούχων, είναι θηριωδίες του παραχορτασμένου καπιταλισμού που χάνεται και αποσυντίθεται ζωντανός. Το κομμουνιστικό Σάββατο των σιδηροδρομικών της γραμμής Μόσχας - Καζάν είναι ένας πυρήνας της νέας, της σοσιαλιστικής κοινωνίας, που φέρνει σε όλους τους λαούς της γης την απολύτρωση από το ζυγό του κεφαλαίου και από τους πολέμους.

Φυσικά, οι κύριοι αστοί και τα τσιράκια τους, μαζί και οι μενσεβίκοι και οι εσέροι, που συνήθισαν να θεωρούν τον εαυτό τους «εκπρόσωπο της κοινής γνώμης», χλευάζουν τις ελπίδες των κομμουνιστών, τις αποκαλούν «μπαομπάμπ σε γλάστρα για ρεζεντά»*, γελάνε για το μηδαμινό αριθμό των Σαββάτων σε σύγκριση με τις πολλές περιπτώσεις κατάχρησης, τεμπελιάς, πτώσης της παραγωγικότητας, φθοράς πρώτων υλών, φθοράς των προϊόντων κ.τ.λ. Θα απαντήσουμε σ' αυτούς τους κυρίους: αν η αστική διανόηση πρόσφερε τις γνώσεις της για να βοηθήσει τους εργαζόμενους και όχι τους Ρώσους και τους ξένους καπιτα­λιστές για την παλινόρθωση της εξουσίας τους, τότε η επανάστα­ση θα προχωρούσε πιο γρήγορα και πιο ειρηνικά. Αυτό όμως είναι ουτοπία, γιατί το ζήτημα λύνεται με την πάλη των τάξεων και η πλειοψηφία της διανόησης τραβιέται με το μέρος της αστικής τάξης. Το προλεταριάτο θα νικήσει όχι με τη βοήθεια της διανόησης, αλλά παρά την αντίστασή της (τουλάχιστο στις περισσότερες περιπτώσεις) θα νικήσει, παραμερίζοντας τους αδιόρθωτους αστούς διανοούμενους, μεταπλάθοντας, αναδιαπαιδαγωγώντας, υποτάσσοντας τους ταλαντευόμενους, κατακτώντας σιγά - σιγά όλο και περισσότερους με το μέρος του. Η χαιρεκακία για τις δυσκολίες και τις αποτυχίες της επανάστασης, η διάδοση του πανικού, η προπαγάνδα για επιστροφή προς τα πίσω - όλα αυτά είναι μέσα και μέθοδοι ταξικής πάλης της αστικής διανόη­σης. Το προλεταριάτο δεν θα επιτρέψει να το εξαπατήσουν μ' αυτά.

Αν τώρα πάρουμε το ζήτημα στην ουσία του, έτυχε μήπως ποτέ στην ιστορία ένας καινούργιος τρόπος παραγωγής να ριζώσει μεμιάς, χωρίς μια μακρά σειρά από αποτυχίες, λάθη, υποτροπές; Μισό αιώνα ύστερα από την πτώση του δικαίου της δουλοπαροικίας υπήρχαν ακόμη στο ρωσικό χωριό πολλά υπολείμματα δουλοπαροικίας. Μισό αιώνα ύστερα από την κατάργη­ση της δουλείας των νέγρων στην Αμερική, η κατάσταση των νέγρων εξακολουθούσε να παραμένει τις περισσότερες φορές μισοδουλική. Η αστική διανόηση, μαζί και οι μενσεβίκοι και οι εσέροι, είναι πιστοί στον εαυτό τους όταν υπηρετούν το κεφάλαιο και διατηρούν τη γεμάτη καλπιά επιχειρηματολογία τους: Πριν από την επανάσταση του προλεταριάτου μάς κατηγορούσαν για ουτοπισμό και ύστερα από αυτήν απαιτούν από μας να εξαφανίσουμε με φανταστική ταχύτητα τα ίχνη του παρελθόντος!

Εμείς όμως δεν είμαστε ουτοπιστές και ξέρουμε την αληθινή αξία των αστικών «επιχειρημάτων». Ξέρουμε επίσης ότι για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα ύστερα από την επανάσταση στα ήθη και τα έθιμα θα υπερέχουν αναπόφευκτα τα ίχνη του παλιού απέναντι στα φυντάνια του καινούργιου. Οταν το καινούργιο μόλις-μόλις έχει γεννηθεί, το παλιό εξακολουθεί πάντα για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα να παραμένει πιο ισχυρό - έτσι γίνεται πάντα και στη φύση και στην κοινωνική ζωή. Αυτό που κοροϊδεύουν ότι είναι αδύνατα τα φυντάνια του καινούργιου, ο φτηνούτσικος διανοουμενίστικος σκεπτικισμός και τα άλλα παρόμοια, στην ουσία είναι μέθοδοι ταξικής πάλης της αστικής τάξης ενάντια στο προλεταριάτο, είναι υπεράσπιση του καπιταλισμού ενάντια στο σοσιαλισμό. Πρέπει να μελετούμε με επιμέλεια τα σπέρματα του καινούργιου, να δίνουμε σ' αυτά τη μεγαλύτερη προσοχή, να βοηθούμε με κάθε τρόπο την ανάπτυξή τους και να «φροντίζουμε» αυτά τα αδύνατα φυντάνια. Μερικά απ' αυτά αναπόφευκτα θα χαθούν. Δεν μπορούμε να εγγυηθούμε ότι ακριβώς τα «κομμουνιστικά Σάββατα» θα παίξουν εξαιρετικά σπουδαίο ρόλο. Δεν πρόκειται γι' αυτό. Πρόκειται για το ότι πρέπει να υποστηριχθούν όλα και τα κάθε λογής φυντάνια του καινούργιου και από αυτά η ζωή θα διαλέξει τα πιο βιώσιμα. Αν ένας Ιάπωνας επιστήμονας, για να βοηθήσει τους ανθρώπους να υπερνικήσουν τη σύφιλη, είχε την υπομονή να δοκιμάσει 605 παρασκευάσματα, ώσπου έφτιαξε το 605 παρασκεύασμα που ικανοποιούσε τις γνωστές απαιτήσεις, τότε εκείνος που θέλει να λύσει ένα καθήκον πολύ πιο δύσκολο, δηλαδή να νικήσει τον καπιταλισμό, πρέπει να έχει την υπομονή να δοκιμάσει εκατοντάδες και χιλιάδες νέες μεθόδους, τρόπους, μέσα πάλης, για να επεξεργαστεί έτσι τα πιο κατάλληλα απ' αυτά.

Τα «κομμουνιστικά Σάββατα» γι' αυτό ακριβώς έχουν σημα­σία, γιατί δεν τα άρχισαν εργάτες που βρίσκονται σε εξαιρετικά καλές συνθήκες, αλλά εργάτες διαφόρων ειδικοτήτων, μαζί και εργάτες χωρίς ειδικότητα, ανειδίκευτοι εργάτες που βρίσκονται σε συνηθισμένες συνθήκες, δηλαδή στις πιο δύσκολες συνθήκες. Ολοι μας ξέρουμε καλά ποια είναι η βασική αιτία που έπεσε η παραγωγικότητα της εργασίας, πράγμα που δεν παρατηρείται μόνο στη Ρωσία, μα σε όλο τον κόσμο: Βασική αιτία είναι η καταστροφή και η εξαθλίωση, η αγανάκτηση και η κούραση που προκάλεσε ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, οι αρρώστιες και ο υποσιτισμός. Από άποψη σπουδαιότητας ο υποσιτισμός κατέχει την πρώτη θέση. Η πείνα - να η αιτία. Και για να εξαλειφθεί η πείνα πρέπει να ανεβάσουμε την παραγωγικότητα της εργασίας και στη γεωργία, και στις μεταφορές, και στη βιομηχανία. Εχουμε, συνεπώς, κάτι που μοιάζει με φαύλο κύκλο: Για να ανεβάσουμε την παραγωγικό­τητα της εργασίας πρέπει να σωθούμε από την πείνα και για να σωθούμε από την πείνα πρέπει να ανεβάσουμε την παραγωγικότητα της εργασίας.

Είναι γνωστό ότι παρόμοιες αντιφάσεις λύνονται στην πράξη με το σπάσιμο αυτού του φαύλου κύκλου, με μια στροφή στις διαθέσεις των μαζών, με την ηρωική πρωτοβουλία διαφόρων ομάδων, πρωτοβουλία που, πάνω στη βάση μιας τέτιας στροφής, παίζει συχνά αποφασιστικό ρόλο. Οι ανειδίκευτοι εργάτες της Μόσχας και οι σιδηροδρομικοί της Μόσχας (φυσικά έχω υπόψη μου την πλειοψηφία και όχι μια χούφτα κερδοσκόπους, γραφειοκράτες και λοιπούς λευκοφρουρίτες) είναι εργαζόμενοι που ζουν μέσα σε απελπιστικά δύσκολες συνθήκες. Ο υποσιτισμός είναι συνεχής και τώρα, πριν από τη νέα σοδειά, με τη γενική χειροτέρευ­ση της επισιτιστικής κατάστασης, έχουμε πραγματικά λιμό. Και να που αυτοί, οι πεινασμένοι εργάτες, που τους τριγυρίζει η μοχθηρή αντεπαναστατική ζύμωση της αστικής τάξης, των εσέρων και των μενσεβίκων, οργανώνουν «κομμουνιστικά Σάββατα», δουλεύουν υπερωρίες χωρίς καμιά πληρωμή και πετυχαίνουν ένα τεράστιο ανέβασμα της παραγωγικότητας της εργασίας, παρόλο που είναι κουρασμένοι, βασανισμένοι, εξαντλημένοι από τον υποσιτισμό. Μήπως αυτό δεν είναι ο μεγαλύτερος ηρωισμός; Μήπως αυτό δεν είναι η αρχή μιας ανατροπής με κοσμοϊστορική σημασία;

Η παραγωγικότητα της εργασίας είναι σε τελευταία ανάλυση το σπουδαιότερο, το κυριότερο για τη νίκη του νέου κοινωνικού καθεστώτος. Ο καπιταλισμός δημιούργησε μιαν άγνωστη για τη δουλοπαροικία παραγωγικότητα της εργασίας. Ο καπιταλισμός μπορεί να νικηθεί τελειωτικά και θα νικηθεί τελειωτικά, γιατί ο σοσιαλισμός δημιουργεί μια νέα, πολύ πιο ανώτερη παραγωγικότη­τα της εργασίας. Αυτό είναι πολύ δύσκολο και μακρόχρονο έργο, όμως άρχισε, κι αυτό είναι το κυριότερο. Αν στην πεινασμένη Μόσχα το καλοκαίρι του 1919 οι πεινασμένοι εργάτες, που έζησαν τα τέσσερα δύσκολα χρόνια του ιμπεριαλιστικού πολέμου και ύστερα τον ενάμιση χρόνο ενός πιο δύσκολου ακόμη εμφυλίου πολέμου, μπόρεσαν να αρχίσουν αυτό το μεγάλο έργο, τότε ποια θα είναι η παραπέρα ανάπτυξή μας, όταν θα νικήσουμε στον εμφύλιο πόλεμο και θα κατακτήσουμε την ειρήνη;

Κομμουνισμός σημαίνει, σε σχέση με τον καπιταλισμό, ανώτερη παραγωγικότητα της εργασίας εθελοντών εργατών, συνει­δητών, ενωμένων, που χρησιμοποιούν την πρωτοπόρο τεχνική. Τα κομμουνιστικά Σάββατα είναι εξαιρετικά πολύτιμα, σαν μιαέμπρα­κτη αρχή του κομμουνισμού, και είναι μια πολύ μεγάλη σπανιότητα, γιατί βρισκόμαστε σε τέτια βαθμίδα, που «γίνονται μόνο τα πρώτα βήματα στο πέρασμα από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό» (όπως πολύ σωστά λέει το Πρόγραμμα του Κόμματός μας3).

Ο κομμουνισμός αρχίζει εκεί που εμφανίζεται η γεμάτη αυτοθυσία φροντίδα των απλών εργατών που υπερνικάει τη βαριά δουλιά, φροντίδα για να ανεβάσουν την παραγωγικότητα της εργασίας, να περιφρουρήσουν το κάθε πούτι σιτάρι, κάρβουνο, σίδερο και άλλα προϊόντα που δεν προορίζονται προσωπικά για τους ίδιους που τα δουλεύουν, ούτε για τους «δικούς» τους, μα για τους «μακρινούς», δηλαδή για όλη την κοινωνία στο σύνολό της, για τις δεκάδες και εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους που είναι ενωμένοι πρώτα σε ένα σοσιαλιστικό κράτος και ύστερα στην Ενωση των Σοβιετικών Δημοκρατιών.

Ο Καρλ Μαρξ στο «Κεφάλαιο» κοροϊδεύει το πομπώδες και μεγαλόστομο ύφος του αστικοδημοκρατικού μεγάλου χάρτη των ελευθεριών και των δικαιωμάτων του ανθρώπου, όλη αυτή τη φρασεολογία για ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα γενικά, που τυφλώνει τους μικροαστούς και τους φιλισταίους όλων των χωρών, μέχρι και τους σημερινούς χυδαίους ήρωες της χυδαίας Διεθνούς της Βέρνης. Ο Μαρξ αντιπαραθέτει σ' αυτές τις πομπώδεις διακηρύξεις των δικαιωμάτων τον απλό, σεμνό, πρακτικό και καθημερινό τρόπο που το προλεταριάτο θέτει το ζήτημα: περιορι­σμός των ωρών εργασίας από το κράτος να ένα από τα τυπικά δείγματα του τρόπου που ο Μάρξ βάζει το ζήτημα 4. Και όσο περισσότερο αναπτύσσεται το περιεχόμενο της προλεταριακής επανάστασης, τόσο πιο ξεκάθαρα και πιο εξόφθαλμα αποκαλύπτε­ται μπροστά μας όλη η ακρίβεια και το βάθος της παρατήρησης του Μαρξ. Οι «διατυπώσεις» που χρησιμοποιεί ο πραγματικός κομμου­νισμός διαφέρουν από την πομπώδη, πονηρή, πανηγυρική φρασεο­λογία των Κάουτσκι, των μενσεβίκων και των εσέρων. Καθώς και των αγαπημένων τους «αδελφών» της Βέρνης, ακριβώς γιατί αυτές οι διατυπώσεις τα ανάγουν όλα στους όρους της δουλιάς. Λιγότερες φλυαρίες για «εργασιακή δημοκρατία», για «ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα», για «λαϊκή εξουσία» και άλλα παρόμοια: ο σημερινός συνειδητός εργάτης και αγρότης διακρίνει σ' αυτές τις παρα­φουσκωμένες φράσεις την απάτη της αστικής διανόησης με την ίδια ευκολία που ένας άνθρωπος με την πείρα της ζωής, βλέποντας την αψεγάδιαστη και «σιδερωμένη» φυσιογνωμία και την εξωτερική εμφάνιση ενός «καθώς πρέπει κυρίου», διαπιστώνει αμέσως και χωρίς να γελαστεί: «Σίγουρα πρόκειται για κάποιον απατεώνα».

Λιγότερο πομπώδεις φράσεις, περισσότερο απλή, καθημερινή δουλιά και φροντίδα για το κάθε πούτι σιτάρι και κάθε πούτι κάρβουνο! Περισσότερη φροντίδα ώστε αυτό το πούτι σιτάρι και το πούτι το κάρβουνο, που χρειάζονται στον πεινασμένο εργάτη και στον κουρελιασμένο, γυμνό αγρότη, να μη φτάσουν σ' αυτούς με εμπορικές συναλλαγές και καπιταλιστικά, αλλά με τη συνειδητή, εθελοντική, γεμάτη αυτοθυσία ηρωική δουλιά των απλών δουλευτάδων, όπως ακριβώς είναι οι ανειδίκευτοι εργάτες και οι σιδηροδρομικοί της γραμμής Μόσχας - Καζάν.

Πρέπει όλοι μας να αναγνωρίσουμε ότι παντού και σε κάθε μας βήμα, ακόμη και στις γραμμές μας, εκδηλώνονται τα υπολείμματα μιας αστικής - διανοουμενίστικης, λογάδικης αντιμετώπισης των προβλημάτων της επανάστασης. Ο Τύπος μας, λ.χ., δεν πολεμά αρκετά αυτά τα σάπια υπολείμματα του σάπιου αστικοδημοκρατικού παρελθόντος, δεν υποστηρίζει αρκετά τα απλά, σεμνά, καθημε­ρινά, μα ζωντανά φυντάνια του πραγματικού κομμουνισμού.

Πάρτε τη θέση της γυναίκας. Κανένα δημοκρατικό κόμμα στον κόσμο σε καμιά από τις προχωρημένες αστικές δημοκρατίες δεν έκανε από αυτή την άποψη μέσα σε ολόκληρες δεκαετίες ούτε το ένα εκατοστό από όσα κάναμε εμείς στον πρώτο κιόλας χρόνο της εξουσίας μας. Δεν αφήσαμε, με την πραγματική σημασία της λέξης, πέτρα πάνω στην πέτρα από τους αισχρούς εκείνους νόμους για την ανισοτιμία της γυναίκας, για τους περιορισμούς στα διαζύγια, για τις απαίσιες διατυπώσεις που περιβάλλανε το διαζύγιο, για τη μη αναγνώριση των εξώγαμων παιδιών, για την αναζήτηση των πατεράδων τους κ.τ.λ., νόμους που τα υπολείμματά τους είναι πάρα πολλά σε όλες τις πολιτισμένες χώρες, προς αίσχος της αστικής τάξης και του καπιταλισμού. Εχουμε χιλιάδες φορές το δικαίωμα να είμαστε περήφανοι για όσα κάναμε σ' αυτό τον τομέα. Οσο πιο παστρικά όμως καθαρίζουμε το έδαφος από τη σαβούρα των παλιών αστικών νόμων και θεσμών, τόσο πιο ξεκάθαρο γίνεται για μας ότι πρόκειται μονάχα για το καθάρισμα του εδάφους πριν από την ανοικοδόμηση, όχι όμως ακόμη και για την ίδια την ανοικοδόμηση.

Η γυναίκα εξακολουθεί να είναι σκλάβα του σπιτιού, παρ' όλους τους απελευθερωτικούς νόμους, γιατί την πιέζει, την πνίγει, την αποβλακώνει, την ταπεινώνει το μικρό σπιτικόνοικο­κυριό, που την καρφώνει στην κουζίνα και στα παιδιά και σπαταλά την εργατική της δύναμη σε μια δουλιά μέχρι εξωφρενισμού μη παραγωγική, τιποτένια, εκνευριστική, αποβλακωτική, βασανιστική. Η πραγματική απελευθέρωση της γυναίκας, ο πραγματικός κομμουνισμός θα αρχίσει μόνο εκεί και τότε, όπου κι όταν αρχίσει η μαζική πάλη (καθοδηγούμενη από το προλετα­ριάτο που κατέχει την κρατική εξουσία) ενάντια σ' αυτό το μικρό σπιτικό νοικοκυριό, ή πιο σωστά η μαζική ανασυγκρότησή του σε μεγάλο σοσιαλιστικό νοικοκυριό.

Δίνουμε άραγε στην πράξη αρκετή προσοχή σ' αυτό το θεωρητικά αδιαφιλονίκητο ζήτημα για κάθε κομμουνιστή; Φυσικά όχι. Δείχνουμε άραγε αρκετή φροντίδα για τα φυντάνια του κομμουνισμού, που υπάρχουν τώρα κιόλας σ' αυτό τον τομέα; Ακόμη μια φορά όχι και όχι. Οι κοινές εστίες φαγητού, οι βρεφικοί σταθμοί, οι παιδικοί κήποι - να τα δείγματα αυτών των φυντανιών, να τα απλά, τα καθημερινά μέσα που δεν έχουν τίποτε το πομπώδες, το μεγαλόστομο, το πανηγυρικό και που στην πράξη είναι ικανά να απελευθερώσουν τη γυναίκα, στην πράξη είναι ικανά να ελαττώσουν και να εξαλείψουν την ανισοτιμία της με τον άντρα, σ' ό,τι αφορά το ρόλο της στην κοινωνική παραγωγή και στην κοινωνική ζωή. Τα μέσα αυτά δεν είναι καινούργια, έχουν δημιουργηθεί (όπως και όλες γενικά οι υλικές προϋποθέσεις του σοσιαλισμού) από το μεγάλο καπιταλισμό, όμως μέσα στο καπιταλιστικό καθεστώς κατάντησαν πρώτο, κάτι το σπάνιο, δεύτερο - πράγμα ιδιαίτερα σπουδαίο - έγιναν μικροεμπορικές επιχειρήσεις με όλες τις χειρότερες πλευρές της κερδοσκοπίας, του κέρδους, της απάτης, της νοθείας, είτε κατάν­τησαν «ακροβατισμοί της αστικής φιλανθρωπίας», που οι καλύτε­ροι εργάτες με το δίκιο τους τη μισούσαν και την περιφρονούσαν.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αρχίσαμε να έχουμε περισσότερα απ' αυτά τα ιδρύματα και ότιαρχίζουν να αλλάζουν το χαρακτήρα τους. Δεν υπάρχει επίσης αμφιβολία ότι ανάμεσα στις εργάτριες και τις αγρότισσες υπάρχουν πολύ περισσότερα οργανωτικά ταλέντα από όσα ξέρουμε, άνθρωποι δηλαδή που έχουν την ικανότητα να οργανώνουν την πρακτική δουλιά με τη συμμετοχή μεγάλου αριθμού εργαζομένων και ακόμη μεγαλύτερου αριθμού καταναλωτών, χωρίς εκείνες τις άφθονες φράσεις, τις φασαρίες, τα τσακώματα, τις φλυαρίες για σχέδια, συστήματα κ.τ.λ., που από αυτά «πάσχει» μόνιμα η «διανόηση», η οποία έχει υπερβολικά μεγάλη ιδέα για τον εαυτό της, ή οι πρώιμοι «κομμουνιστές». Εμείς όμως δεν περιποιούμαστε όπως πρέπει αυτά τα φυντάνια του καινούργιου.

Κοιτάξτε την αστική τάξη. Πόσο θαυμάσια ξέρει να διαφημί­ζει εκείνο που της χρειάζεται! Πώς εξυμνούνται σε εκατομμύρια αντίτυπα των εφημερίδων τους οι «υποδειγματικές» στα μάτια των καπιταλιστών επιχειρήσεις. Πώς γίνονται αντικείμενο εθνικής περηφάνιας τα «υποδειγματικά» αστικά ιδρύματα! Ο Τύπος μας δεν φροντίζει καθόλου ή σχεδόν καθόλου να περιγράφει τις καλύτερες εστίες φαγητού ή τους καλύτερους βρεφικούς σταθ­μούς, να επιμένει καθημερινά για να μετατραπούν ορισμένοι από αυτούς σε υποδειγματικά ιδρύματα, να τους διαφημίζει, να περι­γράφει λεπτομερειακά τι οικονομία ανθρώπινης δουλιάς και τι άνεση για τον καταναλωτή εξασφαλίζεται, τι εξοικονόμηση σε προϊόντα, τι απελευθέρωση της γυναίκας από τη σπιτική σκλαβιά και τι καλυτέρευση των υγιεινών όρων πετυχαίνεται με την υποδειγματική κομμουνιστική δουλιά, και πώς ακόμη μπορεί αυτό να επιτευχθεί και να επεκταθεί σε όλη την κοινωνία, σε όλους τους εργαζόμενους.

Υποδειγματική παραγωγή, υποδειγματικά κομμουνιστικά Σάββατα, υποδειγματική φροντίδα και ευσυνειδησία στην παρα­γωγή και τη διανομή του κάθε πουτιού σιτάρι, υποδειγματικές εστίες φαγητού, υποδειγματική καθαριότητα του τάδε εργατικού σπιτιού, του τάδε τετραγώνου - όλα αυτά πρέπει να γίνουν δέκα φορές περισσότερο, από όσο είναι τώρα, αντικείμενο προσοχής και φροντίδας τόσο του Τύπου μας, όσο και κάθε εργατικής και αγροτικής οργάνωσης. Ολα αυτά είναι τα φυντάνια του κομμουνισμού και η περιποίησή τους είναι γενική και πρώτιστη υποχρέωσή μας. Οσο δύσκολη και αν είναι η επισιτιστική και η παραγωγική μας κατάσταση, ωστόσο μέσα στον ενάμιση χρόνο της μπολσεβίκικης εξουσίας είναι αναμφισβήτητη η πρόοδός μας σε όλη τη γραμμή του μετώπου: η συγκέντρωση των σιτηρών από 30εκατομμύρια πούτια (από την 1/8/1917 ως την 1/8/1918) σε 100 εκατομμύρια πούτια (από την 1/8/1918 ως την 1/5/1919). Αυξήθηκε η καλλιέργεια λαχανικών, ελαττώθηκαν οι άσπαρτες εκτάσεις με σιτηρά, οι σιδηροδρομικές μεταφορές άρχισαν να καλυτερεύουν παρά τις τεράστιες δυσκολίες σε καύσιμα κ.τ.λ. Μέσα σ' αυτά τα γενικά πλαίσια και με την υποστήριξη της προλεταριακής κρατικής εξουσίας, τα φυντάνια του κομμουνισμού δεν θα μαραθούν, μα θα μεγαλώσουν και θα ανθίσουν στον ολοκληρωμένο κομμουνισμό.(...)

28 του Ιούνη 1919.

* - μια σάζενα: 2,13 μ. Σημ. μετ.

* Μπαομπάμπ: μεγάλο δέντρο της Αφρικής που η περιφέρεια του κορμού του φτάνει τα 47 μέτρα. Σημ. μετ.

4. Απαντα Λένιν. Τόμος 39

*Βλ. Απαντα, 5η έκδ., τόμ. 38ος, σελ. 271-274. Η Σύντ.

Ριζοσπάστης

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις