ΣΥΡΙΖΑ: Συγκαλύπτοντας τα πραγματικά προαπαιτούμενα του κεφαλαίου
Τ
|
α
επιχειρήματα με τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ συντηρεί τον «καβγά» με τα κόμματα της
συγκυβέρνησης, υποτάσσονται στη στόχευση να συσκοτιστεί και να εξωραϊστεί στα
μάτια του λαού η ταξική ουσία της αντιλαϊκής πολιτικής. Οι διαβεβαιώσεις προς
τους καπιταλιστές ότι μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα κινηθεί στη ρότα που χαράζουν τα
αντιλαϊκά «προαπαιτούμενά» τους για τη στήριξη της ανάκαμψης συγκαλύπτονται.
Ταυτόχρονα, επιδιώκουν τη λαϊκή χειραγώγηση βαφτίζοντας το συμφέρον του
κεφαλαίου ως «εθνικό», απ' όπου προκύπτει και ως χρέος του λαού η προάσπισή
του.
Ενα απ' τα βασικότερα επιχειρήματα του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι
στην κυβερνητική πολιτική είναι ότι «οι κυβερνητικοί συνεταίροι παίζουν
τα ρέστα τους με μοναδικό άγχος την προσωπική πολιτική επιβίωσή τους».
Αραγε τα κόμματα της συγκυβέρνησης κινούνται με βασικό
κριτήριο την πολιτική τους επιβίωση; Τότε πώς είναι δυνατόν να εφαρμόζουν μια
πολιτική που υπογράφει την πολιτική τους «καταδίκη»; Που οδήγησε το άλλοτε
κραταιό ΠΑΣΟΚ στα πρόθυρα της πολιτικής ανυπαρξίας; Που έκανε επιτακτική για
την αστική τάξη την ανάγκη αναδιάταξης δυνάμεων και αναμόρφωσης του αστικού
πολιτικού σκηνικού; Διαδικασία που βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη, όχι δίχως εμπόδια
και δυσκολίες.
Αυτός ο ισχυρισμός του ΣΥΡΙΖΑ συσκοτίζει το ταξικό
περιεχόμενο της ασκούμενης πολιτικής, το ποιον ωφελεί και ποιον βλάπτει.
Συσκοτίζει το ρόλο της εκάστοτε κυβέρνησης, που, στο πλαίσιο της εξουσίας του
κεφαλαίου, αναλαμβάνει να διαχειριστεί τις υποθέσεις του, να εξασφαλίσει με
κάθε τρόπο το «δικαίωμά» του στο μέγιστο δυνατό κέρδος. Η ίδια η αστική τάξη θα
είχε ξεφορτωθεί κλοτσηδόν πολιτικό προσωπικό που θα άγονταν και θα φέρονταν
μόνο με γνώμονα την πολιτική του επιβίωση και όχι τα συμφέροντά της. Μάλιστα,
σε συνθήκες όπως οι σημερινές, δυσκολιών στην ανάκαμψη από την καπιταλιστική
κρίση και όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, αυτά τα συμφέροντα δεν
επιτρέπουν να παρεισφρήσει κανένας άλλος παράγοντας στη χάραξη του βηματισμού που
προστάζει η ικανοποίησή τους.
Σκόπιμα ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να υποβιβάσει επιλογές της
συγκυβέρνησης σε ό,τι αφορά το μείγμα διαχείρισης, ως υποβολιμαίες από
μικροκομματικές σκοπιμότητες. Γιατί διαφορετικά θα έπρεπε να ομολογήσει ανοιχτά
στο λαό ότι η πολιτική που και ο ίδιος θα εφαρμόσει θα κινείται στον ίδιο
αντιλαϊκό δρόμο με αυτόν της συγκυβέρνησης, θα υπηρετεί την ίδια στρατηγική
στόχευση: Την ανάκαμψη των κερδών του κεφαλαίου και την ενίσχυση της
ανταγωνιστικότητάς του. Αλλωστε, οι διαφωνίες του με την εφαρμοζόμενη πολιτική
έχουν ως αφετηρία πώς θα εξυπηρετηθεί καλύτερα και πιο γρήγορα ο
προαναφερόμενος στόχος, σε συνδυασμό βεβαίως με το ποιος είναι ικανότερος να
αποσπά τη λαϊκή συναίνεση σε επιλογές που υπονομεύουν τα λαϊκά συμφέροντα. Γι'
αυτές τις «ικανότητές» του δίνει κάθε τρεις και λίγο εξετάσεις στο κεφάλαιο.
Σ' αυτό απευθυνόταν προχτές ο Αλ. Τσίπρας, όταν,
μιλώντας στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, δήλωνε ότι «μια
κυβέρνηση χωρίς κανένα κύρος, χωρίς τη λαϊκή αποδοχή»... δεν μπορεί «να
οδηγήσει την Ελλάδα στην ασφάλεια, στην ανάκαμψη, στην ανάπτυξη»...
Ποιος τον δεσμεύει;
Εσχάτως, μάλιστα, ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλλει όλο και πιο πυκνά
τον ισχυρισμό ότι: «Η στρατηγική αυτή, σε μια περίοδο κατάρρευσης
της κυβέρνησης, λειτουργεί ως τετελεσμένο, ως ανάχωμα για να εμποδιστεί η νέα
κυβέρνηση να εφαρμόσει το πρόγραμμα για το οποίο θα ψηφιστεί από το λαό».
Κατά την ομιλία του στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του
κόμματός του, ο Αλ. Τσίπρας υποστήριξε ότι κάποιοι θέλουν «να δέσουν
τα χέρια της επερχόμενης κυβέρνησης και να την υποχρεώσουν να ακολουθήσει την
ίδια πολιτική καταστροφής».
Στην πραγματικότητα, προετοιμάζει το λαό για επανάληψη
του γνωστού «...παραλάβαμε καμμένη γη», καλλιεργεί δηλαδή άλλοθι για την
αναίρεση ακόμα και αυτών των ελάχιστων που υπόσχεται σήμερα για την ακραία
φτώχεια, αφού προτεραιότητα και στη δική του διαχείριση θα έχουν οι ανάγκες του
κεφαλαίου, η ικανοποίηση των οποίων προϋποθέτει τη μόνιμη υπονόμευση των
αναγκών του λαού.
Αυτό βέβαια δε μειώνει την πρόκληση που εμπεριέχουν
ισχυρισμοί όπως οι προηγούμενοι. Αυτό που στην πραγματικότητα δεσμεύει τον
ΣΥΡΙΖΑ και προδιαγράφει ως αντιλαϊκό το περιεχόμενο της πολιτικής που θα
εφαρμόσει είναι ο καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης που θέλει να διαχειριστεί, η
φιλομονοπωλιακή στρατηγική της ΕΕ, στο όνομα της οποίας πίνει νερό, η αναγνώριση
του χρέους που συσσώρευσε η πλουτοκρατία ως ευθύνη του λαού να το αποπληρώνει
στο διηνεκές. Εξάλλου, ο ίδιος δηλώνει, όπου βρεθεί και όπου σταθεί, ότι το
«κράτος έχει συνέχεια». Αυτή την πρακτική βλέπουμε να εφαρμόζει, π.χ., στην
Περιφέρεια Αττικής, όπου η προσκείμενη σ' αυτόν διοίκηση Δούρου ψήφισε τον
προϋπολογισμό που είχε καταρτίσει η προηγούμενη «μνημονιακή» διοίκηση του Γ.
Σγουρού.
Αυτές οι δεσμεύσεις εκφράζονται και στο ίδιο το
πρόγραμμά του, γι' αυτό άλλωστε στα εργατικά - λαϊκά στρώματα το μόνο που
υπόσχεται είναι ψίχουλα και διαχείριση της ακραίας φτώχειας και αυτά ακόμα με
ανακύκλωση της φτώχειας μεταξύ των φτωχών και των φτωχώτερων και υπό την αίρεση
πάντα της πραγματικότητας που θα έχει διαμορφωθεί όταν αναλάβει τη
διακυβέρνηση. Ούτε λόγος για μέτρα ανακούφισης συνολικά των εργαζομένων (π.χ.,
επαναφορά 13ου και 14ου μισθού, συντάξεων κλπ.), ούτε, βεβαίως, για την
κατάργηση του αντιλαϊκού - αντεργατικού θεσμικού πλαισίου.
Με όλα αυτά τα δεδομένα, μόνο ως ανέκδοτο ηχούν οι
λεονταρισμοί Τσίπρα στην ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ ότι «η συνέχεια του κράτους δε
σημαίνει για μας συνέχεια της υποταγής και της καταστροφής». Σε ό,τι
αφορά στο λαό η, κατά τον ΣΥΡΙΖΑ, «συνέχεια του κράτους» σημαίνει ακριβώς
συνέχεια της καταστροφής του, ει δυνατόν μάλιστα από θέση υποταγής. Καλύτερες
μέρες υπόσχεται μόνο στους καπιταλιστές, αποδεχόμενος τα κύρια «προαπαιτούμενά»
τους: Τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, τη συμμετοχή στις λυκοσυμμαχίες της
ΕΕ και του ΝΑΤΟ, την υπεράσπιση της ανταγωνιστικότητας, συνολικά του
καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης.
Ιδιος γνώμονας και στην εξωτερική πολιτική
Λέει ακόμα ο ΣΥΡΙΖΑ: «Αυτήν την
"παρακαταθήκη" παραβίασης της δημοκρατίας αφήνει το μνημονιακό
κατεστημένο, δημιουργώντας μάλιστα, προς στιγμήν, την εντύπωση ότι ανοίγει και
άλλα θέματα, φτιάχνοντας ένα κουβάρι εθνικών θεμάτων. Από την αντιμετώπιση της
ανθρωπιστικής κρίσης και την επανεκκίνηση της οικονομίας, μέχρι την απομείωση
του χρέους και ακόμα παραπέρα, μέχρι την αντιμετώπιση πιθανών κρίσεων στα
εθνικά θέματα. Πόσο απέχει η ψυχρή από τη θερμή κρίση;»
Σύμφωνα, λοιπόν, με τον ΣΥΡΙΖΑ, εξελίξεις και κινήσεις
όπως αυτές που λαμβάνουν χώρα στο Κυπριακό ή με την πρόσφατη τριμερή Σύνοδο
Ελλάδας - Κύπρου - Αιγύπτου δεν προκύπτουν εξαιτίας της όξυνσης των
αντιπαραθέσεων μεταξύ μονοπωλιακών ομίλων και ιμπεριαλιστικών κέντρων στην
περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου για τον έλεγχο πηγών Ενέργειας και δρόμων
μεταφοράς της, αλλά ως μια προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να παίξει -πάλι
για εκλογικούς λόγους- το χαρτί ενός θερμού επεισοδίου.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κρύβει συνειδητά τις επιδιώξεις της ελληνικής
αστικής τάξης να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στις αντιθέσεις που εκδηλώνονται
στην περιοχή, να πετύχει την περίφημη αναβάθμισή της, μέσα από τη βαθύτερη
εμπλοκή της χώρας στους επικίνδυνους για τους λαούς ιμπεριαλιστικούς
σχεδιασμούς.
Κρύβει τις επιδιώξεις της εγχώριας αστικής τάξης, ενώ
και τις γνωρίζει και δηλώνει την προθυμία του να τις υπηρετήσει εάν και εφόσον
αυτή του αναθέσει τη διαχείριση των υποθέσεών της. Αποδέχεται, υιοθετεί και
επικροτεί το στόχο της γεωστρατηγικής αναβάθμισης της Ελλάδας, μέσω μιας πιο
«ενεργού» εξωτερικής πολιτικής με πρωτοβουλίες στην περιοχή, προτάσσοντας τη
συμμετοχή σε ΝΑΤΟ και ΕΕ. Δεν είναι τυχαίο ότι τα περί «συνέχειας του κράτους»
ειπώθηκαν καταρχήν στις ΗΠΑ και αφορούσαν στην εξωτερική πολιτική και
επαναλήφθηκαν πρόσφατα κατά την επίσκεψη Τσίπρα στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας.
Αυτό βεβαίως δεν τον εμποδίζει απ' το να προβάλλει την ανάγκη συμμαχίας και με
άλλα ανερχόμενα καπιταλιστικά κράτη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αμφισβητεί την εμπλοκή της Ελλάδας στους
ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, διαμαρτύρεται απλώς για τους όρους με τους
οποίους γίνεται. Αυτό ακριβώς είπε ο Αλ. Τσίπρας προχτές, μιλώντας στην
Κοινοβουλευτική Ομάδα: «Γενικότερα η χώρα χρειάζεται εξωτερική
πολιτική που να ΔΙΕΚΔΙΚΕΙ ΔΥΝΑΜΙΚΑ εντός και πέρα από την ΕΕ, καθώς και στις
διμερείς της σχέσεις. Που να προωθεί ΕΝΕΡΓΑ τα συμφέροντα της Ελλάδας και να
ενισχύει το διεθνή της ρόλο», υποστήριξε.
Στο πλαίσιο αυτό υποσχέθηκε αξιοποίηση του Ανωτάτου
Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας - Τουρκίας, που χαρακτήρισε «καίριο
εργαλείο για την ανάπτυξη των σχέσεων των δύο κρατών», που μπορεί «να
συνεισφέρει στην αποκλιμάκωση της έντασης και στην ενίσχυση των σχέσεων, με
σύναψη ουσιαστικών συμφωνιών».
Δεσμεύτηκε για «ενίσχυση της συνεργασίας
της Ελλάδας και της Κύπρου με τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στα Βαλκάνια,
«φωτογραφίζοντας» τις επιδιώξεις της ελληνικής αστικής τάξης σε αυτά,
υποστήριξε πως «ούτε η κατοχύρωση των εθνικών συμφερόντων της
Ελλάδας στην περιοχή, ούτε ο αυτόνομος ρόλος της ως προς την ευρωπαϊκή
προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων είναι δυστυχώς σήμερα δεδομένοι. Απαιτούν απτές
και όχι επικοινωνιακές πρωτοβουλίες σε όλα τα επίπεδα, μεταξύ των οποίων είναι
και η ενίσχυση της Διαβαλκανικής Συνεργασίας».
Δεν παρέλειψε να δηλώσει την πρόθεσή τους να
υπερασπίσουν τα συμφέροντα της αστικής τάξης παντού όπου είναι δυνατόν. Ετσι,
δήλωσε πως «είναι ιδιαίτερα σημαντικό στο πλαίσιο του αγώνα κατά των
τζιχαντιστών να υποστηριχτούν οι κουρδικές δυνάμεις στην προστασία του Κομπάνι» και
πως «το ίδιο επιτακτική είναι και η ανάγκη για μια συγκροτημένη
ελληνική στρατηγική που να αξιοποιεί το διπλωματικό και πολιτισμικό κεφάλαιο
της Ελλάδας στην περιοχή»...
Α
|
πό
όλα τα παραπάνω επιβεβαιώνεται ότι η αντιπολίτευση που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ στη συγκυβέρνηση
ουσιαστικά αφορά τον ανταγωνισμό μεταξύ των δυνάμεων της αστικής διαχείρισης,
για το ποιος μπορεί καλύτερα να υπηρετήσει από κυβερνητικές θέσεις τους
αντιλαϊκούς στρατηγικούς σχεδιασμούς της αστικής τάξης, πείθοντας ταυτόχρονα το
λαό ότι αυτό είναι προς το συμφέρον του.Ας σκεφθούν λοιπόν οι εργαζόμενοι: Από
τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ αποδεδειγμένα κάνει αντιπολίτευση από τη σκοπιά των
εξετάσεών του απέναντι στο κεφάλαιο και τα συμφέροντά του, από πού και ως πού
θα κυβερνήσει για λογαριασμό των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων;
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου