Επίκαιρο το: "Οκτώ ώρες για εργασία, οκτώ ώρες για ανάπαυση και οκτώ ώρες για ό,τι θέλουμε"

Η ευελιξία στις εργασιακές σχέσεις και η διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου κάνουν επίκαιρο το ζήτημα του 8ωρου - 7ωρου σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου
gallery thumbnail
Σκίτσο με το σύνθημα «Οκτώ ώρες για εργασία,
οκτώ ώρες για ανάπαυση και οκτώ ώρες για ό,τι θέλουμε»
Ο τίτλος του θέματος είναι σύνθημα από τραγούδι που τραγουδούσαν οι εργάτριες και οι εργάτες στο Σικάγο την 1η Μάη 1886. Ηταν η μέρα της μεγάλης απεργίας με αίτημα την καθιέρωση της 8ωρης εργάσιμης μέρας. Τότε ο ημερήσιος εργάσιμος χρόνος στα εργοστάσια και αλλού ήταν 10ωρο, 11ωρο έως και 14ωρο. Η απεργία συνεχίστηκε και τις επόμενες μέρες και βάφτηκε στο αίμα των εργατών από το χτύπημα αστυνομίας με εντολή των καπιταλιστών. Οκτώ από τους ηγέτες των εργατών σ' αυτές τις εργατικές κινητοποιήσεις, συνελήφθησαν και δικάστηκαν σε σκηνοθετημένη δίκη με την κατηγορία της ευθύνης για τη βόμβα που έριξαν σε μια από τις εργατικές συγκεντρώσεις. Ηταν προβοκάτσια. Οι Πάρσονς, Σπάις, Φίσερ και Εγκελ απαγχονίστηκαν στις 11 Νοέμβρη 1887, ο Λιγκ βρέθηκε νεκρός στο κελί του και οι Νιμπ, Σουάμπ και Φίλντεν καταδικάστηκαν σε πολλά χρόνια καταναγκαστικά έργα.
Η 8ωρη εργάσιμη μέρα κατακτήθηκε τελικά για την παγκόσμια εργατική τάξη με αίμα. Και καθιερώθηκε αλλού γρήγορα αλλού αργά. Μάλιστα, η οικοδόμηση του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ενωση, και μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, σε μια σειρά χώρες της Ευρώπης, συνέβαλε στην καθιέρωση σ' αυτές τις χώρες της 7ωρης εργάσιμης μέρας.
Σήμερα, 130 χρόνια από την Πρωτομαγιά του Σικάγου, το θέμα της κατάκτησης του 8ωρου και του 7ωρου επανέρχεται ως αίτημα, αλλά από άλλη σκοπιά. Οχι απ' αυτήν που πάλευαν οι εργάτες και οι εργάτριες τότε, δηλαδή τη μείωση του εργάσιμου χρόνου, αλλά απ' αυτήν της εξασφάλισης σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου.
Γιατί, όμως, να υπάρχει σταθερός ημερήσιος εργάσιμος χρόνος; Γιατί είναι και σήμερα επίκαιρο το «Οκτώ ώρες για εργασία, οκτώ ώρες για ανάπαυση κι οκτώ ώρες για ό,τι θέλουμε»;
Επειδή, ακριβώς, οι ευέλικτες μορφές εργασίας κυριαρχούν στις σύγχρονες εργασιακές συνθήκες. Οι μορφές βεβαίως ποικίλλουν. Από μία ώρα εργασία τη βδομάδα, έως τη μερική απασχόληση, την εκ περιτροπής εργασία, τις διαφόρων μορφών διευθετήσεις του εργάσιμου χρόνου έως και ένα έτος, κ.λπ.
Οι πηγές των βασάνων του εργάτη
gallery thumbnail
Η κατάργηση της κανονικότητας στον ημερήσιο εργάσιμο χρόνο εντείνει στο έπακρο την εκμετάλλευση, αφού αφαιρεί από τους εργάτες τη δυνατότητα να δουλεύουν σε σταθερό ημερήσιο χρόνο και με μεροκάματο ή μισθό που να αναπληρώνει την εργατική τους δύναμη.
Η ΕΕ έχει προωθήσει την 65ωρη, τουλάχιστον, βδομάδα δουλειάς με ταυτόχρονη διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου σε χρονιάτικη βάση, έτσι που συνολικά να φαίνεται ότι η βδομάδα δουλειάς δεν ξεπερνά κατά μέσο όρο τις 48 ώρες. Θεωρεί ότι ο ελεύθερος χρόνος μπορεί να είναι καθημερινά μόνο 11 ώρες, επομένως ο υπόλοιπος θεωρείται εργάσιμος. Δηλαδή 13 ώρες τη μέρα δουλειά επί 5 μέρες τη βδομάδα 65 ώρες. Που, αν υπάρχει ανάγκη, στον καπιταλιστή για 6ήμερη βδομάδα θα γίνεται 78 ώρες ή για 7ήμερη 91 ώρες. Βεβαίως, οι πέραν του 8ωρου ώρες δε θα πληρώνονται ως υπερωρία, ούτε καν ως υπερεργασία, αφού με τη διευθέτηση θα δίνονται οι πέραν του 8ωρου ώρες δουλειάς σε ρεπό ή σε άδειες.
Η διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου, επομένως, έχει κύριο χαρακτηριστικό τη δυνατότητα παράτασης της εργάσιμης μέρας πέρα από το 8ωρο, όταν υπάρχει μεγάλη ανάγκη αύξησης της παραγωγής. Στόχος είναι να ενταθεί η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, για να αυξηθεί η κερδοφορία του κεφαλαίου, αφού η παράταση της εργάσιμης μέρας σημαίνει και αύξηση του ημερήσιου χρόνου απλήρωτης δουλειάς στον εργάτη.
Ο Καρλ Μαρξ προσδιόριζε τη μέρα, δηλαδή το 24ωρο, ως το χρόνο στη διάρκεια του οποίου μόνο μπορεί να αναπληρώνει πλήρως την εργατική του δύναμη ο εργάτης και η εργάτρια, αν η εργάσιμη μέρα είναι κανονική, δηλαδή 8ωρη.
«Η εργάσιμη μέρα είναι η φυσική μονάδα μέτρησης για τη λειτουργία της εργατικής δύναμης...» («Το Κεφάλαιο», τ. 2ος σελ. 153).«Πόσος είναι ο χρόνος που στη διάρκειά του το κεφάλαιο επιτρέπεται να καταναλώνει την εργατική δύναμη που πληρώνει την ημερήσια αξία της; (...) το κεφάλαιο απαντάει: η εργάσιμη ημέρα αριθμεί καθημερινά 24 ολόκληρες ώρες, εκτός από λίγες ώρες ανάπαυσης, που χωρίς αυτές η εργατική δύναμη είναι απολύτως ανίκανη να επαναλάβει την υπηρεσία της (...).
Ο χρόνος για τη μόρφωση του ανθρώπου, για την πνευματική ανάπτυξη, για την εκπλήρωση κοινωνικών λειτουργιών, για την κοινωνική συναναστροφή, για το ελεύθερο παιχνίδι των φυσικών και πνευματικών δυνάμεων, ακόμα και ο ελεύθερος χρόνος της Κυριακής (...) όλα αυτά είναι καθαρή ανοησία! Το κεφάλαιο όμως, με το απεριόριστα τυφλό πάθος του και με την πείνα δράκου για υπερεργασία, σπάει όχι μόνο τα ηθικά, μα και τα φυσικά ανώτατα όρια της εργάσιμης ημέρας. Σφετερίζεται το χρόνο που είναι απαραίτητος για την ανάπτυξη, την εξέλιξη και τη διατήρηση της υγείας του σώματος. Ληστεύει το χρόνο που είναι απαραίτητος για την κατανάλωση καθαρού αέρα και ηλιακού φωτός. Τσιγκουνεύεται το χρόνο που είναι απαραίτητος για το φαγητό (...) Τον υγιεινό ύπνο που είναι απαραίτητος για τη συγκέντρωση, την ανανέωση και το φρεσκάρισμα της ζωικής δύναμης, τον περιορίζει το κεφάλαιο σε τόσες ώρες απονάρκωσης, όσες είναι οπωσδήποτε απαραίτητες για να ξαναζωντανέψει ένας απόλυτα εξαντλημένος οργανισμός («Το Κεφάλαιο», τ. 1ος, σελ. 277 - 279).
Καταργείται η σχέση ανάμεσα στην πληρωμένη και απλήρωτη εργασία
Οι σχέσεις εργασίας που καταργούν το σταθερό ημερήσιο εργάσιμο χρόνο, το 8ωρο και το 7ωρο, και προωθούνται από την ΕΕ, από τις αρχές της δεκαετίας του '90, στη συνέχεια με τη Στρατηγική της Λισαβόνας και τη στρατηγική «Ευρώπη - 2020» για την εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων στο πλαίσιο των οξύτατων ανταγωνισμών στη διεθνή αγορά, εντείνουν την ολομέτωπη επίθεση στη εργατικής τάξης μειώνοντας την τιμή της εργατικής δύναμης.
Με τη διευθέτηση (ισχύει για κάθε μορφή διευθέτησης του εργάσιμου χρόνου), καταργείται η σχέση ανάμεσα στην πληρωμένη και απλήρωτη εργασία και έτσι πέφτει η τιμή της εργατικής δύναμης, γεγονός που αυξάνει την υπεραξία που αποσπά το κεφάλαιο, αυξάνει την κερδοφορία του. Αλλωστε, η εργατική δύναμη είναι το μοναδικό εμπόρευμα το οποίο έχει την ιδιότητα να παράγει αξία μεγαλύτερη από την αναπαραγωγή της δικής του αξίας. Και οι καπιταλιστές επιδιώκουν να αποσπούν όσο γίνεται μεγαλύτερη υπεραξία, εκμεταλλευόμενοι, στη διάρκεια της παραγωγικής διαδικασίας, την εργατική δύναμη στο έπακρο, βρίσκοντας διάφορους τρόπους, προκειμένου να το επιτυγχάνουν.
Οι καπιταλιστές, λοιπόν, απαιτούν τη λεγόμενη ευελιξία, δηλαδή χρήση της εργατικής δύναμης, όσες ώρες έχει ανάγκη η επιχείρηση, άρα και ακανόνιστες, π.χ. πότε 15 και πότε 3 ώρες.
Ο Μαρξ ως προς αυτό σημειώνει: «Αν το ωρομίσθιο καθοριστεί έτσι που ο κεφαλαιοκράτης να υποχρεώνεται να πληρώνει όχι ένα ημερήσιο ή βδομαδιάτικο μισθό, αλλά μόνο τις ώρες εργασίας που στη διάρκειά τους ευαρεστείται ν' απασχολεί τον εργάτη, τότε μπορεί να τον απασχολεί λιγότερο από το χρόνο που βρίσκεται αρχικά στη βάση του υπολογισμού του ωρομισθίου ή της μονάδας μέτρου για την τιμή της εργασίας (...) Ο κεφαλαιοκράτης μπορεί τώρα να βγάζει από τον εργάτη μιαν ορισμένη ποσότητα υπερεργασίας, χωρίς να του παραχωρεί τον αναγκαίο για την αυτοσυντήρησή του χρόνο εργασίας (...)τώρα ανακαλύπτουμε τις πηγές των βασάνων του εργάτη που προκύπτουν από την υποαπασχόλησή τουΚαταργείται η σχέση ανάμεσα στην πληρωμένη και απλήρωτη εργασία. Ο κεφαλαιοκράτης τώρα (...) Μπορεί να εκμηδενίζει κάθε κανονικότητα στην απασχόληση και, απόλυτα σύμφωνα με την ευκολία, την αυθαιρεσία και το συμφέρον της στιγμής, να εναλλάσσει την πιο τρομερή υπερβολική εργασία με τη σχετική ή ολοκληρωτική ανεργία. Με το πρόσχημα ότι πληρώνει την "κανονική τιμή της εργασίας", μπορεί να παρατείνει αφύσικα την εργάσιμη μέρα, χωρίς καμιά αντίστοιχη ισοστάθμιση για τον εργάτη. («Το Κεφάλαιο», τ. 1ος, σελ. 563).
Η παράταση του εργάσιμου χρόνου αυξάνει πολλαπλάσια την αξία της εργατικής δύναμης, ενώ η φθορά της δεν αναπληρώνεται. Μακροπρόθεσμα δημιουργούνται χρόνια προβλήματα υγείας που μπορεί να καθιστούν τον εργάτη ανίκανο για εργασία.
Ο Καρλ Μαρξ μίλησε και γι' αυτό: «(...) με την παράταση της εργάσιμης ημέρας η κεφαλαιοκρατική παραγωγή, που είναι ουσιαστικά παραγωγή υπεραξίας, απορρόφηση υπερεργασίας, δεν προκαλεί απλώς το μαρασμό της ανθρώπινης εργατικής δύναμης, που της στερούν τους κανονικούς όρους της ηθικής και φυσικής ανάπτυξης και δραστηριότητάς της. Προκαλεί την πρόωρη εξάντληση και θανάτωση αυτής της ίδιας της εργατικής δύναμης. Παρατείνει για ένα ορισμένο διάστημα τον παραγωγικό χρόνο του εργάτη, συντομεύοντας το χρόνο της ζωής του.
Η αξία της εργατικής δύναμης όμως περιλαμβάνει την αξία των εμπορευμάτων που απαιτούνται για την αναπαραγωγή του εργάτη ή για την αναπαραγωγή της εργατικής τάξης. Αν λοιπόν η παράταση της εργάσιμης ημέρας πέρα από τα φυσικά της όρια, που επιδιώκει κατ' ανάγκην το κεφάλαιο με την απεριόριστη τάση του ν' αυτοαξιοποιείται, συντομεύει τη διάρκεια της ζωής των ξεχωριστών εργατών και επομένως τη διάρκεια λειτουργίας της εργατικής τους δύναμης, γίνεται απαραίτητη η γρηγορότερη αναπλήρωση των φθαρμένων εργατικών δυνάμεων και επομένως η διάθεση μεγαλύτερων εξόδων φθοράς για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, ακριβώς όπως το μέρος της αξίας μιας μηχανής που πρέπει ν' αναπαράγεται καθημερινά είναι τόσο πιο μεγάλο, όσο πιο γρήγορα φθείρεται η μηχανή. (...) το κεφάλαιο είναι ανελέητο απέναντι στην υγεία και στη διάρκεια ζωής του εργάτη, παντού όπου δεν το υποχρεώνει η κοινωνία να τις υπολογίζει» («Το Κεφάλαιο», τ. 1ος, σελ. 282 - 283).
"Κατάργηση του συστήματος της μισθωτής εργασίας"
Απ' όλα τα παραπάνω, γίνεται φανερό ότι το: «Οκτώ ώρες για εργασία, οκτώ ώρες για ανάπαυση κι οκτώ ώρες για ό,τι θέλουμε» του Σικάγου είναι άκρως επίκαιρο για την εργατική τάξη. Μάλιστα ο βαθμός ανόδου της παραγωγικότητας της εργασίας κάνει άμεσα εφαρμόσιμο τον 7ωρο ημερήσιο χρόνο και μάλιστα χωρίς να υπάρχουν άνεργοι. Επίσης, η πάλη με αίτημα το 8ωρο ή το 7ωρο και κανονική εργάσιμη μέρα πρέπει να συνοδεύεται και από το αίτημα για αύξηση του ημερήσιου ελεύθερου χρόνου. Και μάλιστα οργανωμένη κάλυψή του με το περιεχόμενο που δίνει ο Μαρξ «για τη μόρφωση του ανθρώπου, για την πνευματική ανάπτυξη, για την εκπλήρωση κοινωνικών λειτουργιών (σ.σ. για τη συμμετοχή στις υποθέσεις τις κοινωνίας, δηλαδή στην ταξική, πολιτική δράση σε όφελός της), για την κοινωνική συναναστροφή, για το ελεύθερο παιχνίδι των φυσικών και πνευματικών δυνάμεων». Αλλά οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής εμποδίζουν όλα τα παραπάνω. Γι' αυτό, είναι άκρως επίκαιρο αυτό που ο Μαρξ αναφέρει στο τελευταίο κεφάλαιο του έργου του «Μισθός, τιμή και κέρδος». Οτι η πάλη της εργατικής τάξης για αύξηση των μισθών, μείωση του εργάσιμου χρόνου, αύξηση του ελεύθερου, πρέπει να συνδέεται με τον αγώνα για την κατάργηση του καπιταλισμού, ως εξής: «Αντί το συντηρητικό σύνθημα: "Ενα δίκαιο μεροκάματο για μια δίκαιη εργάσιμη μέρα", θα πρέπει να γράψει στη σημαία της το επαναστατικό σύνθημα: "Κατάργηση του συστήματος της μισθωτής εργασίας"».

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις