Οι πραγματικοί ωφελημένοι του αγωγού ΤΑΡ

Α ν πιστέψει κανείς τα αστικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, η κυβερνητική πολιτική στον τομέα της Ενέργειας σημείωσε αυτό το διάστημα δύο σημαντικές επιτυχίες που θα ωφελήσουν πολλαπλά το λαό. Πρόκειται για τη συμφωνία διέλευσης του αγωγού ΤΑΡ από την Ελλάδα, ο οποίος επιλέχθηκε για τη μεταφορά του αζέρικου φυσικού αερίου στην Ιταλία και γενικότερα στην αγορά της ΕΕ, καθώς και για την επιτυχή ιδιωτικοποίηση του ΔΕΣΦΑ με την παράδοσή του στην αζέρικη «Socar».

H αστική προπαγάνδα προβάλλει το ύψος των συνολικών επενδύσεων που θα ξεπεράσουν τα 1,5 δισ. ευρώ, τη δημιουργία 2.000 θέσεων εργασίας στη φάση κατασκευής του έργου, τη γεωπολιτική αναβάθμιση της χώρας στον ενεργειακό χάρτη της ΕΕ, καθώς και τα 400 εκατ. ευρώ που θα δώσει η «Socar» για την απόκτηση του ΔΕΣΦΑ.

Ασφαλώς υπάρχουν κάποιοι που είναι λογικό να αισθάνονται ικανοποιημένοι από την κατάληξη των κυβερνητικών χειρισμών. Πρόκειται για την άρχουσα τάξη που διασφάλισε τη συμμετοχή της χώρας ως κρίκου υλοποίησης του ευρωατλαντικού σχεδίου μεταφοράς φυσικού αερίου (του περιβόητου νότιου ενεργειακού διαδρόμου) με στόχο τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της ΕΕ από τη Ρωσία.

Η συγκεκριμένη συμμετοχή συμβάλει γενικότερα στην υλοποίηση της αστικής στρατηγικής αναβάθμισης της Ελλάδας σε κόμβο μεταφοράς ενέργειας και εμπορευμάτων, στο πλαίσιο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Διευκολύνει την υλοποίηση παρόμοιων σχεδίων, όπως της συγκρότησης ενεργειακού άξονα Ισραήλ - Κύπρου - Ελλάδας για προμήθεια φυσικού αερίου στην αγορά της ΕΕ.

Ωφελημένοι θα είναι συγκεκριμένοι μονοπωλιακοί όμιλοι που μπορούν να συμμετέχουν στην κατασκευή σχετικών υποδομών και προμήθειας εξοπλισμού (π.χ. όμιλος Στασινόπουλου), οι όμιλοι που διεκδικούν τη ΔΕΠΑ μετά την αποχώρηση της «Γκάζπρομ» (π.χ. Μυτηλιναίου - Βαρδινογιάννη) και βέβαια ο όμιλος «Λάτση» αφού από τη συνολική πώληση του 66% των μετοχών του ΔΕΣΦΑ πάνω από το μισό μερίδιο (35%) ανήκει στα ΕΛΠΕ.

Ποια είναι όμως τα οφέλη με γνώμονα την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών;
Οι συνέπειες ιδιωτικοποίησης του ΔΕΣΦΑ

Η ουσιαστική συμπόρευση Ευρωπαϊκής Επιτροπής - ΗΠΑ και ελληνικής κυβέρνησης για την πώληση της ΔΕΣΦΑ στην αζέρικη «Socar» ήταν δεδομένη με βάση τις στρατηγικές επιλογές της αστικής τάξης, στο πλαίσιο των συγκεκριμένων ευρωατλαντικών σχεδιασμών προώθησης του αγωγού ΤΑΡ. Η ιδιωτικοποίηση του ΔΕΣΦΑ ανοίγει το δρόμο αύξησης των τελών χρήσης του δικτύου μεταφοράς φυσικού αερίου που θα μετακυλιστούν στη λαϊκή κατανάλωση, καθώς και για τις μειώσεις μισθών και αριθμού των εργαζόμενων. Παράλληλα το ελληνικό κράτος, δηλαδή οι φορολογούμενοι, θα εγγυηθεί στην πράξη τις οφειλές τρίτων προς τον ΔΕΣΦΑ. Το κυριότερο όμως είναι ότι η ανάπτυξη και η συντήρηση του εσωτερικού δικτύου μεταφοράς θα καθορίζεται με γνώμονα το ποσοστό κέρδους του νέου ιδιοκτήτη.

Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ η κριτική εστιάστηκε στο πράγματι χαμηλό τίμημα της πώλησης τόσο σε σχέση με την πραγματική αξία των σημερινών υποδομών του ΔΕΣΦΑ όσο και σε σχέση με την πολύ υψηλότερη ρωσική προσφορά. Ωστόσο αυτή η άσφαιρη κριτική συγκαλύπτει την υπόκλιση του ΣΥΡΙΖΑ στη δέσμευση απελευθέρωσης του ενεργειακού τομέα που ισχύει για όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ και την οποία υλοποιεί η κυβερνητική πολιτική. Αυτό υποδηλώνει εξάλλου και η αντιφατική κριτική του ΣΥΡΙΖΑ που μιλά για φιάσκο της κυβέρνησης στην περίπτωση της αποχώρησης της ρωσικής «Γκάζπρομ» από το διαγωνισμό ιδιωτικοποίησης της ΔΕΠΑ, ενώ την ίδια στιγμή δηλώνει αντίπαλος της ιδιωτικοποίησης. Σε κάθε περίπτωση το χαμηλό τίμημα υπογραμμίζει ότι η κυβέρνηση αξιοποιεί το ζήτημα της υπερχρέωσης του κράτους, ως εφαλτήριο για την επιτάχυνση των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων.
Η συμφωνία χωρίς μάσκα

Τ ο ΚΚΕ αξιολογεί κάθε διακρατική ενεργειακή συμφωνία με γνώμονα τη συμβολή της στην ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, τη διασφάλιση φθηνής λαϊκής κατανάλωσης, τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας και την αύξηση της ασφάλειας ενεργειακού εφοδιασμού, τη συμβολή στη θωράκιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της ειρήνης στην περιοχή. Οι 200 περίπου θέσεις εργασίας στη φάση της λειτουργίας του έργου θα είναι με όρους γαλέρας σε σχέση με το σημερινό επίπεδο των εργαζομένων του κλάδου. Η συγκεκριμένη διακρατική συμφωνία δε διασφαλίζει προνομιακούς όρους τιμολόγησης ούτε ανάλογη δέσμευση διερχόμενων ποσοτήτων φυσικού αερίου για την εγχώρια κατανάλωση, σε ένα επίπεδο που θα μπορούσε να συμβάλει και στις διαπραγματεύσεις για μείωση του σημερινού υψηλού κόστους των ενεργειακών εισαγωγών. Αντίθετα, όπως ομολόγησε ο επικεφαλής της κοινοπραξίας του ανταγωνιστικού σχεδίου αγωγού «Nabuco West», Γκέρχαρτ Ρόις, οι πολύ ψηλές τιμές φυσικού αερίου σε Ελλάδα και Ιταλία, ήταν ένας από τους λόγους που προτιμήθηκε τελικά η λύση του αγωγού ΤΑΡ, για την υλοποίηση του ευρωατλαντικού σχεδίου του Ενεργειακού Διαδρόμου μεταφοράς φυσικού αερίου στην ΕΕ από την κοινοπραξία η οποία διαχειρίζεται το κοίτασμα Σαχ Ντενίζ του Αζερμπαϊτζάν.

Στην πραγματικότητα, παρότι ο ΤΑΡ διέθετε από την αρχή ορισμένα τεχνικοοικονομικά πλεονεκτήματα έναντι του «Ναμπούκο» (μικρότερο μήκος και κόστος κατασκευής, μεγαλύτερη μεταφορική ικανότητα), η κοινοπραξία του Σαχ Ντενίζ, όπου ηγεμονεύει η βρετανική ΒΡ, και τα επιτελεία του ευρωατλαντισμού, επέλεξαν τον ΤΑΡ ως πιο αποτελεσματική λύση με βάση το στρατηγικό στόχο μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης της ΕΕ από τη Ρωσία. Ο σχεδιασμός του «Ναμπούκο» με βασική διέλευση από Βουλγαρία, Ρουμανία, Ουγγαρία, Αυστρία απαιτούσε άμεση ικανότητα ανταγωνισμού της ρωσικής παρουσίας σ' αυτές τις αγορές και του ρωσικού σχεδίου «Σάουθ Στριμ» το οποίο υπερτερεί συντριπτικά σε δυνατότητες, έχοντας πρόσβαση σε άμεσα αξιοποιήσιμα τεράστια κοιτάσματα.

Ο ΤΑΡ έχει ως βασικό άξονα τις αγορές Ελλάδας - Αλβανίας - Ιταλίας και δυνατότητες διακλάδωσης προς Βοσνία, Κροατία αλλά και προς τη Βουλγαρία. Σε κάθε περίπτωση για την τροφοδότηση του ευρωατλαντικού σχεδίου, η μόνη σίγουρη πηγή προς το παρόν είναι το αζέρικο κοίτασμα «Σαχ Ντενίζ» που μπορεί να προσφέρει 16 δισ. κ.μ. αερίου το χρόνο, μετά το 2018. Με δεδομένη τη δέσμευση 6 δισ. κ.μ. για την αγορά της Τουρκίας, η συγκεκριμένη ποσότητα δεν καλύπτει ούτε το 3% της κατανάλωσης της ΕΕ και δεν μπορεί να αμφισβητήσει ουσιαστικά την ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Στο κουβάρι των αντιθέσεων

Ω στόσο η συγκεκριμένη επιλογή σε συνδυασμό με τον εξαναγκασμό του ρωσικού ομίλου «Γκάζπρομ» για αποχώρηση από το διαγωνισμό ΔΕΠΑ - ΔΕΣΦΑ, μετά από συνδυασμένες πιέσεις Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ΗΠΑ, εμπλέκει τη χώρα μας βαθύτερα στον επικίνδυνο ανταγωνισμό ατλαντικών και ρωσικών ενεργειακών σχεδίων για την ευρύτερη περιοχή. Αξίζει να σημειωθεί ότι το επόμενο διάστημα η ελληνική κυβέρνηση θα διαπραγματευθεί τους όρους ανανέωσης της σύμβασης προμήθειας φυσικού αερίου, με τη Ρωσία που παραμένει ο βασικός προμηθευτής της ελληνικής αγοράς και της λαϊκής κατανάλωσης.

Παράλληλα θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η ελληνική συμμετοχή στο σχέδιο αγωγού ΤΑΡ δεν αξιοποιήθηκε διαπραγματευτικά ούτε καν για να γίνουν βήματα επίλυσης των διαφορών με την Αλβανία, στο κρίσιμο ζήτημα της ΑΟΖ στο Ιόνιο Πέλαγος. Το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας ακύρωσε τη ελληνοαλβανική συμφωνία του 2009 για τις θαλάσσιες ζώνες και την ΑΟΖ (που αφορά και την εκμετάλλευση ενεργειακών κοιτασμάτων), ύστερα από πολιτική πρωτοβουλία του νικητή των πρόσφατων εκλογών Εντι Ράμα. Από τότε, η Αλβανία υποστηρίζει σθεναρά ότι τα διαπόντια νησιά, βόρεια της Κέρκυρας, στην ουσία δεν έχουν υφαλοκρηπίδα. Αντίστοιχη είναι η προσέγγιση της Τουρκίας σε ζητήματα του Αιγαίου και ιδιαίτερα για το νησιωτικό σύμπλεγμα του Καστελόριζου.

Δεν μπορεί λοιπόν να περάσει απαρατήρητη η ενεργή στήριξη της ελληνικής κυβέρνησης σ' ένα σχέδιο που στηρίζεται στον άξονα Τουρκίας - Αλβανίας, σε μια περίοδο κλιμάκωσης της αμφισβήτησης των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων και με δεδομένη τη στάση των ΗΠΑ υπέρ της συνεκμετάλλευσης των εγχώριων κοιτασμάτων. Πρόσφατα, ο βοηθός υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ Ντέρεκ Σόλε επανέλαβε τις συστάσεις προς την Ελλάδα, να αποφύγει κάθε μονομερή ενέργεια στο θέμα της ΑΟΖ.
Ενεργειακός Σχεδιασμός για ποιον;

Ο ι συγκεκριμένες επιλογές δεν είναι αποτέλεσμα έλλειψης εθνικής ενεργειακής πολιτικής, ούτε επιπολαιότητας και ανικανότητας της ελληνικής ενεργειακής διπλωματίας. Αποτελούν επιλογές και συνέπειες της αστικής πολιτικής που υπηρετεί τα στρατηγικά συμφέροντα της άρχουσας τάξης στο πλαίσιο των δεσμεύσεων της ΕΕ και του ΝΑΤΟ και ειδικότερα της προτεραιότητας υλοποίησης του νότιου ενεργειακού διάδρομου μεταφοράς φυσικού αερίου στην ευρωενωσιακή αγορά.

Η αστική πολιτική ανάδειξης της Ελλάδας σε ενεργειακό κόμβο, δε συμβάλλει στη λαϊκή ευημερία, αλλά στη διασφάλιση ενός γεωγραφικού χώρου διέλευσης αγωγών προς όφελος κοινοπραξιών ισχυρών ομίλων. Θα απαιτήσει νέες θυσίες των αναγκών των εργαζόμενων στη λαϊκή κατανάλωση, στις εργασιακές σχέσεις, στην προστασία του περιβάλλοντος.

Αυτή η πολιτική δεν μπορεί να αξιοποιήσει προς όφελος του λαού τα νέα γεωστρατηγικά δεδομένα όπως η αύξηση του γεωπολιτικού ρίσκου για την κάλυψη μέρους των ενεργειακών αναγκών της ΕΕ από τη Βόρεια Αφρική, καθώς και η αναβάθμιση της σημασίας των ρωσικών αγωγών προς τη Γερμανία και την Ιταλία. Εμπλέκει επίσης τη χώρα βαθύτερα στα ιμπεριαλιστικά σχέδια επέμβασης στη Συρία και στο Ιράν.

Γενικότερα ανοίγει το δρόμο της συνεκμετάλλευσης των θαλάσσιων ελληνικών κοιτασμάτων από ιμπεριαλιστικά κέντρα και ισχυρούς ομίλους, χωρίς διεθνή κατοχύρωση των κυριαρχικών δικαιωμάτων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ προσυπογράφει την αστική στρατηγική για ανάδειξη της χώρας σε ενεργειακό κόμβο στο πλαίσιο του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης και της ΕΕ. Η αποπροσανατολιστική και άσφαιρη κριτική του στην κυβέρνηση για «έλλειψη εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού» προσπαθεί να κρύψει το ταξικό πρόσωπο της πολιτικής του. Το οποίο αποκαλύπτεται και από την αναγόρευση της ελληνικής συμμετοχής στον ΤΑΡ σε ζήτημα εθνικής - στρατηγικής σημασίας, από τους αρμόδιους εκπροσώπους του, όπως η βουλευτής Ευγενία Ουζουνίδου. Γι' αυτό και είναι φυσικό να αποσπά συνεχώς υπερατλαντικά εύσημα από το Ινστιτούτο Brookings ως τις στήλες της «Νιου Υορκ Τάιμς».

Τα συμφέροντα του λαού, τόσο στην Ελλάδα όσο και στις υπόλοιπες χώρες της περιοχής, δεν μπορούν να τα εγγυηθούν αστικές κυβερνήσεις που υποκλίνονται στο στόχο της ανταγωνιστικότητας της καπιταλιστικής οικονομίας και συναγωνίζονται για τους όρους παράδοσης του ορυκτού πλούτου, των ενεργειακών πηγών και των οδών μεταφοράς κάθε χώρας στους μονοπωλιακούς ομίλους.

Οσο ο ενεργειακός πλούτος και οι δρόμοι μεταφοράς του θα συνεχίσουν να αποτελούν «μήλο της Εριδος» ανάμεσα στους μονοπωλιακούς ομίλους και στις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, οι λαοί θα πληρώνουν πανάκριβα, ακόμα και με το αίμα τους για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Προϋπόθεση για να αξιοποιηθούν οι ενεργειακές πηγές προς όφελος των εργαζόμενων είναι να περάσει η εξουσία στα χέρια των λαών, να ανοίξει ο δρόμος για την κοινωνικοποίηση του φυσικού και ενεργειακού πλούτου, των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, για την ανάπτυξη της οικονομίας με επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμός και εργατικό έλεγχο.

Μέσα σ' αυτό το ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης στην Ελλάδα, με αποδέσμευση από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, ο ενιαίος αποκλειστικά κρατικός φορέας ενέργειας θα υπηρετεί το σύνολο των λαϊκών αναγκών και θα αξιοποιεί σ' αυτή την κατεύθυνση την αμοιβαία επωφελή διακρατική συνεργασία.


Μάκης ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ 
Μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις