Αποκαλυπτικές πλευρές της στρατηγικής αντίληψης του ΣΥΡΙΖΑ για την Ερευνα

Με επίκεντρο το νέο νόμο για την έρευνα, γίνεται συζήτηση για το πώς η έρευνα εντάσσεται στην αστική στρατηγική για την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας. Εχει ενδιαφέρον να δούμε πώς τοποθετείται ο ΣΥΡΙΖΑ σχετικά.
Μάλιστα, το ενδιαφέρον υπερβαίνει την αντιπαράθεση που διεξάγεται στους χώρους της έρευνας, αφού αφορά την τοποθέτηση μιας δύναμης που τελεί σε κυβερνητική αναμονή, για ζητήματα που βρίσκονται στον πυρήνα του αναπτυξιακού σχεδιασμού του κεφαλαίου. Δεν πρέπει να διαφεύγει την προσοχή μας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προσαρμόζεται ταχύτατα στις απαιτήσεις που θέτουν τα καθήκοντα που αναμένει να του αναθέσει η αστική τάξη.

Ενάντια στην εμπορευματοποίηση (ή μήπως όχι;)

Στη συζήτηση για το νόμο ο ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον στα λόγια, φαίνεται να «βγήκε στα κάγκελα». Για παράδειγμα, η βουλευτής του κ. Φωτίου στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής στις 16/10 έλεγε σε υψηλούς τόνους:«Πριμοδοτείται η διπλή ιδιωτικοποίηση της έρευνας, ιδιωτικοποιούνται τα δημόσια ερευνητικά κέντρα, πριμοδοτείται νέα αγορά ιδιωτικών ερευνητικών κέντρων και φορέων, όλοι, δε, θα λειτουργούν με επιχειρηματικά κριτήρια». Εύλογα θα πίστευε κάποιος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται σε αντιδιαμετρική κατεύθυνση από την κυβέρνηση. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Στις πρόσφατα δημοσιευμένες προγραμματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ «Παιδεία και Εκπαίδευση» σημειώνεται ότι: «Η εκπαίδευση και έρευνα που συντελείται στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και στα Δημόσια Ερευνητικά Κέντρα αποτελεί βασικό μοχλό ανάπτυξης της χώρας, ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης. Η αύξηση των δαπανών για την εκπαίδευση και την έρευνα δεν μπορεί παρά να αποτελεί αναγκαιότητα ακόμα και σε περιόδους οικονομικής ένδειας». Η διατύπωση αυτή, σχεδόν αυτολεξεί, μπορεί να βρεθεί και στις αιτιολογικές εκθέσεις των σχετικών νομοσχεδίων που καταθέτει κατά καιρούς η εκάστοτε κυβέρνηση ή ακόμα και στις σχετικές τοποθετήσεις του ΣΕΒ.
Για να μην υπάρχουν αμφιβολίες για το τι εννοούν, συμπληρώνουν: «Ολόκληρος ο Ενιαίος Δημόσιος Χώρος Ανώτατης Εκπαίδευσης και Ερευνας συμβάλλει στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας». Αρα η διαφοροποίησή τους δεν είναι επί της αρχής, αλλά επί του μείγματος διαχείρισης που θα οδηγήσει στην καπιταλιστική ανάκαμψη. Στη συριζαίικη φρασεολογία, αυτό διατυπώνεται ως εξής: Τα ερευνητικά κέντρα «ως εργαλεία και ως "πολλαπλασιαστές αποτελεσματικότητας" για κάθε εθνική προσπάθεια στον τομέα της παραγωγής νέας γνώσης, έχουν κρίσιμο ρόλο να παίξουν στην προσπάθεια παραγωγικής ανασυγκρότησης και στο μοντέλο ανάπτυξης που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ».
Θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι αυτά είναι φαντάσματα που βλέπει το ΚΚΕ, στο πλαίσιο της «μονομανίας» που καταλογίζουν ότι έχουμε απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλωστε, από την τοποθέτηση της κ. Φωτίου, ο ΣΥΡΙΖΑ φέρεται να είναι ξεκάθαρα απέναντι στην ιδιωτικοποίηση της έρευνας και τη λειτουργία της με επιχειρηματικά κριτήρια, όπως και το ΚΚΕ.
Ας δούμε μέσα από τα δικά τους λόγια αν έχει βάση αυτή η κριτική. Λένε στις προγραμματικές τους θέσεις: «Στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι η διαμόρφωση και η υλοποίηση μιας Εθνικής Ερευνητικής Πολιτικής, η οποία με αιχμή του δόρατος τα ΑΕΙ και τα Δημόσια Ερευνητικά Κέντρα, θα συμβάλει στην παραγωγική ανασυγκρότηση και την οικονομική ανάπτυξη της χώρας». Αυτό, πρακτικά, σημαίνει ότι υπάρχει άπλετος χώρος για τη δραστηριοποίηση των επιχειρήσεων, απλά οι δημόσιοι ερευνητικοί φορείς, που έχουν άλλωστε στη διάθεσή τους τις απαιτούμενες συγκεντρωμένες υποδομές και δυναμικό θα έχουν ρόλο στις συμπράξεις. Δεν διαφοροποιείται, δηλαδή, και τόσο από τον άξονα της κυβερνητικής πολιτικής...
Αν κάποιος νομίζει ότι απλά αρκούνται σε «θολές» διατυπώσεις, που χωράνε κι άλλη ερμηνεία, ο ΣΥΡΙΖΑ φροντίζει να διώξει κάθε αμφιβολία. Η υπεύθυνη συντονισμού της Θεματικής για την Ερευνα του ΣΥΡΙΖΑ, σε άρθρο της στην «Αυγή» (19/1/2014) εξηγεί ότι το σύστημα που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ «μπορεί παράλληλα με την έρευνα υψηλού επιπέδου, να προωθήσει συνεταιριστικά σχήματα που να δίνουν διέξοδο στην επιχειρηματική δραστηριότητα νέων επιστημόνων, να υποστηρίξει δράσεις μεταφοράς τεχνολογίας, να αφήσει χώρο για δημιουργία μικρών και μικρομεσαίων εταιρειών έντασης γνώσης σε τομείς ειδικά όπου η χώρα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα». Αν ρωτήσει κανείς σε κουίζ κάποιον στο δρόμο για το από πού είναι παρμένη αυτή η τοποθέτηση, οι ισοπίθανες απαντήσεις που μπορεί να πάρει είναι τρεις: α) ευρωενωσιακά κείμενα, β) εισαγωγικά φληναφήματα κυβερνητικών νομοθετικών παρεμβάσεων γ) μελέτες του ΙΟΒΕ κι άλλων αντίστοιχων φορέων. Η ομοιότητα δεν είναι διόλου συμπτωματική...

Πίσω από τις λέξεις κρύβεται... η σύμπλευση

Το προαναφερθέν άρθρο, που αποτυπώνει την κριτική του ΣΥΡΙΖΑ στο προηγούμενο σχέδιο νόμου για την έρευνα (Δεκέμβρης 2013), είναι εξόχως αποκαλυπτικό. Ας μας επιτραπεί να παραθέσουμε ένα σχετικά εκτενές απόσπασμα: «Το δημόσιο σύστημα Ε & Α δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ύπαρξη και λειτουργία καινοτόμου παραγωγικού τομέα, ούτε επιτρέπεται να ιδιωτικοποιηθούν κρίσιμες ερευνητικές και τεχνολογικές δημόσιες υποδομές. Είναι γεγονός ότι φτωχή ήταν και είναι η συνεργασία των δημοσίων φορέων της έρευνας με τον ιδιωτικό τομέα, πράγμα που αποτυπώνεται και στα διαθέσιμα στοιχεία. (...) όμως, η περιορισμένη έρευνα που διεξάγεται στον ιδιωτικό τομέα και τα χαμηλά επίπεδα καινοτομίας, είναι στοιχεία που έχουν να κάνουν με το παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Είναι ένα σύνθετο πρόβλημα που δεν έχει εύκολη απάντηση και το οποίο απαιτεί μια συνολικότερη κατά τη γνώμη μας αναπτυξιακή και οικονομική πολιτική (...) οι φορείς που υλοποιούν ΕΤΑΚ, τα ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα, τα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και ο καινοτόμος βιομηχανικός τομέας οφείλουν να έχουν ισόρροπο, διακριτό και συνεργατικό ρόλο υπό την εποπτεία της Πολιτείας και του Κράτους (τρίγωνο της γνώσης)». Η ίδια ακριβώς επιχειρηματολογία, που απορρέει από την ανάγκη να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα του κεφαλαίου, χρησιμοποιείται σε όλα τα κείμενα ιμπεριαλιστικών οργανισμών και αστικών επιτελείων.
Αλλωστε, και οι προγραμματικές του θέσεις προβλέπουν «ρυθμίσεις για τη διασύνδεση των Ερευνητικών Κέντρων και Ιδρυμάτων της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης με τον καινοτόμο παραγωγικό τομέα για την ενίσχυση της βιομηχανικής καινοτομίας, με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και σκοπό την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας». Αν αυτό δε σημαίνει υποταγή της ανάπτυξης των ερευνητικών αντικειμένων, του ερευνητικού δυναμικού και των ερευνητικών υποδομών στα συμφέροντα των μονοπωλιακών ομίλων που έχουν να προσδοκούν από την καπιταλιστική ανάπτυξη σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων και αναγκών, τότε τι σημαίνει;
Εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να αναλάβει ρόλο τροχονόμου για τα συμφέροντα του κεφαλαίου, δεν είναι τυχαίο ότι το δικό του σχέδιο για την ανάπτυξη της έρευνας «θα αντανακλά τις εθνικές προτεραιότητες, θα λαμβάνει υπόψη του τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας, και θα έχει ως σκοπό την ορθή και οικολογική διαχείριση και αξιοποίηση των φυσικών πόρων, την ενίσχυση τομέων στους οποίους η χώρα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα ή οφείλει να αποκτήσει, την υποστήριξη του ερευνητικού ανθρώπινου δυναμικού και των υποδομών, και την παραγωγή νέας γνώσης που θα ενσωματώνεται στην κοινωνία». Ακριβώς ό,τι περιλαμβάνουν η ευρωενωσιακή στρατηγική και η κυβερνητική πολιτική, δηλαδή, αφού για το κεφάλαιο έχει σημασία να επενδύει και να δραστηριοποιείται στους τομείς εκείνους που έχει μεγαλύτερα περιθώρια κερδοφορίας, με αυτό το κριτήριο καθορίζονται και οι «εθνικές» προτεραιότητες.

Ούτε ψίχουλο δεν πέφτει από το τραπέζι

Ισως να περίμενε κανείς ότι τουλάχιστον ο ΣΥΡΙΖΑ προτίθεται να ανοίξει τις κάνουλες της δημόσιας χρηματοδότησης για την έρευνα, αφού στο κάτω-κάτω οι δραματικές περικοπές των τελευταίων χρόνων είναι αποτέλεσμα της πολιτικής των «μνημονίων» που κάποτε έλεγαν ότι θα σκίσουν. Αμ δε! Δεσμεύονται μόνο για«σταδιακή αύξηση των κονδυλίων για την παιδεία και την έρευνα από τον κρατικό προϋπολογισμό ανάλογα με την οικονομική κατάσταση της χώρας». Δηλαδή, ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι!
Εστω, όμως, κάτι καλό για τους εργαζόμενους, δεν μπορεί, θα λένε, έτσι δεν είναι; Για μια ακόμα φορά, τζίφος: «Κάλυψη των αναγκών σε διοικητικό, διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό σε όλες τις βαθμίδες», χωρίς ούτε λόγος να γίνεται για μόνιμη δουλειά για όλους με πλήρη δικαιώματα, κατάργηση ελαστικών σχέσεων εργασίας, αποκατάσταση πετσοκομμένων δικαιωμάτων κ.λπ. Κι όλα αυτά, ενώ οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις και η απουσία ακόμα και στοιχειωδών δικαιωμάτων (π.χ. άδειες εγκυμοσύνης για τις χιλιάδες νέες ερευνήτριες που δουλεύουν με «μπλοκάκι») θερίζουν στους νέους επιστήμονες.
Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων - μην τυχόν και νομίσει κανείς ότι προτίθενται να σπάσουν τις συμφωνίες με την ΕΕ και το ΔΝΤ - διευκρινίζουν: «Προφανώς, η οικονομική διάσταση των μέτρων αυτών υπόκειται σε λεπτομερή κοστολόγηση και η ικανοποίησή τους συναρτάται με την οικονομική κατάσταση της χώρας».
Οταν, λοιπόν, η πρόσφατη ανακοίνωση της Επιτροπής Ερευνας του Τμήματος Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλει ότι το νομοσχέδιο «ακολουθεί πιστά τις νεοφιλελεύθερες πρακτικές, που έχουμε δει σε όλες τις μέχρι σήμερα επιλογές της συγκυβέρνησης, και αποτελεί έναν ακόμη λίθο στην βαθιά μνημονιακή πολιτική της» και ζητά την άμεση απόσυρσή του, είναι προφανές ότι σηκώνει κουρνιαχτό για τα μάτια του κόσμου. Επιδιώκουν να κρύψουν την επί της ουσίας απόλυτη σύμπλευσή τους με τις στρατηγικές κατευθύνσεις της ΕΕ και τις στοχεύσεις του κεφαλαίου για το χώρο, τις οποίες έρχεται να νομοθετήσει η κυβέρνηση. Παλιά η τακτική και χιλιοπαιγμένο το σκηνικό της δικομματικής - διπολικής αντιπαράθεσης, μακριά και πέρα από τις πραγματικές ανάγκες του λαού. Οφείλουμε, πάντως, να αναγνωρίσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έμαθε να παίζει πολύ καλά αυτό το παιχνίδι σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Αντί επιλόγου

Δυο σύντομες τελευταίες παρατηρήσεις:
Στις χιλιάδες λέξεις όλων αυτών των κειμένων και τοποθετήσεων του ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα βρει κανείς ούτε μια νύξη ότι η κυβερνητική πολιτική είναι εφαρμογή των αντιδραστικών στοχεύσεων της ευρωενωσιακής στρατηγικής.
Είναι εκκωφαντική η σιωπή του ΣΥΡΙΖΑ για τη ρητή αναφορά που υπάρχει στο σχέδιο νόμου περί ενίσχυσης ερευνητικών προγραμμάτων προς όφελος του ΝΑΤΟ.
Τυχαίο; Δε νομίζουμε!


Δημήτρης  ΚΟΙΛΑΚΟΣ
Μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις