Η δημιουργία αυτοτελούς ευρωστρατού και οι ανταγωνισμοί Γερμανίας - ΗΠΑ

Γερμανοί στρατιωτικοί στα Σκόπια
Ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν - Κλοντ Γιούνκερ, πρότεινε τη μετατροπή του ευρωστρατού σε μόνιμο, διακριτό σώμα, ως στρατό της ΕΕ, στα πρότυπα της ευρωενωσιακής αστυνομίας (Europol), με πρόσχημα τις εξελίξεις στην Ουκρανία. «Με το δικό της στρατό, η Ευρώπη θα μπορούσε να αντιδρά πιο αξιόπιστα όταν απειλείται η ειρήνη σε ένα κράτος - μέλος ή σε ένα γειτονικό κράτος», είπε σε συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα «Welt am Sonndag». Είπε ακόμη ότι η δημιουργία ενός τέτοιου Ευρωστρατού θα αποκαθιστούσε το «κύρος» της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής ανά τον κόσμο, λέγοντας: «Μια τέτοια δύναμη θα μας βοηθούσε να σχεδιάσουμε μια ενιαία εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας (...) Η εικόνα της Ευρώπης έχει υποστεί δραματικά πλήγματα και σε όρους εξωτερικής πολιτικής δεν φαίνεται να μας παίρνουν σοβαρά».
Δεν είναι τυχαίο ότι η Γερμανία υποδέχτηκε θερμά την υλοποίηση της πρότασης του Γιούνκερ. Αλλωστε, με δεδομένη την κρίση στην Ουκρανία, το ΝΑΤΟ έχει αναλάβει δράση ενάντια στη Ρωσία και στην Ουκρανία, και στις Βαλτικές χώρες, και στη Μαύρη θάλασσα ενισχύοντας την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ. Φαίνεται λοιπόν ότι έρχεται σαν απάντηση σ' αυτό η πρόταση για τη δημιουργία του ευρωστρατού. Αλλωστε, για την κρίση στην Ουκρανία δεν υπάρχει ταύτιση απόψεων μεταξύ ΗΠΑ - Γερμανίας στην αντιμετώπιση της Ρωσίας. Και αυτό επειδή η Γερμανία εξαρτιέται ενεργειακά από τη Ρωσία, ενώ η διασύνδεση της οικονομίας της με τη Ρωσία είναι τέτοια που πλήττεται από τα οικονομικά μέτρα ενάντια στη Ρωσία και τα αντίμετρα της δεύτερης.
Βεβαίως, και στο ζήτημα της εξωτερικής πολιτικής της Ευρωζώνης και της ΕΕ γίνεται διαπάλη στο εσωτερικό της στην οποία παρεμβαίνουν οι ΗΠΑ. Για παράδειγμα οι Βαλτικές και η Πολωνία ως κράτη - μέλη της ΕΕ γέρνουν προς τις ΗΠΑ στην κόντρα με τη Ρωσία και όχι με τη Γερμανία. Αυτά τα κράτη απαιτούν ακόμη και στρατιωτική λύση στην κρίση της Ουκρανίας με μοχλό το ΝΑΤΟ.
Οι σαφείς "επεμβατικές" προθέσεις της Γερμανίας
Υπάρχουν και νέες ενδείξεις ότι η Γερμανία, διεκδικώντας ολοένα και μεγαλύτερα μερίδια στην παγκόσμια αγορά για τα δικά της μονοπώλια, προσαρμόζει τη στρατηγική της στις ανάγκες πιο ενεργής επέμβασης στις γεωγραφικές περιοχές του πλανήτη, για τις οποίες ενδιαφέρονται να αναπτύξουν δράση τα μονοπώλιά της, με δεδομένο τον διεθνή ανταγωνισμό. Είναι χαρακτηριστικό ένα άρθρο του σοσιαλδημοκράτη υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας, Φρ. Σταϊνμάγιερ, που δημοσίευσαν τα «Νέα» στις 26/2/2015. Ας δούμε ορισμένα αποσπάσματα.
«Είναι όμως σαφές ότι οι εταίροι μας προσδοκούν για το μέλλον μια πιο ενεργητική, ίσως και πιο σθεναρή γερμανική εξωτερική πολιτική. Εναπόκειται, λοιπόν, στο γερμανικό λαό να απαντήσει στις δύσκολες ερωτήσεις: Πού βρίσκονται τα συμφέροντά μας; Πόσο μακριά φτάνουν οι ευθύνες μας; Ποιο, με δυο λόγια, είναι το DΝΑ της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής;
Οι βασικές αρχές της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής - η στενή συνεργασία με τη Γαλλία εντός της ενωμένης Ευρώπης και μια ισχυρή διατλαντική συμμαχία όσον αφορά τόσο την ασφάλεια όσο και την οικονομική συνεργασία - έχουν αντέξει στη δοκιμασία του χρόνου και θα παραμείνουν ακρογωνιαίος λίθος της προσέγγισής μας. Τώρα όμως πρέπει να αντιμετωπίσουμε τρεις κρίσιμες προκλήσεις: τη διαχείριση κρίσεων, τη μεταβαλλόμενη παγκόσμια τάξη και τη θέση μας εντός της Ευρώπης.
Η Γερμανία είναι πρόθυμη να κάνει περισσότερα σε αυτόν τον τομέα διεθνώς. Θέλουμε να δρούμε πιο γρήγορα, πιο αποφασιστικά και πιο ουσιαστικά. Θα εξετάσουμε πώς μπορούμε να βοηθήσουμε καλύτερα τον ΟΗΕ στη διασφάλιση και στην οικοδόμηση της ειρήνης. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε, με αυτοσυγκράτηση και σύνεση - όχι με ένα αντανακλαστικό «nein» - το δύσκολο ερώτημα κατά πόσον είναι απαραίτητα τα στρατιωτικά μέσα για τη διασφάλιση πολιτικών λύσεων. Δεν γνωρίζουμε πού και πότε θα ξεσπάσει η επόμενη κρίση, γνωρίζουμε όμως ότι θα ξεσπάσει και ότι πρέπει να είμαστε τότε καλύτερα προετοιμασμένοι.
Ωστόσο, η εξωτερική πολιτική δεν πρέπει να επικεντρώνεται αποκλειστικά στις κρίσεις. Οφείλει να προετοιμάζεται και για μελλοντικά σενάρια. Και επειδή η Γερμανία είναι συνδεδεμένη με τον υπόλοιπο κόσμο όπως λίγες άλλες χώρες, η στράτευση σε μια δίκαιη, ειρηνική και ανθεκτική διεθνή τάξη αποτελεί θεμελιώδες συμφέρον της εξωτερικής πολιτικής μας. Αυτό σημαίνει προσαρμογή στις μακροχρόνιες αλλαγές που επιτελούνται στις παραμέτρους της υφιστάμενης τάξης - αλλαγές τις οποίες έχει φέρει, πάνω από όλα, η ταχεία άνοδος της Κίνας».
Τα πιο πάνω αποσπάσματα αποκαλύπτουν σχεδιασμούς για έντονη ιμπεριαλιστική δράση από τη Γερμανία, στο όνομα διατήρησης της ειρήνης με την «αντιμετώπιση κρίσεων στη μεταβαλλόμενη παγκόσμια τάξη και τη θέση της εντός της Ευρώπης». Κρίσεις βεβαίως που προκύπτουν ως αποτέλεσμα των ανταγωνισμών ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κέντρα και εφευρίσκοντας βάσιμα ή αβάσιμα προσχήματα, προκειμένου να θεωρείται η όποια στρατιωτική επέμβαση «νόμιμη» με βάση το ιμπεριαλιστικό διεθνές δίκαιο και τη σφραγίδα του ΟΗΕ. Η Γερμανία, λοιπόν, αναγορεύεται σε δύναμη που πρέπει να διαδραματίζει τέτοιο ρόλο επειδή της το ζητούν οι εταίροι της. Είναι νέο βήμα το οποίο συνοδεύεται και από στρατιωτική δράση.
Και στρατιωτική δράση έξω από τα σύνορα
Πρόσφατα, στα μέσα του Φλεβάρη 2015, η Γερμανίδα υπουργός Αμυνας Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν άνοιξε τη συζήτηση για τη νέα στρατηγική της Γερμανίας για την ασφάλεια που θα αποτυπωθεί στη «Λευκή Βίβλο» του 2016 η οποία θα αντικαταστήσει την αντίστοιχη του 2006. Και αυτό το δικαιολογεί λέγοντας ότι η Ρωσία χρησιμοποιεί «την πολιτική και τη στρατιωτική ισχύ της», για να προωθήσει τα συμφέροντά της (π.χ. Ουκρανία). Η νέα στρατηγική της Γερμανίας προβλέπει ότι ο γερμανικός στρατός όχι μόνο θα δρα σε περιοχές έξω και πολύ μακριά από τα σύνορα της Γερμανίας, όπως π.χ. στο Αφγανιστάν, αλλά και θα εμπλέκεται περισσότερο στην ενίσχυση της άμυνας του ΝΑΤΟ. Η Γερμανία έχει ήδη βοηθήσει στην ενίσχυση της παρουσίας του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη. Οι νέοι κανόνες που θα αντικαταστήσουν τη «Λευκή Βίβλο» του 2006 θα λάβουν, επίσης, υπόψη τους και άλλες σημαντικές εξελίξεις, όπως η άνοδος του «Ισλαμικού Κράτους», η αποκαλούμενη Αραβική Ανοιξη, ενώ θα δώσει έμφαση στην κλιματική αλλαγή και στις επιθέσεις στον κυβερνοχώρο . Ετσι εγκαταλείπεται οριστικά άλλη μια Συνθήκη του τέλους του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, σύμφωνα με την οποία η Γερμανία δεν μπορεί να έχει στρατιωτική δράση έξω από τα σύνορά της. Τώρα η Γερμανία μπορεί και τυπικά να διεξάγει ανοιχτά ιμπεριαλιστικούς πολέμους.
Βεβαίως, αυτό το ζήτημα δεν τίθεται για πρώτη φορά. Στις προγραμματικές δηλώσεις της γερμανικής κυβέρνησης το Γενάρη του 2014, ο υπουργός Εξωτερικών Φρ. Σταϊνμάγιερ, υπεραμύνθηκε της ανάγκης «η Γερμανία να αποκτήσει ενεργότερο ρόλο στις διεθνείς εξελίξεις, ακόμη και εάν αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να συμμετέχει με μεγαλύτερες δυνάμεις σε διάφορες στρατιωτικές επεμβάσεις», υποστηρίζοντας ότι «η Γερμανία πρέπει επιτέλους να πάρει διαζύγιο από τις "ενοχές" του Β' Παγκοσμίου Πολέμου».
Υπάρχει ένα στοιχείο στο άρθρο του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών, αυτό της μεταβαλλόμενης παγκόσμιας τάξης, στο οποίο έχει συμβάλει η άνοδος της Κίνας που έχει σχέση με το γεγονός ότι η οικονομία της Κίνας είναι δεύτερη στην παγκόσμια κατάταξη, αφού ξεπέρασε αυτήν της Γερμανίας αφήνοντάς την στην τρίτη θέση. Ετσι, κάθε ισχυρό καπιταλιστικό κράτος που χάνει θέσεις διεθνώς (έτσι λειτουργεί ο καπιταλισμός λόγω ανισόμετρης ανάπτυξης), γίνεται ακόμη πιο επιθετικό, «δείχνει δόντια». Αυτό βεβαίως έχει σχέση και με την Ευρώπη. Ετσι, όταν ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών λέει ότι «οι εταίροι μας προσδοκούν για το μέλλον μια πιο ενεργητική, ίσως και πιο σθεναρή γερμανική εξωτερική πολιτική», έχοντας ως μία από τις βασικές αρχές την ασφάλεια στην Ευρώπη, δηλαδή στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι η Γερμανία διεκδικεί τη διατήρηση της πρωτοκαθεδρίας στην Ευρώπη έναντι των ανταγωνιστών της, δηλαδή και της Κίνας αλλά και των ΗΠΑ, όσο και αν ο ίδιος προβάλλεται ως υποστηρικτής της ευρωατλαντικής πολιτικής.
Η διαπάλη με τις ΗΠΑ
Από την μεταπολεμική περίοδο (1947) και το «Σχέδιο Μάρσαλ», με το οποίο οι ΗΠΑ χρηματοδότησαν αδρά τα τότε καπιταλιστικά κράτη της Ευρώπης, και τη Δυτική τότε Γερμανία, ενώ έσπρωχναν και στη δημιουργία της καπιταλιστικής ενοποίησης, κόντρα στα εργατικά κινήματα, στην ΕΣΣΔ και στις άλλες χώρες που επιχειρούσαν την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, οι ΗΠΑ παρενέβαιναν έχοντας την πρωτοκαθεδρία των κινήσεων. Φρόντιζαν, λένε, για την ασφάλεια της Ευρώπης. Τώρα η Γερμανία, ενεργώντας ολοένα και περισσότερο ως ισχυρό καπιταλιστικό κράτος που αναζητά μεγαλύτερα μερίδια στη διεθνή αγορά, επιδιώκει αυτή να έχει το πάνω χέρι στην ΕΕ και στην Ευρώπη. Αυτός ο ανταγωνισμός ΗΠΑ - Γερμανίας οξύνεται ακόμη περισσότερο. Εδώ εντάσσονται και αντιθέσεις που εκφράζονται σε διάφορα ζητήματα όπως π.χ. το μείγμα πολιτικής στην Ευρωζώνη, ή αυτή που έχει σχέση με την υποτίμηση του ευρώ σε σχέση με το δολάριο που ενισχύει την ανταγωνιστικότητα στις εξαγωγές Γερμανίας και Ευρωζώνης σε σχέση με τις ΗΠΑ. Η στρατιωτική ισχυροποίηση της Γερμανίας, ώστε να μπορεί να διεξάγει ιμπεριαλιστικούς πολέμους ενισχύει τη θέση της και στην Ευρώπη, και διεθνώς, όπου υπάρχουν κρίσεις, π.χ. Αφρική στην οποία έχει συμφέροντα σε επενδύσεις κόντρα σε ΗΠΑ, Κίνα.
Οι ΗΠΑ, λοιπόν, παρεμβαίνουν έντονα στην Ευρωζώνη και στις αντιθέσεις εντός της. Για παράδειγμα, σε σχέση με την Ελλάδα και την αναγκαιότητα στήριξής της για έξοδο από την κρίση, έχουν γίνει αλλεπάλληλες συζητήσεις από το 2011 μεταξύ Μπ. Ομπάμα και Α. Μέρκελ. Νοιάστηκαν για το 2,8% της οικονομίας της ΕΕ; Γιατί τόσο είναι το ποσοστό της. Οχι. Οι ΗΠΑ βρήκαν πρόσχημα καλλιέργειας έντονων ανταγωνισμών στην Ευρωζώνη κόντρα στη Γερμανία, με την ταυτόχρονη έγνοια τους για την Ελλάδα λόγω γεωστρατηγικής θέσης και αμερικάνικων στρατιωτικών βάσεων. Η Ελλάδα στους ανταγωνισμούς στην Ευρωζώνη σήμερα τάσσεται κόντρα στη Γερμανία...
Μετά απ' όλ' αυτά φαίνεται ότι δεν είναι τυχαία η πρόταση του Ζ. Κ. Γιούνκερ για την αυτοτέλεια δράσης του ευρωστρατού που φαίνεται και από τη συμφωνία της Γερμανίας.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις