Ξένοι...

Από μικρό παιδάκι οι ιστορίες με το έθνος, τις σημαίες, τη φοβερή και τρομερή "ελληνική ψυχή" και τα άλλα σχετικά μου καθόντουσαν στο λαιμό. Ισως κι η δικτατορία, που είναι από τις πρώτες στιγμές που παιδάκι συνειδητοποιώ ότι κάτι δεν πάει καλά με τα εμβατήρια, τις παρελάσεις κι αυτούς που τό έχουνε δουλειά τους να μιλάνε για την πατρίδα, να έπαιξε το ρόλο της.

Αν και δεν είχα κανένα πρόβλημα με τη σημαία την ίδια, πάντα είχα ένα πρόβλημα καχυποψίας μ' αυτούς που την κρατούσαν. Σε σημείο που  όταν  το 2004 που πήραμε το ΕURO γέμισε ο τόπος γαλανόλευκες, το όλο σκηνικό να μου φαίνεται εντελώς υπερβολικό κι αστείο. Και πιο πολύ μου φαινότανε ψεύτικο και υποκριτικό. Πόσοι από όλους αυτούς άραγε θα ήταν πραγματικά διατεθιμένοι να κάνουν κάτι παραπάνω από το να πανηγυρίζουν γκολ, "για την πατρίδα":

Οποιος είδε το χθεσινό σκηνικό με τους Χρυσαυγίτες να περιμένουν με ελληνικές σημαίες στο λιμάνι, να ορμάνε στο καράβι από τη Σύρο και δεν ένιωσε έστω λίγο να του ανακατεύεται το στομάχι, καλό θα ναι να το κοιτάξει. Ηταν μια εικόνα γελοία και φρικτή μαζί. Τόσο που δε θέλω καν να την αναλύσω. Μ' αναγουλιάζει κανονικά, με χαλάει πως αλλιώς να το πείς... Με κάνει σχεδόν να ντρέπομαι για την κατάντια κι ας μην έχω σχέση παρα μόνο στο ότι ζω την ίδια εποχή και τίποτα παραπάνω.

Σήμερα το πρωί ανοίγοντας ένα βιβλίο για τον πολιτικό Καββαδία, βρήκα αυτή τη διήγηση του Μάρκου Βαμβακάρη που με την απλή του γλώσσα λέει πιο πολλά από το κείμενο. Μιλάει για την κατάσταση που αντίκρυσε μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και την υποδοχή των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από τους ντόπιους:



"...Πως να σας χαρακτηρίσω αυτό το πράμα. Καταστροφή... Εμενε ο κόσμος εκεί στα βαγόνια των σιδηροδρόμων. Έμενε εκεί που είχε καμιά αποθήκη εγκαταλειμμένη. Τσαντίρια κάνανε...Το τι ετραβήξανε αυτοί οι άνθρωποι δε λέγεται...Προσπαθήσανε, γαμιόντουσαν, κάνανε χίλια δυό να βρίσκουν το ψωμί τους, μέχρι να βρούν ένα σπίτι να κάτσουνε... Και οι ντόπιοι δεν τους βλέπανε με καλό μάτι. Αλλά τους βρίζανε χίλια δυό. Φύγετε από δώ ρε. Πηγαίνετε παρα πέρα. Δεν τους κοιτάζανε. Δεν είχανε την αγάπη να πούνε, για στάσου συγγενείς μας είναι, Έλληνες είναι πραγματικοί... Ήθελαν να τους κλέψουνε οι κλεφταράδες που ήταν εδώ πέρα. Ν' αρπάξουν ό,τι είχαν Να τους κλέψουνε, να τους γελάσουν. Απατεώνες."

Μετά από αυτό τα τωρινά σκηνικά δε μου λένε και πολλά. Προφανώς όλοι αυτοί ήταν οι ίδιοι που λίγο πριν θα κουνούσαν σημαίες Βασιλοφρόνων ή Βενιζελικών και θα μιλούσαν για τα μεγάλα οράματα της Μεγάλης Ελλάδας που φυσικά υπερέχει σε όλα των άλλων ...βαρβαρων. Και μετά από λίγο, κι αφού έβαλαν σιωπηλά ή φωναχτά το χεράκι τους στην καταστροφή που έφεραν οι μεγάλες ιδέες τους, άρχισαν να βρίζουν τα θύματα, με έναν τρόπο θύματά τους αφού δεν μπόρεσαν να εμποδίσουν αυτό τον τόσο λάθος πόλεμο. Μάλιστα τύχαινε τα θύματα εκτός από "ξένοι" να είναι μαζί και Έλληνες. Η εικόνα της φτώχειας και της εξαθλίωσης σπάνια γοητεύει όπως και να το κάνουμε, χρειάζεται και λίγη ιδεολογία ανθρωπιάς για να σου συμβεί αυτό.

Λίγο αργότερα στα ίδια χρόνια, στις εκλογές του Δεκέμβρη του 1923 οι βασιλόφρονες "λάτρες της πατρίδος" συγκεντρωνόντουσαν στους στύλους του Ολυμπίου Διός και έκαναν πορεία φωνάζοντας μαζί με τα "Μαχαίρι στους Βενιζελικούς" και "Φωτιά στους Τουρκοσπορίτες πρόσφυγες"(!!), όπως λέει ο Φίλιππος Φιλίππου στο "Ο πολιτικός Νίκος Καββαδίας"

Τέτοια αγάπη κι ανθρωπιά. Ύστερα ακολουθούσαν οι νεκροί κι οι τραυματίες...

Το 1929 ο 19χρονος τότε Νίκος Καββαδίας γράφει το ποίημα "Αγαπάω"

Ἀγαπάω τ᾿ ὅτι θλιμμένο στὸν κόσμο.
Τὰ θολὰ τὰ ματάκια, τοὺς ἀρρώστους ἀνθρώπους,
τὰ ξερὰ γυμνὰ δέντρα καὶ τὰ ἔρημα πάρκα,
τὶς νεκρὲς πολιτεῖες, τοὺς τρισκότεινους τόπους.

Τοὺς σκυφτοὺς ὁδοιπόρους ποὺ μ᾿ ἕνα δισάκι
γιὰ μία πολιτεία μακρυνὴ ξεκινᾶνε,
τοὺς τυφλοὺς μουσικοὺς τῶν πολύβουων δρόμων,
τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀλῆτες, αὐτοὺς ποὺ πεινᾶνε.

Τὰ χλωμὰ τὰ κορίτσια ποὺ πάντα προσμένουν
τὸν ἱππότην ποὺ εἶδαν μία βραδιὰ στ᾿ ὄνειρό τους,
νὰ φανῇ ἀπ᾿ τὰ βάθη τοῦ ἀπέραντου δρόμου.
Τοὺς κοιμώμενους κύκνους πάνω στ᾿ ἀσπρόφτερό τους.

Τὰ καράβια ποὺ φεύγουν γιὰ καινούρια ταξίδια
καὶ δὲν ξέρουν καλὰ -ἂν ποτὲ θὰ γυρίσουν πίσω
ἀγαπάω, καὶ θά ῾θελα μαζί τους νὰ πάω
κι οὔτε πιὰ νὰ γυρίσω.

Ἀγαπάω τὶς κλαμμένες ὡραῖες γυναῖκες
ποὺ κυττᾶνε μακριά,ποὺ κυττᾶνε θλιμμένα ...
ἀγαπάω σὲ τοῦτον τὸν κόσμο -ὅ,τι κλαίει
γιατὶ μοιάζει μ᾿ ἐμένα.


Και λέει ο Φ.Φιλίππου:
"Φαίνεται πως η  ευαισθησία του και η αγάπη προς κάθε έμβιο όν τον οδηγούσε στην Αριστερά, απ' όπου δεν έφυγε ποτέ"
(Ο Ν.Καββαδίας όπως μαρτυράει η αδερφή του Τζένια, υπήρξε και μέλος του ΚΚΕ)


Γιώργος Σαρρής

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις