Πολλά τρυγόνια με τη μαθητεία...
Σ
|
Ο
|
ΟΑΕΔ έχει εγκαινιάσει συνεργασία με το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο στο πεδίο της
επαγγελματικής εκπαίδευσης, ξεκινώντας από ειδικότητες του κλάδου του τουρισμού
- επισιτισμού. Η εμπειρία που προκύπτει από τη μαθητεία στο συγκεκριμένο κλάδο
είναι αποκαλυπτική. Με βάση τα προβλεπόμενα από τη νομοθεσία, μια τουριστική
επιχείρηση δεν μπορεί να απασχολεί «πρακτικάριους» σε ποσοστό μεγαλύτερο από το
17% του προσωπικού της. Ακόμα όμως και αυτό το μεγάλο ποσοστό δεν είναι αρκετό
για τους ξενοδόχους, που στις μεγάλες μονάδες απασχολούν πολύ περισσότερους απ'
όσους προβλέπει ακόμα κι αυτή η φιλεργοδοτική νομοθεσία. Ας δούμε τώρα μ' ένα
παράδειγμα γιατί οι εργοδότες καίγονται τόσο για την επέκταση της μαθητείας:
Για μια καμαριέρα έγγαμη, χωρίς προϋπηρεσία, που δουλεύει εποχικά και
πληρώνεται με βάση τη σύμβαση, ο εργοδότης θα πρέπει να καταβάλει σε μηνιαία
βάση 1.466 ευρώ μεικτά, με βάση ακόμα και αυτήν την κατάπτυστη Σύμβαση που έχει
υπογράψει η πλειοψηφία της Ομοσπονδίας στον Τουρισμό - Επισιτισμό. Στο ποσό
αυτό συμπεριλαμβάνονται ο κατώτερος προβλεπόμενος μισθός, το εποχικό επίδομα,
το επίδομα ανθυγιεινής εργασίας, η δουλειά τις Κυριακές και οι εργοδοτικές
εισφορές.
Α
|
ντίθετα, ένας «πρακτικάριος» στοιχίζει στο μεγαλοξενοδόχο μόλις 462 ευρώ το
μήνα (!), χωρίς καμιά άλλη υποχρέωση. Είναι δηλαδή τρεις φορές φτηνότερος από
έναν εργαζόμενο χωρίς προϋπηρεσία που αμείβεται με τη Σύμβαση. Το στοιχείο αυτό
δε δείχνει μόνο τα τεράστια περιθώρια κέρδους που συνεπάγεται για τον εργοδότη
η απασχόληση του «πρακτικάριου» αλλά και το μέγεθος της εργασιακής εκμετάλλευσης
που υφίστανται χιλιάδες νέοι, με το μανδύα της πρακτικής άσκησης. Ολα αυτά σε
μια περίοδο που, όπως οι ίδιοι κομπάζουν, με ρεκόρ αφίξεων και αύξηση της
κερδοφορίας τους. Η εντατική εκμετάλλευση, όμως, των πρακτικάριων δεν είναι
ελληνική «πατέντα», ούτε προνόμιο μόνο των ξενοδόχων. Για παράδειγμα, όπως είχε
γράψει η ελληνόφωνη ιστοσελίδας της Deutsche Welle (DW), «γερμανικές
επιχειρήσεις ψάχνουν και... δε βρίσκουν νέους μαθητευόμενους οι οποίοι θέλουν
να σταδιοδρομήσουν στο χώρο της μαγειρικής. Από το 2007 ο αριθμός των
εκπαιδευόμενων έχει μειωθεί κατά 50% (...) Τα τελευταία χρόνια μόλις 23.000
νέοι έχουν δείξει σχετικό ενδιαφέρον, ενώ πριν από επτά χρόνια ο αριθμός των
εκπαιδευόμενων σε όλη τη Γερμανία ήταν σχεδόν διπλάσιος».
Π
|
ού οφείλεται αυτή η απροθυμία; Το ίδιο ρεπορτάζ εξηγεί: «Η μαθητεία τους,
σύμφωνα με τις ισχύουσες Συλλογικές Συμβάσεις, αμείβεται με ποσό 500-700 ευρώ
για 39 ώρες εργασίας εβδομαδιαίως, οι οποίες ωστόσο αυξάνονται κατά πολύ με τις
υπερωρίες και τα Σαββατοκύριακα που δεν πληρώνονται». Αντίστοιχα, οι
μαθητευόμενοι στην κομμωτική αμείβονται μηνιαίως με 210 έως 500 ευρώ. Με άλλα
λόγια, οι μαθητευόμενοι ξεθεώνονται στη δουλειά και αμείβονται με ελάχιστα
χρήματα, γεγονός που τους αποθαρρύνει να συμμετέχουν στα προγράμματα που συνδιαχειρίζονται
το κράτος και η εργοδοσία. Τα παραδείγματα αυτά απαντούν επί της ουσίας στο
ερώτημα γιατί ο ΣΕΒ «καίγεται» για τη μαθητεία: Επειδή εξασφαλίζει τζάμπα
εργατική δύναμη και, μάλιστα, από νέους εργαζόμενους, που έχουν λιγότερες
απαιτήσεις, επειδή προσδοκούν να στεριώσουν σε κάποια δουλειά. Επειδή με τον
τρόπο αυτόν η εργοδοσία απαλλάσσεται από ακριβότερο και πιο ειδικευμένο
εργατικό δυναμικό σε πόστα που μπορεί να κάνει τη δουλειά της με λιγότερο
καταρτισμένους εργαζόμενους. Και, τέλος, επειδή με τον τρόπο αυτόν προσθέτει
άλλη μια κατηγορία εργαζομένων στο μωσαϊκό των πολλαπλών εργασιακών σχέσεων,
που αντικειμενικά εμποδίζει την κοινή δράση μέσα στο χώρο δουλειάς όλων των
εργαζομένων, ανεξάρτητα από ειδικότητα και σχέση εργασίας. Μ' ένα σμπάρο πολλά
τρυγόνια για τους εργοδότες από τη μαθητεία...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου