"Βασανιστικές" συζητήσεις, "φιστίκια" και - διαφορετικά - σχέδια στο συρτάρι...

«Οι βασανιστικές και ατελείωτες συζητήσεις για την οικονομική βοήθεια προς την Ελλάδα συγκαλύπτουν τα πραγματικά προβλήματα της νομισματικής ένωσης. Οταν συναντώνται οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης, στις Βρυξέλλες, θα έπρεπε πρωτίστως να βρουν λύσεις για τις εστίες κρίσης, οι οποίες πραγματικά θα μπορούσαν να προκαλέσουν την κατάρρευσή της. Και τούτο διότι αυξάνονται οι φόβοι για την πιστοληπτική ικανότητα πολύ ισχυρότερων και γι' αυτό σημαντικότερων χωρών - μελών της (...) Σε αυτές συμπεριλαμβάνεται και η Ιταλία, η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, της οποίας το χρέος ανέρχεται σε 2,35 τρισ. ευρώ. Σε σύγκριση με τα 322 δισ. ευρώ των ελληνικών δανειακών υποχρεώσεων μοιάζουν σαν τα παροιμιώδη "φιστίκια"»...
Η παραπάνω «επισήμανση» ανήκει στη γερμανική εφημερίδα «Die Welt» και αν μη τι άλλο είναι ενδεικτική των πραγματικών προβληματισμών που αναπτύσσονται στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ενωσης, για τα μεγάλα ζόρια και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι οικονομίες της διακρατικής καπιταλιστικής ένωσης.
Πρόκειται εξάλλου για κοινό μυστικό: Οι προτάσεις διαχείρισης και ελεγχόμενης απαξίωσης των τεράστιων συσσωρευμένων κεφαλαίων, συσσωρευμένα κεφάλαια που τα προηγούμενα χρόνια προκάλεσαν την καπιταλιστική οικονομική κρίση και σήμερα - παρά τα αποτελέσματα των αντιλαϊκών μέτρων και των αναδιαρθρώσεων - συνεχίζουν να βάζουν σοβαρά εμπόδια στο στόχο για ορμητική ανάκαμψη των καπιταλιστικών οικονομιών της Ευρωζώνης, όχι μόνο «σκοντάφτουν» πάνω στα ιδιαίτερα συμφέροντα των καπιταλιστικών κρατών και των αντίστοιχων μονοπωλίων της ιμπεριαλιστικής ένωσης, προκαλώντας σφοδρούς ανταγωνισμούς, «εναλλακτικά σχέδια» και δεύτερες σκέψεις σε τμήματα του κεφαλαίου και δοκιμάζοντας έτσι τη συνοχή της ιμπεριαλιστικής ένωσης, αλλά είναι και από τη φύση τους αντιφατικές.
Αντιφάσεις...
Οπως σημειώνουν χαρακτηριστικά οι Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο:
«Η παρέμβαση της αστικής πολιτικής για την αναχαίτιση μιας σημαντικής απαξίωσης κεφαλαίου ουσιαστικά καθυστερεί την είσοδο σε φάση δυναμικής καπιταλιστικής ανάκαμψης και αυξάνει τα αδιέξοδα του αστικού πολιτικού συστήματος.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιχειρεί να στηρίξει την πορεία ανάκαμψης με μικρή χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής, ενώ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, από την πλευρά της, εφαρμόζει μέτρα σχετικής χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής. Ταυτόχρονα, όλοι οι θεσμοί της ΕΕ, σε σύμπνοια με τις κυβερνήσεις των κρατών - μελών, προωθούν αναδιαρθρώσεις για τη διασφάλιση φθηνής εργατικής δύναμης στους επιχειρηματικούς ομίλους.
Οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν μπορούν ωστόσο να πετύχουν την άμβλυνση της ανισομετρίας στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, η οποία αποτυπώνεται στη διεύρυνση της ψαλίδας ανάμεσα στα κράτη που σημειώνουν σταθερά εμπορικά πλεονάσματα (Γερμανία, Ολλανδία κ.λπ.) και την πλειοψηφία των κρατών που σημειώνουν αντίστοιχα ελλείμματα».
Την πραγματικότητα αυτή αποτύπωσαν, για μια ακόμα φορά τη βδομάδα που πέρασε οι εκ νέου «προειδοποιήσεις» της Κομισιόν στο πλαίσιο παρουσίασης της έκθεσής της σχετικά με την κατάσταση των οικονομιών των κρατών - μελών της ΕΕ και για την αξιολόγηση τυχόν «μακροοικονομικών ανισορροπιών».
Συγκεκριμένα, η Κομισιόν εντάσσει την οικονομία της Γαλλίας στις χώρες με «υπερβολικές ανισορροπίες», συστήνει - υπό την απειλή κυρώσεων - στην Ιταλία να μειώσει τα «υπερβολικά ελλείμματα» με μέτρα τουλάχιστον 0,2% του ΑΕΠ έως τον Απρίλη, αλλά και - ακόμα πιο «προσεκτικά» σε σχέση με πριν - επισημαίνει την «οικονομική ανισορροπία» της Γερμανίας, έμμεση αναφορά στα πολύ μεγάλα εμπορικά πλεονάσματα (τα μεγαλύτερα παγκοσμίως), τα οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «παρακινεί» την Γερμανία να αξιοποιηθούν για την τόνωση της καπιταλιστικής οικονομίας των... υπόλοιπων καπιταλιστικών κρατών που συγκροτούν την ευρωένωση, αίτημα το οποίο σταθερά απορρίπτει η Γερμανία.
Το «νήμα» για την εξήγηση των εξελίξεων αυτών αποτυπώνεται επίσης στις Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο: «Γενικότερα, οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι η αντικειμενική τάση διεθνοποίησης της κίνησης του κεφαλαίου στο πλαίσιο της καπιταλιστικής αγοράς δεν μπορεί να αναιρέσει την επίδραση του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης, ούτε να ανατρέψει το γεγονός ότι η αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου διενεργείται κυρίως στο πλαίσιο της εθνοκρατικής συγκρότησης της καπιταλιστικής οικονομίας. (...) Στη βάση της παραπάνω αντιφατικής κίνησης της καπιταλιστικής οικονομίας οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και η ενδοαστική διαπάλη στο εσωτερικό κάθε αστικού κράτους».
..."πολλαπλές ταχύτητες"...
Η αντιφατική αυτή κίνηση της καπιταλιστικής οικονομίας δεν μπορεί παρά να «βρίσκει το δρόμο της» και σε ανάλογες, εν μέρει «αντιφατικές κινήσεις» στην αστική πολιτική που, με τη σειρά τους, επιδρούν στην κατάσταση της καπιταλιστικής οικονομίας.
Χαρακτηριστική εδώ είναι η συζήτηση για την ΕΕ «πολλαπλών ταχυτήτων» που έχει ανοίξει πλέον «στα γεμάτα» μετά την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής στη Μάλτα και ενόψει της Συνόδου της Ρώμης στα τέλη Μάρτη όπου αναμένεται να αποτυπωθούν οι βασικές κατευθύνσεις για το μέλλον της ιμπεριαλιστικής ένωσης για τα επόμενα χρόνια.
Ενδεικτικά των προθέσεων είναι όχι μόνο τα όσα ειπώθηκαν μετά τη Σύνοδο από όλες τις μεριές, αλλά και η επιμονή της ιταλικής εφημερίδας «Λα Ρεπούμπλικα» την περασμένη βδομάδα (παρά τις επίσημες διαψεύσεις), ότι ο πρόεδρος της Κομισιόν Γιούνκερ σκέφτεται να παραιτηθεί, αφού από την Ολλανδία και τη Γερμανία τού ζήτησαν «να βάλει στο συρτάρι» τη «Λευκή Βίβλο» για την «Ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης της Ευρώπης» που θεωρητικά πρόκειται να παρουσιαστεί στις αρχές Μάρτη, στη βάση της πρότασης των 5 προέδρων (Κομισιόν, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Eurogroup) του 2015. Πρόταση που εστίαζε στο ζήτημα της Χρηματοοικονομικής Ενωσης, της Δημοσιονομικής Ενωσης και της εμβάθυνσης με στόχο την Πολιτική Ενωση, στη βάση των υπαρχουσών συνθηκών της ΕΕ.
Είτε έτσι είτε αλλιώς, τα αστικά επιτελεία τόνιζαν τη βδομάδα που πέρασε πως αν τελικά παρουσιαστεί η «Λευκή Βίβλος» θα αποτυπώνει τα - σημερινά - εν μέρει διαφοροποιημένα σχέδια ώστε να μπορεί να «συμβαδίσει» με τις προτάσεις για πολλές ταχύτητες της ΕΕ.
Εξάλλου, το σχέδιο για μια «ΕΕ πολλών ταχυτήτων» αποτελεί όπως όλα δείχνουν μια προσπάθεια «προσαρμοσμένης» ολοκλήρωσης, εύθραυστων και επίφοβων συμβιβασμών, ώστε να διατηρηθεί έστω με τη μορφή μιας α λα καρτ ένωσης πάνω σε «ομάδες ζητημάτων» (π.χ. ασφάλεια, νομισματική ένωση κ.ο.κ.) η συνοχή της ιμπεριαλιστικής διακρατικής ένωσης. Προσπαθώντας να «ισορροπήσει» και να «συμβιβάσει», από τη μια, την ανάγκη του κεφαλαίου για «εμβάθυνση» και «ολοκλήρωση» της ιμπεριαλιστικής ένωσης που θα εξυπηρετεί στον ανταγωνισμό τους με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα και, από την άλλη, την ανάγκη καπιταλιστικών κρατών της ευρωένωσης για «προστασία» των δικών τους μονοπωλίων, ανάγκη που προκαλεί τις σημερινές φυγόκεντρες τάσεις.
...και διαφορετικές στοχεύσεις
Πρόκειται για μια από κάθε άποψη «επικίνδυνη αποστολή» για το κεφάλαιο. Είναι δε χαρακτηριστικό το εξής:
Τυπικά, όλες οι πλευρές του ενδοαστικού καβγά φαίνεται σε αυτήν τη φάση να συμφωνούν ότι μια τέτοια πρόταση είναι απαραίτητη και προς το συμφέρον των μονοπωλίων τους: Η Ιταλία, σύμφωνα με όσα βλέπουν το φως τη δημοσιότητας, ήταν εκείνη που πρότεινε το σχετικό σχέδιο (ο αρμόδιος για ευρωπαϊκά θέματα υφυπουργός, Σάντρο Γκότζι, είπε μάλιστα ότι «η κυβέρνηση της Ρώμης, εδώ και πολλές βδομάδες, εργάζεται ακριβώς για την επίτευξη του στόχου αυτού»), οι ηγέτες της Γερμανίας και της Γαλλίας «το πήραν πάνω τους» με τις δηλώσεις μετά τη Σύνοδο, οι χώρες της Benelux (Ολλανδία, Βέλγιο και Λουξεμβούργο) έβγαλαν κοινή ανακοίνωση, όπου αναφέρουν ότι «οι διαφορετικοί δρόμοι ολοκλήρωσης και η ενισχυμένη συνεργασία μπορούν να δώσουν πραγματικές απαντήσεις στις ποικιλόμορφες προκλήσεις», ενώ Ισπανία, Αυστρία και Δανία «αντέδρασαν θετικά», οι δε «χώρες του Βίσεγκραντ» έχουν επανειλημμένως διατυπώσει παρόμοιες προτάσεις.
Αν όμως δει κανείς πιο προσεκτικά τις δηλώσεις, καταλαβαίνει ότι η κάθε πλευρά «εννοεί» άλλο πράγμα όταν μιλάει για μια «ΕΕ πολλαπλών ταχυτήτων»:
Χώρες όπως η Γερμανία που είδαν τις θέσεις των δικών τους μονοπωλίων να ενισχύονται κατά τη διάρκεια της καπιταλιστικής κρίσης και προηγουμένως, βλέπουν ένα τέτοιο σχέδιο ως λύση για να διασφαλιστεί η θέση αυτή, αλλά και, με την απαλλαγή από «βαρίδια», να θωρακιστεί η κερδοφορία των μονοπωλίων τους από τις αναταράξεις στον διεθνή καπιταλιστικό ανταγωνισμό, «για να προχωρήσουν περισσότερο», όπως είπε χαρακτηριστικά ο Γάλλος Πρόεδρος.
Την ίδια ώρα, άλλα καπιταλιστικά κράτη, αλλά και τμήματα του κεφαλαίου εντός των καπιταλιστικών αυτών κρατών βλέπουν την ιδέα της «ευέλικτης εμβάθυνσης» ως ευκαιρία και για χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής και «στρατηγική αυτονομία» για την προστασία των συμφερόντων των δικών τους μονοπωλίων, την ίδια ώρα που η πορεία ενοποίησης της Ευρωζώνης που ζητάνε θα διασφαλίζει ότι η Γερμανία θα παίζει στην πράξη ρόλο εγγυητή για τα υπερχρεωμένα κράτη και τις προβληματικές μεγάλες τράπεζες της ΕΕ. Γι' αυτό και η αποστροφή του Γ. Εμμανουηλίδη, διευθυντή μελετών του Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής (EPC) στις Βρυξέλλες, στο πρόσφατο αφιέρωμα της «Αυγής» για το θέμα, ότι «είναι διαφορετικό να μιλάμε για Ευρώπη πολλών ταχυτήτων και διαφορετικό να μιλάμε για Ευρώπη δύο ταχυτήτων».
Πάνω σε αυτό τον «καμβά» των εξελίξεων στην καπιταλιστική οικονομία και των σφοδρών ενδοϊμπεριαλιστικών και ενδοαστικών ανταγωνισμών, «ζωγραφίζεται» και η εικόνα του αστικού πολιτικού σκηνικού της επόμενης μέρας, με τις εκλογικές αναμετρήσεις σε Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία να είναι μπροστά, «δείχνοντας» προς νέα δίπολα αστικής διαχείρισης και «εναλλακτικών» για το κεφάλαιο.
Ταυτόχρονα, βέβαια, στο έδαφος των μεγάλων δυσκολιών της καπιταλιστικής οικονομίας και των κινήσεων της αστικής διαχείρισης που εν τέλει λειτουργούν αντιφατικά στην πορεία ανάκαμψης του κεφαλαίου, οι «διαχωριστικές γραμμές» των διαφόρων αστικών στρατοπέδων, σαν αυτές που παλεύει να στήσει ο ΣΥΡΙΖΑ μιλώντας για σοσιαλδημοκρατία που «επιμένει στο στόχο της εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» και «νεοφιλελεύθερους» που «βρίσκουν καλή την παλιά ιδέα της Ευρώπης δύο ταχυτήτων», όλο και περισσότερο «θολώνουν».
Αναδεικνύοντας και από αυτή τη σκοπιά ότι η εργατική τάξη δεν μπορεί να παρακολουθεί το πού θα κάτσει η «μπίλια» των ενδοϊμπεριαλιστικών και ενδοαστικών ανταγωνισμών, αλλά σταθερά να παλεύει ενάντια στο κεφάλαιο και όλες τις εκδοχές αστικής διαχείρισης, για αποδέσμευση από τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, με την εξουσία και την οικονομία στα χέρια της.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις