Οι εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα

Στο στάδιο του ιμπεριαλισμού, μαζί με την εμφάνιση του καπιταλιστικού μονοπωλίου στη σφαίρα της παραγωγής, γιγαντώνεται και το τραπεζικό κεφάλαιο, το οποίο δημιουργεί τους δικούς του μονοπωλιακούς ομίλους. Η εμφάνιση του μονοπωλίου συνοδεύεται από την ένταση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και στις δύο της μορφές. Τόσο με την επιμήκυνση της εργάσιμης μέρας (παραγωγή απόλυτης υπεραξίας), όσο και με την εντυπωσιακή άνοδο των παραγωγικών δυνάμεων, της παραγωγικότητας της εργασίας (παραγωγή σχετικής υπεραξίας). Η συσσώρευση του κεφαλαίου επιταχύνεται, η παραγωγή υπεραξίας ξεχειλίζει. Το τεράστιο αυτό συγκεντρωμένο κεφάλαιο καταλήγει κατά κύριο λόγο στα θησαυροφυλάκια των εμπορικών τραπεζών, οι οποίες με τη σειρά τους το χρησιμοποιούν για την ανάπτυξη τραπεζικών εργασιών. Χορηγούν τοκοφόρα δάνεια σε επιχειρήσεις και στα εθνικά κράτη για την κάλυψη των δημοσιονομικών τους ελλειμμάτων, χρηματοδοτούν μεγάλα αναπτυξιακά έργα (σε περίοδο ειρήνης) και στρατιωτικούς εξοπλισμούς (σε περίοδο πολέμων) και, φυσικά, κερδοσκοπούν με τις μετοχές, την έκδοση ομολογιών, τις ισοτιμίες των νομισμάτων κ.λπ.

Από τη θεωρία μας γνωρίζουμε, επίσης, ότι στο ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού, το βιομηχανικό κεφάλαιο συμφύεται με το τραπεζικό και δημιουργούν από κοινού τη χρηματιστική ολιγαρχία. Η σύμφυση αυτή παίρνει υλική υπόσταση στα μετοχολόγια των τραπεζών, όπου κυριαρχούν οι μεγάλοι βιομήχανοι, οι έμποροι, οι εφοπλιστές και άλλες μερίδες του κεφαλαίου. Δύσκολα μπορεί να βρει κανείς έναν «καθαρό» τραπεζίτη, όπως και «καθαρή» εμπορική τράπεζα. Στην προκειμένη περίπτωση ο σύγχρονος καπιταλιστής εμφανίζεται δισυπόστατος. Ως βιομήχανος καπιταλιστής (παραγωγικό κεφάλαιο) και ως τραπεζίτης, που με την ιδιότητά του αυτή στέκει διακριτά δίπλα στο παραγωγικό κεφάλαιο.

Στο μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού, τα σύγχρονα τραπεζικά μονοπώλια, με την τεράστια «δύναμη πυρός» που έχουν, διεισδύουν σε όλους τους τομείς της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Λένιν στον «Ιμπεριαλισμό», οι μεγάλες τράπεζες της εποχής του είχαν θέσει υπό τον άμεσο ή έμμεσο έλεγχό τους σχεδόν όλες τις μεγάλες παραγωγικές επιχειρήσεις, είχαν τον πρώτο λόγο σε ζητήματα ρύθμισης του ανταγωνισμού, της δημιουργίας ή της διάλυσης των καρτέλ και των τραστ, από την απόφασή τους να χορηγήσουν ή να μη χορηγήσουν δάνεια σε κάποια - κάποιες επιχειρήσεις, εξαρτιόταν αν αυτές χρεοκοπούσαν ή αν επιβίωναν.

Αυτό το ξέρουμε πολύ καλά και στις μέρες μας, όπου κανένας επιχειρηματίας δεν κάνει δουλειές με δικά του χρήματα, καθώς προσφεύγουν όλοι σε τραπεζικό δανεισμό. Μια ματιά αν ρίξει κάποιος στον ισολογισμό μίας μεγάλης εταιρείας, θα διαπιστώσει ότι τα βραχυχρόνια και μακροχρόνια τραπεζικά δάνεια καλύπτουν περισσότερο από το 50% των συνολικών της υποχρεώσεων. Αυτό ασφαλώς δημιουργεί μια σχέση ισχυρής εξάρτησης των βιομηχανικών και εμπορικών μονοπωλίων από το τραπεζικό κεφάλαιο. Το τελευταίο, με το εύλογο επιχείρημα ότι θα πρέπει να διασφαλίσει την αποπληρωμή των δανείων, έχει λόγο σε όλες τις μεγάλες αποφάσεις των επιχειρήσεων. Σε περίπτωση που οι τελευταίες παρουσιάσουν προβλήματα, οι δανείστριες τράπεζες επιβάλλουν σχέδια αναδιάρθρωσης, ενώ, σε όχι λίγες περιπτώσεις, οι επιχειρήσεις αυτές περνάνε υπό τον έλεγχο των τραπεζών. Στην προκειμένη περίπτωση, ο καπιταλιστής που έχει δανειστεί βγαίνει καθαρός, καθώς τα δάνεια έχουν συναφθεί στο όνομα της εταιρείας. Αλλά ούτε και η τράπεζα βγαίνει ζημιωμένη, αφού τα επισφαλή δάνεια τα φορτώνεται συνήθως ο κρατικός προϋπολογισμός, δηλαδή οι φορολογούμενοι εργαζόμενοι.

Οικονομική κρίση και τράπεζες

Η εκτενής αυτή εισαγωγή αποσκοπεί να γίνει κατανοητό ποσό σημαντικός είναι ο ρόλος των τραπεζικών μονοπωλίων στο σύγχρονο καπιταλισμό και γιατί έχουν ξοδευτεί μέχρι σήμερα τρισεκατομμύρια ευρώ για τη διάσωσή τους.

Στην τελευταία μεγάλη οικονομική κρίση, αποδείχθηκε, και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, ότι οι τραπεζικοί κολοσσοί που στην περίοδο της οικονομικής άνθησης προκαλούσαν συναισθήματα φόβου και θαυμασμού για την οικονομική τους ισχύ, δεν είναι παρά γίγαντες με πήλινα πόδια. Το τρωτό σημείο όλων των τραπεζών είναι ότι διαχειρίζονται πλασματικό κεφάλαιο. Στα θησαυροφυλάκιά τους έχουν δισεκατομμύρια με τη μορφή μετοχών, ομολογιών, συναλλαγματικών, κερδοσκοπικών συμβολαίων. Τα κεφάλαια που τοποθετούνται σε καθημερινή βάση σε στοιχήματα για τις ισοτιμίες των νομισμάτων, στη συμπεριφορά των χρηματιστηριακών δεικτών, μετρούνται σε τρισεκατομμύρια ευρώ. Οι αριθμοί πραγματικά προκαλούν ίλιγγο. Κι όμως, το φαραωνικό αυτό οικοδόμημα σε περιόδους οικονομικής κρίσης καταρρέει σαν χάρτινος πύργος. Οι τιμές των μετοχών κατρακυλάνε στα τάρταρα, το ίδιο και οι τιμές των ομολόγων, εταιρικών ή κρατικών. Σε συνθήκες αβεβαιότητας, οι τράπεζες σταματούν το δανεισμό της παραγωγικής δραστηριότητας, με αποτέλεσμα την επιτάχυνση της κρίσης, ενώ τα επισφαλή δάνεια εκτινάσσονται στα ύψη. Αποτέλεσμα; Η συσσώρευση τεράστιων ζημιών.

Τρισεκατομμύρια για τη στήριξή τους

Πώς αντέδρασε το ευρωπαϊκό κεφάλαιο στην προοπτική κατάρρευσης των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών τραπεζών;

Στην αρχή της εκδήλωσης της οικονομικής κρίσης, το καλοκαίρι του 2007, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με ταχύτατες διαδικασίες, παρακάμπτοντας ακόμη και τις «αρχές περί ανταγωνισμού», βάφτισε όλες τις μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες «συστημικές» προκειμένου να δικαιολογήσει τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων. Να υπενθυμίσουμε ότι με την κατηγορία περί παραβίασης των αρχών του ανταγωνισμού παραπέμφθηκε η Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, για κρατικές ενισχύσεις σε «Ολυμπιακή» και Ναυπηγεία Σκαραμαγκά.

Οι κρατικές ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στις ευρωπαϊκές τράπεζες, σε όλη την περίοδο της κρίσης, δόθηκαν τμηματικά, ενώ σε αυτές πρέπει να προσθέσουμε τις χορηγήσεις άτοκων στην ουσία δανείων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προς τις εμπορικές τράπεζες, προκειμένου οι τελευταίες να αντιμετωπίσουν προβλήματα ρευστότητας, δεδομένου ότι η διατραπεζική αγορά (χορήγηση βραχυπρόθεσμων δανείων από τράπεζα σε τράπεζα) είχε σταματήσει να λειτουργεί. Σύμφωνα με στοιχεία που έχουν δει τη δημοσιότητα, το σύνολο των ενισχύσεων προς τις εμπορικές τράπεζες κυμαίνεται από 3,5 έως 6,5 τρισ. ευρώ. Να υπενθυμίσουμε, επίσης, ότι η κυβέρνηση της ΝΔ, το καλοκαίρι του 2007, αποφάσισε να ενισχύσει τις εδώ εμπορικές τράπεζες με 28 δισ. ευρώ, τα οποία δόθηκαν ως άμεσες ενισχύσεις, αγορά προνομιούχων μετοχών και παροχή κρατικών εγγυήσεων. Στη συνέχεια η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έδωσε και νέες ενισχύσεις, με αποτέλεσμα τα χρήματα που δόθηκαν στις τράπεζες να ξεπερνούν σήμερα τα 100 δισ. ευρώ (περισσότερο από το 50% του ελληνικού ΑΕΠ).

Λόγω κρίσης οι τράπεζες κινδύνευαν με κατάρρευση γι'αυτό και ενισχύονταν. Την κατάσταση όξυνε το μεγάλο κρατικό χρέος που διαχειρίζονταν οι τράπεζες. Το οποίο έπρεπε να «κουρευτεί». Και ταυτόχρονα για να μπορούν οι τράπεζες να λειτουργούν έπρεπε να ανακεφαλαιοποιηθούν. Ηταν μιά μορφή καταστροφής υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων. Είναι γνωστό ότι χωρίς καταστροφή υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου, είτε με τη μορφή της ελεγχόμενης χρεοκοπίας, είτε με τη μορφή της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας, ο καπιταλισμός δεν μπορεί να ξεπεράσει την κρίση και να περάσει σε νέα φάση ανάπτυξης.

Σχολιάζοντας τις εξελίξεις αυτές, δηλαδή την ενίσχυση των τραπεζών, το ΚΚΕ είχε επισημάνει τότε ότι είναι ληστρικές, σε βάρος των ευρωπαϊκών λαών.

Χρεοκοπία των «κακών» τραπεζών

Βέβαια, κάτω από το βάρος της οικονομικής κρίσης, την οποία τα όργανα της πλουτοκρατίας φαίνεται ότι δεν μπορούν, ακόμα, να ελέγξουν και στο φόντο των εντεινόμενων αντιπαραθέσεων ανάμεσα στις διάφορες ομάδες του κεφαλαίου, οι οικονομικοί εγκέφαλοι της ΕΕ υιοθετούν την άποψη ότι για να τεθεί σε επανεκκίνηση η οικονομία της Ευρωζώνης (όπου και εμφανίζεται το μεγαλύτερο πρόβλημα) θα πρέπει αυτή τη φορά να βάλουν το μαχαίρι βαθύτερα. Να προχωρήσουν, δηλαδή, σε ευρείας κλίμακας, αλλά κατά το δυνατόν ελεγχόμενη χρεοκοπία των πιο αδύναμων τραπεζικών μονοπωλίων. Οι νέες αυτές επιλογές είδαν το φως της δημοσιότητας το προηγούμενο καλοκαίρι, όταν σε απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έμπαινε το νέο πλαίσιο αντιμετώπισης των προβληματικών τραπεζών. Σύμφωνα με αυτή, οι προβληματικές τράπεζες διαχωρίζονται σε «καλές» και «κακές», με τα υγιή στοιχεία του Ενεργητικού να πωλούνται σε τρίτους, είτε κομμάτι κομμάτι, είτε η «καλή» τράπεζα ως σύνολο, ενώ η «κακή» τράπεζα τίθεται σε καθεστώς εκκαθάρισης. Περαιτέρω εξειδίκευση της απόφασης αυτής είδαμε σε Οδηγία που είδε το φως της δημοσιότητας τις προηγούμενες βδομάδες, η οποία θα πρέπει να ενσωματωθεί στο Δίκαιο των κρατών - μελών μέσα στο 2013 και να τεθεί σε ισχύ από 1/1/2014. Σε αυτήν αναφέρεται ρητά ότι στις περιπτώσεις ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, (θα πάρουν ένα μέρος κεφαλαίων με ενίσχυση από το κράτος ή το μηχανισμό της ευρωζώνης, αλλά για να το πάρουν πρέπει και οι ίδιες να βάλουν κεφάλαια), οι ζημιές επιμερίζονται στους μετόχους, στους ομολογιούχους και στους μεγάλους καταθέτες, καθώς ποσά καταθέσεων ως 100.000 ευρώ θεωρούνται διασφαλισμένα. Οι ζημιές θα επιμερίζονται επίσης και σε τράπεζες που έχουν δανείσει τις υπό ανακεφαλαιοποίηση τράπεζες (πράξεις διατραπεζικής αγοράς), με «κούρεμα» μέρους των δανείων αυτών.

Η νέα αυτή πολιτική αντίληψη εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στις περιπτώσεις του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και της «Protonbank», οι οποίες διαχωρίστηκαν σε «καλή» και «κακή» τράπεζα, με την πρώτη να περνάει υπό τον έλεγχο του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (αντλεί κεφάλαια από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας - ESM).

Ακολούθησε η περίπτωση της Κύπρου, όπου η Λαϊκή Τράπεζα οδηγήθηκε σε κλείσιμο, ενώ η Τράπεζα Κύπρου ανακεφαλαιοποιείται, σύμφωνα με τις νέες κατευθύνσεις, δηλαδή «κούρεμα» καταθέσεων.

Στις περιπτώσεις της «Εθνικής» και της «Eurobank» τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά, καθώς, στα πλαίσια της ανακεφαλαιοποίησής τους, ως όρος τίθεται να υπάρξει ελάχιστη συμμετοχή 10% ιδιωτικών κεφαλαίων, διότι σε διαφορετική περίπτωση οι δύο τράπεζες θα καταλήξουν στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

Μια σημαντική πλευρά της νέας αυτής αντίληψης περί διάσωσης προβληματικών τραπεζών είναι αυτή του οξύτατου ανταγωνισμού που σοβεί ανάμεσα σε δυνάμεις του ευρωπαϊκού κεφαλαίου με αντιτιθέμενα συμφέροντα και στα μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη και πρωταρχικά για το ποιου κράτους οι τράπεζες θα πληρώσουν περισσότερο για τη ζημιά, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει ανταγωνισμός για το ποιου κράτους οι τράπεζες μπορούν να εξαγοράσουν άλλες τράπεζες ή μέρος τους.

Είναι προφανές ότι η λύση που επιχειρείται να δοθεί στο πρόβλημα των υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων στο χώρο της τραπεζικής πίστης θα αλλάξει άρδην το τοπίο των τραπεζών σε λίγα χρόνια. Πολλές τράπεζες θα πάψουν να λειτουργούν, ενώ αυτές που θα επιβιώσουν θα συγκεντρώσουν στα χέρια τους όλα τα δυναμικά και κερδοφόρα στοιχεία των υπό πτώχευση τραπεζών. Οι εξελίξεις αυτές ισοδυναμούν με μια γιγαντιαίων διαστάσεων συγκεντροποίηση του ευρωπαϊκού τραπεζικού κεφαλαίου, με τη λειτουργία λιγότερων και ισχυρότερων τραπεζικών μονοπωλίων.

Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις