Για την κριτική στις Θέσεις για το 19ο Συνέδριο

Ε
ίναι γεγονός ότι μέσα από τις στήλες του «Ριζοσπάστη» έχει αναπτυχθεί ανοιχτά, ελεύθερα και μέχρις ενός σημείου γόνιμα ένας διάλογος για τις Θέσεις της ΚΕ για το 19ο Συνέδριο, κάτι πού αντανακλά και μια ακόμη θεμελιώδη διαφορά που έχει το ΚΚΕ με τα άλλα αστικά κόμματα, ότι δηλαδή ανοίγει θεσμοθετημένη προσυνεδριακή πολιτικο-ιδεολογική συζήτηση που ως γνωστόν ούτε κατά διάνοια μπορεί να ενταχθεί στη λογική του στημένου συνεδρίου - φιέστας των άλλων κομμάτων. Ωστόσο, ο διάλογος που έχει αναπτυχθεί από τις στήλες του «Ριζοσπάστη» μεταφέρει και ένα κλίμα που υπάρχει σε ένα βαθμό στην κομματική βάση αλλά και στον περίγυρο του Κόμματος (φίλοι, οπαδοί και ψηφοφόροι), εννοώντας την όποια απογοήτευση ή το συνεχιζόμενο σε κάποιους μούδιασμα από το εκλογικό αποτέλεσμα του Ιούνη. Αυτό είναι και ένας σημαντικός λόγος για την επιθετική (στα όρια της αντικομματικής) αρθρογραφία κάποιων κομματικών μελών και αναφέρομαι κυρίως σε κομματικά μέλη που δούλευαν ή δουλεύουν στον «Ριζοσπάστη» και τα άλλα μέσα του ΚΚΕ.

Θ
α προσπαθήσω όσο πιο συνεκτικά γίνεται να τους αντικρούσω. Αναφέρονται κατά κόρον, όπως και άλλοι, στην εγκατάλειψη της πολιτικής του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού μετώπου (ΑΑΔΜ) όπως αποφασίστηκε στο 15ο Συνέδριο και την προσχώρηση στο δογματισμό - σεχταρισμό από την καθοδήγηση. Είναι μια θέση που βασικά πατάει στην υποτιθέμενη χαμένη ευκαιρία μιας κυβέρνησης της αριστεράς στην Ελλάδα στις εκλογές του Μάη - Ιούνη 2012 και (ως ένα βαθμό δικαιολογημένα) γαλβανίζει ακόμα μια (υποθέτω μικρή) μερίδα κομματικών μελών, ακόμα περισσότερο πολλούς από τους οπαδούς - ψηφοφόρους του Κόμματος. Απλούστατα, τώρα νομίζουν μερικοί ότι είναι ευκαιρία να περάσουν τον οπορτουνισμό μέσα στο Κόμμα από την πίσω πόρτα. Ωστόσο, όσο και να γλυκαίνει τα όνειρα σε μια μάζα ριζοσπαστικοποιημένου αριστερού κόσμου η προοπτική μιας κυβέρνησης της «αριστεράς» στην Ελλάδα, είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς πως μπορεί να υπάρχουν κομματικά μέλη που να μη βλέπουν τα αδιέξοδα μιας υποτιθέμενα αριστερής κυβέρνησης σε κολεγιά π.χ. με το ΣΥΡΙΖΑ (γιατί όχι και με τον Κουβέλη;) στο έδαφος του καπιταλισμού και μέσα στα πλαίσια των ευρωενωσιακών και ΝΑΤΟικών δεσμεύσεων της χώρας. Για να μην πηγαίνουμε μακριά, η στάση και η προεδρική - κυβερνητική θητεία του ΑΚΕΛ στην Κύπρο είναι πολύ πρόσφατη για να μας θυμίζει τι είδους αριστερή διακυβέρνηση μπορεί να υπάρξει χωρίς ρήξη και ανατροπή της αστικής εξουσίας με ό,τι αυτό συμπαρασύρει (ένταξη σε ιμπεριαλιστικές διακρατικές ενώσεις κλπ). Η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα της Κύπρου, οι Κύπριοι γενικότερα το βιώνουν οδυνηρά τελευταία!

Οπως παρατηρεί πολύ σωστά ο Στ. Ξενικουδάκης από τις στήλες του Διαλόγου («Ριζοσπάστης», 23-24 Μάρτη) «Διατηρώντας (η αστική τάξη) την οικονομική εξουσία θα μπορεί να γονατίζει οικονομικά την εργατική τάξη και τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα και έχοντας ουσιαστικά την κρατική εξουσία θα μπορεί να εκθέτει και να προβοκάρει την κυβέρνηση στα μάτια του λαού, ώστε να πέσει χωρίς να χρειαστεί ανοιχτή επέμβαση του αστικού κράτους». Τα ιστορικά παραδείγματα υπάρχουν και είναι εδώ για όσους έχουν τη διάθεση να διδαχθούν από την ιστορία των λαϊκών - επαναστατικών κινημάτων. Από τα λαϊκά μέτωπα στην Ευρώπη του μεσοπολέμου μέχρι τη Χιλή του Αλιέντε και την «επανάσταση των γαρυφάλλων» στην Πορτογαλία το 1974-'75, πουθενά μα πουθενά ενδιάμεσες εξουσίες με διακηρυγμένους ενδεχομένως αντιιμπεριαλιστικούς - αντιμονοπωλιακούς στόχους δεν τελεσφόρησαν όσο αγνοούσαν το θεμελιώδες: Την άμεση κατάργηση της αστικής εξουσίας και το πέρασμα των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής στα χέρια της νέας λαϊκής εξουσίας. Μπορεί να γίνει μήπως κάτι τέτοιο με ομαλές κοινοβουλευτικές διαδικασίες; Είναι αστείο και να το φανταστεί κανείς όσο η αστική τάξη ελέγχει την οικονομική άρα και την πολιτική εξουσία και χρησιμοποιεί ανάλογα το εποικοδόμημα (εκπαίδευση, προπαγάνδα-ΜΜΕ, κατασταλτικοί μηχανισμοί κ.ά.). Αρα λοιπόν γιατί τόση εμμονή με το ΑΑΔΜ όταν οι Θέσεις δεν το θεωρούν μεν ως ενδιάμεση εξουσία - διακυβέρνηση, αλλά ταυτόχρονα δεν ακυρώνουν το περιεχόμενο των αιτημάτων του ως στόχων πάλης του ευρυνόμενου κινήματος της Λαϊκής Συμμαχίας; Κάποιος υποστήριξε ότι θα έπρεπε οι Θέσεις να έχουν ένα προοίμιο που να δηλώνουν ότι το ΚΚΕ παύει πλέον να είναι τριτοδιεθνιστικό κόμμα και γίνεται ένα άλλου τύπου επαναστατικό κόμμα! Μα η Τρίτη Διεθνής αυτοδιαλύθηκε το 1943 (με γενικότερο αρνητικό αντίκτυπο στο διεθνές κίνημα), και αν τα κομμουνιστικά κόμματα το 1944-1949 ήταν τριτοδιεθνιστικά θα έπρεπε το πιο ρωμαλέο λαϊκό - απελευθερωτικό και επαναστατικό κίνημα στην Ευρώπη να ζητήσει και να πάρει «όλη την βοήθεια που μπορούν να δώσουν οι οργανωμένοι εργάτες των άλλων χωρών» (Από το καταστατικό της ΚΔ, «Η Κομμουνιστική Διεθνής», ΣΕ, 2009). Και φυσικά καταλαβαίνουμε όλοι για ποια χώρα κυρίως μιλάμε.

Δ
ηλαδή, ποιες είναι οι νόρμες εκείνες της ΚΔ (ας πάμε τόσο πίσω) που υποτίθεται το ΚΚΕ τις ξεπερνά τώρα, μήπως η πολιτική των συμμαχιών; Μα εδώ έχουμε ιστορική εξέλιξη που τρέχει, έχουμε κομμουνιστικά κόμματα το πάλαι ποτέ κραταιά στη Δυτική Ευρώπη που ξόφλησαν πολιτικά τελείως αφού πρώτα πέταξαν σιγά-σιγά τα όποια επαναστατικά τους χαρακτηριστικά για να γίνουν θλιβεροί επαίτες του «ιστορικού συμβιβασμού» (ΚΚΙ του Μπερλιγκουέρ και των επιγόνων) ή ουρές της αστικής διαχείρισης στην υπηρεσία της σοσιαλδημοκρατίας (ΚΚΓ). Εχουμε μπροστά στα μάτια μας την απροσχημάτιστη επίθεση του κεφαλαίου σε διεθνή κλίμακα, με την Ελλάδα από τις πιο οξυμένες περιπτώσεις, σε στοιχειώδη εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα, έχουμε όλο και πιο καθαρά το δίλημμα συμβιβασμός και ενσωμάτωση ή ρήξη και ανατροπή με το σύστημα; Αν το ΚΚΕ υπέκυπτε στις πιέσεις ή βαυκαλιζόταν με ψευδαισθήσεις, δηλαδή ουσιαστικά εκχωρούσε τον αυτοπροσδιορισμό του σαν επαναστατικό - ταξικό κόμμα στην Ελλάδα για ένα ξεροκόμματο ψευτοαριστερής εξουσίας με την αστική τάξη να ελέγχει τα μέσα παραγωγής, είναι σίγουρο ότι και τα όποια πρόσκαιρα εκλογικά κέρδη θα έχανε με την ίδια ευκολία, αλλά ταυτόχρονα θα έπεφτε σε τέτοια ανυποληψία που θα ακυρωνόταν τελείως ο καθοδηγητικός του ρόλος σε ενδεχόμενη μελλοντική επαναστατική κατάσταση.

Επίσης ξενίζει κάποιους η θέση της ΚΕ για την ενδιάμεση θέση της Ελλάδας στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα παρόλο που αναφέρεται σαφώς ότι υπάρχουν ισχυρές εξαρτήσεις από τις ΗΠΑ και την ΕΕ. Μια δημοσιογράφος μάλιστα της ΚΟΒ του «Ριζοσπάστη» («Ριζοσπάστης», 23-24 Μάρτη), χαρακτηρίζει τις κερδοφόρες μπίζνες της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας στα μετα-κομμουνιστικά Βαλκάνια (με την εκμετάλλευση της φτηνής εργασίας βέβαια) σαν... «άμεσες επενδύσεις που έκαναν άλλωστε και οι αστικές τάξεις αποικιοκρατούμενων χωρών» (sic!). Μα ακριβώς επειδή η επιθετική επέκταση των ελληνικών κεφαλαίων εξαντλείται (κυρίως πριν την κρίση) στον άμεσο γεωπολιτικό περίγυρο, για το λόγο αυτό χαρακτηρίζεται σωστά η Ελλάδα σαν ενδιάμεση θέση στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, λαμβανομένου υπόψη και του ρόλου της ελληνικής ναυτιλίας. Από εδώ προκύπτει κατά βάση, και με δεδομένο το ρόλο που της επιφυλάσσουν οι ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί στην περιοχή, η προθυμία των ελληνικών κυβερνήσεων να παρέχουν κατά περίπτωση βοήθεια είτε άμεσα στρατιωτική είτε λογιστικού τύπου σε διεθνείς ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις.

Σ
υμπερασματικά κατά την άποψη μου, η κριτική που γίνεται στις Θέσεις με τα επιχειρήματα γύρω από την εγκατάλειψη της στρατηγικής του αντιιμπεριαλιστικού - αντιμονοπωλιακού - δημοκρατικού μετώπου, τη σύγχυση στρατηγικής και τακτικής ή την αλλαγή της θέσης για τη σχέση της Ελλάδας με το παγκόσμιο σύστημα, αν δεν έχει άλλου τύπου κίνητρα, παραγνωρίζει ή αγνοεί κάτι που θα έπρεπε να έχει λάβει σοβαρά υπόψη της. Δηλαδή ότι το ΚΚΕ, το μόνο ίσως από τα μαχόμενα κομμουνιστικά κόμματα, έχει ασχοληθεί την τελευταία εικοσαετία μετά τις ανατροπές στη Σοβιετική Ενωση και τις χώρες της Ανατ. Ευρώπης, με μεθοδικότητα και επιστημονικότητα με την ιστορία όχι μόνο τη δική του αλλά και του παγκόσμιου κομμουνιστικού - επαναστατικού κινήματος, φυσικά, χωρίς να έχει εξαντλήσει το τεράστιο αυτό θέμα. Αυτό είναι κάτι που κάθε κομμουνιστικό κόμμα που σέβεται το όνομα και την ιστορία του θα έπρεπε να έχει πράξει, πέρα από το προφανές ιστορικό ενδιαφέρον, στο βαθμό που χρειάζεται να διδαχθεί από τη διαλεκτική εξέταση της εξέλιξης του κινήματος τοπικά και διεθνώς και να αναφερθεί στην εργατική τάξη της χώρας του αλλά κυρίως σαν οδηγός επαναστατικής δράσης για το μέλλον.

Είναι φανερό ότι οι Θέσεις για το 19ο Συνέδριο δεν μπορούν παρά να αντανακλούν στο βαθμό που είναι αναγκαίο την ερμηνεία και τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τις θεωρητικές επεξεργασίες που έχουν γίνει. Σε κάθε περίπτωση η ίδια η κοινωνική - πολιτική εξέλιξη, η επιτυχής εξέλιξη της ταξικής πάλης τώρα και στο μέλλον, οι αγώνες των λαών ενάντια στην ιμπεριαλιστική επικυριαρχία, θα είναι το κριτήριο με το οποίο θα μετρηθούν οι Θέσεις και όχι βέβαια με τη μια ή την άλλη εκλογική συγκυρία που έτσι κι αλλιώς είναι το... γήπεδο πού προετοιμάζουν και παίζουν οι αστοί.

Στάθης ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις