Ο ΣΥΡΙΖΑ για την προοπτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης
"Η έμφαση δόθηκε στις πολιτικές της λιτότητας και της εσωτερικής υποτίμησης. Η ιδέα ήταν απλή. Η Ευρώπη είναι ένα άθροισμα εθνικών οικονομιών με διαφοροποιημένες επιδόσεις (...) Η ιδέα αυτή αποτελεί πλήρη αντιστροφή της ίδιας της ιδέας της συγκρότησης της Ευρώπης ως ενιαίας οικονομίας, όπου οι εθνικές οικονομίες αποτελούν τμήματά της αλλά η δυναμική υπερβαίνει το άθροισμά τους. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση εδράζεται στα οφέλη που θα προέκυπταν από την ενιαία αγορά και τη σύγκλιση τιμών και μισθών μέσα από την κινητικότητα των επενδύσεων και των εργαζομένων. Μπορεί αυτό να προσέκρουε σε πολιτισμικούς και άλλους φραγμούς, αλλά εδώ θα ήταν οι μηχανισμοί των Βρυξελλών για να διασφαλίζουν την αναδιανομή πόρων σε υποδομές και ανθρώπους με εξισορρόπιση ευκαιριών και διόρθωση ανισοτήτων. Επί 50 χρόνια ήταν η σύγκλιση των εθνικών οικονομιών, εν μέρει των μισθών, μετά βεβαιότητας του κοινωνικού κράτους, σε κάθε περίπτωση των οικονομικών και κοινωνικών συντεταγμένων που χαρακτήριζε το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Σήμερα ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Οι ανισότητες Βορρά - Νότου μεγαλώνουν, οι κοινωνικές ανισότητες στο εσωτερικό κάθε χώρας επίσης και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί αναδιανομής βρίσκονται σε στασιμότητα (...) Σήμερα ο πολιτικός χάρτης της Ευρώπης τείνει να πολωθεί ανάμεσα στις δυνάμεις της οικονομικής στρατηγικής της λιτότητας και της "ευρωσκλήρυνσης" και τις δυνάμεις που αναζητούν τη διέξοδο μέσα από την ευρωπαϊκή διαχείριση της κρίσης και στις τρεις μεγάλες θεματικές, την τραπεζική ενοποίηση, τη διαχείριση του χρέους και την υιοθέτηση μιας ισχυρής αναπτυξιακής και περιβαλλοντικής ατζέντας".
Αυτά γράφει ο Γ. Σταθάκης του ΣΥΡΙΖΑ σε άρθρο του για την ΕΕ
στο «Βήμα της Κυριακής».
Ποιες συγκλίσεις;
Από τη συνάντηση του
Αλ. Τσίπρα
με τον Ο. Ρεν
|
Η
«ιδέα» της συγκρότησης της ΕΕ, στην οποία αναφέρεται, αποτελούσε το βασικό
προπαγανδιστικό εργαλείο των αστών. Ετσι προπαγάνδιζαν τη μετατροπή της ΕΟΚ σε
ΕΕ, με πρώτο στάδιο την «Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά» το 1985, που άνοιγε το δρόμο
στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, ως τη Συνθήκη που θα οδηγούσε στις συγκλίσεις. Δεν
το πάλευαν 50 χρόνια όπως λέει, αλλά του συγχωρούμε αυτό το μικρό ιστορικό
λάθος. Αν και οικονομολόγος «ξεχνά» ορισμένες βασικές πλευρές της διαμόρφωσης
της ΕΟΚ - ΕΕ. Το γεγονός ότι η ΕΟΚ δημιουργήθηκε ως συνένωση των μονοπωλίων της
Δυτικής Ευρώπης κόντρα στα κράτη της σοσιαλιστικής εξουσίας που μετά τον Β'
Παγκόσμιο Πόλεμο επικράτησαν σε ένα μεγάλο τμήμα της Ευρώπης. Συνένωση που
στηρίχτηκε βεβαίως στις μεγάλες δυνατότητες καπιταλιστικής ανάπτυξης μετά την
κρίση και τις καταστροφές του πολέμου. Οι τεράστιοι τότε ρυθμοί ανάπτυξης που
έφταναν και σε διψήφια νούμερα στους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ, έδιναν τη
δυνατότητα, υπό την επίδραση του συσχετισμού δυνάμεων με δοσμένη την ύπαρξη του
σοσιαλισμού και τους συνδικαλιστικούς αγώνες, να κάνει το κεφάλαιο παραχωρήσεις
ενσωμάτωσης εργατικών μαζών. Ετσι αυξάνονταν οι μισθοί, δημιουργήθηκε το
λεγόμενο «κοινωνικό κράτος», διαδικασία στην οποία πρωτοστάτησαν τα
σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Αυτό είναι το ένα ζήτημα, το οποίο δεν το αναφέρει.
Γιατί η συνέχεια βεβαίως ήταν διαφορετική. Η καπιταλιστική οικονομική κρίση της
δεκαετίας του '70 δημιούργησε δυσκολίες στην αναπαραγωγή του κεφαλαίου και
άνοιξε το δρόμο στις αντεργατικές καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, σημαίνοντας και
την αρχή κατάργησης εργατικών κατακτήσεων που είχε παραχωρήσει το κεφάλαιο.
Ταυτόχρονα η αναζήτηση, από τα μονοπώλια της ΕΟΚ, παραπέρα ενίσχυσης της θέσης
τους στην παγκόσμια αγορά, γεγονός που απαιτούσε την προώθηση της παραπέρα
ενοποίησης και της εσωτερικής αγοράς της ΕΟΚ. Αυτή ήταν η πολιτική απόφαση,
αλλά έπρεπε να στηριχτεί προπαγανδιστικά και εφευρέθηκε η «σύγκλιση».
Εδώ
είναι το δεύτερο ζήτημα που συγκαλύπτει ο Γ.Σταθάκης. Το γεγονός ότι ο
καπιταλισμός αναπτύσσεται ανισόμετρα και βεβαίως πάνω στο έδαφος του
ανταγωνισμού. Η συγκρότηση της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς αλλά και η Συνθήκη του
Μάαστριχτ με τις τέσσερις ελευθερίες (κεφαλαίου, εμπορευμάτων, υπηρεσιών και
εργατικού δυναμικού), όπως και η Οικονομική και Νομισματική Ενοποίηση, δεν
καταργούν ούτε τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό, ούτε την ανισόμετρη ανάπτυξη των
καπιταλιστικών οικονομιών της ΕΕ. Τα μονοπώλια, οι επιχειρηματικοί όμιλοι όλων
των κρατών που στρατηγικά επέλεξαν τη συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ενοποίηση, από
τη μια ευνοούνται από την κοινή ευρωπαϊκή αγορά, από την άλλη αντικειμενικά,
αυτή γίνεται πεδίο του μεταξύ τους ανταγωνισμού. Εδώ κυριαρχεί το ισχυρότερο
μονοπώλιο, ο ανταγωνιστής του συνήθως γίνεται υποδεέστερος (ανισομετρία), αυτό
ισχύει και σε επίπεδο οικονομιών εντός ευρωζώνης και ΕΕ. Ο συσχετισμός δεν
είναι βεβαίως ποτέ στατικός, αλλάζοντας η ισχύς των μονοπωλίων, αλλάζει και ο
συσχετισμός. Αρα ποια σύγκλιση; Είναι ουτοπία να πιστεύει κανείς ότι τα
γερμανικά μονοπώλια θα στηρίξουν τα ελληνικά για να γίνουν ισότιμα εντός της
ΕΕ. Το ίδιο βεβαίως ισχύει και με τους μισθούς και με τα έργα υποδομών κ.λπ.
Επομένως είναι ουτοπία και τα περί αλληλεγγύης μεταξύ των καπιταλιστικών
οικονομιών, δηλαδή να συμβάλουν οι ισχυρές για να ενισχυθούν οι αδύνατες. Οι
επενδύσεις και οι συμπράξεις μονοπωλίων των ισχυρών με αυτά των πιο αδύνατων
κρατών δεν γίνονται με σκοπό την αλληλεγγύη αλλά την εξασφάλιση της κερδοφορίας
αμφοτέρων, βεβαίως με μοιρασιά στη βάση της δύναμης. Αυτό όμως δεν καταργεί
ούτε την ανισομετρία ούτε τον ανταγωνισμό.
Θέλει βάθεμα της ενοποίησης
με άλλο μείγμα
Αυτοί
είναι οι παράγοντες που καθορίζουν και την πολιτική διαχείρισης της κρίσης που
εκδηλώθηκε γενικευμένα στην ΕΕ ανεξάρτητα από το επίπεδο της κάθε
καπιταλιστικής οικονομίας αλλά και τη φάση του κύκλου. Στην όποια δυσκολία
διαχείρισης σε κάθε καπιταλιστική οικονομία επιδρά και το ύψος των ελλειμμάτων
και των κρατικών χρεών. Τυπικά ο Γ. Σταθάκης, μιλώντας με το γράμμα των
Συνθηκών, αναζητά ευρωενωσιακή διαχείριση και της κρίσης και των χρεών. Αυτή η
λογική αντικειμενικά δεν διαφέρει από τις απόψεις όσων υποστηρίζουν ότι τα
προβλήματα της ΕΕ μπορούν να λυθούν στην κατεύθυνση της εμβάθυνσης της
ενοποίησης. Η θέση του στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ ουσιαστικά δεν διαφοροποιείται από
αυτές τις λογικές. Ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός και η ανισομετρία, ξεπερνούν
το γράμμα των Συνθηκών και επιβάλλουν στην πράξη τα συμφέροντα των ισχυρότερων
μονοπωλίων. Που σημαίνει ότι ακόμη και να προχωρήσει η ενοποίηση, τα φαινόμενα
των αποκλίσεων των οικονομιών δεν θα αλλάξουν. Οπως δεν θα αλλάξουν και τα
φαινόμενα αύξησης των κοινωνικών ανισοτήτων στο εσωτερικό των κρατών. Αλλωστε η
αύξηση της κερδοφορίας απαιτεί αύξηση της εκμετάλλευσης. Οπως και αν αυτή
επιτυγχάνεται, είτε με αύξηση της παραγωγικότητας, , είτε με μείωση μισθών η
ουσία δεν αλλάζει, οι ταξικές ανισότητες μεγαλώνουν.
Βάθεμα
της ευρωπαϊκής ενοποίησης θέλει και ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως θέλει και το κυρίαρχο αστικό
ρεύμα. Αλλά προβάλλει διαφορετική πολιτική διαχείρισης, όχι μόνο για την
Ελλάδα, αλλά συνολικά για την ΕΕ την οποία αντιλαμβάνεται ως ενιαία οικονομική
οντότητα, ως ενιαία καπιταλιστική οικονομία, ζητώντας ευρωενωσιακή διαχείριση
της κρίσης, του χρέους, ενίσχυση της τραπεζικής ένωσης και ευρωενωσιακή
πολιτική καπιταλιστικής ανάπτυξης. Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί αυτήν τη διαχείριση να
την εμφανίσει ψευδώς ως φιλολαϊκή, ότι θα εξασφαλίσει τη λαϊκή ευημερία.
Η
αλήθεια είναι ότι για την εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, μια
διέξοδος υπάρχει. Η πάλη για αποδέσμευση από την ΕΕ, μονομερή διαγραφή του
χρέους, κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, με εργατική λαϊκή
εξουσία. Ετσι μόνον η οικονομία, απαλλαγμένη από την καπιταλιστική ιδιοποίηση
του πλούτου που παράγουν οι εργαζόμενοι, θα αναπτύσσεται σε όφελος του λαού,
ικανοποιώντας όλες τις σύγχρονες ανάγκες του.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου