Νομοθετικές ανατροπές στην υπηρεσία του κεφαλαίου

"Κατά το διάστημα των ετών 2010 - 2013 (...) σχεδόν το σύνολο των ρυθμίσεων του Εργατικού Δικαίου έχει υποστεί σημαντικές τροποποιήσεις. Οι τροποποιήσεις αυτές οδήγησαν στην αλλαγή του παγιωμένου, εδώ και χρόνια, χαρακτήρα των εργασιακών σχέσεων, με κύριο στόχο την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και την προσαρμογή της αγοράς εργασίας στις νέες συνθήκες.
(...) Βασική κατεύθυνση των μεταρρυθμίσεων αποτελούν: (α) η αύξηση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας, με τη διαμόρφωση νέων μορφών απασχόλησης, καθώς και (β)η μείωση του κόστους εργασίας με την αποδέσμευση των επιχειρήσεων από συλλογικές ρυθμίσεις, με παράλληλη παροχή δυνατότητας διαμόρφωσης των όρων εργασίας σε επιχειρησιακό επίπεδο (επιχειρησιακές ή ατομικές συμβάσεις εργασίας). Το νέο εργασιακό περιβάλλον επιτρέπει στις επιχειρήσεις να διαχειρίζονται το εργατικό δυναμικό τους σύμφωνα με τις λειτουργικές και οικονομικές τους ανάγκες, ανάλογα με τον όγκο εργασίας, αλλά και τις οικονομικές συνθήκες της εκάστοτε επιχείρησης".

Τα παραπάνω (εκτός από τις υπογραμμίσεις) δεν αποτελούν δικές μας διαπιστώσεις. Πρόκειται για απροκάλυπτη παραδοχή των ίδιων των κεφαλαιοκρατών, έτσι όπως αυτή διατυπώνεται από τοΠαρατηρητήριο Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) στην «Ετήσια Εκθεση για το Επιχειρηματικό Περιβάλλον 2014».
Στην ίδια έκθεση ομολογούν: «Το Εργατικό Δίκαιο αποτελεί έναν από τους πιο φλέγοντες τομείς των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχουν λάβει χώρα στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, καθώς έχει την πιο άμεση επίδραση, αλλά και τον μεγαλύτερο αντίκτυπο στην κοινωνία και στην επιχειρηματικότητα». Αναδεικνύουν οι ίδιοι τη σημασία του τρόπου με τον οποίο το αστικό κράτος ρυθμίζει τις εργασιακές σχέσεις, δηλαδή τη σχέση του εκμεταλλευτή - καπιταλιστή με τον εκμεταλλευόμενο - εργάτη, ώστε αυτή να είναι πιο αποδοτική για τον καπιταλιστή.
Από το σύνολο των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων των τελευταίων ετών ξεχωρίζουν, για τη σημασία τους, δύο νομοθετικές παρεμβάσεις. Αναφέρουν: «Οι πιο πρόσφατες, αλλά και ταυτόχρονα πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις εργασιακής και κοινωνικοασφαλιστικής φύσης εισήχθησαν με την ψήφιση των Νόμων 4046/2012 (Φεβρουάριος 2012) και 4093/2012 (Νοέμβριος 2012)». Ο νόμος 4046/2012 αφορά στις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ) και ο νόμος 4093/2012 είναι ο τελευταίος νόμος για το Ασφαλιστικό. Η διαπίστωση του Παρατηρητηρίου δείχνει την τεράστια σημασία που αποδίδουν οι κεφαλαιοκράτες σε αυτούς τους δύο τομείς.
Σήμερα, θα επικεντρώσουμε στις πολιτικές που εφαρμόστηκαν με στόχο να απελευθερώσουν τους καπιταλιστές από τα «βαρίδια» που λέγονται ΣΣΕ ώστε να μεταχειρίζονται τους εργάτες όπως αυτοί θέλουν, με γνώμονα την εξασφάλιση, διατήρηση ή και αύξηση της κερδοφορίας τους. Ηδη αναφέραμε τα δικά τους λόγια: «Το νέο εργασιακό περιβάλλον επιτρέπει στις επιχειρήσεις να διαχειρίζονται το εργατικό δυναμικό τους σύμφωνα με τις λειτουργικές και οικονομικές τους ανάγκες, ανάλογα με τον όγκο εργασίας, αλλά και τις οικονομικές συνθήκες της εκάστοτε επιχείρησης».
Κατάργηση των ΣΣΕ
Ο νόμος 4046/2012 αποτελεί το βασικό νομοθετικό εργαλείο για το χτύπημα των ΣΣΕ. Στο πλαίσιο που όρισε αυτός λίγο καιρό μετά την ψήφισή του εκδόθηκε η Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου 6/2012 με την οποία επιβλήθηκαν:
  • Η διά νόμου κατάργηση της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΕΕ). Ο γενικός κατώτατος μισθός διαμορφώνεται πλέον από το κράτος. Ετσι μείωσε το γενικό κατώτατο μισθό κατά 22% και κατάργησε την ΕΓΣΣΕ 2010-12. Ο βασικός μεικτός μισθός από 751 ευρώ πήγε στα 586 ευρώ. Το μεροκάματο από 33,57 ευρώ μεικτά πήγε στα 26,18 ευρώ μεικτά. Μείωσε το γενικό κατώτατο μισθό κατά 32% για τους νέους μέχρι 25 ετών και για τους μαθητευόμενους. Από 751 ευρώ μεικτά στα 511 ευρώ μεικτά. Το μεροκάματό τους από 33,57 ευρώ μεικτά πήγε στα 22,83 ευρώ μεικτά. Μάλιστα, για τους νέους της μαθητείας, για 8ωρη εργασία η αμοιβή τους καθορίστηκε στο εξευτελιστικό επίπεδο των 357,50 ευρώ μεικτά.
  • Κατάργηση των μέχρι τότε ισχυουσών ΣΣΕ και ορισμός του περιεχομένου των νέων κλαδικών συμβάσεων. Ειδικότερα, οι όροι όλων των συμβάσεων που είχαν λήξει ή καταγγελθεί, έπαυσαν να ισχύουν μέσα σε ένα τρίμηνο από την ψήφιση του νόμου, δηλαδή από τα μέσα του Μάη του 2012. Ομως και αυτές που βρίσκονταν σε ισχύ, έληξαν έπειτα από ένα τρίμηνο, αφού μονομερώς οι εργοδότες μπορούν ανά πάσα στιγμή να τις καταγγείλουν. Μετά την πάροδο των τριών μηνών αυτό που έμεινε από τις κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις ήταν: Ο βασικός μισθός ή βασικό ημερομίσθιο που προβλέπει η σύμβαση μαζί με τα επιδόματα ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικίνδυνης εργασίας, εφόσον όμως αυτά προβλέπονται από τη συγκεκριμένη ΣΣΕ. Κάθε άλλο προβλεπόμενο σε αυτές επίδομα έπαυσε να ισχύει. Μεταξύ αυτών και το επίδομα γάμου. Ειδικά για τις ωριμάνσεις, με την ψήφιση του νόμου και μέχρι το ποσοστό ανεργίας να πέσει στο 10% δεν δίνονται οι προβλεπόμενες αυξήσεις. Συγκεκριμένα, τα επιδόματα πολυετίας, το επίδομα χρόνου εργασίας, της τριετίας ή πενταετίας «πάγωσαν» στα επίπεδα του 2012 και θα παραμείνουν «παγωμένα» για πολλά χρόνια, αφού ακόμα και σήμερα η ανεργία ξεπερνά το 27%. Ετσι, η κυβέρνηση έχοντας κατοχυρώσει για λογαριασμό της εργοδοσίας ένα χαμηλότερο επίπεδο κλαδικών μισθών, της δίνει ταυτόχρονα τη δυνατότητα για την επιβολή επιχειρησιακών και ατομικών συμβάσεων με ακόμα χαμηλότερους μισθούς απ' αυτούς που απέμειναν.
  • Κατάργηση της δυνατότητας για μονομερή προσφυγή στη Διαιτησία μετά από την άρνηση της πρότασης του μεσολαβητή και καθιέρωση της από κοινού προσφυγής σε αυτήν. Ετσι, τα συνδικάτα δεν μπορούν να προσφεύγουν στον ΟΜΕΔ χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του εργοδότη. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι πρόσφατα η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας χαρακτήρισε αντισυνταγματικό και άρα άκυρο το μέτρο αυτό. Ωστόσο, όπως ο «Ρ» αποκάλυψε, η κυβέρνηση προωθεί τροπολογία η οποία βάζει εμπόδια ώστε να καταστήσει πρακτικά αδύνατη τη μονομερή προσφυγή. Ακόμα ο νόμος περιόρισε τη διαιτητική απόφαση στον καθορισμό του βασικού μισθού και ημερομισθίου. Κριτήρια της απόφασης είναι οι οικονομικές συνθήκες, η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, η μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας κατά την περίοδο του δεύτερου μνημονίου. Δηλαδή, ο στόχος είναι η διασφάλιση της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Ηδη στα τέλη του 2013 ο υπουργός Εργασίας, Γ. Βρούτσης, εξέφρασε την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι το μοναδιαίο κόστος εργασίας την τριετία 2012 - 2014 θα μειωθεί κατά 23%, αντί του 15% που ήταν ο στόχος του μνημονίου.
Και πριν από το νόμο αυτό έγιναν μια σειρά νομοθετικές παρεμβάσεις που σε συνδυασμό έχουν στην πράξη καταργήσει τις ΣΣΕ. Ενδεικτικά αναφέρουμε τη δυνατότητα να συστήνονται μόνο από τα 3/5 των εργαζομένων της επιχείρησης «Ενώσεις Προσώπων» για να υπογράφουν οι εργοδότες τις επιχειρησιακές συμβάσεις, οι οποίες καταργούν τις κλαδικές και μειώνουν τους μισθούς που ισχύουν. Οπως θα δούμε πιο κάτω, το μέτρο αυτό έχει παίξει σημαντικό ρόλο στη μείωση των αποδοχών. Αλλο μέτρο αποτελεί η κατάργηση της επέκτασης των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων στο σύνολο του κλάδου. Δηλαδή, οι ΣΣΕ αυτές δεσμεύουν μόνο τους εργοδότες που τις υπογράφουν.
Το χτύπημα των ΣΣΕ συνδυάζεται με ρυθμίσεις που αφορούν στη διευκόλυνση των απολύσεων (μείωση του χρόνου προειδοποίησης και των αποζημιώσεων κ.ά.) και τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, την ενίσχυση των ευέλικτων μορφών, τη μείωση του κόστους υπερεργασίας και της υπερωριακής απασχόλησης κ.ά.
Πολλαπλασιασμός των επιχειρησιακών συμβάσεων
Ενδιαφέρον ως προς τις συνέπειες των αντεργατικών μέτρων παρουσιάζει η μελέτη του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), «Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις στην Ελλάδα τα έτη 2011 και 2012. Τάσεις, τομές και προοπτικές». Η μελέτη δημοσιοποιήθηκε τον Απρίλη του 2013.
Καταρχάς διαπιστώνεται ότι «οι αλλαγές που επήλθαν με τον ν. 4046/2012 και την ΠΥΣ 6/2012, συνέβαλαν στο να μεταβληθούν άρδην οι παράμετροι και οι διαδικασίες των συλλογικών διαπραγματεύσεων στην ελληνική οικονομία».
Την περίοδο 1990 - 2008 υπογράφονται κατά μέσο όρο 100 κλαδικές ΣΣΕ, 90 ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ και 150 επιχειρησιακές ΣΣΕ. Την περίοδο αυτή «οι Κλαδικές ΣΣΕ βρίσκονται στο κέντρο της δομής του συστήματος των συλλογικών διαπραγματεύσεων και δημιουργούν τον "πυρήνα" της».
Ομως, η κυριαρχία των κλαδικών ΣΣΕ ανατρέπεται πλήρως τα επόμενα χρόνια υπέρ των επιχειρησιακών ΣΣΕ. Το 2012 πια «συνήφθησαν, κατατέθηκαν στο υπουργείο Εργασίας και αναρτήθηκαν στη σχετική ιστοσελίδα του υπουργείου Εργασίας μόνο 29 κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ, ενώ το 2012 μόνον 8 υποθέσεις συλλογικών διαπραγματεύσεων ρυθμίσθηκαν με διαιτητικές Αποφάσεις (σ.σ. σε άλλο σημείο η μελέτη αναφέρει πως μετά το Φλεβάρη του 2012, όταν δηλαδή ψηφίστηκε ο νόμος 4046, "δεν εκδίδεται καμιά διαιτητική απόφαση"). Παράλληλα, όμως παρατηρείται και πολλαπλασιασμός του αριθμού των επιχειρησιακών ΣΣΕ. Κατά τη διάρκεια του 2012 κατατέθηκαν στο υπουργείο Εργασίας καιαναρτήθηκαν στη σχετική ιστοσελίδα του υπουργείου Εργασίας 976 επιχειρησιακές ΣΣΕ».
Εργαλείο χειροτέρευσης των όρων εργασίας
Ο πολλαπλασιασμός των επιχειρησιακών ΣΣΕ αποδίδεται στις αλλαγές που έφεραν οι νόμοι 4024/2011 και 4046/2012: «Η διαδικασία σύναψης πολλαπλασίου, έναντι των παρελθόντων ετών, αριθμού επιχειρησιακών ΣΣΕ αρχίζει τον Νοέμβριο 2011 με την ψήφιση του ν. 4024/2011 και επιταχύνεται κυρίως με την ψήφιση του ν. 4046/2012».
Μεταξύ των αλλαγών είναι η κατάρτιση επιχειρησιακής ΣΣΕ και από «Ενώσεις Προσώπων» και η δυνατότητα κατάρτισης σε επιχειρήσεις με λιγότερους από 50 εργαζόμενους. Ομως, ο σοβαρότερος, ίσως, παράγοντας πολλαπλασιασμού τους είναι ότι με βάση τις νέες νομοθετικές ρυθμίσεις «οι επιχειρησιακές ΣΣΕ μπορούν να επιτελέσουν απορρυθμιστική λειτουργία, δηλαδή να αποτελέσουν το εργαλείο για την απόκλιση από τις ρυθμίσεις όρων και αμοιβής της εργασίας των Κλαδικών ΣΣΕ, πράγμα που σε περίοδο οικονομικής κρίσης αποτελεί συχνή επιδίωξη».
Δηλαδή, ένας από τους βασικούς λόγους κατακόρυφης αύξησης των επιχειρησιακών ΣΣΕ είναι ότι καταργήθηκε η ρύθμιση που επέβαλλε ότι οι συμβάσεις αυτές δεν μπορούν να περιλαμβάνουν μισθούς κατώτερους από αυτούς που προβλέπουν οι κλαδικές συμβάσεις. Σήμερα πια οι επιχειρησιακές μπορούν να επιβάλλουν όρους χειρότερους από τις κλαδικές. Ετσι, οι εργοδότες προτιμούν να συνάπτουν επιχειρησιακές συμβάσεις.
Περαιτέρω η μελέτη διαπιστώνει ότι ενώ μέχρι το 2008 είναι «η εργατική πλευρά η οποία επισπεύδει τη συλλογική διαπραγμάτευση με σκοπό την ανανέωση και βελτίωση των όρων αμοιβής και εργασίας», το 2012 «η πρωτοβουλία φαίνεται έτσι να περνά στην εργοδοτική πλευρά». Αυτό οφείλεται στο νέο αντεργατικό νομικό οπλοστάσιο που προσφέρει το αστικό κράτος στο κεφάλαιο. Η μελέτη επισημαίνει πως το φαινόμενο αυτό συνδέεται με: «α) Τις θεσμικές - νομικές αλλαγές, β) τη διάθεση και τη δυνατότητα αποδέσμευσης από ισχύουσες /ισχύσασες ΣΣΕ, Κλαδικές και Ομοιοεπαγγελματικές, γ) την κατάργηση της δυνατότητας μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία, δ) την επιδίωξη αρνητικής αναπροσαρμογής των μισθών και ημερομισθίων».
Με αυτά τα όπλα, το 2012, από τις 976 επιχειρησιακές ΣΣΕ μόνο το 0,7% προέβλεψε αυξήσεις αποδοχών, το 16,1% διατήρηση αποδοχών και η συντριπτική πλειοψηφία μειώσεις αποδοχών, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.
Ακόμα, η μελέτη δείχνει πως οι «Ενώσεις Προσώπων», μια συγκυριακή ένωση εργαζομένων - κατασκεύασμα των εργοδοτών - που συγκροτείται μόνο και μόνο για να υπογραφτεί επιχειρησιακή ΣΣΕ, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη μείωση των μισθών. Συγκεκριμένα αναφέρεται: «Συμπερασματικά, μεγαλύτερες μειώσεις αποδοχών περιλαμβάνονται στις Επιχειρησιακές ΣΣΕ που συνήφθησαν από Ενώσεις Προσώπων έναντι των Επιχειρησιακών ΣΣΕ που συνήφθησαν με Επιχειρησιακά Σωματεία (...) Οι Ενώσεις Προσώπων κατά συντριπτικό ποσοστό ιδρύθηκαν για να επιτύχουν απόκλιση από υφιστάμενες ρυθμίσεις όρων αμοιβής και εργασίας».
Με το νέο νομοθετικό πλαίσιο οι εργοδότες επιλέγουν να συνάπτουν επιχειρησιακές συμβάσεις. Ετσι, απέναντί τους έχουν - στη χειρότερη γι' αυτούς περίπτωση - το επιχειρησιακό σωματείο και όχι μια συνδικαλιστική οργάνωση που εκπροσωπεί το σύνολο του κλάδου. Ο κατακερματισμός αντικειμενικά δυσχεραίνει την οργάνωση των εργαζομένων και επιτρέπει στους εργοδότες να επιτυγχάνουν τη χειροτέρευση των όρων εργασίας προς όφελός τους.
Οι ευθύνες της εργατικής αριστοκρατίας
Υπάρχει ένας ακόμα βασικός λόγος για τη χειροτέρευση των όρων, που δεν αναφέρεται στη μελέτη. Είναι η κατάσταση του συνδικαλιστικού και συνολικά του εργατικού κινήματος. Οι... άοκνες προσπάθειες της εργατικής αριστοκρατίας, που για χρόνια καλλιεργεί την ταξική συνεργασία και τον εφησυχασμό, αφόπλισαν το κίνημα, το οποίο βρέθηκε ανέτοιμο να αντιδράσει στη σφοδρή επίθεση που εξαπέλυσαν οι κεφαλαιοκράτες στο όνομα της κρίσης, υλοποιώντας μέτρα που σχεδίαζαν πριν από πολύ καιρό.
Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να σημειώσουμε πως ακόμα και όταν η πρωτοβουλία ανήκε στην «εργατική πλευρά» οι όποιες βελτιώσεις επέφεραν οι ΣΣΕ έως το 2008 ήταν ελάχιστες και αναντίστοιχες των σύγχρονων πραγματικών αναγκών των εργατικών οικογενειών. Αρκεί να θυμηθούμε τη διετή ΕΓΣΕΕ 2006 - 2007, όταν οι δυνάμεις του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού υπέγραψαν αύξηση στο μεροκάματο 77 λεπτά! Την ίδια χρονιά οι μεγαλοεπιχειρηματίες αύξησαν το κέρδος που βγάζουν από κάθε εργαζόμενο κατά 2.613 ευρώ, ή κατά 17%!
Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι η ΠΥΣ 6/2012 περιέχει αυτούσια αποσπάσματα του εγγράφου που βρέθηκε στο τραπέζι του «κοινωνικού διαλόγου» στις 18 Γενάρη 2012. Το έγγραφο αποκάλυπτε ότι η ΓΣΕΕ συζητούσε με τους εργοδότες την κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας!
Η ζούγκλα συνεχίζεται
Η προαναφερόμενη μελέτη δεν θα μπορούσε να καταγράψει τη ζούγκλα των ατομικών συμβάσεων και της ανασφάλιστης εργασίας.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, η «μαύρη» εργασία ανέρχεται στο 24%, που σημαίνει ότι σχεδόν ένας στους τέσσερις εργαζόμενους δεν καλύπτεται όχι από Συλλογικές Συμβάσεις αλλά ούτε ασφαλιστικά. Δεν δικαιούται ούτε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ούτε συμπληρώνει ένσημα για σύνταξη.
Την ίδια ώρα οργιάζουν οι ατομικές συμβάσεις εργασίας. Αν και είναι πρακτικά αδύνατο να ανιχνευθεί το περιεχόμενό τους ωστόσο είναι ευνόητο ότι θα περιέχουν τους όρους που επιβάλλει η εργοδοσία. Οσες καταγγελίες έχουν δει το φως της δημοσιότητας περιγράφουν όρους όπου κυριολεκτικά ο εργοδότης κάνει ό,τι θέλει τον εργαζόμενο. Αλλάζει το αντικείμενο, τον τόπο και το χρόνο εργασίας ανά πάσα στιγμή και σε αντάλλαγμα του πετά ψίχουλα αντί για μισθό.

Σχετικά με το χρόνο εργασίας ενδεικτικά είναι και τα τελευταία στοιχεία του συστήματος «Εργάνη». Δείχνουν καθαρά ότι το πρώτο επτάμηνο του 2014 έγιναν 917.336 προσλήψεις. Από αυτές το 46,84% (429.684) αφορούν σε μερική και εκ περιτροπής απασχόληση. Δηλαδή, αφορούν σε θέσεις εργασίας τριών και τεσσάρων ωρών τη μέρα ή τριών, δύο, ακόμα και μιας μέρας τη βδομάδα.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις