Ο "Ριζοσπάστης", καθημερινός οδηγός για δράση

Στις Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 20ό Συνέδριο καταγράφεται σε σχέση με τον «Ριζοσπάστη» πως «παρ' όλες τις θετικές προσπάθειες που έχουν γίνει (...) απέχουμε πολύ ακόμα από την ανάγκη να καθιερωθεί ως καθημερινός οδηγός για δράση». Ακόμη, σε σχέση με το ζήτημα της χαμηλής διακίνησης που βρίσκεται πολύ πίσω από τις πραγματικές δυνατότητες, οι Θέσεις σημειώνουν πως «στον πυρήνα αυτού του προβλήματος βρίσκεται η αξιοποίηση του καθημερινού οργάνου του Κόμματος, με ευθύνη των ίδιων των καθοδηγητικών οργάνων από την ΚΕ μέχρι τα τομεακά όργανα, η ένταξή του ως στοιχείου της καθημερινής κομματικής λειτουργίας, ως στοιχείου της καθοδηγητικής δουλειάς». Το στοιχείο αυτό, της εφημερίδας του Κόμματος ως «οδηγού για δράση», παρ' ότι πολλές φορές θεωρείται «αυτονόητο», τελικά δεν είναι τόσο αφομοιωμένο, τουλάχιστον όχι ολοκληρωμένα.
Για τη σχέση των μελών του Κόμματος και της ΚΝΕ με το Οργανο της ΚΕ
Η ουσία του ζητήματος ξεκινάει από τον ίδιο το χαρακτήρα της εφημερίδας, ως Οργανο της ΚΕ του Κόμματος, βρίσκεται δηλαδή στον ίδιο το χαρακτήρα του Κόμματός μας, ως επαναστατική πολιτική πρωτοπορία της εργατικής τάξης, συνένωση της επαναστατικής θεωρίας με την επαναστατική δράση.
Από εκεί προκύπτει και το γεγονός ότι η σχέση των στελεχών και των μελών του Κόμματος, των φίλων που βρίσκονται στο πλευρό του ΚΚΕ με τον «Ριζοσπάστη» δεν ήταν ποτέ μια τυπική σχέση και βέβαια ούτε πρέπει να επιτρέψουμε να γίνει τέτοια μέσα στις σημερινές συνθήκες, όπου μια σειρά παράγοντες (οικονομικές δυσκολίες, έλλειψη χρόνου, εξελίξεις στην τεχνολογία και σχέση με το διάβασμα, η γενική πτώση του Τύπου) όντως δημιουργούν δυσκολίες στη διακίνηση αλλά και στο διάβασμα και την αξιοποίηση του «Ριζοσπάστη».
Από εκεί προκύπτουν και τα αμέτρητα ιστορικά παραδείγματα, για την όλο αυτοθυσία διαμόρφωση και διακίνηση του «Ριζοσπάστη» κάτω απ' όλες τις συνθήκες, που μας εμπνέουν έως και σήμερα, αλλά δείχνουν και ότι όταν το βασικό, τουλάχιστον σε κομματικό επίπεδο, καθήκον αφομοιώνεται, τότε βρίσκονται και τα μέσα και οι τρόποι και οι δυνάμεις ώστε να ξεπερνιούνται οι κάθε φορά δυσκολίες, αναδεικνύονται δυνατότητες και στις πιο σκληρές συνθήκες.
Πολλές φορές η σχέση αυτή, ανάμεσα στον «Ριζοσπάστη», τα κομματικά μέλη και τους φίλους του Κόμματος, κατανοείται «διά της ατόπου»: ότι δηλαδή δεν είναι όπως η σχέση των αστικών εφημερίδων με το «κοινό» - «πελατεία» τους. Είναι προφανές.
Βέβαια, παρά το γεγονός ότι οι αστικές εφημερίδες είναι ένα εμπόρευμα και σε μεγάλο βαθμό στη βάση αυτή διαμορφώνεται η σχέση με τους «πελάτες - αναγνώστες» στο περίπτερο (βλέπε π.χ. το μεταξύ τους ανταγωνισμό και την κυκλοφορία που βασίζεται στο εμπόριο κουπονιών, προσφορών, ένθετων και στο ποιος έχει τις πιο γερές αστικές «πένες»), δεν πρέπει να υποτιμάται ότι ο αστικός Τύπος διαμορφώνει επίσης μια συνολικότερη σχέση με τα λαϊκά στρώματα, αφού πρώτα απ' όλα είναι μέσο ιδεολογικής - πολιτικής χειραγώγησης, πρόσδεσης της εργατικής τάξης στην αστική, πλάι στα άλλα που έχει στα χέρια της η αστική τάξη.
Κι αυτό άσχετα απ' το αν - ειδικά ένα κομμάτι της νεολαίας - αγοράζει εφημερίδες, έχει επαφή με το διάβασμα ή αν η σχέση αυτή περνάει μέσα από την αναπαραγωγή του αστικού Τύπου και συνολικά της αστικής ιδεολογίας μέσα κι από άλλα κανάλια. Υπάρχει και αυτή η πλευρά, και όχι μόνο η άμεσα επιχειρηματική, στην τόση αγωνία και ανησυχία των ημερών για τη «δημοκρατία που πλήττεται» όταν κλείνει ένα αστικό μέσο και συνήθως συνοδεύεται από την απαίτηση για στήριξη από το αστικό κράτος, όχι βεβαίως για το μέλλον των εργαζομένων που δουλεύουν σε αυτό.
Αλλά το τι σημαίνει ότι ο «Ριζοσπάστης» είναι η φωνή του Κόμματος πρέπει να κατανοηθεί ακόμα πιο ουσιαστικά και βαθιά, αν θέλουμε να κάνουμε βήματα μπροστά.
Καθήκοντα που απαιτούν ουσιαστικότερη αξιοποίηση του "Ριζοσπάστη"
Μια ματιά στα καθήκοντα που μπαίνουν μπροστά στο Κόμμα μας και άρα και ατομικά στον κάθε κομμουνιστή, μπορεί να βοηθήσει να φωτίσουμε τη σημασία του «Ριζοσπάστη» ως «εφημερίδας δράσης» καλύτερα.
Χρειάζεται, για παράδειγμα, να σκεφτούμε αν για μια επίμονη, σταθερή και σκληρή δουλειά που βασικό της χαρακτηριστικό θα έχει την προσπάθεια εξειδίκευσης της γραμμής και του Προγράμματος του Κόμματος στο χώρο ευθύνης - καθήκοντα που περιγράφονται στις Θέσεις της ΚΕ - μας αρκεί απλά το διάβασμα του πρωτοσέλιδου του «Ριζοσπάστη» και ορισμένων βασικών άρθρων. `Η αν, αντίθετα, η προσπάθεια αυτή δημιουργεί την ανάγκη να παρακολουθήσουμε πιο ολοκληρωμένα τις εξελίξεις, να ψάξουμε και τις «παραμέσα» σελίδες, να αναζητήσουμε την πείρα άλλων Κομματικών Οργανώσεων, έχοντας την απαίτηση η πείρα αυτή, όσο «μικρή» κι αν θεωρείται ότι είναι, να αποτυπώνεται στον «Ριζοσπάστη», μεγαλώνοντας έτσι και σταθεροποιώντας την προσπάθεια κάθε ΚΟ να εμπλουτίζει το περιεχόμενο του «Ριζοσπάστη» με την πείρα αυτή.
Η σταθερή ένταξη του «Ριζοσπάστη» ως στοιχείου της καθημερινής κομματικής λειτουργίας μπορεί να μας βοηθήσει σε αυτήν την κατεύθυνση, για να αναβαθμίσουμε τη λειτουργία Οργάνων και Οργανώσεων, να συμβάλει ώστε να καλυφθούν κενά, ώστε τα Οργανα να μπορούν με καλύτερους όρους, πιο ουσιαστικά να ασχολούνται με το βασικό καθήκον, το πώς θα εξειδικεύσουν την πολιτική του Κόμματος στο χώρο ευθύνης τους.
Εξάλλου, η προσπάθεια να ανέβει η αυτοτελής παρέμβαση του Κόμματος, να κάνουμε βήμα στην κομματική οικοδόμηση ειδικά στους κλάδους στρατηγικής σημασίας, ως προϋπόθεση για να προχωρήσουν και τα υπόλοιπα καθήκοντά μας, όπως αυτά της ανασύνταξης του εργατικού κινήματος, της οικοδόμησης της Κοινωνικής Συμμαχίας, απαιτεί να οργανώσουμε καλύτερα την ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση στο χώρο ευθύνης μας, να ανοίξουμε ζητήματα που εμείς θέλουμε σε κάθε φάση, επικεντρώνοντας στους άξονες που αναδεικνύουν οι Θέσεις της ΚΕ, βοηθώντας να αφομοιωθεί η πλούσια πείρα από τα χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης, αναδεικνύοντας την ουσία των σύνθετων εξελίξεων από τη σκοπιά της εργατικής τάξης και όχι απλά αναπαράγοντας αποσπασματικά πλευρές της. Ολα αυτά απαιτούν τη διαμόρφωση ενός πιο ανεβασμένου κριτηρίου, την αφομοίωση των αποφάσεων και των επεξεργασιών του Κόμματος, σταθερό προσανατολισμό που θα εμπλουτίζεται από τη θετική και αρνητική πείρα, όχι απλά κάποια επιχειρήματα και συνθήματα, όσο αναγκαία κι αν είναι αυτά σε κάθε φάση. Γι' αυτό και χρειαζόμαστε τη μελέτη, που συμβάλλει μαζί με τη δράση στο να διαμορφώνεται ταξικό κριτήριο, και όχι απλά τον ορυμαγδό της πληροφόρησης πάνω σε μια «ατζέντα» που διαμορφώνει ο ταξικός αντίπαλος.
Χρειάζεται, με δυο λόγια, η μελέτη που είναι μια ενεργητική στάση, εκείνου που παλεύει να αλλάξει τον κόσμο, και όχι απλά η παθητική «πληροφόρηση» εκείνου που βλέπει ή το πολύ - πολύ σχολιάζει ανήμπορος, τα όσα - αποσπασματικά και ασύνδετα - τον περιλούζουν.
Η άνοδος της διακίνησης του "Ριζοσπάστη", συνολικός δείκτης
Αλλά και στο ζήτημα της ανόδου της διακίνησης, η αξιοποίηση του «Ριζοσπάστη» ως στοιχείο της καθοδηγητικής μας δουλειάς και της ταυτότητας του κομμουνιστή, αλλά και ως ουσιαστικός δείκτης για το πόσο ωριμάζει και μπαίνει στη μάχη ο περίγυρος του Κόμματος, αν οι δεσμοί μας έχουν την απαραίτητη αντοχή για τις απότομες καμπές της ταξικής πάλης, μπορεί να συμβάλει ώστε να καταγράψουμε μια σταθερή άνοδο, ανάλογη των μεγάλων δυνατοτήτων και όχι απλά μια πρόσκαιρη και με σκαμπανεβάσματα άνοδο μπροστά σε σταθμούς της δράσης μας.
Η πείρα δείχνει ότι βήματα σε αυτόν τον τομέα συνήθως συνδέονται με μια καλύτερη προσπάθεια, ώστε η εξόρμηση του «Ριζοσπάστη» να εντάσσεται σε έναν καλύτερο σχεδιασμό αξιοποίησής του, με τη μελέτη για ζητήματα που θέλουμε να ανοίξουμε, για άρθρα που είναι πιο χρήσιμα στην παρέμβαση στο χώρο ευθύνης ανάλογα με την κοινωνικοταξική του σύνθεση, τα προβλήματα κ.ο.κ. Σίγουρα έτσι γίνεται πιο εύκολα κατανοητή η ανάγκη να διαμορφώσουμε ένα σταθερό δίκτυο ανταποκριτών και διακινητών, όχι απλά ως ένα «τεχνικό» ζήτημα, αλλά ως πολιτικό - οργανωτικό, που συνδέεται με τους γενικότερους στόχους μας.
Η βελτίωση του περιεχομένου, ζητούμενο και όρος
Μια τέτοια αξιοποίηση του «Ριζοσπάστη» δυναμώνει και την απαίτηση που υπάρχει από τις ΚΟ και τον περίγυρό μας και συμπυκνώνει η ΚΕ στις Θέσεις, ότι δηλαδή «χρειάζεται να γίνουν ακόμα περισσότερα βήματα, για τη βελτίωση του περιεχομένου του, τη δυνατότητα να δίνει καθημερινά με εύστοχο τρόπο την ιδεολογική - πολιτική διαπάλη, να προβάλλει και να εκλαϊκεύει την πολιτική του Κόμματος, να αναδεικνύει με ζωντάνια τις μικρές και μεγάλες μάχες που δίνουν οι μισθωτοί εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα ενάντια στον ταξικό αντίπαλο (...) παίρνοντας υπόψη ότι απευθύνεται κυρίως σε παραγωγικές ηλικίες...». Υπάρχουν ακόμα πολλά να γίνουν ώστε ο «Ριζοσπάστης» όντως να απαντά στις ανάγκες αυτές και με το καθημερινό περιεχόμενό του να δικαιώνει τον τίτλο του ως «εφημερίδα επαναστατικής δράσης», Οργανο της ΚΕ. Η αναβάθμιση του περιεχομένου δεν είναι μια γενική κατεύθυνση: περνάει σε κάθε περίπτωση από την καλή επαφή με τις ΚΟ, από τη γνώση τού ποιες είναι πραγματικά οι ανάγκες της καθοδηγητικής μας δουλειάς, απ' την καλή εικόνα για τον πλούτο της κομματικής δραστηριότητας, από το βαθύτερο «διάβασμα» του ταξικού αντιπάλου που προϋποθέτει την ουσιαστική αφομοίωση των κομματικών αποφάσεων και ντοκουμέντων. Σίγουρα δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι, πόσο μάλλον που οι ανάγκες μεγαλώνουν. Αυτό φαίνεται εξάλλου και από τις εύστοχες παρατηρήσεις που γίνονται από συντρόφους και φίλους που όντως δουλεύουν με τον «Ριζοσπάστη».
Για τα κρίσιμα καθήκοντα που έχουμε μπροστά μας ως Κόμμα, δεν αρκούν φυσικά μόνο η καλύτερη αξιοποίηση και η άνοδος της κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη» ή μόνο η βελτίωση του περιεχομένου του. Αλλά πίσω απ' αυτό το γεγονός δεν μπορεί να κρύβεται και το άλλο: ότι σίγουρα τα καθήκοντα αυτά δεν θα προχωρήσουν χωρίς ουσιαστική άνοδο της διακίνησης, της αξιοποίησης και του περιεχομένου του «Ριζοσπάστη» ως ενός πραγματικού «οδηγού δράσης».

Τάσος ΓΑΛΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
Μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του "Ριζοσπάστη"

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις