Στρατηγικές συμπλεύσεις με "πατρόν" την καπιταλιστική ανάπτυξη

Π
ολυεπίπεδες σαρωτικές αναδιαρθρώσεις σε κλάδους της οικονομίας, μαζικές απελευθερώσεις για τη συγκέντρωση της επιχειρηματικής δράσης και των κερδών, εξοικονομήσεις στην κλίμακα της παραγωγής για την απόσπαση πόντων ανταγωνιστικότητας στη γραμμή του συγκριτικού πλεονεκτήματος της καπιταλιστικής οικονομίας για επενδύσεις και του ελληνικού κεφαλαίου και διεθνικών μονοπωλίων, αποτελούν τους πυλώνες του λεγόμενου νέου «εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου».
Οι βασικές παραδοχές του αντιλαϊκού «αναπτυξιακού» σχεδίου έχουν ήδη παρουσιαστεί από τη συγκυβέρνηση, ενώ οι επεξεργασίες και οι αναπροσαρμογές θα συνεχίζονται με γνώμονα και τις γενικότερες αβεβαιότητες, και τα ρίσκα που εκδηλώνονται στις οικονομίες της Ευρωζώνης, (επιβράδυνση, κίνδυνοι νέας ύφεσης), όσο και συνολικά στην παγκόσμια οικονομία. Σε κάθε περίπτωση, οι σχεδιασμοί του κεφαλαίου για την «επόμενη μέρα» είναι όχι μόνο πέρα για πέρα ξεκομμένοι από τα λαϊκά συμφέροντα και από την ικανοποίηση των σύγχρονων και συνεχώς διευρυνόμενων λαϊκών αναγκών, αλλά και εχθρικοί, σε αντίθεση μ' αυτές. Αλλωστε, το κριτήριο είναι η απόσπαση επιχειρηματικών κερδών, ο προσανατολισμός σε εξαγωγικές δραστηριότητες στη διεθνή αγορά, η συμπίεση του κόστους παραγωγής. Τα παραπάνω έχουν ως προαπαιτούμενα τη γιγάντωση των επιχειρηματικών σχημάτων (συγχωνεύσεις εξαγορές κλπ.) προκειμένου να μειωθεί το επιχειρηματικό κόστος, επίσης τη διαμόρφωση υποδομών (οδικοί άξονες, λιμάνια, τροφοδοσία με πηγές ενέργειας) κατάλληλων για τη διακίνηση των παραγόμενων εμπορευμάτων, σε «ανταγωνιστικές» τιμές.
Η προσέλκυση των μονοπωλίων απαιτεί ακόμη σταθερό «επενδυτικό περιβάλλον», για το οποίο άλλωστε κόπτεται και ο ΣΕΒ, δηλαδή χαμηλούς συντελεστές φορολόγησης στα επιχειρηματικά κέρδη, «φιλικό περιβάλλον» σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση των κονδυλίων στους κρατικούς προϋπολογισμούς για επενδύσεις, ακόμη μεγαλύτερη ευελιξία στην «αγορά εργασίας», τόσο στους μισθούς και τις ασφαλιστικές εισφορές όσο και στις εργασιακές σχέσεις, στις απολύσεις κλπ. Σε αυτό το πλαίσιο, η καπιταλιστική ανάκαμψη και ανάπτυξη, σήμερα όσο ποτέ άλλοτε, έχει προϋπόθεση τα μόνιμα μνημόνια, τους ενισχυμένους κανόνες δημοσιονομικής εποπτείας, που ισχύουν σε ολόκληρη την ΕΕ, ανεξάρτητα από μηχανισμούς στήριξης και δανειακές συμβάσεις.
Το "αναπτυξιακό πρότυπο" της συγκυβέρνησης
Το συγκεκριμένο μοντέλο περιλαμβάνει «οριζόντιες παρεμβάσεις», διαμορφώνοντας το γενικό πλαίσιο ενίσχυσης της «επιχειρηματικότητας», καθώς και επιμέρους εξειδικεύσεις, που αφορούν την ενίσχυση επιλεγμένων κλάδων και τομέων της οικονομίας και της παραγωγής, οι οποίοι αναμένεται να «πάρουν κεφάλι» όποτε γίνει το πέρασμα στην επόμενη φάση, δηλαδή σε συνθήκες ανάκαμψης. Στόχος είναι η καπιταλιστική ανάπτυξη με επενδύσεις στους τομείς της οικονομίας τους οποίους προκρίνει η κυβέρνηση στηριζόμενη στο «συγκριτικό πλεονέκτημα». Το σχέδιο κάνει λόγο για «παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών», δηλαδή παραγωγή εμπορευμάτων και υπηρεσιών που, με όρους ανταγωνιστικότητας, θα προσβλέπουν στις διεθνείς αγορές για την όσο γίνεται μεγαλύτερη κερδοφορία του κεφαλαίου. Ταυτόχρονα, δεν πρόκειται να συμβάλει σε θετικές αλλαγές υπέρ των εργασιακών δικαιωμάτων, αφού αυτό αντίκειται στην αύξηση της κερδοφορίας και στην ανταγωνιστικότητα. Οι «οριζόντιες παρεμβάσεις» της επόμενης περιόδου αφορούν τη σταδιακή μείωση της φορολογίας των επιχειρηματικών κερδών, σε σύνδεση με το βαθμό που έρχεται οικονομική ανάκαμψη, στη δημιουργία«ευνοϊκού κλίματος για επενδύσεις και διευκόλυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας», στις ιδιωτικοποιήσεις, στη συνεχή βελτίωση των δημοσιονομικών συνθηκών. Σε αυτό το πλαίσιο, η καπιταλιστική ανάπτυξη συνεπάγεται τη μονιμοποίηση των αντεργατικών μέτρων που ήδη έχουν παρθεί στη φάση της καπιταλιστικής κρίσης και πιθανόν την επέκτασή τους, γιατί μόνο έτσι μπορεί να ενισχυθεί και να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου στη διαρκή διαπάλη για την απόσπαση κομματιών της επιχειρηματικής πίτας στην αγορά και των κερδών.
Ειδικότερα:
-- «Παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών»: Εστιάζει τόσο στο σκέλος των εξαγωγών - για κλάδους και επιχειρήσεις που μπορούν να σταθούν ανταγωνιστικά στο διεθνές πεδίο - όσο και στις υποδομές στο εσωτερικό της χώρας, όπως διαμετακομιστικά κέντρα, δίκτυα Ενέργειας, λιμάνια, αεροδρόμια, οδικά δίκτυα και άλλες παρεχόμενες υπηρεσίες. Πρόκειται για διεργασίες στις οποίες θα πρωτοστατήσουν ντόπια και ξένα μονοπώλια και ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι, ενώ είναι φανερό το γεγονός ότι διαμορφώνεται το πλαίσιο για ακόμη μεγαλύτερα επιχειρηματικά σχήματα μέσω συγχωνεύσεων, συμπράξεων και συνεργιών.
-- Φορολογική πολιτική: Πρόκειται για συνδυασμό μέτρων που στοχεύουν στις μειώσεις των φορολογικών συντελεστών στα επιχειρηματικά κέρδη, των ασφαλιστικών εισφορών που πληρώνουν οι εργοδότες και σε άλλες παρεμβάσεις μείωσης του κόστους για την εργοδοσία. Μετά και από τη μεγάλη περικοπή των εργοδοτικών εισφορών Κοινωνικής Ασφάλισης, που ήδη εφαρμόζεται, εξετάζονται τα περιθώρια περαιτέρω περικοπών. Παραπέρα, θα επιδιωχτεί η μείωση της φορολογίας σε παραγωγικούς συντελεστές, όπως στην Ενέργεια που καταναλώνει η βιομηχανία, και ακόμη στοχευμένες δράσεις «ελάφρυνσης» σε οικονομικές δραστηριότητες, όπως η Ερευνα και η Καινοτομία.
-- «Ευελιξία στην αγορά εργασίας»: Απόλυτα δεδομένη είναι η μoνιμοποίηση των αντεργατικών ανατροπών της προηγούμενης φάσης. Σημειώνουν ότι το επόμενο διάστημα θα συνεχιστούν οι προσπάθειες με στόχο την προώθηση της «ευελιξίας» και της «ασφάλειας» (της περιβόητης «ευελφάλειας»), δηλαδή της πολιτικής κατεδάφισης των εργατικών δικαιωμάτων που εφαρμόζεται στο πλαίσιο της ΕΕ. Εδώ εστιάζουν στις ομαδικές απολύσεις, αλλά και στη δημιουργία συνθηκών συνεχούς επέκτασης της ευελιξίας στην εργασία.
-- Διαχείριση της φτώχειας: Διαπιστώνουν ότι θα απαιτηθεί σημαντικό χρονικό διάστημα μέχρις ότου η επίσημη ανεργία αποκατασταθεί σε «φυσιολογικά επίπεδα». Σε αυτό το πλαίσιο, θα γίνει προσπάθεια για ανακατανομή πόρων σε «ευάλωτες ομάδες», με τη διαμόρφωση «συστήματος ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος», που θα προχωρά παράλληλα με τη συμπίεση προς τα κάτω των συνθηκών διαβίωσης στο σύνολο των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων.
Οι τομεακές ενισχύσεις
Οι προς ενίσχυση κλάδοι είναι αποκλειστικά αυτοί που εμφανίζουν «συγκριτικά πλεονεκτήματα» σε διεθνές επίπεδο. Κριτήριο επιλογής των κλάδων προτεραιότητας είναι η μάζα κερδών που προσδοκούν τα μονοπώλια, σε αντιδιαστολή με τις λαϊκές ανάγκες.
Στους επιλεγμένους κλάδους, καταγράφονται ενδεικτικά οι παρακάτω: Τουρισμός, Μεταποιητική βιομηχανία αγροτικών προϊόντων, Ιχθυοκαλλιέργειες, Ενέργεια και περιβάλλον, Logistics και συνδυασμένες μεταφορές, Φαρμακευτική βιομηχανία, Βιομηχανία μετάλλων και δομικών υλικών, σειρά δραστηριοτήτων που συνδέονται με τη ναυτιλία.
Eπιπρόσθετα, μεγάλα περιθώρια επέκτασης εμφανίζονται στις αλυσίδες του λιανεμπορίου και σε δραστηριότητες του χρηματοπιστωτικού τομέα. Ειδική έμφαση δίνεται στην επίτευξη επιχειρηματικών συνεργιών ανάμεσα στους προς ενίσχυση επιλεγμένους κλάδους (για παράδειγμα, η βιομηχανία μετάλλων και δομικών υλικών συνδυάζεται με τις μεταφορές, την Ερευνα, τις κατασκευές), έτσι ώστε να πολλαπλασιάζονται τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα των μονοπωλίων που δραστηριοποιούνται στους εν λόγω τομείς. Επίσης, σύμφωνα με το «νέο αναπτυξιακό μοντέλο», η ηγετική θέση του ντόπιουεφοπλιστικού κεφαλαίου μπορεί να συνδυαστεί με την ανάπτυξη δραστήριου ναυτιλιακού κέντρου στη χώρα με την «παροχή κατάλληλων κινήτρων» κ.ά. Οι κύριες μεταρρυθμίσεις σε αυτήν τη φάση εστιάζουν στο να καταστήσουν την Ελλάδα «βασικό διαμετακομιστικό κέντρο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη», στην «εκμετάλλευση της Εταιρικής Συμφωνίας 2014 - 2020» (του νέου ΕΣΠΑ), με στόχο τη«βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων».
Η "παραγωγική ανασυγκρότηση" του ΣΥΡΙΖΑ
Λέει ο ΣΥΡΙΖΑ: «Ο ιδιωτικός τομέας σήμερα χρειάζεται όσο ποτέ άλλοτε τη συμβολή του Δημοσίου, αλλά και ευρύτερων κοινωνικών παραγωγικών υποκειμένων για να ανακάμψει και να αλλάξει το μοντέλο λειτουργίας του». Σύμφωνα με το σχέδιο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, «κομβικό στοιχείο στη διαδικασία της παραγωγικής ανασυγκρότησης αποτελεί ο ριζικός μετασχηματισμός και η ανανοηματοδότηση του ρόλου του κράτους και της δημόσιας διοίκησης». Ευθύς εξαρχής, το σχέδιό του, ο πυρήνας της στρατηγικής του, όπως τον διατυπώνουν, υποτάσσει τη δράση του δημόσιου τομέα, του κράτους, στις ανάγκες του ιδιωτικού κεφαλαίου. Αλλά αυτή η στρατηγική δεν έχει καμιά σχέση με τα συμφέροντα των εργαζομένων, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Συγκαλύπτει τις αγεφύρωτες ταξικές αντιθέσεις, τον ταξικό υπέρ των μονοπωλίων ρόλο του κράτους, τα διαμετρικά αντίθετα και αντικειμενικά αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα των εργατών και των άλλων λαϊκών στρωμάτων με το κεφάλαιο. Για το ΣΥΡΙΖΑ, αυτό που φταίει είναι η «νεοφιλελεύθερη πολιτική», τα «κερδοσκοπικά κεφάλαια», λες και υπάρχουν και... μη κερδοσκοπικά.
Η «παραγωγική ανασυγκρότηση» του ΣΥΡΙΖΑ προβλέπει και τους τρόπους ενίσχυσης των επιχειρηματιών με κρατικό χρήμα, ενώ, ταυτόχρονα, στα «ψιλά» του προγράμματος υπόσχεται και τη συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων.
Στο «διά ταύτα»,το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ προβλέπει:
  • Την άμεση δημιουργία «Ταμείου Κρατικής Περιουσίας», του οποίου «το αρχικό κεφάλαιο θα αποτελείται από την εισφορά όλης ή μεγάλου μέρους της κινητής και ακίνητης περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου» (κάτι δηλαδή σαν το σημερινό ΤΑΙΠΕΔ). Αντικείμενο του Ταμείου «θα είναι η εξεύρεση επενδυτικών κεφαλαίων για λογαριασμό του αναπτυξιακού προγράμματος της κυβέρνησης». Το εν λόγω ταμείο θα εκδίδει ομόλογα (δημιουργία κρατικού χρέους), τα οποία «θα προσφέρουν ισχυρές εγγυήσεις αποπληρωμής τους λόγω της ρήτρας ή της δυνατότητας μετατροπής σε κρατική περιουσία (μετοχές ή/και ακίνητα)». Μάλιστα προχωρούν και σε παραπέρα εξειδικεύσεις, σημειώνοντας ότι η πρώτη κατηγορία ομολόγων θα είναι μεσομακροπρόθεσμα 5 - 10 ετών που «θα έχουν σχετικά χαμηλό επιτόκιο, αλλά θα είναι συνδεδεμένα με συγκεκριμένο αναπτυξιακό έργο και θα μπορούν οι δικαιούχοι να έχουν επιπλέον συμμετοχή στα κέρδη» του «Ταμείου Κρατικής Περιουσίας». Η δεύτερη κατηγορία «μπορεί να είναι μεσοπρόθεσμα ομόλογα με χαμηλό επιτόκιο μέχρι 3% και δυνατότητα μετατροπής σε νεοεισαγόμενες μετοχές κρατικών επιχειρήσεων». Πρόκειται για ιδιωτικοποιήσεις με «ρήτρα» καπιταλιστικής ανάπτυξης...
  • Την ίδρυση «Δημόσιας Αναπτυξιακής Τράπεζας» ως ένα ακόμη εναλλακτικό εργαλείο χρηματοδότησης των επιχειρηματιών, σημειώνοντας πως ο «ρόλος του τραπεζικού τομέα στη χρηματοδότηση της οικονομίας παραμένει κεντρικός, ανεξαρτήτως της ικανότητας παρέμβασής του, λόγω των συνθηκών που προκάλεσε η κρίση». Βεβαίως το κράτος, ανάλογα με τη φάση ανάπτυξης του καπιταλισμού και για τη διευκόλυνση των επιχειρήσεων, δημιουργεί δημόσιες τράπεζες. Αλλά και αυτές καπιταλιστικές επιχειρήσεις είναι.
  • Συμπράξεις με ιδιώτες: Λέει ο ΣΥΡΙΖΑ: «Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η διαδικασία των συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα δεν πρέπει να αποτελεί μηχανισμό για τον περιορισμό του κοινωνικού κράτους, αλλά μάλλον μόνο μηχανισμό προεξόφλησης τμήματος των μελλοντικών δημοσίων εσόδων με αντάλλαγμα παράλληλη αύξηση της αξίας των παραχωρημένων παγίων, τα οποία σε κάθε περίπτωση πρέπει να επιστρέφουν στη δημόσια περιουσία μετά από την αποπληρωμή των κατασκευαστών». Πέρα από τις φραστικές «φιοριτούρες», πρόκειται για τα γνωστά ΣΔΙΤ, με την ίδια ακριβώς μορφή που εφαρμόζονται και σήμερα...

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις