Οι «καλοί» καπιταλιστές βρήκαν άλογο να ποντάρουν

Ω
ς αναγγελία της «μεγάλης στροφής του ΣΥΡΙΖΑ, από την ουτοπία στον ρεαλισμό», παρουσίασε το «Βήμα» τη συνέντευξη που του παραχώρησε την περασμένη Κυριακή ο Γ. Δραγασάκης. Ο βουλευτής και διαμορφωτής της οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, ευθύς εξαρχής διαμηνύει: «Εδώ που φτάσαμε δεν υπάρχουν εύκολες, ούτε ανώδυνες λύσεις»! Τα ευκόλως εννοούμενα μπορούν εδώ να παραλειφθούν. Αλλωστε, ο λαός έχει γευτεί κάθε δυνατή εκδοχή της «καμένης γης», είτε τη σέρβιρε στο παρελθόν το ΠΑΣΟΚ, είτε η ΝΔ.

Σε ό,τι αφορά το χρέος ο Γ. Δραγασάκης προσγειώνει απότομα όσους απογείωσε η αλλοτινή τους σχετική προπαγάνδα, λέγοντας ότι η όποια διευθέτησή του προϋποθέτει την «οικοδόμηση των αναγκαίων συμμαχιών και την αλλαγή των συσχετισμών», καθώς και ότι θα βοηθούσε και «μια ισχυρότερη πίεση από τις ΗΠΑ και τις αγορές»...

Οι θέσεις αυτές αποκαλύπτουν το πραγματικό περιεχόμενο όσων αποφάσισαν και στο πρόσφατο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, μιλώντας για επαναδιαπραγμάτευση, λογιστικό έλεγχο και διαγραφή μέρους του χρέους, με μορατόριουμ στην αποπληρωμή του υπόλοιπου. Ολα αυτά, που ούτως ή άλλως καμιά σχέση δεν έχουν με τα λαϊκά συμφέροντα, θα τα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ μόνο αν το επιτρέπει ο συσχετισμός στην ΕΕ και αν «σπρώξουν» οι ΗΠΑ, στις οποίες για μια ακόμα φορά κλείνει το μάτι.

Δίπλα στις ΗΠΑ, αναγορεύει σε σύμμαχο και τις «αγορές», τις οποίες πριν από μερικά χρόνια ενοχοποιούσε κατ' αποκλειστικότητα για την κρίση στην Ελλάδα. Τώρα, στο πλαίσιο των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών για τη διαχείριση της κρίσης, ο ΣΥΡΙΖΑ βλέπει την παρέμβασή τους σαν «λύτρωση» για μερίδες της αστικής τάξης που φιλοδοξεί να εκφράσει.

Ο Γ. Δραγασάκης αναμασά τα γνωστά ευφυολογήματα περί καλών και κακών καπιταλιστών, προσπαθώντας να συγκροτήσει ένα πειστικό άλλοθι για την πλήρη ταύτιση του κόμματός του με την αστική εξουσία και τα συμφέροντά της, διαμετρικά αντίθετα με αυτά του λαού.

Ετσι, ισχυρίζεται στα σοβαρά ότι υπάρχει και καλός καπιταλισμός, προτρέποντας εμμέσως το λαό να ταυτιστεί με τους «καλούς» εκμεταλλευτές του και άρπαγες του μόχθου του, των οποίων την εξουσία υπόσχεται να διαχειριστεί ο ΣΥΡΙΖΑ κατά τρόπο «χρηστό» και «ηθικό». Αναφέρει: «Ο επιχειρηματικός κόσμος δεν είναι ενιαίος (...) νέες αντιθέσεις που σχετίζονται με τη στάση του απέναντι στη δημοκρατία, με τον διαφανή ή μη τρόπο συσσώρευσης του κεφαλαίου (...) την πραγματοποίηση επενδύσεων».

Τ
ο καταρχήν συμπέρασμα που προκύπτει, είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποφασίσει με ποιες μερίδες της αστικής τάξης θα πάει και ποιες θα αφήσει. Στην προέκτασή της, η άποψη αυτή θέλει να πείσει την εργατική τάξη ότι δεν έχει λόγο, μαζί με τους συμμάχους της, να ακολουθήσει στρατηγική χαραγμένη με γνώμονα τη βασική αντίθεση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία. Δεν χρειάζεται να σχεδιάσουν, οργανώσουν κι αναπτύξουν την αντιμονοπωλιακή, αντικαπιταλιστική τους πάλη, ούτε να έχουν προορισμό την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, ούτε να νοιάζονται αν οι επιμέρους αγώνες με το περιεχόμενο, τη μορφή κ.λπ. χτίζουν ένα σκαλοπάτι προς τον προορισμό αυτό.

Η άποψη αυτή οδηγεί το λαό σε άνευ όρων συνθηκολόγηση. Τον παραδίδει σιδηροδέσμιο στους εκμεταλλευτές του, που παραμένουν τέτοιοι ανεξάρτητα απ' το πόσο «δημοκράτες» είναι με τους συνδαιτυμόνες τους στα σαλόνια, γιατί στα εργοστάσια που διαφεντεύουν οργιάζει η αυθαιρεσία και η τρομοκρατία.

Στους καπιταλιστές που θα πρέπει να τους χειροκροτήσουμε κιόλας, επειδή κερδίζουν τηρώντας τους νόμους και επανεπενδύουν μέρος των κερδών τους! Τους νόμους που οι ανάγκες τους επέβαλαν, που τους εγγυώνται πλούτο επειδή την ίδια ώρα εγγυώνται τη φτώχεια των εργατών. Κι αν επανεπενδύσουν μέρος του κλεμμένου ιδρώτα, δεν το κάνουν για τη σωτηρία της ψυχής τους, αλλά της τσέπης τους. Για το κέρδος, που είναι τόσο πιο μεγάλο, όσο πιο μεγάλη είναι η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης που τους εξασφαλίζουν οι αντεργατικοί νόμοι. Για το κέρδος, που όταν δεν υπάρχει πια, εγκαταλείπουν εργοστάσια και εργάτες σαν στυμμένες λεμονόκουπες.

Δεν αρκείται όμως στα παραπάνω, ο Γ. Δραγασάκης, αλλά συνεχίζει ισχυριζόμενος: «Επομένως και η δική μας στάση απέναντι στον επιχειρηματικό κόσμο δεν μπορεί να είναι ισοπεδωτική, επίπεδη ή τυφλή (...) έχει γιγαντωθεί ένας "κατάμαυρος" καπιταλισμός που ζει απ' τη (...) διαφθορά». Οι αποδιοπομπαίοι τράγοι είχαν ανέκαθεν πολλαπλή χρησιμότητα, στην προκειμένη περίπτωση επιστρατεύονται για να εξωραΐσουν το ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και το σύστημα της εκμετάλλευσης, «κατάμαυρο» απ' τη φύση του.

Μύδρους για τους «νταβατζήδες», τα «λαμόγια», τους «αρχιερείς της διαπλοκής» κ.ά. άκουσε πάμπολλες φορές ο λαός, απ' τα αστικά κόμματα που δεν μπορούσαν να αντιπαρατεθούν σε κανένα άλλο επίπεδο κι αναλώνονταν στα κηρύγματα ηθικής, κρύβοντας ότι ο καπιταλισμός είναι από μόνος του ανήθικος, σκάνδαλο, διαφθορείο. Αυτό κάνει και ο Γ. Δραγασάκης όταν διατείνεται ότι «το στοιχείο της παρούσας κρίσης δεν βρίσκεται στην οικονομική αλλά στην ηθική, στην αξιακή και στην οικολογική της διάσταση...»!

Φ
τάνοντας στην «καρδιά» της οικονομικής πολιτικής που θέλουν να εφαρμόσουν, τη σκιαγραφεί και μας κατατοπίζει: «Οχι, δεν επιδιώκουμε αναβίωση της πολιτικής των ελλειμμάτων, πράγμα άλλωστε ανέφικτο από τη στιγμή που δεν υπάρχει δυνατότητα κρατικού δανεισμού (...) Επιδιώκουμε επαναπροσδιορισμό του ορισμού του πρωτογενούς ελλείμματος ώστε να μη συμπεριλαμβάνονται σε αυτό οι δημόσιες επενδύσεις και δυνατότητα χρηματοδότησης των δημοσίων επενδύσεων από ευρωομόλογα ή άλλον ευρωπαϊκό θεσμό (...) Ο κρατικός καπιταλισμός δεν είναι στόχος ούτε όραμά μας (...) Δεν είναι η αναβίωση του κράτους των προηγούμενων δεκαετιών αλλά ο επαναπροσδιορισμός του περιεχομένου του (...) στο πλαίσιο μιας πλουραλιστικής μεταβατικής οικονομίας».

Σε πολύ απλά ελληνικά, τα παραπάνω μεταφράζονται σε αίτημα για χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής, προκειμένου να διοχετεύσουν χρήμα στο κεφάλαιο, χωρίς να υπερβαίνουν τα όρια του ελλείμματος και του χρέους, τα οποία δηλώνουν ότι θα σεβαστούν. Τόσο ...ριζοσπαστική είναι η πολιτική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, που την έχει αντιγράψει από τα κιτάπια των πιο καραμπινάτων σοσιαλδημοκρατών στις μεγάλες καπιταλιστικές οικονομίες της Ευρώπης.

Γι' αυτό ζητάνε και παραπέρα μείωση του χρέους, κρύβοντας ότι αυτή, αν γίνει και με όποιον τρόπο γίνει, θα συνοδεύεται με νέα μέτρα σε βάρος του λαού. Γι' αυτό ζητάνε και μεγαλύτερη παρέμβαση της ΕΚΤ στη διαχείριση της κρίσης, αντίστοιχη αυτής της αμερικάνικης Fed, που κόβει χρήμα και το διατηρεί φτηνό για τους επιχειρηματικούς ομίλους.

Ομολογεί ακόμα ότι θέλει οι δημόσιες επενδύσεις να μην προσμετρούνται στα ελλείμματα, προκειμένου το κρατικό χρήμα να ρέει άφθονο σε κατασκευές υποδομών και παροχές στα μονοπώλια, για να διευκολύνονται οι επενδύσεις τους. Εκεί συνίσταται το άλλο μείγμα διαχείρισης του ΣΥΡΙΖΑ. Στην ενεργότερη συμμετοχή του κράτους με χρήμα, υποδομές και υπηρεσίες στην ανάπτυξη, που θα είναι καπιταλιστική, έστω κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να κοροϊδέψει τον ρημαγμένο λαό ότι θα την κάνει με μοχλό τους «υγιείς επιχειρηματίες».

Α
κριβώς σ' αυτό το έδαφος, μιας αστικής δηλαδή διαχείρισης της κρίσης, με στόχο την καπιταλιστική ανάκαμψη, και με δεδομένες τις δυσκολίες του αστικού συστήματος να χειραγωγήσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια που μεγαλώνει, ευδοκιμούν τροχιοδεικτικές βολές ακόμα και για κυβερνητική συνεργασία ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ. Αυτήν την προοπτική υπερασπίστηκε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Πέτρος Τατσόπουλος, άποψη που απηχεί επιθυμίες, σχέδια και προβληματισμούς στους κόλπους της αστικής τάξης και του πολιτικού της προσωπικού.

Υπ' αυτό το πρίσμα πρέπει να ιδωθεί και το άνοιγμα του Δ. Παπαδημούλη προς τη ΝΔ, όταν δήλωνε ότι «οι διαφορές που έχουμε είναι μεγάλες (...) αυτό όμως δεν μας εμποδίζει, αλλά αντίθετα μας υποχρεώνει, αν από τα εκατό συμφωνούμε σε δύο, τρία ή πέντε, αυτά να τα φροντίζουμε από κοινού». Αλλά και η άποψη -που εξέφρασε για δεύτερη φορά- του Π. Τατσόπουλου ότι ένα «δυσάρεστο» εκλογικό αποτέλεσμα, που δε θα δίνει την αυτοδυναμία σε κανένα από τα δύο κόμματα και προκειμένου να μη μετατραπεί σε ρυθμιστή της κατάστασης η Χρυσή Αυγή, θα επέβαλλε τη συνεργασία «ακόμα και με πατριωτικές δυνάμεις από τη δεξιά».

Αναλύοντας περαιτέρω τη σκέψη του, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ πρόσθεσε πως όλες οι δημοσκοπήσεις τον τελευταίο 1,5 χρόνο δείχνουν οριακή διαφορά ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ και φέρνουν τη Χρυσή Αυγή τρίτο κόμμα, σενάριο που αν επιβεβαιωθεί θα καθιστούσε επιβεβλημένη την κυβερνητική συνεργασία ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ. Σε άλλο σημείο διαφώνησε με την άποψη μερίδας του κόμματός του, που χαρακτηρίζει «ακροδεξιά» τη ΝΔ, καθώς - όπως είπε - ένα μόνο τμήμα της φλερτάρει με τη Χρυσή Αυγή.

Η δήλωσή του ήταν η εξής: «Ενα καθαρά ναζιστικό κόμμα, η Χρυσή Αυγή, έρχεται τρίτο. Δηλαδή, με το νόμο που έχουμε και το μπόνους των 50 εδρών για το πρώτο κόμμα, μπορεί να γίνει ο ρυθμιστής της επόμενης κατάστασης. Να βρεθούμε στην πολύ δυσάρεστη θέση να μην έχουμε ναζιστές υπουργούς, αλλά να έχουμε μια κυβέρνηση, η οποία να στηρίζεται στην ανοχή των ναζιστών, άρα να έχουμε μια ναζιστική ατζέντα. Ηδη είχαμε τέτοια φαινόμενα: Το ότι αποσύρθηκε το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο ήταν μια παραχώρηση προς τους ναζιστές της Χρυσής Αυγής. Προ αυτού του κινδύνου να έχω μια πατρίδα αύριο όπου οι ναζιστές θα καθορίζουν την πολιτική, είτε είναι στην κυβέρνηση, είτε είναι στην αντιπολίτευση, λέω ότι πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις άλλες λύσεις»...

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις