Περισσότερη, πιο ζωντανή ιδεολογική συζήτηση στις ΚΟΒ και με τους εργάτες

Ε
κτιμώντας κάθε φορά τη δουλειά μας, και την εκλογική, εξετάζουμε τα βήματα που κάναμε στην υλοποίηση των αποφάσεων του 19ουΣυνεδρίου, στο να γινόμαστε «Κόμμα παντός καιρού». Στην κατεύθυνση αυτή, έχουν γίνει θετικά βήματα. Χρειάζεται, όμως, συνεχής προσπάθεια για να εδραιώνονται και να διευρύνονται. Ταυτόχρονα, αναδείχνεται η ανάγκη βελτίωσης της ιδεολογικής δουλειάς. Ας το δούμε μέσα από ορισμένα παραδείγματα.
Λέμε συνεχώς ότι «πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα στην ιδεολογική δουλειά χωρίς να ξεκοβόμαστε από τους εργαζόμενους με χαμηλό επίπεδο συνείδησης. Να αναδείχνουμε την ανάγκη του σοσιαλισμού, δεμένη με την πάλη για τις άμεσες ανάγκες». Αυτό, παρά τα θετικά βήματα που έχουμε κάνει, δεν το καταφέρνουμε πάντα. Πολλές φορές μας παρασύρουν η υποχώρηση της συνείδησης, τα άμεσα προβλήματα που είναι πιεστικά και επικρατεί το «να δούμε τώρα τι κάνουμε και βλέπουμε μετά», βάζουμε σε δεύτερη μοίρα την ιδεολογική δουλειά. Η ζωή, όμως, δε σταματά να γεννά καθημερινά νέες ανάγκες και με αυτήν τη λογική η ιδεολογική δουλειά θα μένει πάντα πίσω. Δε θα αποκτήσει ποτέ προτεραιότητα στην πράξη.
Δεν έχει κατανοηθεί στον απαιτούμενο βαθμό ότι η βελτίωση της ιδεολογικής μας δουλειάς είναι βασική προϋπόθεση για την ανάταση του κινήματος, για να μπουν οι εργαζόμενοι στην πάλη και να δραστηριοποιηθούν στα σωματεία τους. Οτι όσο δίκαια και πιεστικά και αν είναι τα προβλήματα, όσο καλά και αν έχουμε επεξεργαστεί τα αιτήματα, δεν μπορούν από μόνα τους να σπρώξουν τον εργαζόμενο στη δράση χωρίς την προωθητική δύναμη της ιδεολογίας μας. Η καλύτερη απόδειξη για αυτό είμαστε εμείς και οι οπαδοί μας. Δεν μας κρατάνε όρθιους στην καθημερινή πάλη, τα προβλήματα και τα καλά αιτήματα, ούτε αυτά μας κάνουν να αντέχουμε και να μη λυγίζουμε, αλλά τα πιστεύω μας και η ιδεολογία μας.
Χρειάζεται βοήθεια να κατανοηθεί απ' όλους μας ότι αυτό το καθήκον δεν μπορεί να το αντικαταστήσει η περισσότερη και καλύτερη συνδικαλιστική δράση, η συζήτηση που κάνουμε ως συνδικαλιστές με τους εργαζόμενους. Το Κόμμα πρέπει να συζητά απευθείας με τους εργάτες το Πρόγραμμά του και τα συνδικάτα ανάλογα με το χαρακτήρα τους να επεξεργαστούν καλύτερα την επιχειρηματολογία τους.
Μέσα στους αγώνες ιδεολογική δουλειά
Λέμε ότι «δεν πρέπει να κρίνουμε τους αγώνες με επιφανειακά κριτήρια». Ορισμένες φορές όμως, στεκόμαστε σε αριθμούς, γενικολογούμε. Δεν εξετάζουμε σε ποιο βάθος και πόσο συστηματικά κάναμε τον ιδεολογικό μας αγώνα μέσα στην κάθε μάχη, ποια ήταν η στάση των εργαζομένων σε αυτά που τους είπαμε. Με ποια ικανότητα εντάσσουμε τη μάχη για τα καθημερινά προβλήματα στον αγώνα για την εξουσία. Πόσο εξαντλούμε σε κάθε φάση τα δικά μας όρια για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, την ισχυροποίηση της Λαϊκής Συμμαχίας και ιδιαίτερα την κομματική οικοδόμηση στους χώρους που έχουμε ιεραρχήσει.
Λέμε ότι «μέσα στους αγώνες πρέπει να κάνουμε κομματική παρέμβαση, ιδεολογική δουλειά». Δεν τα καταφέρνουμε πάντα, δεν έχει κατανοηθεί αυτή η αναγκαιότητα. Ας πάρουμε για παράδειγμα τα ζητήματα που έχουν σχέση με το λιμάνι, με τον ναυπηγοεπισκευαστικό τομέα, τη Ζώνη, τα ναυπηγεία και άλλες μικρομεσαίες επιχειρήσεις γύρω από αυτά. Γι' αυτά τα ζητήματα, διεξάγεται μεγάλη και σύνθετη ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση. Συμμετέχουν αστικά και οπορτουνιστικά κόμματα, δήμοι, εφοπλιστές, μεγάλοι επιχειρηματίες, εργολάβοι και εργαζόμενοι. Τμήματα της αστικής τάξης για δικά τους συμφέροντα εναντιώνονται στην παραπέρα ιδιωτικοποίηση του λιμανιού. Με αυτό συμφωνούν πολλοί εργαζόμενοι, επειδή θεωρούν ότι «το δημόσιο ή το ιδιωτικό λιμάνι κάτω από δημόσιο έλεγχο» εξυπηρετεί και το δικό τους συμφέρον. Είναι δυνατό χωρίς ιδεολογική παρέμβαση να ανταποκριθούμε; Να δημιουργηθεί μια μαχητική πρωτοπορία γύρω από το Κόμμα και το ΠΑΜΕ, που θα αντέξει, θα έχει συνέχεια και διάρκεια, θα προβάλλει επαρκώς την πρότασή μας για το λιμάνι και τον ναυπηγοεπισκευαστικό τομέα, δεμένη με τη συνολική μας πρόταση που θα θωρακίζει το κίνημα να μη μπει κάτω από ξένες σημαίες; Μπορούν αυτά να κατανοηθούν από τους εργαζόμενους μόνο από τη συμμετοχή τους στους αγώνες και μόνο επειδή εμείς θα έχουμε το δικό μας πλαίσιο πάλης;
Μπορείς χωρίς ιδεολογική δουλειά, αν δεν τους βοηθήσεις να καταλάβουν το πώς δουλεύει η καπιταλιστική οικονομία συνολικότερα, να εξηγήσεις στους απολυμένους χαλυβουργούς, γιατί μετά από εννιά μήνες απεργία και με τέτοια εργατική, λαϊκή αλληλεγγύη, ο Μάνεσης σταμάτησε να λειτουργεί τη «Χαλυβουργία», βρέθηκαν άνεργοι;
Μπορεί να εξηγήσεις στους εργαζόμενους της ΜΕΒΓΑΛ, του ΚΑΤΣΕΛΗ, γιατί δεν μπόρεσαν με τον αγώνα τους να αποτρέψουν το κλείσιμο του εργοστασίου, αν δεν τους πεις ότι στον καπιταλισμό υπάρχουν επιχειρήσεις που χρεοκοπούν, επειδή έχασαν τη μάχη του ανταγωνισμού; Οτι μια επιχείρηση μπορεί να κλείσει ακόμα και αν δεν έχει χρεοκοπήσει, επειδή ο αντίστοιχος όμιλος ενισχύει κάποια άλλη πιο κερδοφόρα; Οτι μια επιχείρηση μπορεί να είναι κερδοφόρα αλλά όχι και ανταγωνιστική; Στον καπιταλισμό υπάρχουν αντικειμενικοί νόμοι που μόνο με την ανατροπή του αντιμετωπίζονται και όχι με τον αγώνα, όσο μεγάλος και δυναμικός και αν είναι. Εναν αγώνα δεν τον κάνει δυναμικό μόνο η μορφή, αλλά πριν από όλα το περιεχόμενό του, το επίπεδο της ιδεολογικής διαπάλης μέσα σε αυτόν. Ετσι ανεβαίνει το επίπεδο συνείδησης, ώστε να κατανοείται ο εκμεταλλευτικός χαρακτήρας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής από τον οποίο πηγάζουν όλα τα προβλήματα.
Μπορείς να εξηγήσεις στους εργαζόμενους στη ΔΕΗ, το πόσο κάλπικο είναι το δίλημμα δημόσια ή ιδιωτική ΔΕΗ, αν δεν τους εξηγήσεις το ρόλο του αστικού κράτους, το χαρακτήρα και το ρόλο του δημόσιου τομέα στον καπιταλισμό; Μπορείς να αντιμετωπίσεις το κάλπικο αίτημα «αγώνας για το ρεύμα που είναι κοινωνικό αγαθό», αν δεν αναδείξεις ότι είτε με δημόσια ΔΕΗ είτε με ιδιωτική το ρεύμα στον καπιταλισμό ποτέ δεν αντιμετωπίζεται ως κοινωνικό αγαθό, αλλά ως εμπόρευμα; Αλλιώς δεν ξεσκεπάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλες δυνάμεις, που με διαφορετικό τρόπο υπηρετούν τον ίδιο στόχο με τη συγκυβέρνηση: Την κερδοφορία τμημάτων της αστικής τάξης και όχι το φτηνό ρεύμα στους εργαζόμενους. Αυτοί θέλουν να υποτάξουν το κίνημα στους πολιτικούς σχεδιασμούς και στόχους τους. Υπονομεύουν την οργάνωση της πάλης από τα κάτω, αποπροσανατολίζουν προβάλλοντας τα διάφορα δημοψηφίσματα και διάφορες άλλες κοινοβουλευτικές παραστάσεις.
Πώς προσεγγίζουμε τους εργάτες
Λέμε συχνά ότι «στη διαμόρφωση της συνείδησης των εργαζομένων, επιδρούν αντικειμενικοί παράγοντες, δεν καθορίζεται μόνο από τη δική μας δουλειά». Ορισμένοι, όμως, νομίζουν πως με περισσότερη και καλύτερη δουλειά του Κόμματος, θα μπορούσαμε να είχαμε μεγαλύτερα αποτελέσματα, να μην έχει υπάρξει υποχώρηση. Δεν έχουν κατανοήσει τι σημαίνει να δουλεύουμε σε μη επαναστατικές συνθήκες, ότι και η δουλειά μας έχει τα δικά της όρια σε σχέση με το κέρδισμα και τη συσπείρωση εργαζομένων. Ενώ είχαμε μιλήσει για το ενδεχόμενο υποχώρησης του κινήματος και έχουμε εκτιμήσει ότι υπάρχει, φαίνεται ότι δεν έχει κατανοηθεί το μέγεθος της υποχώρησης και οι αρνητικές συνέπειές της στον περίγυρο του Κόμματος και στην προσπάθεια απόσπασης και συσπείρωσης νέων δυνάμεων. Προκύπτει η ανάγκη περισσότερης συζήτησης γύρω από το ρόλο του αντικειμενικού και υποκειμενικού παράγοντα, για την αλληλεπίδραση Κόμματος και εργατικού κινήματος. Χρειάζεται, ακόμα, προετοιμασία για το ενδεχόμενο στη φάση της ανάπτυξης, ένα σημαντικό μέρος της εργατικής τάξης να εγκλωβιστεί σε νέες αυταπάτες, να έχουμε νέα υποχώρηση, μεγαλύτερες δυσκολίες για το Κόμμα.
Λέμε ότι υπάρχουν «πολλά αναξιοποίητα περιθώρια βελτίωσης της προπαγάνδας μας, των τρόπων με τους οποίους προσεγγίζουμε τους εργάτες, τις διάφορες κατηγορίες εργατών, τους νέους, τις γυναίκες, τους άνεργους». Αυτό όμως πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο που να αναδείχνει τον πραγματικό αντίπαλο, που δεν είναι άλλος από την αστική τάξη. Οτι όλα τα προβλήματα έχουν σχέση με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Να κάνει κατανοητή την αναγκαιότητα της κεντρικής γραμμής πάλης και όχι στο όνομα της εξειδίκευσης να ξεκόβουμε από αυτή, γιατί τότε χειροτερεύει η κατάσταση, υπάρχει αποπροσανατολισμός. Χωρίς να το επιδιώκουμε, διευκολύνεται η προσπάθεια κυβέρνησης και εργοδοσίας να δημιουργήσουν επιπλέον δυσκολίες στην ενότητα της εργατικής τάξης.
Υπάρχει ανάγκη, για παράδειγμα, καλύτερης επεξεργασίας των αιτημάτων μας για τους εργαζόμενους στα δουλεμπορικά και για όλους όσοι γενικότερα δουλεύουν με ελαστικές σχέσεις εργασίας, εποχιακούς και άλλους. Ταυτόχρονα, όμως, θα πρέπει να αναδείξουμε ότι αυτές οι μορφές εργασίας είναι άμεσα δεμένες με το σημερινό επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού, με τη στρατηγική της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας, με τους ανταγωνισμούς ανάμεσα στα μονοπώλια και τους οργανισμούς τους. Οτι είναι εργαλεία για να κατανέμει η αστική τάξη την εργατική δύναμη και να την εκμεταλλεύεται περισσότερο, δεν είναι κάτι που δημιούργησε η κρίση και θα καταργηθεί στην ανάπτυξη. Επομένως, και η επεξεργασία των αιτημάτων πρέπει να εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο πάλης, στο γενικότερο στόχο για ανατροπή της αντεργατικής πολιτικής. Ετσι όσοι δουλεύουν στα δουλεμπορικά ή με οποιεσδήποτε άλλες εργασιακές σχέσεις και όσοι δουλεύουν με σταθερές σχέσεις θα κατανοούν ότι είναι θύματα της ίδιας πολιτικής, του ίδιου αντίπαλου, που πρέπει μαζί να τον πολεμήσουν και να τον ανατρέψουν.
Λέμε πως «κυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ συγκρούονται καθημερινά για το ποιος είναι ο καλύτερος διαχειριστής». «Θα αποκαταστήσουμε τις αδικίες τώρα» λέει η κυβέρνηση, «εμείς μπορούμε να το κάνουμε καλύτερα», λέει ο ΣΥΡΙΖΑ. Για να πείθουμε, όμως, χρειάζεται να απαντάμε ολοκληρωμένα, να εξηγούμε πως, μέσα από τις διαφορετικές τους θέσεις, υπηρετούν τον ίδιο στόχο και ας μη λένε τα ίδια.
Να αποκαλύπτουμε τις αυταπάτες που καλλιεργούν
Στη φάση της ανάπτυξης, το σύστημα κάποια ψίχουλα θα δώσει, κάποια μέτρα για την ακραία φτώχεια θα πάρει, για να εγκλωβίσει τη δυσαρέσκεια και για να εξασφαλίσει συμμαχίες με τα λαϊκά στρώματα. Μπορούμε να απαντήσουμε στις αυταπάτες που θα δημιουργηθούν, χωρίς να εξηγήσουμε γιατί ο καπιταλισμός είναι αναγκασμένος να πάρει ορισμένα μέτρα για την ακραία φτώχεια, ή «την ανθρωπιστική κρίση» όπως τη λέει ο ΣΥΡΙΖΑ; Οτι το κάνει για να προστατευθεί ο ίδιος και όχι γιατί λυπάται τους εργαζόμενους; Αν απαντάμε με το «τα ίδια λένε» ή «τίποτα δε θα κάνουν» δεν πείθουμε.
Κυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ τσακώνονται γύρω από το «θα αποκαταστήσουμε τις αδικίες». Η ανάκαμψη μπορεί να ανακόψει ή να μετριάσει τα νέα πακέτα αντιλαϊκών μέτρων. Αυτό μπορεί να δημιουργήσει μπερδέματα, αυταπάτες, ενσωμάτωση. Χρειάζεται, μαζί με την πάλη για την ανάκτηση του εισοδήματος που αφαιρέθηκε, να αναδείχνεται η αναγκαιότητα κάλυψης των σύγχρονων αναγκών και οι δυνατότητες που υπάρχουν γι' αυτό. Να ξεσκεπάζουμε στα μάτια των εργαζομένων ότι αυτοί δε θεωρούν αδικία τη μείωση των μισθών, των συντάξεων, των κοινωνικών παροχών. Δε θεωρούν αδικία τις αλλαγές στα ωράρια, την κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων, τις αλλαγές στο Ασφαλιστικό, τις αντιδραστικές αλλαγές στην Παιδεία, την αύξηση της τρομοκρατίας και του αυταρχισμού, τον περιορισμό των πολιτικών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων. Τους τζάμπα εργάτες στους εργοδότες, μέσω των διάφορων προγραμμάτων, την εκμετάλλευση χιλιάδων εργατών μέσα από τα δουλεμπορικά γραφεία. Τις παραπέρα φορολογικές επιβαρύνσεις στους εργαζόμενους και φοροελαφρύνσεις στους βιομήχανους, την αύξηση του ρεύματος στα λαϊκά στρώματα και τις μειώσεις στις βιομηχανίες. Ισα - ίσα, που μαζί με το ΔΝΤ και την ΕΕ τονίζουν ότι όλα τα παραπάνω ήταν αναγκαία ακόμα και αν δεν υπήρχε η κρίση και η τρόικα, ότι θα πρέπει να συνεχιστούν. Εξάλλου, πολλά ψηφισμένα αντεργατικά μέτρα είναι ακόμα ανεφάρμοστα και άλλα ετοιμάζονται να εφαρμοστούν.
Για τις εξελίξεις στους κλάδους
Λέμε ότι «πρέπει να παρακολουθούμε τις εξελίξεις στους κλάδους». Αυτό δεν πρέπει να κατανοείται μόνο ως παρακολούθηση της κατάστασης των εργαζομένων στον κάθε κλάδο, αλλά και του ίδιου του κλάδου. Τώρα, για παράδειγμα, στη φάση της σταθεροποίησης και αργότερα της ανάπτυξης, κάποιοι κλάδοι θα αναπτυχθούν και κάποιοι όχι, γιατί όπως και η κρίση έτσι και η ανάπτυξη που θα τη διαδεχθεί θα είναι ανισόμετρη. Να παρακολουθούμε το τι θα φέρουν οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στις επιχειρήσεις του κάθε κλάδου, τι ανακατατάξεις και τι ενδιάμεσους θα εκτοπίσουν, για να αυξήσει τα κέρδη του ο μεγάλος επιχειρηματίας. Τι αναδιαρθρώσεις θα γίνουν στο εσωτερικό του κάθε κλάδου, σε ποιους υποκλάδους θα υπάρξει συρρίκνωση και σε ποιους ανάπτυξη, ποιοι νέοι θα δημιουργηθούν. Η γνώση όλων αυτών μας βοηθάει στο να δούμε το περιεχόμενο της ιδεολογικής μας παρέμβασης, αλλά και να επικαιροποιήσουμε το σχέδιο οικοδόμησης και ανασύνταξης σε κάθε κλάδο, με βάση τα νέα δεδομένα.
Λέμε ότι «η κρίση συνέβαλε στην οπισθοχώρηση του κινήματος» και συνήθως μένουμε στις δυσκολίες. Η κρίση, όμως, μας προσφέρει περισσότερα επιχειρήματα για να στηρίζουμε την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού. Μας βοηθάει να διαμορφώσουμε κριτήρια στους εργάτες για να φτάνουν μόνοι τους στα συμπεράσματα που εμείς καταλήγουμε. Να αποδείξουμε πιο εύκολα τον ταξικό χαρακτήρα του στόχου της ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας, το πώς αυτές συνδέονται με την όξυνση όλων των προβλημάτων των εργαζομένων σε όλους τους κλάδους. Να κατανοήσουν, μέσα από την ίδια τους την πείρα, γιατί η αντιπαράθεση ανάμεσα στους εργάτες ωφελεί μόνο την εργοδοσία και την αστική τάξη συνολικά.
Τι κέρδισαν, για παράδειγμα, οι χαλυβουργοί του Βόλου και της «Χαλυβουργικής» που δε συμπαραστάθηκαν στους χαλυβουργούς της «Χαλυβουργίας», που νόμιζαν ότι θα βγουν κερδισμένοι από το κλείσιμο της «Χαλυβουργίας»; Τι κέρδισαν οι εργάτες των ναυπηγείων που ο καθένας νόμιζε ότι μπορεί να σώσει «το δικό του μαγαζί», αδιαφορώντας για το άλλο; Τι κέρδισαν οι εργάτες στα εργοστάσια του Τύπου που έλεγαν «το δικό μας μαγαζί να είναι καλά», που έβλεπαν «με καλό μάτι» τα άλλα που έκλειναν, γιατί θα πήγαινε περισσότερη δουλειά στο δικό τους εργοδότη; Πόσα έπαιρναν και τι δικαιώματα είχαν πριν και πού βρίσκονται τώρα και πού θα βρεθούν στη συνέχεια; Πού βρίσκονται τώρα οι εργαζόμενοι του Δημοσίου που τα προηγούμενα χρόνια αισθάνονταν σίγουροι, απολάμβαναν τη θαλπωρή της μονιμότητας, θεωρώντας τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα δεύτερης κατηγορίας; Πού βρίσκονται τώρα οι εργάτες του ιδιωτικού τομέα που χαιρόντουσαν όταν ξεκίνησε η κυβέρνηση να χτυπάει τους εργαζόμενους του Δημοσίου, νομίζοντας ότι αυτούς θα τους αφήσει απ' έξω; Τι κέρδισαν όλοι όσοι είχαν πέσει θύματα του ρατσισμού και του εθνικισμού, νομίζοντας ότι οι μετανάστες φταίνε για τα προβλήματά τους, τώρα που οι ίδιοι και τα παιδιά τους γίνονται μετανάστες; Τι στάση θα πρέπει τώρα να κρατήσουν οι εργαζόμενοι της Γερμανίας, της Αγγλίας και αλλού όπου μεταναστεύουν οι ίδιοι και τα παιδιά τους;
Η συμβολή μας για να βγάζουν σωστά συμπεράσματα οι εργάτες
Ολα αυτά έχει μεγάλη σημασία να τα ανοίξουμε στους εργάτες, γιατί και εκ των υστέρων μπορεί κάθε εργάτης να βγάζει χρήσιμα συμπεράσματα και πείρα, να αποκτά ιδεολογικό υπόβαθρο και δυνατότητα να σκέφτεται ταξικά. Η αρνητική εξέλιξη με τις συμβάσεις, για παράδειγμα, από τη μια δείχνει το μέγεθος της υποχώρησης του κινήματος και τις δυσκολίες που δημιούργησε, από την άλλη, όμως, μπορεί να βοηθήσει στη συνειδητοποίηση της ανάγκης ισχυροποίησης των συνδικάτων. Το καθεστώς ζούγκλας που έχει επιφέρει η κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων, μπορεί να πυροδοτήσει αγώνες, να αποτελέσει την αφορμή για ανάταση του κινήματος. Πολλές φορές μένουμε στο «επιβεβαιωθήκαμε από τις εξελίξεις» και δε λέμε στους εργάτες το πώς σκεφτόμαστε, το τι παίρνουμε υπόψη, με τι κριτήρια εκτιμάμε, αναλύουμε και προβλέπουμε τις εξελίξεις, ώστε να βοηθηθούν και αυτοί να σκέφτονται έτσι.
Μέσα από τις δυσκολίες συνεχίζουμε με μεγαλύτερη σιγουριά, αυτοπεποίθηση, γινόμαστε πιο ικανοί. Δεν εφησυχάζουμε, ξέρουμε πως έξω από την εργατική λαϊκή πάλη δεν μπορεί να υπάρξει πείρα, βελτίωση και άνοδος της καθοδηγητικής μας δουλειάς. Μέσα από την εμπειρία μας διαπιστώσαμε όχι μόνο την αναγκαιότητα της ιδεολογικής δουλειάς, αλλά και ότι για να είναι αποτελεσματική, χρειάζεται να είναι ζωντανή, να απαντάει σε ερωτήματα, να προκαλεί συζήτηση με τους εργάτες και να μην είναι από καθέδρας μαθήματα.
Εχουμε όλες τις προϋποθέσεις να κάνουμε το επόμενο διάστημα και άλλα βήματα ως Οργάνωση Βιομηχανίας.


Γιάννης  ΜΕΡΕΝΤΙΤΗΣ
Μέλος του Γραφείου της Επιτροπής Περιοχής της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις