Το 2310net δεν πάει διακοπές
Οι διακοπές είναι πολυτέλεια για την μεγάλη μάζα του λαού. Πάντα ήταν άλλωστε. Εξαργύρωναν την ταπεινότητα και την οικειοθελή εθελοδουλεία του εργάτη με την προοπτική ενός δεκαήμερου σε κάποιο τουριστικό θέρετρο. Την ίδια ώρα τα αφεντικά βρίσκονταν μονίμως σε διακοπές. Γυρνούσαν τον κόσμο με τα ιδιωτικά τους τζετ και γιώτ, μετέφραζαν σε εργασία την καθημερινή τους ασχολία με τους γλουτούς της όμορφης γραμματέως τους και τα δείπνα εργασίας με συναδέλφους.
Όμως ο εργάτης, ο απλός λαϊκός άνθρωπος στην πραγματικότητα ποτέ δεν πήγαινε διακοπές. Λειτουργούσε περισσότερο ως το μεταφορικό μέσο του χρήματος από την ηπειρωτική στην νησιωτική Ελλάδα. Δεν διέκοπτε ποτέ την σχέση εκμετάλλευσης που βίωνε τις καθημερινές ούτε ξέφευγε από τα βάσανά του. Επίσης δεν ξεκουραζόταν πραγματικά.
Αν θέλαμε να μιλάμε για διακοπές θα έπρεπε αυτές να αντιστοιχούν σε κάτι ριζικά διαφορετικό από αυτό που ο άνθρωπος κάνει στην καθημερινότητά του. Εντάξει, δεν κάθεται κανείς σε μια ξαπλώστρα δίπλα στο κύμα καθημερινά, οπότε μπορεί κανείς να πει ότι αυτό και μόνο αρκεί για να μιλάμε για διακοπές. Δεν είναι όμως ακριβώς έτσι τα πράγματα.
Πόσοι από εμάς επισκεπτόμαστε ένα καινούριο μέρος κάθε φορά; Κάποιοι έχουν ένα εξοχικό στο οποίο παραθερίζουν μεταφέροντας απλά την καθημερινότητά τους λίγα χιλιόμετρα παραπέρα. Άλλοι επιλέγουν τον ίδιο τόπο για τις μέρες της απόδρασης για πολλά χρόνια, δίχως να ενοχλούνται από την επανάληψη. Είπαμε, σαν την Χαλκιδική δεν έχει.
Όσοι επιλέγουν να «διακοπάρουν» σε ξενοδοχείο ή ενοικιαζόμενο δωμάτιο, η πρώτη ερώτηση προς τον ρεσεψιονίστ πριν κάνουν την κράτηση είναι αν υπάρχει τηλεόραση. Ε, δεν είναι να χάνεις τον Καντακουζινό καλοκαιριάτικα! Όσο για το διάβασμα; Μέχρι αθλητική εφημερίδα, άντε και κανένα περιοδικό με τα νέα της σόουμπιζ. Οι νεότεροι αγχώνονται μήπως το wifi δεν είναι καλό και δεν συνδέεται το έξυπνο κινητό τους με το facebook. Φτάνοντας όμως στο μπιτς μπαρ σπεύδουν να μας ενημερώσουν ότι βρίσκονται εκεί, έτσι για να ζηλέψουμε εμείς που καθόμαστε στη ζέστη την ώρα που αυτοί που έχουν τη θάλασσα στα δύο μέτρα ακούνε τις τελευταίες επιτυχίες του Χατζηγιάννη στη διαπασών κάτω από τον καυτό ήλιο που ξαφνικά δεν τους ενοχλεί.
Στις διακοπές μεταφέρουμε, εκτός από τόνους ρούχα, και όλες τις κακές μας συνήθειες. Γονείς μαλώνουν τα μικρά παιδιά τους επειδή λερώθηκαν από την άμμο κάνοντας σκηνή στην παραλία, όπως θα τα μάλωναν για ψύλλου πήδημα. Τρέντηδες ασχολούνται με το μαλλί τους πριν πάνε στην θάλασσα, ενώ οι κοπέλες ετοιμάζονται για την παραλία σχεδόν όπως θα ετοιμάζονταν όταν θα γίνονταν νύφες. Κολυμπάνε σαν τα σκυλάκια, με το κεφάλι έξω από το νερό, μην τυχόν και ξεβάψει η μάσκαρα. Τα μπακούρια φαντασιώνονται ότι το μπαλάκι του τένις θα προσγειωθεί στην εκλεκτή παρουσία που λιάζεται ανάμεσα στις ρακέτες τους κι έτσι θα πραγματοποιηθεί το όνειρο ενός καλοκαιρινού έρωτα όπως στις ταινίες. Τα μπαράκια μας ποτίζουν μπόμπες, η μουσική είναι άθλια, τα φαγητά συνήθως «τουριστικά», και τα νεύρα τεντωμένα. Το μόνο που αλλάζει είναι ότι τώρα μπορείς άνετα να επιδείξεις τους γραμμωμένους σου κοιλιακούς που εκγύμναζες όλο το χειμώνα στο γυμναστήριο. Με λίγα λόγια οι διακοπές είναι μια περίοδος του έτους όπου κάνεις τα ίδια πράγματα με αυτά που έκανες και τις άλλες μέρες απλά σε διαφορετικό χώρο.
Άλλωστε και η επιλογή του τόπου των διακοπών, όπως και κάθε άλλη επιλογή μας, γίνεται συνήθως με δύο κριτήρια: να είναι «ιν» ή να έκανε ρεπορτάζ το star channel εκεί που θα πάμε.
Οι διακοπές λειτουργούν όπως τα placebo. Νομίζεις ότι κάνεις κάτι διαφορετικό, κάτι που σε ξεκουράζει, όμως στην πραγματικότητα βουτάς όλο και περισσότερο στην αποξένωση. Φεύγεις από το σπίτι των 80 τ.μ. για να πας σε εκείνο των 25 τ.μ. και μάλιστα το βρίσκεις ωραίο επειδή έχει ψυγειάκι, κλιματιστικό και 3 τετραγωνικά βεράντα. Φεύγεις από τον ανεμιστήρα και τη δροσιά του σπιτιού για να στηθείς δίπλα, όχι κάτω, δίπλα στην ομπρέλλα ώστε ο ήλιος να σε καίει αλύπητα. Διασκεδάζεις σε ένα χαζόμπαρο που φτιάχτηκε για να ξεγελάει τους τουρίστες με μουσική που δεν θα άκουγες ούτε στους χειρότερούς σου εφιάλτες. Πληρώνεις 5 ευρώ τον καφέ σε πλαστικό ποτήρι ενώ λίγες μέρες νωρίτερα γκρίνιαζες που το καφενείο της γειτονιάς σου, σου πούλησε ακριβώς τον ίδιο καφέ 1,20. Εκνευρίζεσαι με τους ξένους τουρίστες που τη βγάζουν με μια σαλάτα και μια μπύρα όπως εκνευρίζεσαι με τους μετανάστες που πουλάνε χαρτομάντηλα στα φανάρια. Οι πρώτοι μας κλέβουν την χοληστερίνη, οι δεύτεροι τις δουλειές. Αν τύχει να δεις καμιά αρχαία κολώνα μονολογείς με περηφάνια: «ε, ρε μεγαλείο η αρχαία Ελλάδα», χωρίς όμως να μπεις στον κόπο να μάθεις έστω κάτι τόσο δα για τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Ψάχνεις να βρεις καφετέρια με τηλεόραση για να δεις το φιλικό της ομαδάρας με αντίπαλο την μεικτή σερβιτόρων και κτηνοτρόφων μιας επαρχιακής ολλανδικής πόλης, μην τυχόν και χάσεις τις εξελίξεις στην ομάδα.
Την ίδια ώρα νομίζεις ότι ξεκουράζεσαι επειδή δεν πηγαίνεις στη δουλειά. Ξυπνάς όμως από το άγριο χάραμα να πιάσεις ξαπλώστρα κοντά στην θάλασσα και ξενυχτάς μέχρι τελικής πτώσης.
Τελικά οι διακοπές τελειώνουν και εκτός από μερικές δεκάδες φωτογραφίες που μοιράστηκες με τους φίλους σου διαδικτυακά δεν σου έμεινε τίποτα άλλο. Τώρα μπορείς να επιστρέψεις στη δουλειά σου και να συνεχίσεις να εργάζεσαι ως ξεκούραστος σκλάβος. Ένας χρόνος είναι, θα περάσει…
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου